{Πώς μπαίνει ένας άνθρωπος στη ζωή σου;
Εγώ συνάντησα τον Χειμωνά
ή ο Χειμωνάς συνάντησε εμένα;}
Ο τριτοετής, δωρικής ομορφιάς, φοιτητής της Ιατρικής Γιώργος Χειμωνάς, γράφει το πρώτο βιβλίο του, ένα πρωτόλειο μυθιστόρημα ανυπολόγιστου όγκου, παρά τις περιορισμένες (μόλις 63) σελίδες του. Έχει μόλις κλείσει τα εικοσιένα .
O ΠΕΙΣΙΣΤΡΑΤΟΣ, είναι ''η ιστορία ενός εφήβου που αγωνίζεται να υπάρξει και να δικαιωθεί μέσα σ' εκείνη τη βουβή, εσπερινή Θεσσαλονίκη... κι όχι απλά να δικαιωθεί - αλλά να δικαιωθεί σαν μια δαιμονική ιδιοφυία .''' Ο θάνατος, ο έρωτας, η αρρώστια, το πένθος, η μοναξιά πρωταγωνιστούν ενώ κάθε λογική και ψυχολογική τάξη πάει περίπατο.
''Δεν εκτιμάω καθόλου τον εαυτό μου κι έχω μια προσωπικότητα ασπόνδυλη, σαν ρευστή μάζα, τρεμουλιαστή και διαρρέουσα. Με χαρακτηρίζει κυρίως η επιπολαιότητα:στο παραμικρό, τυχαίο αίσθημα χάνω τον λόγο μου κι υποδουλώνομαι – η κρίση μου είναι υποτυπώδης, σπάνια την χρησιμοποιώ. Έχω πολλήν αντίφαση... Δεν έχω τίποτα για να περηφανεύομαι, καμμιάν αξιόλογη ενέργεια, δεν μου έτυχε τίποτε που να με τραντάξει, να μου δώσει την αίσθηση μιας σφριγηλής πραγματικότητας, να με γεμίσει ευτυχισμένη έξαψη... Είμαι άσχημος, είμαι άσχημος πολύ είμαι ασήμαντος δεν αξίζω πεντάρα. Είμαι κοντός κι αδύνατος έχω στενούς καρπούς και μεγάλες χλομές παλάμες και δάχτυλα που τρέμουν όλη την ώρα... είμαι άσχημος κι ασήμαντος σαν κουράδι.''
Ο ήρωας, Νάρκισσος και μεγαλομανής, θέλει να γράψει το σπουδαιότερο βιβλίο στον κόσμο, να γίνει ο Βασιλιάς της Καρθαγένης ενώ αναζητά τον Άλλον πίσω από τα κλειστά παράθυρα, μέσα στις αυλές και στις αίθουσες αναμονής των λαϊκών ιατρείων.
''στ' ορκίζομαι θα γίνω μια μέρα μεγάλος συγγραφέας και θα γράψω πολλά βιβλία που θα έχουν πολλήν ανθρωπιά και θα μιλάν για όλους μας έτσι καθώς είμαστε στριμωγμένοι ο ένας μέσα στον άλλο...''
Ο Πεισίστρατος, το επώνυμο κατοπτρικό είδωλο ενός ανώνυμου εφήβου, θέλει να πλάσει ένα Θεό κατ' εικόνα και καθ'ομοίωση του ανθρώπου, θέλει να ιστορήσει τη Γένεση και τη Συντέλεια του κόσμου, του Ανθρώπου και του Λόγου. Θέλει ν' αγαπηθεί και ν' αγαπήσει - γιατί ζωή είναι οι άλλοι και ζωή είναι οι άλλοι όταν σ' ακουμπάν.
' 'Όλα είναι δικά σου. Για σένα. Τάγραψα για σένα. Τάγραψα και τάμαθα απ' έξω. Σου τα είπα για να σου κάνω εντύπωση. Ξενυχτούσα και τάγραφα κι ύστερα τ' αποστήθιζα. Τάσβηνα και τα ξανάγραφα. Ύστερα τα μάθαινα απέξω. Να σου κάνω εντύπωση. Πως είμαι άνθρωπος διανοούμενος. Μια μεγαλοφυία σχεδόν.''
Στο δρόμο θα συναντήσει τον άνθρωπο που έμοιαζε με μυίγα, τη γυναίκα - σκιάχτρο, τον τυμπανιστή, την άρρωστη Τουρκάλα, τη Μαργαρίτα που λιώνει για τον Σεβαστιανό, τη λιγνοΠαυλίνα και το γιό της, τη Γόνη, τη Θέκλα, τις γριές πόρνες, τον κύριο υφηγητή, τη Φροντίδα, τον μαναβάκο και τη Μεγαλοκοπέλλα, τη σημαδεμένη Χάρη, τον γύφτο, τη μαϊμού, την Τρούλη, τη γυναίκα με την κόκινη χτένα, τον άντρα που έπλενε τα ποδάρια του, τη θεία Ντομνή, τη θεία Ναταλία, την Πεντάμορφη, τον Ζορρό, τη Σφίγγα, το Μεγαλέξανδρο, τον Χριστούλη, την Ηλέκτρα, τον Ιππότη Λεονάρντο, τους αμίλητους ανθρώπους στο σπίτι, το πλήθος στην Τσιμισκή, τη Σταχτοπούτα, τη Νεράιδα, τη μάνα του.
.
Ο Πεισίστρατος είναι το πρώτο και μεγάλο βήμα του Γιώργου Χειμωνά. Θα τον ξαναγράψει, θα τον κάνει καλλίτερο και φοβερότερο.
''Το μυαλό μου γύρισε στον Πεισίστρατο ξαναμμένο. Γιατί ο Πεισίστρατος είναι το μεγάλο μου βήμα το μεγάλο και το πρώτο.Θα τον ξαναγράψω από την αρχή και θα τον απλώσω θα τον κάνω καλλίτερο και φοβερότερο γιατί έτσι πρέπει να γίνει γιατί αλλοιώς θα πεθάνω. Θα τον αλλάξω.''
Ο Χειμωνάς έγραφε γιατί θεωρούσε ότι χρωστούσε στον άνθρωπο. Η ζωή έχει αξία όταν μεγεθύνεται τελετουργικά, επιδεικτικά, εκκωφαντικά. Σκοπός της τέχνης είναι να παίρνει στα χέρια της τη φυσική αθλιότητα και να τη μετατρέπει σε λαμπερή φαντασμαγορία, σε συγκινητικό μεγαλείο. Σ' ένα υπερφυσικό ανθρώπινο ικρίωμα με κολλημένα πάνω του κομμάτια από τον κόσμο.
σχόλια