«Κωλόπαιδο ξέρουμε ότι πήγες κι έγινες –κι άμα θέλαμε τώρα σε σταματάγαμε και το βρίσκαμε, αλλά δε θέλουμε». Ο άγνωστος του μιλάει με τόση σιγουριά που δεν αφήνει καμία αμφιβολία ότι δεν του λέει μαλακίες. Ο Μιχάλης συνεχίζει να περπατάει παίζοντάς το αδιάφορος –όσο αδιάφορος γίνεται να το παίξει κανείς όταν, ενώ περπατάει βιαστικά σε έναν πολυσύχναστο δρόμο με τις τσέπες γεμάτες κουμπιά, του την πέφτει από το πουθενά ένας ασφαλίτης.
Προτού προλάβει να τον πιάσει ο πανικός και καρφωθεί για τα καλά στρίβει στη γωνία, ενώ ταυτόχρονα μπουκώνεται την καρτέλα με τα χάπια και αρχίζει να τη μασάει όσο πιο καλά μπορεί -αλουμίνιο, πλαστικό και χάπια όλα μία μάζα-μέχρι που την καταπίνει με δυσκολία.
Χρειάζεται να περάσουν αρκετές ώρες για να ξενερώσει αρκετά και να καταλάβει πως η συνάντηση με τον ασφαλίτη δεν έγινε ποτέ. Όλα ήταν μία αγχωμένη παραίσθηση. Και αυτό που έφαγε μέσα στον πανικό του δεν ήταν η καρτέλα με τα Akineton, αλλά ένα δεκάευρο που είχε στη τσέπη. Τα Akineton, προφανώς, τα είχε φάει νωρίτερα.
Γυρνάει σπίτι με τα πόδια γιατί δεν έχει για ταρίφα.
Υπάρχει μία κατηγορία drugs που λίγοι γνωρίζουν σε βάθος. Για την αστυνομία είναι «ναρκωτικά δισκία» -ασχέτως του ότι αν τα πάρεις με συνταγή είναι απλώς φάρμακα. Άλλες φορές είναι «ναρκωτικά σιρόπια» -εκτός φυσικά κι αν έχει κανείς ξερόβηχα, οπότε και είναι απλώς σιρόπια για το βήχα. Υπάρχουν και φυτά -για τα οποία η αστυνομία αδιαφορεί, μιας δεν είναι παράνομα –και η αστυνομία πάντοτε αδιαφορεί αν ξέρει ότι δε θα βγει κάτι από την υπόθεση, συνήθως είναι εδώ για να δένει κι όχι για να προλαμβάνει. Ούτως ή άλλως, ο περισσότερος κόσμος δεν έχει ιδέα γι αυτά, και ντραγκς σαν την ηρωίνη και την κόκα προσφέρονται πολύ περισσότερο για δακρύβρεχτες ιστορίες στα κανάλια και για ηθικοπλαστικά «σου-το-λεγα-εγώ-τώρα-καλά-να-πάθεις-παλιοπρεζάκι» άρθρα στον τύπο. Δε γίνεται να κάνεις φωσκολιάδα καταγγέλοντας τη μάστιγα των λεξοτανίλ που πίνει και η θεία σου -και η μέση ροκ μπάντα δε θα φανεί κ τόσο περπατημένη και ατημέλητα χάι γράφοντας κομμάτια για το φίλο που κάηκε «απ’ τους παλιούς τους ύπνους / τα δυάρια τα καφέ / σε χάσαμε αδερφέ».
σχόλια