Εμμονή, σκατά και αίμα: Ο μακάβριος μηχανισμός του αυταρχισμού

Εμμονή, σκατά και αίμα: Ο μακάβριος μηχανισμός του αυταρχισμού Facebook Twitter
Ο Παζολίνι είχε την προνοητικότητα να αντικαταστήσει τον ρόλο του Θεού στο έργο του Γάλλου συγγραφέα με τον χαρακτήρα της Εξουσίας.
0

ΠΑΡΑΞΕΝΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΣΥΜΒΑΙΝΟΥΝ στην κινηματογραφική εκπαίδευση ενός εφήβου: παρακολουθώντας στα 12 μου χρόνια τον Εξορκιστή και το Σαλό: 120 Μέρες στα Σόδομα (αναγκαστικά σε αίθουσα, φυσικά στα κρυφά), γνώριζα πως ο τρόμος θα διαρκούσε για πάντα. Κι ενώ ο δαιμονισμός της Ρέγκαν πρόδιδε με καθαρότητα και ακρίβεια τη μηχανική της φρίκης, η δυσφορία του Σαλό έδρασε υποδόρια, καταλυτικά, ενοχλητικά και ακραία, όπως μια τολμηρή πολιτική πράξη απέναντι στο πιο ειδεχθές σοκ που βιώνει μια ανύποπτη ψυχή.

Γι’ αυτήν ακριβώς τη γροθιά στις αισθήσεις και τη συνείδηση συζητούσαμε με την Τίλντα Σουίντον με αφορμή την πρόσφατη παράστασή της, Ενσαρκώνοντας τον Παζολίνι, το πώς δηλαδή η κορυφαία ηθοποιός επιφύλαξε την πιο γενναιόδωρη και τρυφερή στιγμή της στο έργο, χαϊδεύοντας τα ρούχα των μελλοθάνατων παιδιών, ακροπατώντας με απαλότητα ανάμεσα στη βαριά μνήμη τους, όταν ήρθε η σειρά του Σαλό.

Ήδη από το λυκόφως των ’60s ο κορυφαίος Ιταλός σκηνοθέτης είχε αναγγείλει τη διαφθορά της αστικής τάξης στο Θεώρημα και καταγγείλει τον φασισμό με το Χοιροστάσιο, αλλά με τις 120 μέρες στα Σόδομα αποφάσισε να εγκαταλείψει την κομψότερη φόρμα της αλληγορίας και άμεσα, σαν να γνώριζε πως η κλεψύδρα του χρόνου τον απειλούσε, συγκρούστηκε μετωπικά με αυτό που θεωρούσε ανίατη εμπορευματοποίηση και στυγνή ανθρώπινη εκμετάλλευση από μια κοινωνία απόλυτης αναισθησίας και ανεξέλεγκτης εξουσίας.

Η κατάδυση στον μεγαλύτερο εφιάλτη που θα μπορούσε να βιώσει άνθρωπος, η κατάργηση της αθωότητας και η μόλυνση του αγνού ερωτισμού ξεπερνούν τον ευθύ παραλληλισμό με τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, τα εγκλήματα πολέμου ή τη διαστροφή.

Η συχνά αυτολεξεί χρήση του λόγου του Μαρκησίου ντε Σαντ, σε συνδυασμό με την δαντική δομή τεσσάρων κεφαλαίων, δεν ήταν τυχαία: ο γάμος του εμβληματικού σαδισμού με τη μυθιστορηματική κόλαση ξεκινά όταν οι πολιτειακοί κλειδοκράτορες, δηλαδή ο Δούκας, ο Δικαστής, ο Επίσκοπος και ο Πρόεδρος, μαζεύονται για να παντρευτούν τις κόρες τους και ταυτόχρονα έχουν αμολήσει τα παραστρατιωτικά τους τσιράκια για παιδομάζωμα. Βασικό τους μέλημα είναι, με τη βοήθεια επίλεκτων επιβητόρων (οι γαμιάδες που περιποιούνται τα αφεντικά για ξαλάφρωμα), να μαντρώσουν και να διακορεύσουν τα μπουμπούκια της επικράτειας, παρθένους και παρθένες teenagers.

Εμμονή, σκατά και αίμα: Ο μακάβριος μηχανισμός του αυταρχισμού Facebook Twitter
Η κινηματογραφική φόρμα που επιλέγει ο Παζολίνι, ένα υβρίδιο καλλιτεχνικής φρίκης και φτηνού πορνογραφικού exploitation.

Έφηβοι και κορασίδες συμμετέχουν σε όργια παρά τη θέλησή τους και εξαναγκάζονται σε ανείπωτα μαρτύρια, αφού πρώτα ακούσουν τις ιστορίες σεξεργατριών, αναπαριστώντας στα διαλείμματα των επώδυνων βασανιστηρίων τους τα μυστήρια που δεν πρόλαβαν να ζήσουν, με τον πιο γκροτέσκο και προσβλητικό τρόπο. Η κατάδυση στον μεγαλύτερο εφιάλτη που θα μπορούσε να βιώσει άνθρωπος, η κατάργηση της αθωότητας και η μόλυνση του αγνού ερωτισμού ξεπερνούν τον ευθύ παραλληλισμό με τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, τα εγκλήματα πολέμου ή τη διαστροφή.

Η κινηματογραφική φόρμα που επιλέγει ο Παζολίνι, ένα υβρίδιο καλλιτεχνικής φρίκης (με υψηλά στάνταρ παραγωγής και τον σκηνογράφο Ντάντε Φερέτι να μεγαλουργεί, κατασκευάζοντας μια decadent βίλα με μουσολινικό απόηχο, εκλεκτικιστική διακόσμηση και πίνακες των Φάινινγκερ και Σεβερίνι) και φτηνού πορνογραφικού exploitation, όπως όριζε η διεθνής κινηματογραφική τάση της εποχής, αποτελεί μια ιδιοφυώς σχεδιασμένη επίθεση στις αισθήσεις και τον καθωσπρεπισμό του κοινού που πιθανώς δεν θα περίμενε ποτέ τόσο πυκνά διαστρωματωμένη ακρότητα μαζεμένη σε μια ταινία. Ο Παζολίνι εφάρμοσε κατά γράμμα τον μαρξισμό, ερμηνεύοντας τα πολιτικά του πιστεύω με όρους σαρκικού καταναλωτισμού και δολοφονικής αυταρχικότητας.

Πάντοτε διανοούμενος, γνώστης της Ιστορίας, της λογοτεχνίας και της φιλοσοφίας, οργισμένος πεσιμιστής σε ό,τι αφορούσε την πορεία της ανθρωπότητας μετά τη Βιομηχανική Επανάσταση και την καταρράκωση του κόσμου του πνεύματος, ο Παζολίνι δεν έκανε απλώς μια δήλωση με νόημα που έμελλε να αποτελέσει το τραγικό κύκνειο άσμα του αλλά συνέδεσε συνειδητά την προσωπική του ιστορία με την κινηματογραφική του διαθήκη. Το Σαλό, ως τοπογραφικό επίκεντρο του 120 μέρες στα Σόδομα, ήταν ως γνωστόν η καρτποσταλική, παραλίμνια πολίχνη με την ετρουσκική προϊστορία και τις μεσαιωνικές διασυνδέσεις με τη Βενετία, που ο Μουσολίνι επέλεξε ως έδρα της φασιστικής κυβέρνησης της Ιταλίας από το 1943 ως το 1945, μια επαίσχυντη «Ρεπούμπλικα» για ένα καθεστώς από μαριονέτες, καθώς επίσης και μια περιοχή άμεσα συνδεδεμένη με τον ίδιο τον σκηνοθέτη.

Εμμονή, σκατά και αίμα: Ο μακάβριος μηχανισμός του αυταρχισμού Facebook Twitter
Έφηβοι και κορασίδες συμμετέχουν σε όργια παρά τη θέλησή τους και εξαναγκάζονται σε ανείπωτα μαρτύρια.

Στα φοιτητικά του χρόνια έφυγε από την Μπολόνια για να εγκατασταθεί για ένα διάστημα στο Σαλό, την ίδια περίοδο που η φήμη του ως ποιητής άρχισε να εξαπλώνεται, ερωτεύθηκε για πρώτη φορά έναν (νεότερό του) άνδρα και ο μικρότερος αδελφός του, Γκουίντο, στρατευμένος σοσιαλιστής και μέλος του Action Party (Partito d’Azione), σκοτώθηκε σε ενέδρα στη Σλοβενία, τον Φεβρουάριο του 1945, γεγονός που συγκλόνισε τον Πιερ Πάολο και την πολυαγαπημένη μητέρα του. Η ρήξη με την παιδικότερη φάση της ζωής του υπήρξε βίαιη και ανεξίτηλη, και ανταπέδωσε το βαρύ χτύπημα που δέχτηκε με την άνευ όρων καταδίκη του απολυταρχισμού, την απέχθεια προς τα βδελυρά υποκείμενα που οσμίστηκε από τον πόλεμο και βεβαιώθηκε πως μεταμορφώθηκαν σε ένα αδιάσειστο σύστημα αρχόντων/δημίων.

Το απρόσωπο κοπάδι των ανήλικων θυμάτων του Σαλό είναι προφανώς το POV του Παζολίνι, αλλά ποιος θα του έδινε δίκιο ή θα έβλεπε με το ίδιο καλλιτεχνικό βλέμμα το όραμά του, όταν 20 ημέρες πριν από την επίσημη πρεμιέρα της έσχατης ταινίας του, τον Νοέμβριο του 1975, σε μια παραλία της Όστια, ένας τύπος, ο 17χρονος Πίνο Πελόζι, που μάλλον είχε ψωνίσει λίγη ώρα πριν, τον έδειρε βάναυσα και τον πάτησε με το αυτοκίνητό του, αφού πρώτα έκαψε τα γεννητικά του όργανα, δολοφονώντας τον με κλασικό μαφιόζικο στυλ, για να εκτίσει λίγα χρόνια από την ποινή του και να ανακαλέσει την ομολογία του δεκαετίες αργότερα; Είτε από έναν είτε από ομάδα ακροδεξιών, ο ρυπαρός κομμουνιστής ξεπαστρεύτηκε λίγο πριν προϋπαντήσει το έργο του αυτοπροσώπως.

Μάρτυρας ή τέρας, ο Παζολίνι δε χρειάστηκε να απολογηθεί για το Σαλό, αφήνοντας με τον θάνατό του τους άλλους να μιλάνε γι’ αυτόν. Ξεσκεπάζοντας τις σεξουαλικές του δραστηριότητες με ανήλικα αγόρια, η κοινή γνώμη στράφηκε εναντίον του, η ταινία απαγορεύτηκε σε αρκετές χώρες και η λογοκρισία, που ο Παζολίνι απεχθανόταν σαν τον διάβολο, τον τιμώρησε προσωρινά, ώσπου ο χρόνος αποκατέστησε τη σημασία και τη θέση της ταινίας, επαναφέροντάς την στις πραγματικές της διαστάσεις.

Όπως και ο Ντε Σαντ, ο Παζολίνι έπαψε να πιστεύει στη ρεαλιστική πιθανότητα μιας επανάστασης, παρότι στην κορυφαία καλλιτεχνική τους στιγμή επικαλέστηκαν την ιδέα της κοινωνικής επανεκκίνησης – διότι, τι άλλο έπεται τόσου μηδενισμού; Τουλάχιστον στη δική του διασκευή, και διανύοντας όλη την απόσταση από τον 17ο αιώνα μέχρι το απόγειο του πολέμου το 1944, είχε την προνοητικότητα να αντικαταστήσει τον ρόλο του Θεού στο έργο του Γάλλου συγγραφέα με τον χαρακτήρα της Εξουσίας.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Το νέο τεύχος της LiFΟ δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Τίλντα Σουίντον: «Αισθάνομαι γνήσια αηδία όταν φοράω τα ρούχα από τους φασίστες του Salò»

Θέατρο / Τίλντα Σουίντον: «Αισθάνομαι γνήσια αηδία όταν φοράω τα ρούχα από τους φασίστες του Salò»

Η κορυφαία ηθοποιός και ο δημιουργός του «Embodying Pasolini», Ολιβιέ Σαγιάρ, μιλούν αποκλειστικά στη LiFO για τη μόδα, τα κοστούμια, τους νεκρούς και τους ζωντανούς της τέχνης.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ινδία, Νεπάλ, Μπουτάν: Καταγράφοντας τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, την τεχνητή νοημοσύνη και όσα πρεσβεύει η «γκουρού» Βαντάνα Σίβα

Οθόνες / Δύο Έλληνες κινηματογραφιστές ψάχνουν στην Ινδία μια απάντηση για το μέλλον του πλανήτη

Ο Χρόνης Πεχλιβανίδης και η Μαρία Γιαννούλη ξεκίνησαν μια έρευνα σχετικά με την τεχνητή νοημοσύνη και την «έξυπνη γεωργία», ταξίδεψαν σε Ινδία, Νεπάλ και Μπουτάν και συζήτησαν με τη διάσημη περιβαλλοντική ακτιβίστρια, Βαντάνα Σίβα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Επιτέλους, ξανά Cine Paris

Οθόνες / Επιτέλους, ξανά Cine Paris

Η ωραιότερη θερινή κινηματογραφική αίθουσα-ταράτσα της Πλάκας είναι έτοιμη να υποδεχθεί το κοινό έπειτα από τέσσερα χρόνια απουσίας υπό τη νέα διαχείριση του Cinobo με ένα προσεκτικά σχεδιασμένο πρόγραμμα προβολών για όλο το καλοκαίρι.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Ζαν Ζενέ - Νίκος Παπατάκης: Το χρονικό μιας μεγάλης φιλίας και μιας διπλής προδοσίας

Οθόνες / Ζαν Ζενέ - Νίκος Παπατάκης: Το χρονικό μιας μεγάλης φιλίας και μιας διπλής προδοσίας

Όταν μια μέρα συναντήθηκαν τυχαία στον δρόμο, ο Παπατάκης ήταν νηστικός δύο ημέρες. Ο Ζενέ έβγαλε από το πορτοφόλι του και του έδειξε, με περιφρόνηση, μια δεσμίδα χαρτονομισμάτων. Ο Παπατάκης θέλησε να του ρίξει μια γροθιά.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
The Boy

Οθόνες / The Boy: «Δεν χαίρομαι όταν κυκλοφορεί μια ταινία μου, περισσότερο φοβάμαι»

Στο «Πολύδροσο» η σχέση μάνας και κόρης γίνεται ο καμβάς για μια ιστορία υπερβολικής αγάπης και τρυφερότητας, με ιμπρεσιονιστικά χρώματα και «παραμυθένια» μουσική. Παρότι μισεί τις συνεντεύξεις, μας μίλησε για τη νέα του ταινία.
M. HULOT
Ένα στα γρήγορα με την Taylor Swift

Pulp Fiction / Ένα στα γρήγορα με την Taylor Swift

Τη στιγμή που οι δύο υποψήφιοι Πρόεδροι, ο Μπάιντεν χιουμοριστικά και ο Τραμπ απειλητικά, επικαλούνται την προτίμησή της για να επηρεαστούν οι ψηφοφόροι των προεδρικών εκλογών, η Τέιλορ Σουίφτ ξεφουρνίζει ένα ακόμα μουσικό ημερολόγιο με επικάλυψη μελαγχολικής εκδίκησης έναντι των πρώην της και την ίδια synthpop μονοτονία που επιμένει να σπάει ρεκόρ.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Civil War»: Γιατί μια ταινία δράσης έχει φρικάρει τόσο τους Αμερικανούς θεατές;

The Review / «Civil War»: Γιατί μια ταινία δράσης έχει φρικάρει τόσο τους Αμερικανούς θεατές;

Ο Γιάννης Βασιλείου και ο Γιάννης Καντέα-Παπαδόπουλος, κριτικός στο Αθηνόραμα, αναλύουν τη νέα ταινία του Άλεξ Γκάρλαντ, που μόλις κυκλοφόρησε στις αίθουσες και τρομάζει τους Αμερικανούς θεατές.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ