Το έκτο και το έβδομο επεισόδιο του «Milky Way» με τσάκισαν συναισθηματικά, σε σημείο που έπιανα τον εαυτό μου να κλαίει σε διάφορες σκηνές: η εξέλιξη της σχέσης του πατέρα της Μαρίας (Ανδρέας Κωνσταντίνου) με τη δασκάλα του (Σοφία Κόκκαλη), η κατά μέτωπο σύγκρουσή του με τη γυναίκα του (Γιούλικα Σκαφιδά) σε μια διαλογική σκηνή-υπόδειγμα σεναριακής ανάπτυξης, ο τρόπος που συνδέεται η γιαγιά (Θέμις Μπαζάκα) με τον νεκρό άντρα της (Αργύρης Μπακιρτζής), η ήσυχη στήριξη που βρίσκει ο Τζο από τον δικό του πατέρα (Ακύλλας Καραζήσης) – και βέβαια αυτές είναι μόνο οι περιφερειακές υποπλοκές. Αν πάμε στον πυρήνα, στην ιστορία της Μαρίας και της άμβλωσης που πρόκειται να κάνει, εκεί η συγκίνηση προκαλείται εκ των πραγμάτων και από τη δράση και από τον θαυμασμό για όλα όσα έχει καταφέρει ο Βασίλης Κεκάτος να χωρέσει στο τηλεοπτικό του ντεμπούτο.
Δυο μέρες πριν προβληθεί το μεγάλο φινάλε της σειράς που άλλαξε μια για πάντα το τηλεοπτικό τοπίο της ελληνικής μυθοπλασίας, συναντιέμαι με την Κορίννα Ντουλλάαρτ και τον Κωνσταντίνο Γεωργόπουλο, τους νεαρούς φωτογενείς πρωταγωνιστές που υποδύονται τη Μαρία και τον Τζο – έχουν περάσει σχεδόν δύο χρόνια από την πρώτη μας γνωριμία στο backstage ρεπορτάζ που είχαμε κάνει τον Φεβρουάριο του 2022. Τότε είχα μπροστά μου δυο αρκετά συνεσταλμένα παιδιά – ειδικά η Κορίννα, που μόλις είχε τελειώσει τη σχολή, δεν είχε καμία προηγούμενη εργασιακή εμπειρία.
Δυο χρόνια μετά, έχουν διανύσει πλέον όλο το ταξίδι των εξαιρετικά απαιτητικών και πολύμηνων γυρισμάτων, της προώθησης της σειράς στην Ελλάδα και το εξωτερικό, του μίσους και των φοβικών σχολίων που συγκέντρωσε προτού ακόμα κάνει πρεμιέρα της, αλλά κυρίως των διθυράμβων και της τρομερής αγάπης και αναγνώρισης που έλαβε, ιδίως από τις νεαρές ηλικίες και από τον καλλιτεχνικό κύκλο.
Oι πρωταγωνιστικοί χαρακτήρες της Μαρίας και του Τζο, έτσι όπως γράφτηκαν και σκηνοθετήθηκαν από τον Κεκάτο, και έτσι όπως αναπτύχθηκαν και ενσαρκώθηκαν από την Κορίννα και τον Κωνσταντίνο, ήταν μοναδικοί για την ελληνική τηλεόραση.
«Για μένα το “Milky” ήταν σαν σχολή σε speed run», μου λέει η Κορίννα. «Πήρα πάρα πολλά από τον Βασίλη σχετικά με το πώς προσεγγίζεις ένα τέτοιο παίξιμο. Επί έναν χρόνο ήμουν πιο πολύ ο ρόλος παρά ο εαυτός μου, επειδή είχα καθημερινά γυρίσματα μακριά από το σπίτι μου. Ήταν μια εμπειρία που δύσκολα πιστεύω ότι μπορεί να έχει κάποιος στην Ελλάδα σε αυτή την έκταση. Είναι εμπειρία ζωής να αναπνέεις μέσα από ένα άλλο πρόσωπο – είχα διαβάσει γι’ αυτήν τη δημιουργική διαδικασία μόνο σε συνεντεύξεις ηθοποιών στην Αμερική. Μου ήταν πολύ δύσκολο να αποχωριστώ τη Μαρία όταν τελείωσαν τα γυρίσματα. Ένιωσα πραγματικά σαν να είχε πεθάνει ένα κομμάτι μέσα μου. Όλα μου φαίνονται εύκολα μετά από αυτά που ζήσαμε».
Και ο Κωνσταντίνος συμφωνεί πως ήταν σαν να μπήκε σε μια δεύτερη σχολή. «Στη Δραματική κάνουμε θέατρο, έχουμε μόνο ένα μάθημα κινηματογράφου, οπότε έμαθα πολλά πράγματα για το σινεμά και το acting on camera. Εμένα αυτό με μετατόπισε πολύ ως ηθοποιό, με έψησε και με εξέλιξε, μου έδωσε εμπειρία σε πολύ διαφορετικές σκηνές, ερωτικές, κωμικές, δραματικές, δράσης, σε μια ποικιλία συναισθημάτων. Παράλληλα, κάποιοι άνθρωποι του χώρου με αντιλήφθηκαν, σαν να μου είπαν “I see you now”».
Πέρα από την τεχνική υπεροχή και την πρωτόγνωρη αισθητική, σεναριακά το «Milky Way» άγγιξε θεματικές που ούτε που ονειρευόμασταν ότι θα μπορούσαν να βρουν θέση με αυτόν τον τρόπο στην ελληνική prime time τηλεόραση. Και το πραγματικά μεγάλο κατόρθωμα είναι ότι ενώ, αν σε πρώτη φάση διάβαζε κανείς τη σύνοψη, μπορεί να θεωρούσε ότι το σενάριο κινήθηκε με γνώμονα τα checkboxes της εποχής (βάζουμε τα πάντα στο μίξερ, χρειαζόμαστε εκπροσώπηση για όλα – αυτό που κάνουν πλέον σχεδόν όλες οι σειρές του Netflix για παράδειγμα), ο Βασίλης κατάφερε να εντάξει σε αυτό όσα τον απασχολούν με τόσο οργανικό και smooth τρόπο, που συνέχισε να μας εκπλήσσει σε κάθε σκηνή με αυτά που ήθελε να πει. Γυναικεία αυτοδιάθεση, θρησκοληψία, ο εγκλωβισμός της ζωής στην επαρχία και οι τάσεις φυγής, οι δεύτερες ευκαιρίες, η πατριαρχία και οι αγκυλώσεις της, οι έμφυλοι ρόλοι και τα στερεότυπα, η αστυνομική βία, η queer ταυτότητα και η αποδοχή της, όλα τα χώρεσε στο σενάριο, και όλα είχαν νόημα και απεύθυνση.
Όμως και οι πρωταγωνιστικοί χαρακτήρες της Μαρίας και του Τζο, έτσι όπως γράφτηκαν και σκηνοθετήθηκαν από τον Κεκάτο, και έτσι όπως αναπτύχθηκαν και ενσαρκώθηκαν από την Κορίννα και τον Κωνσταντίνο, ήταν επίσης μοναδικοί για την ελληνική τηλεόραση.
Η 17χρονη Μαρία είναι μια σύγχρονη Παναγία που παίρνει τη ζωή στα χέρια της επιλέγοντας την έκτρωση σε μια χρονική στιγμή που είναι απλώς τερατώδες το πόσο πίσω έχουμε γυρίσει παγκοσμίως στη συζήτηση γύρω από το εδώ και δεκαετίες αυτονόητο δικαίωμα στην άμβλωση. Μιλώντας πάντα για mainstream τηλεόραση, βλέπουμε σε τηλεοπτικές παραγωγές όπως το «And just like that…» του HBO να κάνουν λόγο για «other option», να μην τολμούν καν να μιλήσουν για την άμβλωση με το όνομά της – πόσο οξύμωρο ότι αυτό το προϊόν είναι η συνέχεια του «Sex and the City» που πριν από δύο και βάλε δεκαετίες μίλησε για όσα απασχολούν τη σύγχρονη γυναίκα με ευθύτητα, ειλικρίνεια και τρόπο που δεν είχε ξαναγνωρίσει η μικρή οθόνη.
«Δεν μπορώ να πιστέψω ότι συζητιούνται ξανά τέτοια θέματα σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου, το αν μια γυναίκα έχει δικαίωμα να κάνει κάτι τέτοιο ή όχι, το αν χρειάζεται τη συγκατάθεση άλλου επειδή μπορεί να είναι ανήλικη. Το δίλημμα “υπέρ ή κατά των εκτρώσεων” είναι ισοδύναμο με το “υπέρ ή κατά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων”», εξηγεί η Κορίννα. «Στην Ελλάδα υπάρχει αυτό το τεράστιο θρησκευτικό υπόβαθρο που κρατά τη χώρα πολλά χρόνια πίσω σε ζητήματα που αφορούν τις γυναίκες ή τα queer άτομα. Ταμπού και στερεότυπα εμποδίζουν τους ανθρώπους να είναι αυτό που θέλουν να είναι. Η πατριαρχία πάει χέρι χέρι με τη θρησκεία και επηρεάζει όχι μόνο τις γυναίκες αλλά και τους άνδρες. Είναι μια βαθιά μολυσμένη ρίζα που πρέπει να ξεριζωθεί».
Και το «Milky Way» ξεμπροστιάζει όχι μία αλλά πολλές μορφές πατριαρχίας: από τον πατέρα της Μαρίας και τις προσδοκίες που έχει η οικογένειά του και ο ίδιος από τον εαυτό του ως την αναπάντεχα όμορφη αποδοχή του Τζο από τον πατέρα του (Ακύλλας Καραζήσης) και, βέβαια, την πατριαρχία στην GenZ μέσα από τον χαρακτήρα του Τάσου, του αγοριού της Μαρίας που υποδύεται ο επίσης καταπληκτικός Νικολάκης Ζεγκίνογλου.
Ο Τζο, από την άλλη, είναι ο πρώτος γνήσια και σύγχρονα queer χαρακτήρας της ελληνικής τηλεόρασης, που τα περισσότερα ελληνικά media δεν ήξεραν καν πώς να τον περιγράψουν: θηλυπρέπεια και αρρενωπότητα και όλο το ενδιάμεσο φάσμα, εκρηκτική σεξουαλικότητα, ρευστότητα στις επιλογές, sassiness, χιούμορ σύγχρονο που ξεφεύγει εντελώς από τα πατροπαράδοτα καλιαρντά, μια ομορφιά!
Ο αναμενόμενος οχετός δεν άργησε να ξεσπάσει στα ελληνικά social media, όταν πήρε χαμπάρι η ελληνική (θεσμική και μη) ακροδεξιά ένα teaser που είχε κυκλοφορήσει πριν από την πρεμιέρα. Το περίμεναν και ο Κεκάτος και όλοι οι συντελεστές της σειράς, αλλά σε ποιον βαθμό ήταν προετοιμασμένος ειδικά ο Κωνσταντίνος;
«Εγώ καραγούσταρα. Την αντίδραση την περίμενα φουλ. Ίσως χρειάζεται για να ανοίξει η συζήτηση. Όταν κάποιος πει ότι αυτό δεν επιτρέπεται, θα πει μετά ο άλλος “γιατί δεν επιτρέπεται;”. Γιατί σε ενοχλεί, σε προκαλεί, σε θίγει; Και, κυρίως, τι σχέση έχεις εσύ με αυτό που σε ενοχλεί και δεν το θέλεις; Δεν το θες στη ζωή σου; Δεν θες να το έχεις εσύ; Γιατί όμως κρίνεις και τους άλλους που θέλουν να το έχουν; Ή το “γιατί προβάλλετε τέτοια πρότυπα;”, πόσο φοβικό! Λες και η σεξουαλικότητα και η έκφρασή της μπορεί να γίνει μόδα και ένα παιδί να ακολουθήσει έναν προσανατολισμό χωρίς να τον νιώθει πραγματικά. Σαν να θεωρούμε ακόμα ότι η σεξουαλικότητα είναι επιλογή, κάτι που έρχεται και φεύγει, είναι ντροπή. Η πρωτιά δεν ήταν ο queer χαρακτήρας. Το queer είναι ευρεία έννοια που δεν αναφέρεται απαραίτητα στη σεξουαλικότητα. Μπορεί και μια γιαγιά να είναι queer. Η Θεοπούλα στο “Παρά Πέντε” είναι queer χαρακτήρας με έναν τρόπο. Η πρωτιά είναι ότι βλέπουμε έναν γκέι χαρακτήρα να είναι σεξουαλικός. Αυτό που ενόχλησε περισσότερο δεν είναι ότι ο Τζο είναι το γκέι αγόρι-φίλος της πρωταγωνίστριας, αστείος, sassy, το αλατοπίπερο, αλλά ότι βλέπουμε και τη δική του προσωπική ζωή, ότι κάνει σεξ, ερωτεύεται, φλερτάρει, έχει δικά του όνειρα, ότι είναι μια πολυεπίπεδη προσωπικότητα παρότι είναι 17 χρονών, δεν είναι απλώς ο αστείος τύπος που διασκεδάζει τους άλλους επειδή είναι γκέι. Αυτό νομίζω πως δεν το αντέχει η κοινωνία μας, που είναι φοβική με την έκφραση της σεξουαλικότητας των θηλυκοτήτων. Οι θηλυκότητες δεν θέλουμε να είναι σεξουαλικές, θέλουμε να τις μειώνουμε, δεν θέλουμε να μιλάνε για το σεξ. Οι γυναίκες πρέπει να είναι συμμαζεμένες και τα γκέι αγόρια δεν μπορούν να λένε ότι γουστάρουν το σεξ».
Όση ώρα φωτογραφίζονται και όση ώρα μού μιλούν, ξεδιπλώνεται η χημεία τους, που υφίσταται και στην πραγματικότητα, παρότι προέρχονται από διαφορετικά περιβάλλοντα – δεν είναι καν στην ίδια ηλικία. Μου λένε πως η Κορίννα έχει λίγο Τζο, τον τσαμπουκά και τη σπίντα του, και ο Κωνσταντίνος λίγη Μαρία, τη νωχελικότητα και την ονειροπόλησή της.
Τους ζητώ να θυμηθούν από μια αξέχαστη ανάμνηση από το ταξίδι του «Milky Way». «Η σκηνή με τον Τάσο στο τελευταίο επεισόδιο ήταν πολύ απαιτητική. Είχε τόσο κρύο, το χιόνι έφτανε οριακά μέχρι τα γόνατά μας, δεν μπορούσαμε να ζεσταθούμε με κανέναν τρόπο. Έτρεχα μες στο χιόνι, είχε μπει στα παπούτσια μου, ήταν σαν να είχα τριπάρει σε άλλο επίπεδο. Στην αρχή πανικοβλήθηκα, δεν μπορούσα να καταλάβω τι συνέβαινε: σαν να βρισκόμουν εκεί και κάπου αλλού ταυτόχρονα και να παρακολουθώ αυτό που γίνεται. Όμως τελικά αυτή η φάση μού έδωσε έξτρα επίπεδα στον ρόλο. Ακραίο σκηνικό», περιγράφει η Κορίννα. «Εγώ θυμάμαι όλο το session στο σπίτι του πατέρα. Ήταν οι τελευταίες μέρες των γυρισμάτων, το location φανταστικό, με τα άλογα, τα ζώα, όλη αυτή την ηρεμία, και κάπως ηρεμήσαμε κι εμείς όλοι, ήρθαμε πιο κοντά, διασκεδάσαμε πιο πολύ. Μου έχει λείψει η συναναστροφή με τα άλογα», καταλήγει ο Κωνσταντίνος.
What’s next για τους δύο αστέρες του γαλαξία του Βασίλη Κεκάτου, που ελπίζουμε πως μόνο διάττοντες δεν θα είναι; Ο Κωνσταντίνος Γεωργόπουλος παίζει στη μεγάλου μήκους ταινία του Κωστή Χαραμουντάνη με τίτλο Κιούκα, που μόλις ολοκλήρωσε τα γυρίσματα, δίπλα στην Έλσα Λεκάκου. Επίσης, συμμετέχει στη Δωδέκατη Νύχτα του Σαίξπηρ που ανεβαίνει στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης από τον Γιάννη Κακλέα. Η Κορίννα παίζει στην παιδική παράσταση Η συμμορία του μεσονυκτίου στο θέατρο Άνεσις και σκοπεύει σύντομα να κάνει κάποια μακρινά ταξίδια για να ανακαλύψει τον κόσμο. Shine bright, rising stars!
Η φωτογράφιση έγινε στο showroom της Site-Specific στη Μεταμόρφωση.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.