ΝΟΜΙΖΩ ΟΤΙ ΔΙΕΚΔΙΚΩ ΕΠΑΞΙΑ το βραβείο του χειρότερου μπαλκονιού στη Ν. Σμύρνη, όπως φαίνεται και στη φωτογραφία, οπότε δεν μπορώ να γεμίσω το κείμενο με λέξεις που περιγράφουν την αναζωογονητική επίδραση του ήλιου που πέφτει στο μπαλκόνι μου. Το δικό μου βλέπει στον ακάλυπτο και σε άλλα πενήντα μπαλκόνια, που βλέπουν επίσης στον ακάλυπτο. Οπότε προτιμάω να περιγράψω μία μέρα. Τη σημερινή μέρα. Δεν έχει σημασία ποια μέρα. Όλες μοιάζουν, η προηγούμενη ολόιδια με την επόμενη. Το γράφει και ο Travis Bickle στο ημερολόγιό του. Άλλωστε, ο στόχος για όλες τις ημέρες της καραντίνας είναι ο ίδιος: να μην αφήσω να περάσει ανεκμετάλλευτος τόσος χρόνος, ελεύθερος χρόνος. Να προσπαθήσω να είμαι παραγωγικός. Να φεύγει η μέρα και κάτι να μένει. Μία προσπάθεια. Τόσος χρόνος. Aκίνητος χρόνος. Δεν γίνεται. Αφού ο χρόνος κινείται. Τρέχει στα παράθυρα των τρένων. Σκιές που προσπαθείς να καταλάβεις πριν χαθούν.
Το πιο εντυπωσιακό με αυτές τις λίστες είναι ότι δεν τελειώνουν ποτέ. Το πρώτο πράγμα που κάνω είναι να βάλω μία από αυτές που υπάρχουν άφθονες στο YouΤube. Δεν έχω συγκεκριμένη, όλες ίδιες μου φαίνονται άλλωστε. Tea jazz, coffee jazz, cozy jazz, raining jazz, relaxing jazz, sexy jazz, slow jazz, elegant jazz, happy jazz, Starbucks jazz. Όλη μέρα, ένα διαρκές μουσικό χαλί. Το εντυπωσιακό είναι ότι δεν σταματάνε ποτέ. Δεν έχουν ακριβή χρονική διάρκεια, παίζουν σε λάιβ στριμ. Δεν έχουν αρχή, μέση, τέλος. Μια ατέρμονη κόκκινη μπάρα στην οθόνη του υπολογιστή. Είναι αθάνατες.
Εκτιμώμενος χρόνος παράδοσης: 30 λεπτά. Παραγγέλνω κάθε μέρα freddo espresso σκέτο, XL, από ένα συγκεκριμένο κατάστημα στη Ν. Σμύρνη. Έχω γίνει σχεδόν φίλος με τον ντελιβερά – ένας για τόσες παραγγελίες. Μάλιστα, χθες μού ζήτησε την άδεια για να κάνει ένα τσιγάρο στον διάδρομο. Είχε πέντε λεπτά διάλειμμα. Με ρώτησε αν καπνίζω, του είπα όχι. Με ρώτησε αν έχω αναπτήρα, του είπα όχι. Σπίρτα; Μισό να δω. Είχα σπίρτα, δεν έχω ιδέα γιατί είχα σπίρτα. Του τα έδωσα. Ταρακούνησε δυνατά την παλάμη του για να ξεφορτωθεί το πλαστικό γάντι – «δεν μπορώ να πιάσω τσιγάρο με αυτήν τη μαλακία» μου εξήγησε. Μετά μιλήσαμε πέντε λεπτά για το πώς βλέπουμε τα πράγματα αυτόν τον καιρό. «Μακάρι να τελειώσει, χτυπάω δωδεκάωρα» μου είπε. «Όλη την ώρα πάνω στο μηχανάκι, τρία χρόνια πρώτη φορά τόση ώρα» και μου έδειξε κάτι σημάδια στις παλάμες του ‒μάλλον από το τιμόνι– σαν άσπρες πρησμένες φουσκάλες στο σημείο του δέρματος, λίγο πριν ξεκινήσουν τα δάχτυλα. Τέλειωσε το τσιγάρο, τον χαιρέτησα, κράτησε τα σπίρτα.
Γύρω στις 8 με παίρνει ο πατέρας μου. Με ρωτάει τι ταινία να δει απόψε στο Νέτφλιξ. Του απαντάω. Την ξεχνάει μετά από δύο λεπτά. Του απαντάω ξανά, αν και γνωρίζω ότι θα καταλήξει να βλέπει στο ΥouΤube το απόσπασμα με τον Χατζηχρήστο να ζητάει δανεικά από το αφεντικό του.
Δύο δευτερόλεπτα. Ισοπαλία. 89-89. Έβδομος τελικός. Καμία ομάδα, ποτέ, δεν έχει γυρίσει από το 3-1 στο 89-89. Χαμένο λέι απ, αιφνιδιασμός για τους Warriors. Στο 1.57 βρίσκεται στη μία άκρη του παρκέ. Στο 1.54 βρίσκεται στη μέση. Στο 1.52 ακριβώς η μπάλα κολλάει στο ταμπλό. Αποκλείεται, δεν γίνεται. Πατάω να το ξαναδώ. Στο 1.54 βρίσκεται στη μέση. Στο 1.52 ακριβώς η μπάλα κολλάει στο ταμπλό. Σε δύο δευτερόλεπτα ένας εύκολος αιφνιδιασμός έχει γίνει τάπα, σε δύο δευτερόλεπτα μία ομάδα γυρνάει για πρώτη φορά από το 3-1 και αυτά τα δύο δευτερόλεπτα γίνονται ξεχωριστό λήμμα στο Wikipedia με ονομασία «The block», αντικείμενο ανάλυσης από επιστήμονες στο ESPN, λέξεις σε εκατοντάδες άρθρα, τυπωμένα μπλουζάκια. Έχει φτάσει απόγευμα και έχω περάσει πάλι περισσότερη ώρα απ' όσο είχα υπολογίσει σε highlights από το ΝΒΑ. Το έχει καταλάβει και ο αλγόριθμος και μου διαφημίζει συνέχεια τη βιογραφία του Τζόρνταν στο κενό ανάμεσα στο άρθρο για τον συνολικό αριθμό των κρουσμάτων στις ΗΠΑ και στα πρόστιμα που κόπηκαν σήμερα στην Αττική. Βγαίνω από το YouΤube και ξεκινάω την ταινία, που κατέβηκε πιο γρήγορα απ' όσο υπολόγιζα.
Συνολική διάρκεια: 2 ώρες και 4 λεπτά. Έχω δει τις δύο ώρες. Δεν έχω καταλάβει πολλά ακόμη, αλλά τώρα ακριβώς ξεκινάει η τελευταία σκηνή. Βλέπουμε την ηρωίδα της ιστορίας, τη Μητέρα, καθισμένη στις τελευταίες θέσεις ενός λεωφορείου. Η Μητέρα στην ταινία ήταν ιδιοκτήτρια ενός καταστήματος με φαρμακευτικά βότανα, ενώ παράλληλα έκανε παράνομα κατ' οίκον βελονισμούς σε πιασμένες και καταπονημένες γυναίκες. Σε ελάχιστους είχε αποκαλύψει το μεγάλο της μυστικό: «Ανάμεσα στον δεξί μηρό και στον προσαγωγό υπάρχει ένα ειδικό νεύρο που αν το τρυπήσουμε, χαλαρώνουν οι κόμποι της καρδιάς και καθαρίζει το μυαλό απ' όλες τις δυσάρεστες αναμνήσεις».Δύο ώρες και ένα λεπτό. Οι υπόλοιποι επιβάτες του λεωφορείου έχουν ακριβώς την αντίθετη συναισθηματική κατάσταση από εκείνη. Όρθιοι, χορεύουν ξέφρενα στη μέση του λεωφορείου. Ο ένας πίσω από τον άλλον γελάνε, κουνάνε ρυθμικά τα χέρια τους, φοράνε πολύχρωμα ρούχα. Η μητέρα, καθισμένη στις πίσω θέσεις, ακίνητη, βουβή, θλιμμένη. Λογικό, αφού τις δύο προηγούμενες ώρες έχουμε δει τον γιο της να κατηγορείται για τη δολοφονία ενός νεαρού κοριτσιού κι εκείνη, προκειμένου να αποδείξει την αθωότητά του, να παρακαλάει τους αστυνομικούς, να παρακολουθεί άλλους υπόπτους, να απειλεί άλλους υπόπτους, να μπουκάρει παράνομα στα σπίτια τους και στο τέλος να σκοτώνει τον βασικό μάρτυρα που είχε δει τον γιο της πράγματι να σκοτώνει τη νεαρή γυναίκα και άρα ορθώς να κατηγορείται. Τελικώς, τα καταφέρνει. Ο γιος της αποφυλακίζεται. Και εκείνη παίρνει το λεωφορείο και κάθεται θλιμμένη στις πίσω θέσεις. Δύο ώρες και δύο λεπτά. Η μητέρα κατεβάζει το βλέμμα της. Βλέπουμε ότι στα πόδια της, που στριμώχνονται στο κάθισμα, έχει ακουμπήσει ένα κουτάκι γεμάτο βελόνες. Από αυτές με τις οποίες την έχουμε δει να καρφώνει και να ανακουφίζει άλλους σε όλη τη διάρκεια της ταινίας. Ανοίγει το κουτάκι, ενώ κοιτάζει τον ξέφρενο χορό στον διάδρομο του λεωφορείου. Βγάζει από μέσα μια βελόνα, σηκώνει τη φούστα της και τρυπάει προσεκτικά το σημείο ανάμεσα στον μηρό και στον προσαγωγό. Ύστερα κατεβάζει τη φούστα της, σηκώνεται αργά, στέκεται πίσω από τον τελευταίο στη σειρά του διαδρόμου και αρχίζει να κουνάει ρυθμικά τα χέρια της. Μέχρι τους τίτλους τέλους το σώμα της χαλαρώνει ακόμη περισσότερο, προσπερνάει αρκετά σώματα στον διάδρομο, μπλέκεται μεταξύ τους, όλοι μαζί ένας σωρός από ξέφρενες, ασυγχρόνιστες και χαρούμενες κινήσεις. Εκείνη τη στιγμή μού φάνηκε πολύ αισιόδοξο. Και ταιριαστό με την περίστασή μας. Μια βελόνα ανάμεσα στον μηρό και στον προσαγωγό. Μια αφορμή να τα ξεχάσουμε όλα, να προχωρήσουμε. Αυτό δεν έκανε πάντα η ανθρωπότητα; Κάρφωνε βελόνες ανάμεσα στο μηρό και στον προσαγωγό της και το επόμενο πρωί άπλωνε τα χέρια της πιο μακριά. Μάλλον αυτό θα χρειαστεί να κάνουμε και τώρα. Ένα τσίμπημα, ένας πόνος, λίγο αίμα ανάμεσα στον μηρό και στον προσαγωγό μας και στο τέλος θα σηκωθούμε να χορέψουμε.
Γύρω στις 8 με παίρνει ο πατέρας μου. Με ρωτάει τι ταινία να δει απόψε στο Νέτφλιξ. Του απαντάω. Την ξεχνάει μετά από δύο λεπτά. Του απαντάω ξανά, αν και γνωρίζω ότι θα καταλήξει να βλέπει στο ΥouΤube το απόσπασμα με τον Χατζηχρήστο να ζητάει δανεικά από το αφεντικό του. («Ο Παράς και ο Φουκαράς», 1964). Όλη η οικογένειά μου είναι στα Χανιά, όπου χθες επιβεβαιώθηκε το πρώτο κρούσμα. Παρ' όλα αυτά, νιώθουν ασφαλείς εκεί. Ο πατέρας μου είναι πεπεισμένος ότι ο ιός δεν επιβιώνει στη θάλασσα και στον πρωινό ήλιο. Στα Χανιά έχει και από τα δύο.
68 δευτερόλεπτα. Τα τελευταία δύο βραδιά βλέπω επανειλημμένα ένα βίντεο 68 δευτερολέπτων που πέτυχα τυχαία στην αρχική μου αναζήτηση. «Αγαπητοί φίλοι, τις παραμονές των εκτελέσεων, τις παραμονές από κάθε μάχη, μαζευόμαστε και κουβεντιάζαμε». Δεν ξέρω γιατί, αλλά, όπως χθες, έτσι και σήμερα αποφασίζω να είναι το τελευταίο πράγμα που θα δω πριν κλείσω τον υπολογιστή και πάω για ύπνο. «Και λέγαμε: εάν εσύ ζεις, μη με ξεχάσεις. Εάν εσένα δεν σε βρει το βόλι, όταν συναντάς τους ανθρώπους στον δρόμο θα λες "καλημέρα" και από μένα». Ύστερα από τόσες φορές που το 'χω δει, ξέρω πια ακριβώς τις λέξεις, τις παύσεις, τις χειρονομίες του Μ. Γλέζου, αλλά κάθε φορά κάτι με γοητεύει. Κάτι που μου μοιάζει εντελώς καινούργιο με ξαφνιάζει. «Και όταν πίνεις κρασί, θα πίνεις κρασί και από μένα». Ίσως επειδή, όπως μου είπε χθες ο Παύλος, μοιάζει να έρχεται από μια εποχή που σβήνει, από ένα αίσθημα συντροφικότητας που δεν αναγνωρίζουμε σήμερα. «Και όταν ακούς τον παφλασμό των κυμάτων, θα τον ακούς και για μένα». Ίσως επειδή αυτή η άνεση με την οποία σήμερα απομονωνόμαστε, η ευκολία με την οποία μπορούμε να δουλέψουμε, να επικοινωνήσουμε, να απολαύσουμε και να ζήσουμε τελικά μέσα από το σαλόνι και εντελώς μόνοι είναι κάτι το οποίο έχουμε πια αφομοιώσει. Έχουμε συνηθίσει. «Και όταν ακούς τον άνεμο να περνάει μέσα από τα φύλλα και ακούς το θρόισμα του ανέμου, θα το ακούς και για μένα». Η καραντίνα θα τελειώσει, θα συνωστιστούμε ξανά σε τραμ, γήπεδα, λεωφορεία, γραφεία, αλλά αυτή η απόσταση, ενάμιση μέτρο ή περισσότερο, θα παραμείνει. Γιατί έτσι έχουμε μάθει. «Και όταν χορεύεις, θα χορεύεις και για μένα».
Όπως και να 'χει, θα συνεχίσουμε να προσπαθούμε με σέλφι και μικρές ανταποκρίσεις να αισθανόμαστε ότι δεν είμαστε μόνοι. Μικρές βελόνες, τσιμπήματα του ενός δευτερολέπτου ανάμεσα στον μηρό και στον προσαγωγό.
_________
Ο Μιχάλης Μαλανδράκης είναι συγγραφέας. Το βιβλίο του «Patriot» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις και είναι μια νουβέλα συναρπαστική, που μιλά με τρόπο καινοφανή για τους μετανάστες στην Ελλάδα.