Μετά την μουσική εισαγωγή μπαίνουν στην άδεια σκηνή τα Τρία Γουρούνια. Η ανθρωπόμορφη εμφάνισή τους υποδεικνύει ότι πρόκειται για τρεις κλασσικούς «καλοπερασάκηδες» αρκετά «χύμα». Απευθύνονται κατευθείαν στο κοινό και είναι οι μόνοι που στη διάρκεια του έργου θα διατηρήσουν αυτού του είδους την «συνενοχή».
Τα γουρούνια είναι αξιολάτρευτα κυνικά. Γιατί να ασχοληθούν με τους έρωτες αφού δεν είναι κάτι βρώσιμο; Αλήθεια γιατί ασχολούμαστε με τους έρωτες, αφού το μυαλό μας όλο στο φαγητό στριφογυρίζει;
Αλλά βλέπετε ο πρίγκιπας είναι ρομαντικός. Στέλνει λουλούδια και ωδικά πτηνά για να κατακτήσει την αγαπημένη του. Αν έστελνε σοκολατάκια, άλλες ιστορίες θα είχαν συμβεί.
Και η "αξιολάτρευτη" πριγκίπισσα, μια γουρουνίτσα και μισή είναι στην πραγματικότητα. Ολα της ξινίζουν, όλα της βρωμάνε. Κουνάει και σουφρώνει την μυτίτσα της συνεχώς.
Μέχρι που παίρνει το μαγικό γκάτζετ -κουδουνιστή χύτρα –, δώρο από τον μεταμφιεσμένο σε χοιροβοσκό πρίγκιπα που με τον ήχο της μυρίζει όλα τα φαγητά που μαγειρεύονται στην πόλη. Και μαγεύεται.
Το δεύτερο γκάτζετ που παίρνει είναι μια ροκάνα. Στριφογυρίζοντάς την ακούγονται όλες οι μουσικές του κόσμου. Ριγκολέτο, Κάρμεν, Ναμπούκο, Ντον Τζοβάνι, Τραβιάτα, Πρίγκιπας Ιγκόρ. Μια μουσικά ευφυής σκηνή της παράστασης.
Θέλει και λέει πολλά η παράσταση. Έχει ένα από τα πιο τρυφερά και αστεία λιμπρέτα που μπορεί να ακούσει ένα παιδί και ένας μεγάλος.
Είναι ένα σκληρό και αλληγορικό παραμύθι αυτή η ιστορία. Μιλά για το ιδανικό που ψάχνουμε αγνοώντας με γουρουνίσιο τρόπο το δίπλα μας. Περιφρονώντας το. Μιλά για τα αισθήματα που είναι πολύ μπανάλ μπροστά στην καλοπέραση. Μιλά για την αλαζονεία, την προσωπική εξορία του ανθρώπου από τον κόσμο των συναισθημάτων.
Μιλά για το πόσο αποστρεφόμαστε τη θνητότητα, το μαρασμό, το τέλος.
Αυτό που μου άρεσε περισσότερο ήταν η μαύρη πλευρά του παραμυθιού, που ξεμυτούσε κάθε τόσο μέσα σε πελώρια τριαντάφυλλα και απαλές νότες.Υπαινιγμός και υπενθύμιση.
Δε φοβήθηκαν ούτε ο συνθέτης ούτε ο σκηνοθέτης να τα βάλουν και να τα προβάλλουν, επειδή ξέρουν καλά πως τα παιδιά δεν είναι κουτά.
Καταλαβαίνουν πολύ πιο καθαρά την απόρριψη που κυριαρχεί στο φινάλε του έργου. Εμείς είμαστε κουτοί, οι ενήλικες, όταν δε θέλουμε να τη δούμε. Για μένα, αυτή η συνεργασία του Νίκου Κυπουργού και του Θωμά Μοσχόπουλου, είναι μια ευτυχισμένη στιγμή του παιδικού θεάτρου, το οποίο μόνο «παιδικό» δεν είναι. Εννοώ είναι μια παράσταση κυρίως για να εξασκηθεί το καλό γούστο των «μεγάλων».
Είναι ένα θέαμα, παράθεση μιας πραγματικότητας, κυρίως χωρίς ηθικό δίδαγμα. Χωρίς διδακτικό περιεχόμενο. Είναι ακριβώς σαν τη φράση που μου είπε ο Θωμάς Μοσχόπουλος στη συνέντευξή μας: «Τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται».
Αυτό το μότο μετατράπηκε σε μια μαγική θεατρικά οφθαλμαπάτη. Ο Πρίγκιπας Χοιροβοσκός του Αντερσεν βρήκε έναν ιδανικό δρόμο στην Ελλάδα του 2013. Τι καλύτερο;
*****
σχόλια