«Κατοχή», «προδοσία», «προδότες»: λέξεις ενός απολιτικού λόγου

Facebook Twitter
0

Από το μπλογκ koupepkia

Είναι πια κοινός τόπος ότι το πολιτικό σύστημα, μετά από δύο χρόνια πρωτοφανούς και από κάθε άποψη παράλογης (αφού δεν φέρνει τα αποτελέσματα που διαφημίζουν οι θιασώτες της) λιτότητας, βρίσκεται σε μεγάλη κρίση νομιμοποίησης. Κι είναι λογικό να είναι έτσι, και σχεδόν αυταπόδεικτο ότι δεν βρισκόμαστε σε περίοδο κανονικότητας της δημοκρατίας. Οι πολίτες είναι εμφανώς δυσαρεστημένοι -και οργισμένοι- με την πολιτική που ακολουθείται (όπως δείχνουν οι μεγάλες διαδηλώσεις ή οι διάφορες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας εναντίον πολιτικών), ενώ οι πολιτικοί όλο και περισσότερο μιλάνε για κατάσταση έκτακτης εθνικής ανάγκης για να δικαιολογήσουν την ακολουθούμενη πολιτική αλλά και τις διαδικασίες με τις οποίες εφαρμόζεται (με την ψήφιση κατεπείγοντων πολυνομοσχεδίων).

Ταυτόχρονα, στη βουλή έχουν επέλθει, απ’τις τελευταίες βουλευτικές εκλογές και μετά, τέτοιες αλλαγές που επιτρέπουν να αμφιβάλλουμε για το κατά πόσο αυτό το όργανο εκφράζει πραγματικά τη βούληση του έθνους: βουλευτές που εφαρμόζουν απ’την αρχή ένα πρόγραμμα διαφορετικό απ’αυτό με το οποίο εκλέχτηκαν, άλλοι που έχουν μετακινηθεί σε άλλους πολιτικούς σχηματισμούς, κι ένα κόμμα αξιωματικής αντιπολίτευσης που στηρίζει μια κυβέρνηση συνεργασίας (ας μην πούμε συγκυβερνά και το κακοκαρδίσουμε) με τον κυριότερο αντίπαλό του, το κόμμα της πλειοψηφίας των εκλογών του 2009 (βλ. και το "μεταξύ τύπου και ουσίας" του Χασοδίκη). Και βέβαια, ο ίδιος ο τρόπος με τον οποίο σχηματίστηκε η παρούσα κυβέρνηση, υπό τον (μη εκλεγμένο) κ. Παπαδήμο, φαίνεται να είναι στα όρια της συνταγματικότητας.

Όλα αυτά, σε συνδυασμό και με την καθόλου δημοκρατική συμπεριφορά της αστυνομίας (χρήση βίας, προληπτικές προσαγωγές, κλείσιμο σταθμών του μετρό σε κάθε διαδήλωση), κάνουν αρκετούς να μιλάνε για χούντα. Ως προς τη χρήση αυτού του όρου, οι αντιρρήσεις μου είναι δύο. Πρώτον, μια (υπερβολική ίσως, σίγουρα θεωρητική και χωρίς πολιτικό ενδιαφέρον) επιθυμία ακρίβειας στη χρήση των όρων: όσο έλλειμμα νομιμοποίησης κι αν έχει η παρούσα εξουσία, το κοινοβούλιο λειτουργεί και η εκλεγμένη το 2009 πλειοψηφία δεν ανατράπηκε βίαια. Δεύτερον, κι αυτό είναι πιο πολιτικό, η εξουσία αυτή τη στιγμή δεν χρησιμοποιεί βία σε τέτοιο βαθμό ώστε η βία της και μόνο να μπορεί να εξηγήσει γιατί δεν ανατρέπεται. Με άλλα λόγια, είναι εμφανές ότι έχει ακόμα μια κάποια νομιμοποίηση: δεν χρησιμοποιείται τόση βία απ’τη μεριά της εξουσίας ώστε να καταπνίγεται κάθε αντιπολιτευτική φωνή εν τη γενέσει της, και άρα αν η επιθυμία ανατροπής της ήταν τόσο μεγάλη μπορεί και να είχε επικρατήσει, π.χ. με τη συνέχιση των μεγάλων συγκεντρώσεων του περσινού Μαΐου-Ιουνίου. Τούτων λεχθέντων, και δεδομένου ότι ούτε εγώ πιστεύω πως βρισκόμαστε σε περίοδο δημοκρατικής κανονικότητας (ο όρος «δημοκρατικός αυταρχισμός» του Αχμέτ Ινσέλ μου φαίνεται ο πιο κατάλληλος για να περιγράψουμε την παρούσα κατάσταση), δεν θεωρώ ότι η χρήση του όρου χούντα για τη σημερινή κατάσταση έχει αρνητικές συνέπειες – εκτός ίσως απ’την αναπαραγωγή της (λανθασμένης, κατά την άποψή μου) αντίληψης ότι υπάρχει τέτοια κρίση νομιμοποίησης ώστε να επίκειται μια επανάσταση.

Για τη χρήση της λέξης «κατοχή», όμως, έχω μεγάλες αντιρρήσεις. Καταρχάς, χρησιμοποιείται πολύ συχνά μέσα σ’έναν «εθνικοπατριωτικό» λόγο ∙ προάγει δηλαδή τον εθνικισμό και παρουσιάζει ως εχθρούς τους ξένους. Κι αν εχθροί είναι, χωρίς κοινωνική διάκριση, οι ξένοι, αυτό σημαίνει ότι εχθρός είναι π.χ. ο Γερμανός εργάτης αλλά δεν είναι ο Έλληνας καπιταλιστής. Χρησιμοποιείται επίσης (αυτό ισχύει σ’ένα βαθμό και για τον όρο «χούντα») μέσα σ’έναν οίστρο επαναστατικότητας, όπου μεγαλύτερος επαναστάτης είναι αυτός που φωνάζει περισσότερο, αυτός που χρησιμοποιεί τους πιο έντονους όρους – με αποτέλεσμα να χάνεται η ουσία, να χάνονται τα πολιτικά επιχειρήματα. Και φυσικά, αν λάβουμε υπόψη μας και τους όρους «προδότες», «νενέκοι» και άλλα συναφή που χρησιμοποιούνται μαζί με την «κατοχή», έχουμε μπροστά μας έναν υπεραπλουστευτικό λόγο, ο οποίος επιπλέον διχάζει -αντί να συσπειρώνει- και μάλιστα έχει την τάση να κατατάσσει στην κατηγορία των «προδοτών» όλους τους πολιτικούς του αντιπάλους, ακόμα κι αυτούς με τους οποίους η διαφωνία έγκειται όχι στην εναντίωση στην πολιτική λιτότητας των μνημονίων, αλλά σε επιμέρους ζητήματα, π.χ. στο αν είναι ή όχι επιθυμητή η έξοδος απ’την ευρωζώνη.

Ακόμα περισσότερο όμως, ο λόγος περί «κατοχής», «προδοτών» κλπ. είναι βαθιά απολιτικός και στην πραγματικότητα δέχεται και αναπαράγει τον λόγο περί έκτακτης εθνικής ανάγκης που προβάλλει η εξουσία. Η εξουσία προσπαθεί εμφανώς και συστηματικά να βγάλει απ’τη μέση την πολιτική: μιλάει διαρκώς για εθνική ανάγκη που επιβάλλει τη σύμπνοια στην εφαρμογή της μίας και μοναδικής «εθνικής» πολιτικής ∙ οποιαδήποτε αντίρρηση σ’αυτή την πολιτική δεν αντιμετωπίζεται σαν αυτό που είναι, μια εναλλακτική πολιτική επιλογή, αλλά θεωρείται εθνικώς επικίνδυνη, με άλλα λόγια προδοτική. Η απάντηση σ’αυτή τη λογική είναι η προβολή και ενίσχυση του πολιτικού, η συστηματική προώθηση της ιδέας ότι, μπροστά στα οικονομικά -και στην πραγματικότητα βαθιά πολιτικά- προβλήματα που αντιμετωπίζουμε, μπορούν να υπάρξουν πολλές πολιτικές, με διαφορετικούς στόχους: η πολιτική την μνημονίων έχει ως στόχο να διασώσει ένα χρεοκοπημένο -με την κυριολεκτική και μεταφορική έννοια του όρου- σύστημα εις βάρος της κοινωνίας ∙ μια εναλλακτική πολιτική θα έχει ως στόχο την προστασία της κοινωνίας, ενδεχομένως και τη δημιουργία ενός εντελώς νέου μοντέλου οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης.

Ας μη μεταφέρουμε λοιπόν τη διαμάχη στο πεδίο που έχει διαλέξει και προετοιμάσει ο αντίπαλος - γιατί αυτό γίνεται όσο μιλάμε για «προδοσία». Δεν μας ενδιαφέρει η αντίληψη ότι υπάρχει μόνο μία εθνικώς ενδεδειγμένη πολιτική κι οτιδήποτε άλλο αποτελεί προδοσία. Δεν θέλουμε συνθήκες έκτακτης ανάγκης όπου μόνο μία πολιτική θα είναι νομιμοποιημένη - ακόμα κι αν αυτή η «μοναδική πολιτική» είναι η «δική μας». Στην πραγματικότητα, η δική μας αντίληψη είναι ότι το εθνικό είναι το δημοκρατικό, είναι το πεδίο στο οποίο μπορούν να αναμετρηθούν διαφορετικές πολιτικές. Σ’αυτό το πεδίο μπορεί εύκολα να καταδειχτεί ότι η προωθούμενη ως μόνη εθνικώς ορθή πολιτική είναι αναποτελεσματική και άδικη κι ότι μια άλλη πολιτική είναι και εφικτή και ευκταία.

Αρχείο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Μετά την πανδημία του κορωνοϊού, η ανισότητα θα αυξηθεί»

Σωτήρης Ντάλης / «Μετά την πανδημία του κορωνοϊού, η ανισότητα θα αυξηθεί»

Ο αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου και επικεφαλής της Μονάδας Έρευνας για την Ευρωπαϊκή και Διεθνή Πολιτική σχολιάζει τον αντίκτυπο της πανδημίας και της εκλογής Μπάιντεν στην Ευρώπη.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Επί Τραμπ οι μειοψηφίες κατέστησαν πλειοψηφίες»

Σωτήριος Σέρμπος / «Επί Τραμπ οι μειοψηφίες κατέστησαν πλειοψηφίες»

Τι σηματοδοτεί η εποχή Μπάιντεν και τι αφήνει πίσω του ο απερχόμενος Πρόεδρος; Απαντά στη LiFO ο Σωτήριος Σέρμπος, αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Παν/μιο Θράκης και Ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Θεοκλής Ζαούτης: «Είναι αρκετά πιθανόν να έχουμε τρίτο κύμα πανδημίας»

Ελλάδα / Θεοκλής Ζαούτης: «Είναι αρκετά πιθανόν να έχουμε τρίτο κύμα πανδημίας»

Ο καθηγητής Παιδιατρικής και Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια και μέλος της Επιτροπής των Λοιμωξιολόγων του υπουργείου Υγείας μιλά για τα τελευταία δεδομένα της πανδημίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ο γυμνός βασιλιάς, το Καπιτώλιο και η επόμενη μέρα

Νικόλας Σεβαστάκης / Ο γυμνός βασιλιάς, το Καπιτώλιο και η επόμενη μέρα

Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι ένας Γουίλι Σταρκ της εποχής μας. Υπάρχει κάτι σημαντικό που χωρίζει τη λαϊκιστική φαντασία των χρόνων του Μεσοπολέμου –όπως την αναπλάθει το μυθιστόρημα του Γουόρεν– από τα πλήθη που είδαμε να βγαίνουν από τα μεσαιωνικά σπήλαια των social media για να ορμήσουν προς το Καπιτώλιο.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Ευάγγελος Μανωλόπουλος: «Να μάθουμε να ζούμε με τις μάσκες, γιατί θα αργήσουμε να τις βγάλουμε»

Ελλάδα / Ευάγγελος Μανωλόπουλος: «Να μάθουμε να ζούμε με τις μάσκες, γιατί θα αργήσουμε να τις βγάλουμε»

Ο καθηγητής Φαρμακολογίας, Φαρμακογονιδιωματικής και Ιατρικής Ακριβείας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Φαρμακολογίας, Ευάγγελος Μανωλόπουλος, μιλά στη LiFO για τα εμβόλια και τις φαρμακευτικές αγωγές που εξετάζονται. Απαντά για το δεύτερο κύμα της πανδημίας, εξηγεί ποια είναι η αλήθεια για τις ΜΕΘ, πότε θα αποχωριστούμε τις μάσκες αλλά και πότε προβλέπεται η επάνοδος στην κανονικότητα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί η ασφάλεια του εμβολίου είναι υψηλού βαθμού; Ο καθηγητής της Οξφόρδης Πέτρος Λιγοξυγκάκης εξηγεί

Τech & Science / Γιατί η ασφάλεια του εμβολίου είναι υψηλού βαθμού; Ο καθηγητής της Οξφόρδης Πέτρος Λιγοξυγκάκης εξηγεί

Τι θα σημάνει η γενική χρήση των εμβολίων; Θα εφαρμοστούν νέοι κανόνες σχετικά με τον εμβολιασμό; Πότε προσδιορίζεται η έναρξή του; Και τι γίνεται με τους αρνητές;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Η ενδοχώρα της άρνησης και το εμβόλιο

Νικόλας Σεβαστάκης / Η ενδοχώρα της άρνησης και το εμβόλιο

Η όποια στρατηγική για τον εμβολιασμό χρειάζεται να είναι σκληρή με τον νεοφασισμό των fake news και της ωμής παραπλάνησης. Την ίδια στιγμή, όμως, πρέπει να εντάξει τις ανησυχίες, τις αντιρρήσεις και τις δεύτερες σκέψεις πολλών ανθρώπων.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Ευάγγελος Καϊμακάμης: «Έχουν πεθάνει πολλοί σαραντάρηδες στα χέρια μας χωρίς προβλήματα υγείας»

Ελλάδα / Ευάγγελος Καϊμακάμης: «Έχουν πεθάνει πολλοί σαραντάρηδες στα χέρια μας χωρίς προβλήματα υγείας»

Ο πνευμονολόγος-εντατικολόγος στο νοσοκομείο Παπανικολάου μιλά για την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στις ΜΕΘ και τις μελλοντικές ανησυχίες του σχετικά με την πανδημία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Θεόδωρος Βασιλακόπουλος: «Ακόμη κι αν είχαμε 10.000 κλίνες ΜΕΘ, αν γέμιζαν όλες, θα θρηνούσαμε 4.000 θανάτους»

Ελλάδα / Θεόδωρος Βασιλακόπουλος: «Ακόμη κι αν είχαμε 10.000 κλίνες ΜΕΘ, αν γέμιζαν όλες, θα θρηνούσαμε 4.000 θανάτους»

Ο καθηγητής Πνευμονολογίας-Εντατικής Θεραπείας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών σχολιάζει όλες τις τελευταίες εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ