Δευτέρα μεσημέρι, στο θέατρο Ακάδημος, γωνία Ακαδημίας και Ιπποκράτους. Ο Δημήτρης Πιατάς που κάθε βράδυ, Τετάρτη με Κυριακή υποδύεται τη Nonna, τη μεγάλη του παλιά επιτυχία, γυρίζει ως σκηνοθέτης, με φόντο το ίδιο σκηνικό της θεατρικής παράστασης, την πρώτη του κινηματογραφική ταινία. Το σενάριο είναι επίσης δικό του και έχει τον τίτλο Παν-δη-Μία....Όλα λοιπόν Ένα. Βρισκόμαστε στο πλατό μιας δημοφιλούς τηλεοπτικής εκπομπής.
Ο Μπος είναι μία τηλεπερσόνα της εποχής μας. Στην εκπομπή του «Πρόσκληση σε γεύμα με ένα υποψήφιο καλεσμένο» η οποία κτυπάει 70αρια τηλεθέασης, φέρνει καλεσμένους τους οποίους κανιβαλίζει. Βρίσκει τα τρωτά τους απόκρυφα και τους ξεμπροστίαζει, σε σημείο που τους διαλύει. Έτσι, φέρνει και έναν ανταγωνιστή του, τον Κώστα Ανδρέου, μεγαλοδημοσιογράφο έγκριτου καναλιού, ο οποίος περνάει μία προσωπική κρίση, μια κλιμακτήριο τόσο στα επαγγελματικά του όσο και στη ζωή του. Ο Μπος έχει στη διάθεση του στοιχεία που θα εκθέσουν τον Ανδρέου ανεπανόρθωτα. Ο τελευταίος πριν 40 χρόνια, επί εποχής κρατικής ΥΕΝΕΔ, χρησιμοποίησε ένα ψεύτικο ρεπορτάζ χάρη στο οποίο η φήμη του εκτινάχτηκε στα ύψη. Είχε προβάλει μία ταινία μυθοπλασίας ως κανονικό γεγονός. Κάποιος εμφανιζόταν στην οθόνη βρίζοντας στη μέση της κανονικής ροής του προγράμματος.
«Ένας αμφισβητίας ο οποίος έριξε τις πρώτες χριστοπαναγίες στην ελληνική κρατική τηλεόραση, κάτι που κατά κάποιο τρόπο είναι ο καθρέπτης μιας κοινωνίας. Έγινε σκάνδαλο, παραιτήθηκε ο διευθυντής της τηλεόρασης και παραλίγο να πέσει και η κυβέρνηση. Μαθαίνω ως Μπος το γεγονός αυτό, ότι το ρεπορτάζ ήταν μαϊμού και ότι στην πραγματικότητα επρόκειτο για ταινία, και φέρνω στην εκπομπή μου τους συνεργάτες του Ανδρέου εκείνης της εποχής οι οποίοι όλοι έχουν αλλάξει πια δουλειά. Αποκαλύπτω το ψέμα κι εκείνος καταρρέει. Παράλληλα καταρρέει και ένα ολόκληρο σύστημα μιας κοινωνίας. Μια πανδημία! Φυσικά ούτε ο Μπος είναι λιγότερο φαύλος. Η ταινία καταγράφει την τηλεοπτική ζούγκλα» εξηγεί ο πρωταγωνιστής, σεναριογράφος και σκηνοθέτης της ταινίας Δημήτρης Πιατάς. Γιατί επέλεξε τον πρύτανη Θεοδόση Πελεγρίνη για τον κεντρικό ήρωα Κώστα Ανδρέου και όχι έναν ηθοποιό να τον υποδυθεί; «Ήθελα μία τηλεοπτική περσόνα στον ρόλο, αλλά δεν βρήκα έναν δημοσιογράφο. Καθώς πρόκειται για ένα ψευδο-ντοκιμαντέρ ο Πελεγρίνης φέρει την προσωπική του αλήθεια κι όχι την υποκριτική του αλήθεια. Εννοώ, τη δυναμική που έχει να επικοινωνεί και να συνδιαλέγεται. Το συζητούσαμε να συνεργαστούμε χρόνια πριν και μόνο τώρα βρέθηκε η κατάλληλη στιγμή»
Ο Πρύτανης Πελεγρίνης, παρών στο γύρισμα με το κοστούμι του Κώστα Ανδρέου, απαντάει σε μερικές ερωτήσεις:
Πώς αποφασίσατε να παίξετε στην ταινία του κ. Πιατά; Όπως και με το θέατρο, εντελώς τυχαία. Όχι ότι δεν το ήθελα, όχι ότι δεν με ενδιέφερε, να ασχοληθώ με την υποκριτική, αλλά ειδικά με το που ξεκίνησα την σταδιοδρομία μου στο πανεπιστήμιο, μία τέτοια επιλογή έσπαγε κάποια ταμπού. Η πρόταση του Πιατά είναι μια φυσική εξέλιξη της ενασχόλησής μου με το θέατρο. Με τον Δημήτρη είχαμε συναντηθεί τη δεκαετία του ’90 όταν ως παραγωγός είχα ανεβάσει τον Δον Ζουάν του Μολιέρου και εκείνος έπαιζε τον Σγαναρέλο. Όταν μου ήρθε η πρόταση, δέχτηκα αμέσως.
Ήταν το θέμα που σας έκανε να το αποφασίσετε αμέσως; Το θέμα το έμαθα μετά. Έχω μεγάλη εμπιστοσύνη στην καλλιτεχνική αξία και κυρίως στη σκέψη του Πιατά. Φαντάστηκα ότι θα ήταν κάτι πολύ ενδιαφέρον και όταν διάβασα το σενάριο, η διαίσθηση μου επιβεβαιώθηκε.
Υποδύεστε έναν διεφθαρμένο δημοσιογράφο της τηλεόρασης…. Ο ήρωας γενικά είναι η τυπική τηλεπερσόνα που έχει στο μυαλό του ο κόσμος. Ένας άνθρωπος αδίστακτος που προσπαθεί να εκμεταλλευτεί το κάθε τι. Είχε μία ιλιγγιώδη εξέλιξη χάρη σε ένα ψέμα, έγινε ο κυρίαρχος του τηλεοπτικού χώρου και έρχεται ο Πιατάς και τον αποκαθηλώνει μπροστά στην κάμερα. Υπάρχει μία πτώση που όμως δε συμβαίνει μόνο στα επαγγελματικά του, αλλά και στην ίδια του τη ζωή. Ο Πιατάς ως άλλη τηλεπερσόνα τού δίνει το τελειωτικό κτύπημα. Κι όλα αυτά γίνονται μέσα στο πλαίσιο καταρράκωσης της κοινωνίας. Υπάρχει η πανδημία, που είναι ένας ιός που καταστρέφει τους ανθρώπους, αλλά και η χρεωκοπία της χώρας. Ένα εφιαλτικό σκηνικό. Η αντανάκλαση ενός τόπου όπως η Ελλάδας ή η Αργεντινή, που γίνεται βορά των μεγάλων συμφερόντων.
Ακαδημαϊκή σταδιοδρομία ή θέατρο; Ο άνθρωπος δεν είναι μονοσήμαντος, έχει πολλές δυνατότητες, αρκεί να δουλεύει. Εγώ έχω μηδενίσει την κοινωνική μου ζωή, αφιερώνοντας τον ελεύθερο μου χρόνο στο να θέατρο. Κυρίως γράφοντας αλλά και παίζοντας. Κάθε πρωί εμφανίζομαι στο γραφείο μου στο Πανεπιστήμιο στις 6:30 και δεν παραμελώ τα καθήκοντα μου. Ακόμα και για το Παρίσι που έγινε θέμα όταν πήγα και έπαιξα εκεί, ήταν στη διάρκεια ενός Σαββατοκύριακου. Δεν ενοχλώ κανέναν. Αν θα στραφώ ολοκληρωτικά στην τέχνη, αυτό θα το δείξει η εξέλιξη των πραγμάτων.
Το θέατρο ήταν ένα παλιό σας απωθημένο; Δε θα το έλεγα. Είχα ανέκαθεν φίλους στον χώρο του θεάτρου, αλλά ποτέ δεν θα το τολμούσα -γιατί περί τόλμης πρόκειται να βγω στη σκηνή-, αν δεν βρισκόντουσαν οι σωστοί συνεργάτες. Άλλο να γράφεις ή να σκηνοθετείς και άλλο να εμφανίζεσαι στο κοινό. Παρολ΄ αυτά δεν το θεωρώ περίεργο. Για μένα είναι πάρα πολύ φυσικό. Απεναντίας θα το θεωρούσα αφύσικο να έχω να πω κάτι μέσα από την τέχνη, είτε γράφοντας ένα θεατρικό έργο είτε μέσα από την υποκριτική, και να μην το έκανα.
Πάντως είναι η πρώτη σας κινηματογραφική ταινία... Όχι. Έπαιξα και σε μία αγγλόφωνη μικρού μήκους δύο νέων παιδιών της Δέσποινας Χαραλάμπους και του Παναγιώτη Παπά που λεγόταν Memory loaded.
Ρεπορτάζ: Χρήστος Παρίδης φωτογραφίες: Τριανταφυλλιά Μελέτη
σχόλια