φωτό Πάνος Μιχαήλ
Ο Μακμπέθ είναι ένα αριστούργημα απ΄όλες τις απόψεις. Είναι τόσο παλιά η έλξη που σχεδόν έχω ξεχάσει πότε ξεκίνησε. Η καθαρότητα με την οποία αποτυπώνει με θεατρικό τρόπο τόσο ουσιαστικά και εσωτερικά, σχεδόν κρυμμένα πράγματα της ψυχολογίας του καθενός και της ακτινογραφίας της κοινωνίας αυτό το έργο δε μπορείς παρά να σε κάνει να μείνεις άναυδος. Όσον αφορά εμένα και την ομάδα μου νομίζω πως είναι μια χρονική στιγμή που και εγώ κι οι συνεργάτες μου έχουμε έρθει στο σημείο που μπορούμε να πούμε πως ναι έχουμε το θάρρος να καταθέσουμε κάτι και το φοβόμαστε λιγότερο το μύθο αυτό ενός "μεγάλου έργου". Τελικά αυτά τα μεγάλα έργα είναι πολύ πιο βοηθητικά για τον άνθρωπο που θέλει να τα ερμηνεύσει παρά προβλήματα.
Αν τα δείς χωρίς την παραμορφωτική εικόνα που οι μύθοι κουβαλάνε σε ερμηνεύουν αυτά. Είναι μια αποκρυστάλλωση σπουδαία του ανθρώπινου πνεύματος, σχεδόν ξεπερνάει και τον ίδιο τον συγγραφέα. Οπότε συνειδητοποίησα με τεράστια χαρά δουλεύοντας αυτό το έργο ότι υπάρχει και προσωπικά για μένα αλλά και για τους γύρω μου ανάγκη για πνευματική διάυγεια, σε κάνει και ανακουφίζεσαι από την αγωνία που δημιουργεί η έλλειψη βεβαιότητας. Και όταν ένα έργο μιλάει ακριβώς για αυτή την έλλειψη βεβαιότητας και το πως το καλό είναι κακό και το κακό είναι καλό (τελικά) μπορείς και ξεφορτώνεσαι ένα τεράστιο βάρος των πραγμάτων που σε απασχολούν στη καθημερινοτητά σου. Άλλωστε αυτός είναι και ο λόγος ύπαρξης της τέχνης. Να μπορείς να εκφράσεις αυτά που δε μπορείς να εκφράσεις στη καθημερινοτητά σου.
Ο Μακμπέθ έχει γραφτεί σε μια περίοδο τρομαχτικής κρίσης. Ηθικής, πολιτικής, προσωπικής κτλ. Είναι η εποχή της Συνομωσίας της Πυρίτιδας. Έχουμε να κάνουμε με ένα ήρωα που είναι ο εκπρόσωπος του κακού και όμως ο τρόπος που τον προσεγγίζει ο Σαίξπηρ μας κάνει να ταυτιζόμαστε μαζί του πολύ περισσότερο από άλλους που είναι θετικοί ήρωες. Το έργο ξεκινάει με ένα εμφύλιο πόλεμο. Επειδή κατά κάποιο τρόπο ο Μακμπέθ νιώθει αδικημένος, έχει κάνει τόσα, έχει βουτηχτεί μέσα στο αίμα και διάδοχος του θρόνου στέφεται κάποιος άλλος, παίρνει τη δικαιοσύνη στα χέρια του και επιταχύνει τις διαδικασίες. Μετά όταν καταφέρνει τον σκοπό του και παίρνει τον θρόνο συνεχίζει να νιώθει αδικημένος και έχεις την αίσθηση πως αυτή η κατάσταση θα συνεχίζεται αέναα. Και έτσι γίνεται τελικά. Η ανασφάλεια νομίζω πως είναι ο χώρος των μεγαλύτερων εγκλημάτων. Αν νιώσει κανείς ασφαλής με αυτό που είναι, όποιο και να είναι αυτό, τα βγάζει πέρα.Εαν θεωρήσει πως είναι ανασφαλής επειδή ξαφνικά έχασε κάτι που είχε αυτό μπορεί να τον κάνει εγκληματία, ενώ μπορεί να μην το είχε τόσο πολύ ανάγκη.
Σε όλους μας όταν είμαστε μικροί μας λένε "εσύ θα γίνεις αυτό". Υπάρχει ένα σπρώξιμο από την οικογένεια "να γίνεις" να φτάσεις κάπου. Αυτό είναι αφύσικο. Δεν αφήνουμε ποτέ τους επόμενους ή οι ίδιοι δεν μπορύμε να αφεθούμε στο ν' απολαύσουμε, να ζήσουμε. Νομίζουμε πως όταν φτάσουμε στον στόχο εκεί θα είναι η πραγμάτωση. Αυτό είναι μια πλάνη. Πότε φτάνει κανείς κάπου οριστικά; Απλά φτάνουνε τους στόχους μας, τους εκπληρώνουμε και μετά αρχίζει ο επόμενος στόχος νομοτελειακά, σισύφεια. Ο Μακμπέθ μετατρέπεται σε τέρας λόγω του αποκλεισμού του στο δωμάτιο της εξουσίας. Η εξουσία είναι εθιστική. Κάθε μορφή εξουσίας είναι ένα μορφής ναρκωτικό.
Το χαλασμένο κύτταρο του Μακμπέθ κατά τη γνώμη μου είναι ένα πολύ απλό πράγμα. Η ατεκνία του. Δεν έχει πολλά πράγματα που μπορούν να τον συνδέσουν με ένα μέλλον. Έχει μια σύζυγο η οποία που όπως λέει ο Φρόυντ αυτοί οι 2 μπορούν να υπάρξουν μόνο ενωμένοι, ο ένας δεν είναι αρκετός. Αυτό τον ωθεί να ολοκληρωθεί μέσα από αυτόν τον κίβδηλο στόχο της εξουσίας. Η ανάγκη για συγκέντρωση φυσικά δημιουργεί αποκοπή του εξουσιαστή από τη πραγματικότητα. Όσο μεγαλώνει αυτή η κλίμακα η κατάσταση χειροτερεύει. Το να λέμε πως ο ηγέτης έχει αντίληψη της πραγματικότητας είναι αστείο. Ένας άνθρωπος τόσο πολύ κλεισμένος στο εγώ του δεν θα καταλάβει το εσύ, τον άλλο.
Οι υπαρξιακές αποχρώσεις του έργου είναι πολύ έντονες. Αυτό το κυνήγι για την εξουσία αν με κάποιο τρόπο ταυτιστεί με το κυνήγι για την ευτυχία είναι ναρκωτικό, είναι ντόπα. Δεν μπορείς να ξεφύγεις από αυτό. Το δηλώνει κα ο ίδιος σε κάποιο μονολογό του. Έχοντας απολύτη συνείδηση πως αυτή η απόλυτη ανάγκη για επιβεβαίωση αποτελεί μια πλάνη από την οποία δε μπορείς να ξεφύγεις. Ο ίδιος νιώθει με την κυριολεκτική και την γενικότερη έννοια στείρος, ότι όλα αρχίζουν και τελειώνουν σε αυτόν, σ' ένα τεράστιο εγώ. Όταν μοιράζεσαι αυτό που είσαι αρχίζεις και έχεις μιαν άλλη σχέση με το άλλο κατ΄ αρχήν. Καταλαβαίνεις ότι δεν είναι τα πάντα προέκταση του εαυτού σου, κατεβάζεις λίγο τις επιδιώξεις σου, στερείσαι αυτό το ναρκωτικό άρα στερείσαι τελικά και τη κάθετη πτώση. Που πάντα επακολουθεί.
Είναι ένας πολύ κανονικός άνθρωπος ο Μάκμπεθ και αυτό είναι που το κάνει συγκλονιστικό το έργο, δεν είναι ένα τέρας σαν τον Ριχάρδο τον 3ο ας πούμε. Ο Μάκμπεθ είναι το κακό που είναι το καλό. Ξεκινάει ως ένας άψογος ήρωας στην αρχή και κάποια στιγμη αρχίζει να φαντάζεται πως αυτά που σκέφτεται μπορούν να γίνουν πραγματικότητα. από κει και πέρα έχει εξωκείλει, χάνει κάθε συνδεσή του με το πραγματικό. Για μένα είναι συγκλονιστικό πόσο βαθιά ανθρώπινος είναι. Παρολ' αυτά νομίζω πως είναι αναπόφευκτο να γίνει αυτό που έγινε. Όλοι μας έχουμε βιώσει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο την άνοδο και τη πτώση του Μακμπέθ πέρα από την στενή έννοια της εξουσίας της πολιτικής. Όλοι έχουμε σφαγιάσει παιρνοντάς το στην πολύ στενή προσωπική έννοια. Δεν είναι μονό η φρίκη του εξολοθρεύω οποιαδήποτε μορφή ζωής προκειμένου να υπάρξω επειδή ξαφνικά βιώνω ένα τεράστιο εσωτερικό φόβο. Όπως λέει ένας μελετητής έχει το φόβο του φόβου, φοβάται μην αποδειχτεί λίγος οπότε διαρκώς μειώνει τους άλλους προκειμενου να αισθανθεί αυτός ανώτερος. Κάτι που νομίζω πως είναι γνώριμο στους περισσότερους ως χαρακτηριστικό της ανθρώπινης κατάστασης. Δεν θέλουμε να ανέβουμε εμείς, κατεβάζουμε τους άλλους.
Το έργο αυτό είναι ένα από τα πρώτα μπαρόκ έργα, έργο δηλαδή που η έννοια του θεάματος εμφανίζεται πολύ έντονα. Έχει εφέ ο Σαίξπηρ σε αυτό το έργο. Μάλλον πρωτοπαίχτηκε σε κλειστό χώρο αντίθετα από τα περισσότερα του έργα οπότε μπορύσε να χρησιμοποιήσει φωτισμούς, μηχανισμούς που έβγαιναν τα φαντάσματα. Θα λέγαμε πως απαιτεί κατά κάποιο τρόπο την λειτουργία ενός μεγαλύτερου θεάματος οπότε έχουμε κάνει και χρήση κάποιων τέτοιων μέσων. Είναι και θεαματική η παράσταση αλλά περισσότερο για να σχολιάσουμε αυτό το παιχνίδι με την ψευδαίσθηση παρά για να εντυπωσιάσουμε τον θεατή. Αυτό που επιλέξαμε να κάνουμε στην παράσταση είναι να την τοποθετήσουμε σε ένα άχρονο πλαίσιο με συνθήκες ιστορικότητας. Δεν βλέπεις ανθρώπους με λάπτοπ, με ipad και iphone (γέλια). Η παράσταση μιλάει για ένα παρελθόν όπως και ο Σαίξπηρ μιλάει για ένα παρελθόν που μας επιτρέπει μέσα από το μύθο να γενικεύσουμε, να δώσουμε μια απόσταση στο θεατή έτσι ώστε να μπορεί να στοχαστεί με μεγαλύτερη ευκολία.
Για μένα αυτοί οι εκσυγχρονισμοί οι απόλυτοι, οι σχεδόν επιθετικοί μου φαίνονται υπεραπλουστεύσεις. Σαν να λες σε ένα παιδί κοίτα αυτό σε αφορά, είναι ίδιο με τη ζωή σου. Τουλάχιστον σε αυτό το έργο που έχει μια τραγική διάσταση έγω ήθελα μια αμυδρή συνάφεια με το παρελθόν μια αίσθηση γενικότερου 20ου αιώνα πολύ διακριτικού. Αυτό που μπορώ να αποκαλύψω είναι πως οργανώσαμε το πρώτο και το δεύτερο μέρος ως μια αντίστιξη τάξης και χάους. Συμπτωματικά ας πούμε κάνοντας έρευνα και ψάχνοντας ιδέες, εικόνες κτλ βρεθήκαμε μπροστά σε κάτι φωτογραφίες εγκαταλελειμμένων νοσοκομείων του Α' παγκοσμίου πολέμου που έδειχναν εκατοντάδες κρεβάτια σε σειρά. Είδαμε επίσης συγκλονιστικές φωτογραφίες από το Τσέρνομπιλ όπου έβλεπες κατεστραμμένα οικοτροφεία με κρεβάτια πάλι. Το αναφέρω αυτό ως χαρακτηριστικό γιατί είναι ένα μοτίβο που χρησιμοποιήσαμε στη παράσταση η οποία παίζει και με την έλλειψη του ύπνου (το οποίο ελαφρά παραλαγμένο ήταν ως μότο της παράστασης στην αφίσα). Σκηνογραφικά λοιπόν έχουμε πολλά κρεβάτια τα οποία στο πρώτο μέρος οργανώνονται πολύ τακτικά και στο δεύτερο μέρος όλο αυτό γίνεται χαοτικό πια, χάνει τα οριά του μέχρι καταστροφής.
Νομίζω πως οι στιγμές αναλαμπής υπήρχαν πάντα απλώς φτιάχνουμε μύθους. Λέμε: η Αθήνα του Περικλή, η ελισαβετιανή Αγγλία. Ε , λοιπόν ξέρετε ποιός ήταν ο τρόπος δημόσιας εκτέλεσης εκείνη την εποχή; Αφού τους βασανίζανε τους ανθρώπους που καταδικάζανε ως ενόχους εσχάτης προδοσίας (που ήταν πάρα πολύ εύκολο να καταδικαστείς) την εποχή που γράφεται το έργο, ακούστε ποιός ήταν ο τρόπος εκτέλεσης σε αυτή την "πεφωτισμένη" δεσποτεία. Τους κρεμούσαν αλλά δεν τους κρεμάσουν έτσι ώστε να είναι ακαριαίος ο θάνατος αλλά αργόσυρτα, να υποφέρουνε. Στη συνέχεια τους ανοίγανε τα εντόσθια και αφού τους ευνουχίζανε τους ρίχνανε τα γεννητικά όργανα σε μια κατσαρόλα με καυτό νερό και μετά τους βγάζανε τα έντερα και τα σωθικά και τα ψήνανε μπροστά τους στη φωτιά. Μετά τους διαμελίζανε και στέλνανε το κάθε μέλος σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του βασιλείου για να τοποθετηθούν πάνω σε ένα παλούκι και να το δούνε όλοι. Στην είσοδο του Λονδίνου υπήρχανε μονίμως κεφάλια αποκεφαλισμένων που προειδοποίούσαν τον κόσμο τι θα πάθουνε σε περίπτωση ανυπακοής. Παρολ΄αυτά εμείς έχουμε την αίσθηση μιας ελισαβετιανής Αγγλίας που η τέχνη ανθούσε κτλ. Είναι μύθοι όλα αυτά. Αυτός ο συνδυασμός της τρομερής λεπτότητας με τη βαναυσότητα, αυτή η πόλωση είναι βασικό στοιχείο του έργου.
Στη παράσταση μας οι μάγισσες κλείνουν το πρώτο μέρος λέγοντας "Ένα από τα μεγαλύτερα βάσανα των ανθρώπων είναι η σιγουριά" . Αυτή τη στιγμή νιώθουμε πως τα πράγματα καταρρέουν γύρω μας γιατί στην ουσία είχαμε στήσει έναν πύργο από τραπουλόχαρτα. Αυτό κάνει και ο Μακμπέθ, προσπαθεί να στήσει μέσα από μια στρεβλή αίσθηση παντοδυναμίας που έχει ο ίδιος ένα οικοδόμημα το οποίο είναι σαθρό αλλά η συνειδησή του δεν τον εγκαταλείπει ποτέ. Το απόλυτο σχετίζεται πολύ εύκολα με τον φανατισμό. Αυτό είναι κάτι που με φοβίζει σε αυτή την εποχή που διανύουμε. Μήπως από την ανασφαλειά μας θα οδηγηθούμε σε ακραίες επιλογές. Για αυτό και οι αναφορές μας στο μεσοπόλεμο είναι πιο έντονες. Που οδήγησε η ανασφάλεια της κρίσης που προήλθε από το κραχ του 1929;
Με τρομάζει αυτή η επαναληπτικότητα της ιστορίας και επειδή το έργο μιλάει πολύ για αυτή την κυκλική δικαιοσύνη το έχουμε τονίσει αυτό το χαρακτηριστικό. Διαβάζει κανένας τον Θουκυδίδη λογου χάρη και βλέπει αυτό το κοινό μοτίβο να επαναλαμβάνεται μέχρι τις μέρες μας. Αυτη κυκλικότητα της ιστορίας είναι κάτι που με απασχολεί πάρα πολύ. Ποιός είναι ο ρόλος μου εμένα τώρα που σε αυτή τη χρονική συγκυρία τα πράγματα έχουν αυτή την ατραπό, την αίσθηση του αναπότρεπτου; Ο Σαίξπηρ δεν προτείνει τη θετική στάση. Σε κάνει να συνειδητοποιήσεις πόσο και η αρνητική στάση είναι απολύτως ανθρώπινη. Το αφύσικο είναι πολύ φυσικό για τον άνθρωπο. Ίσως και να σπρώχνει τα πράγματα μετά από λίγο σε μια νέα φυσικότητα. Ξαναβρίσκουμε τους στόχους τους πιο ουσιαστικούς, αυτούς που μας είχανε κάνει να ξεκινήσουμε και εμείς ως καλλιτέχνες αυτή τη δουλειά. Για μένα υπάρχει φως στο τούνελ μέσα από όλο αυτό που περνάμε τώρα. Δε λέω ευτυχώς που ζούμε δύσκολες στιγμές αλλά ευτυχώς που υπάρχει το θέατρο στις δύσκολες στιγμές. Αυτή η διαχείριση της ρευστότητας είναι κάτι που μας αφορά πάρα πολύ αυτή τη στιγμή. Είμαστε σε μια κατάσταση ρευστότητας, ίσως πάντα να ήμασταν, απλώς έχει αρθεί αυτή η ψευδαίσθηση πως υπάρχουν βεβαιότητες.
Ρέπουμε προς την ανασφάλεια και ψάχνουμε τρόπους για να νιώσουμε ασφαλείς, μας λείπουν όλες οι ιδεολογίες, μας λείπει η πίστη. Όχι απαραίτητα θρησκευτική. Δεν πιστεύουμε σε τίποτα, είμαστε κυριολεκτικά στον αέρα. Αυτό είναι κάτι που ισχύει και στην εποχή του Σαίξπηρ πολύ έντονα. Βρισκόμαστε σε μια εποχή τρομερών θρησκευτικών συράξεων στην Ευρώπη. Κατάργηση όλων των βεβαιοτήτων για το τι είναι το σωστό οπότε όταν ζεις έτσι είναι πολύ εύκολο να γίνεις εγκληματίας. Το να μην έχεις κάτι που να σε συνδέει και να θέλεις να διατηρηθεί. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι μετέωρος, δεν μπορεί να ζει χωρίς κάτι το οποίο να τον κρατάει. Ακόμα και η έλλειψη πίστης απαιτεί μια κατασκευή. Το που τοποθετεί κανείς τη πίστη του έχει να κάνει με τη προσωπική επιλογή, κατά τη γνώμη μου εκεί είναι το θέμα της ελεύθερης βούλησης. Ξέροντας πως δεν υπάρχει νόημα τουλάχιστoν εμφανές, εσύ να συνεχίζεις προς τη πλευρά της συνέχισης της ζωής και όχι του μηδενισμού.
Τα φέουδα και οι μεγάλες οικογένειες εκείνης της εποχής συνεχίζουν να υπάρχουν μεταλλαγμένα. Η δημοκρατία είναι ένα πρόσχημα. Αυτό που ζούμε μπορεί να χρησιμοποιεί δημοκρατικούς όρους αλλά έχω την αίσθηση πως δεν μπορούμε να μιλάμε για αληθινή δημοκρατία. Δημοκρατία μπορεί να υπάρξει μόνο σε μικρότερες κοινότητες. Αυτή η δημοκρατία που έχουμε είναι δημοκρατία υπό προυποθέσεις πολλές φορές οδυνηρές κιόλας. Δημοκρατικά μπορεί να λειτουργήσει μια ομάδα 10 ανθρώπων. Ακόμα και η δημοκρατική αρχαία Αθήνα πόσο καιρό κράτησε; Χρειάζεται επικοινωνία η δημοκρατία. Επικοινωνία όχι από τα ΜΜΕ, αληθινή επικοινωνία. Είναι ένα ιδανικό που καλά κάνουμε που είμαστε στραμμένοι προς τα κει αλλά δεν μπορούμε στη πραγματικότητα να την κατακτήσουμε ποτέ καθ' ολοκληρία. Μπορούμε να τείνουμε προς τα κει.
Φοβάμαι πως οι εποχές, με παραλλαγές, είναι τόσο ταυτισμένες με αυτό το φυσικό-αφύσικο του ανθρώπου που ναι μεν δεν είναι ίδιες αλλά έχουν αναλογίες. Ο δαίμονας της αμφιβολίας είναι αυτός που γεννά σύντομα άνθη και τεράστια ανησυχία. Λέμε τα 60ς, αλλά πόση ταραχή είχε όλη αυτή η άνθηση; Συνήθως νοσταλγούμε και εξωραϊζουμε με τη πάροδο του χρόνου. Μπορεί η δικιά μας εποχή μετά από χρόνια να καταγραφεί ως εποχή άνθησης για τις τέχνες παρ' όλες τις αναταραχές. Όλος ο μεσοπόλεμος ήταν μια εποχή συγκλονιστικής άνθησης στη λογοτεχνία, στη ζωγραφική κτλ. Και εμείς εκεί πρέπει να βαδίσουμε. Δεν έχουμε καμιά άλλη επιλογή. Θα υπάρξει η αναγκαιότητα. Πενία τέχνες κατεργάζεται. Είναι απειλητικά, δύσκολα, ζορισμένα τα πράγματα αλλά δε γίνεται αλλιώς. Μιλάω για την ανάγκη διατήρησης της ύπαρξης σε αυτό τον κόσμο. Την σύνδεση με την εσώτερη ομορφιά. Και ενίοτε και την μαχητικότητα. Είναι και αυτό μια έκφανση. Αυτή η αποβλάκωση των τελευταίων ετών που βιώσαμε πολύ έντονα γύρω μας μόνο καλά δεν γεννούσε. Έχουμε χάσει την φάση του αστικού πολιτισμού ως χώρα, βρεθήκαμε από την Αθήνα-χωριό στην Αθήνα που προσπαθεί να είναι μητρόπολη με έναν τρόπο αρχοντοχωριάτικο.
Συνεχίζω να κάνω θέατρο γιατί έχει γίνει ένας τρόπος ζωής πια. Με αρέσει να είμαι με ανθρώπους , μου αρέσει να συνδιαλέγομαι μαζί τους. Καμιά φορά βέβαια η υπερέκθεση με τσακίζει. Είμαι ένα μέιγμα εξωστρεφούς και εσωστρεφούς ανθρώπου πολύ περίεργο. Το θέατρο μου δίνει την δυνατότητα να μπορώ να τις συνδυάζω αυτές τις 2 αντικρουόμενες πλευρές μου. Περισσότερο κάνω θέατρο γιατί δεν ξέρω τι άλλο να κάνω, το παραδέχομαι (γέλια). Μπορώ να είμαι πιο λειτουργικός κοινωνικά.
Το θέατρο έχει μια πολύ πραγματική υπόσταση αλλά συγχρόνως και μια έντονη πλευρά φαντασίας. Μπόρεσα να συντονιστώ εύκολα με αυτό. Κυρίως όμως είναι βαθύτεροι ψυχολογικοί λόγοι. Με βοηθάει να υπάρχω το θέατρο. Με γειώνει περισσότερο απ' οτι με απογειώνει. Αλλιώς θα ήμουνα ένας άνθρωπος κλεισμένος στο καβούκι του. Πάντως πραγματικά τώρα έχω περισσότερη ανάγκη απομόνωσης απ' ότι παλιά. Νόμιζα ότι μπορεί κάποιος να αποφύγει αυτό που λέμε τη μοναξιά του σκηνοθέτη. Ήταν ψέμματα όμως. Ακόμα και με τους πιο στενούς του φίλους και συνεργάτες να δουλεύει κάποιος, που μου συνέβη εμένα, υπάρχουν στιγμές τρομερής μοναξιάς. Και αναρωτιέσαι τι έκανες λάθος. Αναζητούσες να αποφύγεις τη μοναξιά και υπάρχουν στιγμές που νιώθεις ακόμα πιο μόνος αλλά είναι ένα τρόπος ζωής που πορεύεσαι, τον αντέχεις και πας παρακάτω.
___________________
Η συνέντευξη είχε δοθεί στον Πάνο Μιχαήλ, με αφορμή το ανέβασμα του Μακμπέθ στη Στέγη, σε σκηνοθεσία Θωμά Μοσχόπουλου τον Ιανουάριο του 2012
σχόλια