Το θρυλικό λεωφορείο με τον αριθμό 14 που οδηγεί από τον σιδηροδρομικό σταθμό στην Άνω Τούμπα και τούμπαλιν και έχει οδηγήσει χιλιάδες παοκτζήδες στον ναό της Τούμπας ξεφορτώνει ακόμα μια φορά τον αγουροξυπνημένο Τσέλιο που κάνει μια στάση στον Mητσό (πρώην Skaribas) και την μπάντα του που τζαμάρουν έξω από του Zara στην Τσιμισκή.
Κάθε μέρα καταφέρνει και αργεί ο Τσέλιος, αν και ξεκινάει την δουλειά στις δύο το μεσημέρι, ισχυρίζεται ότι αργεί γιατί κάθε βράδυ παίζει πόκερ στο ιντερνέτ γι' αυτό και καθυστερεί να ξυπνήσει κατά τα άλλα στην πόλη μία από το ίδια: ζευγάρια χωρίζουν και πετούν τα λούτρινά στους δρόμους, η γνωστή πλήξη του Νοεμβρίου...
Σήμερα είναι ακόμα μια ειδική μέρα για τον Τσέλιο καθώς μετά το τελος της δουλειάς απαίτησε και πήρε άδεια για την ετήσια συνάντηση με τους φίλους του στο τσιπουροκάζανο για το ετήσιο βράσιμο του τσίπουρου.
"Η συνάντηση αυτή θεωρείται ιερή και δεν αναβάλλεται για κανέναν λόγο αφεντικο" είπε στον αφεντικό ο Τσέλιος όταν ζήτησε την άδεια
Το ετήσιο τσιπουροκάζανο που σκάρωσαν, παρόλη την αρρωστημένη μιζέρια της κρίσης, οι φίλοι του κάπου στην Μακεδονία ήταν η ευκαιρία να βρεθεί όλη η παρέα μαζί, παρόλες τις αποστάσεις που τους χώριζαν.
Θυμάμαι οτι όταν ήμουν μικρός μικρός, και με πήγαινε ο πατέρας μου στα καζάνια, δεν ήθελα και πολύ να πάω, καθώς στα πρώτα πασοκικά χρόνια, πριν την εποχή του μεγάλου Γκατσμπυ - Σημίτη, η έννοια εκσυγχρονισμός ήταν μάλλον άγνωστη στην ελληνική επαρχία.
Έμπαινες λοιπόν σε ένα δωμάτιο αποστακτήριο στην μέση του πουθενά, και έξω στο κρύο κάτι τύποι έψηναν κοψίδια και τα τρώγανε στο όρθιο. Τα άκρα ολονών περόνιαζαν απ' το κρύο, αλλά ο πατέρας του Τσέλιου και οι φίλοι του δεν έφευγαν με τίποτα. Ήταν αυτή η μαγική συνάντηση με τους φίλους. Αλλά αυτό θα το κατάλαβαινε πολύ αργότερα....
Μερικά χρόνια και δεκάδες εκατομμύρια ευρώ επιδοτήσεων αργότερα, τα πράγματα στα ελληνικά αποστακτήρια έχουν αλλάξει, καθώς έχουν διαμορφωθεί αίθουσες με τζάκι και ψησταριές κανονικές, καρέκλες και τραπέζια για να κάθεσαι και υπάρχει τουαλέτα και στοιχειώδης εξαερισμός, ώστε να μην μεθάς από την αναθυμιάσεις του τσίπουρου στα 5 πρώτα λεπτά που μένεις μέσα.
Η ετοιμασία ξεκινάει λίγες μέρες νωρίτερα και κάθε καλεσμένος φέρνει κάτι για το τσιμπούσι, άλλος κρέατα, άλλος τυριά, άλλος κρασί. Αυτό που παρατήρησα φέτος είναι ότι στο τέλος δεν έμεινε τίποτα από κρέατα, ενώ άλλες φορές υπήρχε άφθονο φαγητό που περίσευε και το πετούσαν.
Αναμφισβήτητα όμως το highlight της βραδιάς ήταν η ΜΟΣΧΑΡΟΚΕΦΑΛΗ.
Γύρω στις 12 το βράδυ, και ενώ τρως και πίνεις από το απόγευμα, σκάει ένα ταψί από τον ξυλόφουρνο, με ένα κεφάλι από μοσχάρι τυλιγμένο σε λαδόκολλες και ψημένο αργά 8-9 ώρες, μαζί με χοντρές πατάτες, μπαχαρικά και λίγο σκόρδο. Μόνο η μυρωδιά φτάνει να ξεμεθύσεις. Πού να φας κιόλας!
Θα το χαρακτήριζα ως στερεοποιημένο πατσά που συνδυάζεται αρμονικά με το αργοψημένο κρέας, τα μυρωδικά και τα υγρά από την έκκριση κολλαγόνου ζελέ από το κεφάλι, σε μια τύπου μοριακής γαστρονομίας ρουστίκ version.
Πέρα από όλα αυτά, νομίζω ότι το σημαντικότερο ήταν η ψυχοθεραπεία που σου προσφέρει απλά και μόνο η παρουσία των φίλων και η διαπίστωση ότι από τους φίλους των κοινωνικών δικτύων παρευρέθηκε ένας, το πολύ δύο, ενώ από τους πραγματικούς σχεδόν όλοι.
( Ο Τσέλιος αφιερώνει το σημερινό κείμενο στον Παντελή που λόγω κρίσης ξενυτευτηκε στον Στοκχόλμη αλλά δεν έχασε ούτε την φετινή συνάντηση ....πήρε το πρώτο αεροπλάνο και ήρθε)
ΜΟΣΧΑΡΟΚΕΦΑΛΗ ΣΕ ΦΟΥΡΝΟ ΜΕ ΞΥΛΑ VERSION
Θα χρειαστείς μια μοσχαροκεφαλή -αν είσαι χαμουτζής πας στην Βαρβάκειο και την βρίσκεις με 2,5 ευρώ το κιλό, αν είσαι από αλλού την κάνεις παραγγελία στον χασάπη.
Την καθαρίζεις καλά και στα ανοίγματα βάζεις κομμάτια από γραβιέρα και σκόρδο. Και φυσικά αλατοπίπερο.
Μετά αλείφεις όλο το κεφάλι με το μυστικό μίγμα που αποτελείται από λάδι, λευκό κρασί και μουστάρδα, κόβεις και κάνα δυο πατάτες χοντρές μαζί με 3 κομμάτια καρότου και τα απλώνεις στην λαδόκολλα, τυλίγεις την λαδόκολλα, βάζεις άλλη μια από πάνω, τυλίγεις, τις δένεις με σκοινί για να συγκρατηθούν τα υλικά και μετά τυλίγεις με αλουμινόχαρτο.
Ανάβεις τον φούρνο με ξύλα και μετά από δυο ώρες, αφού έχουν γίνει κάρβουνα, βάζεις το ταψί με την μοσχαροκεφαλή και περιμένεις κάνα οκτάωρο για να γίνει .
Το μυστικό είναι καλό κλείσιμο της λαδόκολλας και του αλουμινόχαρτου, ώστε να παραμένουν τα υγρά μέσα και να βράσει καλά.
Την ίδια διαδικασία ακολουθείς και όταν την φτιάχνεις στον φούρνο της κουζίνας, μόνο που εδώ βάζεις στην αρχή δυνατή φωτιά -στους 250 βαθμούς για 45 λεπτά- και μετά χαμηλώνεις στους 180 βαθμούς και ψήνεις μέχρι να συμπληρωθούν 7,5 ώρες.
Το αποτέλεσμα είναι το ίδιο νόστιμο
σχόλια