Η πρώτη ταινία που θυμάμαι να βλέπω στο σινεμά είναι το Superman III. Είμαι σχεδόν σίγουρος ότι το είδα στον "Δαναό" με τους γονείς μου και θυμάμαι να βγαίνω κατενθουσιασμένος. Όσο για την γενικότερη κινηματογραφική μου παιδεία, αυτή, παραδόξως οφείλεται στο γεγονός ότι ο πατέρας μου ήταν αξιωματικός και ξεκαλοκαιριάζαμε στο θέρετρο των αξιωματικών της Αεροπορίας. Εκεί υπήρχαν δύο θερινοί κινηματογράφοι, ένας για τους ενήλικες κι ένας για τα παδιά. Ο παιδικός, εκτός από Ντίσνεϊ - καρτούν, αλλά και ταινίες όπως το "Μάγισσες και σκουπόξυλα" - έπαιζε και κωμωδίες τύπου Λουί Ντε Φυνές, Μπαντ Σπένσερ και Τέρενς Χιλ, ενώ καμιά φορά γίνονταν και λάθη.
Φαντάζομαι από άγνοια κάποιος προγραμμάτισε στο παιδικό σινεμά τον Υπναρά του Γούντι Άλεν, μια ταινία με περισσότερα σεξουαλικά αστεία από όσα μπορεί να αντέξει ένα παιδί. Αυτό που με γοήτευε, φυσικά, ήταν να τρυπώνω στο σινεμά των ενηλίκων και να βλέπω τις "ακατάλληλες ταινίες". Έχω δει το "Κάποτε στην Αμερική" κρυμμένος σε κάτι θάμνους, με τον φόβο μήπως με τσακώσει κανένας ταλαίπωρος σμηνίτης, επιφορτισμένος με το ρόλο του χωροφύλακα. Σ' αυτήν την αίθουσα έχω δει δώδεκα φορές το "Να ζει κανείς ή να μη ζει" του Μελ Μπρουκς, το οποίο, ως εκ τούτου θα είχε θέση σ' αυτήν την λίστα.
Ως άνθρωπος που έχει δουλέψει στα περιοδικά, έχω μάθει να παίρνω τις λίστες πολύ στα σοβαρά. Αναγκάστηκα να αφήσω απέξω ταινίες που λατρεύω όπως το Groundhog Day, το A Bout de Souffle, το Vertigo, το Out of the Past, το Royal Tennenbaums, το Godfather Part 2, το A Night at the Opera, το Indiana Jones and the Raiders of the Lost Ark και το An American Werewolf in London. Και μπορεί να θεωρώ ότι π.χ. το Synecdoche, NY είναι η καλύτερη ταινία των τελευταίων ετών και ίσως η πιο φιλόδοξη ταινία που έχει γυριστεί ποτέ, αλλά δεν αντέχω να την ξαναδώ. Ενώ στην λίστα μου έβαλα τις ταινίες που μπορώ να δω ανά πάσα στιγμή.
H σειρά είναι τυχαία - εκτός από το πρώτο και το τελευταίο.
La Dolce Vita (1960) του Federico Fellini
Δεν το φανταζόμουν ποτέ, αλλά την έχω ζήσει αυτήν την ταινία - σε μικρότερή κλίμακα, τηρουμένων των αναλογιών, αλλά αυτό που ζει ο Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, που περιφέρεται από τα στέκια της Βία Βένετο στα πλουσιόσπιτα και από τα κλαμπ της Ρώμης σε ένα όποιο χωριό για να επιστρέψει να συναντήσει μια ντίβα. Όσοι βρέθηκαν στα περιοδικά τα τελευταία 15 χρόνια, έχουν ζήσει τέτοιες καταστάσεις, έχουν τσαλαβουτήσει στα νερά της αναλογικής Φοντάνα Ντι Τρέβι με την αντίστοιχη φιλοξενούμενη Ανίτα Έκμπεργκ κι έχουν μεθύσει από την συμμετοχή τους σ' αυτό το ατελείωτο πάρτι. Μόνο που τώρα που το πάρτι τελείωσε, έχουν μείνει με ένα βιβλικό κήτος να πεθαίνει στα χέρια τους. Στα χέρια μας, δηλαδή.
Hannah & her Sisters (1986) του Woody Allen
Αυτή η ταινία ουσιαστικά εδώ εκπροσωπεί όλες τις ταινίες του Γούντι Άλεν. Θα μπορούσα να κάνω μια δεκάδα με τις απολύτως αγαπημένες μου ταινίες που να περιλαμβάνει μόνο δικές του. Διάλεξα αυτήν γιατί θεωρώ ότι περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία του σινεμά του Γούντι, τουλάχιστον όπως εξελίχθηκε από το "Annie Hall" και μετά. Συνδυάζει το ερωτικό δράμα με την κωμωδία, τον ειλικρινή προβληματισμό για την καλοσύνη των ανθρώπων, τους ήρωες που παλεύουν με τις νευρώσεις τους, ένα ονειρεμένο καστ, καταπληκτικό σάουντρακ με τζαζ του '40, τον ίδιο τον Γούντι ως κωμική νότα και φυσικά την Νέα Υόρκη (υπέροχα φωτογραφημένη από τον Κάρλο Ντι Πάλμα). Και αρχίζει με τον καλύτερο τρόπο που μπορεί να αρχίσει ποτέ ταινία. Με ένα πλάνο της ανεπιτήδευτα όμορφης Μπάρμπαρα Χέρσι και την φωνή του Μάικλ Κέιν να περιγράφει: "God, She is beautiful". (Yes, she is).
The Apartment (1960) του Billy Wilder
Η ταινία είναι μια ερωτική ιστορία, είναι όμως και το έπος της πάλης ενός κατά βάση καλού ανθρώπου (ο οποίος δηλητηριάζεται από τον κυνισμό των γύρω του), με ένα σύστημα που ο ίδιος εξέθρεψε: το κτίριο γραφείων, με τα απρόσωπα κουτιά/γραφεία θα έπρεπε να είναι ο τέταρτος πρωταγωνιστής της ταινίας μετά την Σίρλεϊ Μακ Λέιν (πιο σέξυ από ποτέ), τον Τζακ Λέμον και τον Φρεντ Μακ Μάρεϊ. Η καλύτερη ρομαντική κομεντί που έχει γυριστεί ποτέ, μαζί με το Αnnie Hall του Γούντι Άλεν και την επόμενη ταινία της λίστας μου.
When Harry met Sally (1989) του Rob Reiner
Θα το θέσω ως εξής: η σκηνή του οργασμού είναι για μένα η πιο αδιάφορη στιγμή της ταινίας, ένα εύκολο αστειάκι σε ένα σενάριο γεμάτο ζουμερούς διαλόγους, ερμηνευμένους πειστικά από ηθοποιούς που υποδύονται κανονικούς ανθρώπους και μοιάζουν με κανονικούς ανθρώπους. Όλες οι ρομαντικές κομεντί των τελευταίων εικοσιδύο ετών - ΟΛΕΣ - πατάνε πάνω σ' αυτήν την ταινία (καμία όμως δεν έχει απαντήσει πειστικά στο δίλημμα "φιλία-ερωτική έλξη". Βέβαια σήμερα δεν θα έδινε κανένα στούντιο πρωταγωνιστικούς ρόλους σε τέτοια πρόσωπα. Θα γέμιζε το σενάριο σκατολογικά κωμικά ιντερλούδια, θα έκανε τους χαρακτήρες καρτούν και θα έβαζε πρωταγωνιστές με προδιαγραφές μοντέλων.
Rear Window (1954) του Alfred Hitchcok
Σχεδόν νιώθεις τον ιδρώτα να κυλά από τον σβέρκο στον κόκκυγα του Τζέιμς Στιούαρτ, μέσα από τις πυτζάμες του κι αυτό είναι το πρώτο βήμα για να δικαιολογήσεις ό,τι κάνει: που παίζει τον δύσκολο στην Γκρέις Κέλι, που θάβει τους ανταγωνιστές του φωτογράφους στο περιοδικό για το οποίο δουλεύει, που παρακολουθεί σαν ηδονοβλεψίας τις ζωές των γειτόνων του στην απέναντι πολυκατοικία, που ανακατεύεται σε ζητήματα που δεν τον αφορούν. Η ταινία είναι ένα καταπληκτικό σχόλιο για την πράξη και την παρατήρηση, την συνάφεια ανάμεσα σ' αυτά τα δύο, αλλά και τους περιορισμούς τους, καθώς ο καθηλωμένος φωτογράφος αναγκάζεται να μηχανευτεί τρόπους για να μπει στο σπίτι του ύποπτου, είναι επίσης ένα καταπληκτικό σχόλιο για την κοινωνία του θεάματος - ο Στιούαρτ χαζεύει από τα παράθυρα τους γείτονές του με τον τρόπο που κάποιος σήμερα κάνει zapping από το ένα κανάλι στο άλλο. Αλλά, βέβαια, ο Χίτσκοκ δεν ενδιαφερόταν γι' αυτά. Τον ενδιέφερε μόνο να πει μια καλή ιστορία.
It's a wonderful life (1946) του Frank Capra
Αυτή η ταινία έχει στον οργανισμό την ίδια επίδραση που έχει ένα φλυτζάνι ζεστή σοκολάτα που κυλά στον οισοφάγο. Είναι απολύτως καταπραϋντική, είναι φτιαγμένη για να μαλακώσει το μέσα του θεατή. Το ενδιαφέρον είναι ότι, όταν κυκλοφόρησε, ο θεατής αδιαφόρησε. Η ταινία ήταν παταγώδης αποτυχία, ο Κάπρα καταστράφηκε οικονομικά, η εταιρία παραγωγής του έκλεισε και η ταινία έμεινε μετέωρη, με τα δικαιώματα εκμετάλλευτα. Μέχρι που η εισβολή της καλωδιακής τηλεόρασης στα αμερικανικά νοικοκυριά και η αύξηση των καναλιών, έκαναν επιτακτική ανάγκη την αύξηση των ταινιών που μεταδίδονται. Κάπως έτσι προσγειώθηκε η ταινία, ανάμεσα σε άλλες ταινίες, για να γίνει, από την γενιά που την ανακάλυψε τότε, στα '70s, ένα συνώνυμο της χριστουγεννιάτικης περιόδου. Όχι μόνο δεν γίνονται γιορτές χωρίς αυτήν, αλλά για όσο διαρκεί, κάνει θαύματα: κάνει τους θεατές να πιστεύουν στον Χριστό, στον Θεό, στους γκαφατζήδες αγγέλους και στην δύναμη μιας αλληλέγγυας κοινότητας. Δεν ξέρω ποιο από αυτά είναι πιο βαρύ. .
Caro Diario (1993) του Nanni Moretti
"Το όνειρό μου ήταν πάντοτε να ξέρω να χορεύω", λέει ο Μορέτι, γυρίζοντας στην καλοκαιρινή Ρώμη με την βέσπα του, λίγο πριν συναντήσει στην τύχη την Τζένιφερ Μπιλς κι αρχίσει να της μιλάει για το flashdance.
Μια που το λέει και μία που παίρνει τον θεατή από το χέρι και αρχίζει να χορεύει μαζί του, σε μια ταινία που αλλάζει καμιά δεκαριά ρυθμούς στην διάρκειά της, εκεί που νομίζεις ότι έχεις βρει τον ρυθμό της, εκεί αλλάζει: ξεκινά από αυτήν την ακαταμάχητη περιπλάνηση στους δρόμους της πόλης, με τον ήλιο να λούζει τα πάντα στην οθόνη και καταλήγει σε εξεταστήρια και προθαλάμους ιατρείων, μέσα σε κλίμα ζόφου, χωρίς να χάσει ίχνος από την ελαφράδα της. Υπάρχουν ταινίες (ή γενικά, έργα τέχνης) που μιλούν για τα σημαντικά ζητήματα της ζωής και ταινίες (ή έργα τέχνης) που μιλούν για τα μικρά, την καθημερινότητα. Ο Μορέτι λέει ότι κάνει το δεύτερο, αλλά στην ουσία κάνει το πρώτο. Μέσα από μικρά επεισόδια, αστείους διαλόγους, παρατηρήσεις για την ζωή και τους ανθρώπους, καταπιάνεται με τα σημαντικότερα ζητήματα: την υγεία, την φύση, την ανθρώπινη επικοινωνία, τον τρόπο που συνυπάρχουμε και ναι, τον χορό. Τόσα χρόνια μετά, μού είναι αδύνατον να ακούσω την Αντζελίκ Κιτζό στο Batonga και να μην σκεφτώ έναν τύπο σε μια βέσπα που γυρίζει στην Ρώμη, κατακαλόκαιρο,
αναζητώντας την Τζένιφερ Μπιλς.
Ghost World (2001) του Terry Zwigoff
Είμαι έξαλλος με αυτήν την διαφήμιση μπύρας που ξαναζέστανε το Jaan Pehechaan Ho του Mohammed Rafi,
όχι μόνο γιατί ότι αεροπλανικό μπορεί να κατέβασε το μυαλό του σκηνοθέτη ωχριά μπροστά στην αυθεντική χορογραφία, αλλά κυρίως γιατί αυτό το τραγούδι στο μυαλό μου επιτρέπεται να ακούγεται μόνο στο δωμάτιο της Ίνιντ, από την τηλεόραση της Ίνιντ, με την Ίνιντ να το χορεύει με τις πυτζάμες της, ξεδίνοντας στο τέλος μιας ακόμη βαρετής μικροαστικής μέρας στα προάστια που προκαλούν ασφυξία σε κάθε έφηβη που σέβεται τον εαυτό της. Η Ίνιντ είναι κατά την γνώμη μου η πιο καλογραμμένη λογοτεχνική ηρωίδα που έχω διαβάσει τα τελευταία χρόνια (τι; δεν μετρούν τα κόμικ ως λογοτεχνία; Διαβάστε το Ghost World του Daniel Clawes και τα ξαναλέμε) και η Θόρα Μπερτς της δίνει την σάρκα και τα οστά της γενναιόδωρα - είναι τόσο καλή, που επισκιάζει πλήρως την Σκάρλετ Τζοχάνσον, η οποιά υποδύεται την κολλητή της (και για έναν ορκισμένο θαυμαστή της Σκάρλετ όπως εγώ αυτό σημαίνει πολλά). Η ταινία είναι με διαφορά η καλύτερη κινηματογραφική μεταφορά κόμικ (ακόμη να το διαβάσετε; τι περιμένετε) που έχει υπάρξει ποτέ - και είναι σχεδόν καλύτερη από το κόμικ, γιατί προσθέτει έναν χαρακτήρα: τον Σίμουρ του Στιβ Μπουσέμι, έναν δυσλειτουργικό συλλέκτη δίσκων 78 στροφών, από το γραμμόφωνο του οποίου ακούγεται το στοιχειωτικό Devil Got My Woman του Σκιπ Τζέιμς, ένα μπλουζ που το νιώθεις να έρπει κάτω από το δέρμα σου, πολλή ώρα αφότου το ακούσεις. Σύμφωνα με το Internet Movie Data Base, η ταινία είναι comedy/ drama. Το Imdb ξέρει τι λέει.
The Third Man (1949) του Carol Reed
Ο Τζόζεφ Κότεν, εξέχον μέλος του θιάσου του Όρσον Γουέλς, κυνηγά σκιές στην μεταπολεμική Βιέννη, σε μια κατάμαυρη ταινία - που κάνει κάθε φιλμ νουάρ να ντρέπεται να χρησιμοποιήσει τον όρο - με μουσική υπόκρουση το ζίθερ (έτσι λέγεται; δεν έχω ιδέα) του Άντον Καράς.
Η στιγμή που μέσα από τα σκοτάδια ξεπροβάλλει το φεγγαρίσιο πρόσωπο του Γουέλς παραμένει ανατριχιαστική κάθε φορά που την βλέπει κανείς, ενώ η ταινία θα έπρεπε να διδάσκεται στα σχολεία και μόνο για την θρυλική ατάκα (που φυσικά αυτό το κάθαρμα ο Γουέλς διέδιδε ότι έγραψε ο ίδιος): «Στην Ιταλία είχαν Βοργίες, πολέμους, τρόμο, δολοφονίες κι αιματοχυσίες, άλλα βγήκε ένας Μικελάντζελο, ένας Ντα Βίντσι, η Αναγέννηση. Στην Ελβετία είχαν αδελφική αγάπη, πεντακόσια χρόνια δημοκρατίας και ειρήνης και τι έδωσαν; Το ρολόι με κούκο...»
Τώρα που το σκέφτομαι, νομίζω πως σ' αυτήν την ταινία καταγράφεται ολόκληρη η σύγχρονη ευρωπαϊκή παθογένεια στα σπάργανά της, σε μια Βιέννη κατεστραμμένη από τους βομβαρδισμούς, που περνά από τον Β' Παγκόσμιο στον Ψυχρό Πόλεμο, μοιρασμένη στους τοποτηρητές των χωρών που εξουσίαζαν τον πλανήτη, ένας πόλος έλξης για κάθε τυχοδιώκτη, οπορτουνιστή, μαυραγορίτη από κάθε γωνιά της γης. Το ότι από αυτό το καζάνι ξεβράστηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να είναι τυχαίο.
Jazz on a summer's day (1959) του Bert Stern
Ο Bert Stern ήταν ένας φωτογράφος μόδας, που έγινε για πάντα διάσημος ως "ο τύπος που έβγαλε τις τελευταίες φωτογραφίες της Μέριλιν Μονρό, εκείνες τις σέξυ, που είναι γυμνή και παίζει με κάτι υφάσματα" (φωτογράφιση που αναπαρήγαγε "ειρωνικά" πριν λίγα χρόνια με την Λίντσεϊ Λόχαν στο ρόλο της Μέριλιν, για το περιοδικό New York). Πριν από αυτό, το 1958, και πράσινος από ζήλεια για το "Ορφέο Νέγκρο" του Μαρσέλ Καμί, θέλησε να γυρίσει μια ταινία στο ίδιο στυλ. Μια ερωτική ιστορία, με φόντο - στη θέση του καρναβαλιού του Ρίο - το φεστιβάλ τζαζ του Νιούπορτ. Πήγε λοιπόν στο Νιούπορτ, το οποίο φιλοξενούσε εκτός του φεστιβάλ τζαζ και μια ωραιότατη ρεγκάτα, και άρχισε να τραβάει: ώρες φιλμ από την πόλη, την καλοκαιρινή ατμόσφαιρα, τις συναυλίες, τους αγώνες των ιστιοπλοϊκών, τον κόσμο, το φεστιβαλικό κλίμα, τα πάρτι, τον χορό, τις πρόβες, τις συναυλίες, τον ιδρώτα που στάζει από το μέτωπο του Θελόνιους Μονκ, την Ανίτα Ο Ντέι, φρέσκια από την αποτοξίνωση να βγαίνει στη σκηνή με μαύρο φόρεμα, λευκά γάντια και τεράστιο καπέλο, αντιμέτωπη με τον ντάλα ήλιο και ένα αραιό πλήθος,
τον Φρεντ Κατζ, τσελίστα στο σχήμα του Τσίκο Χάμιλτον, να κάνει εξάσκηση (στην σεκάνς του ιντερλούδιου),
την πυρόξανθη κώμη του Τζέρι Μάλιγκαν, φλογερή όσο το σαξόφωνό του, τον Λούι Άρμστρονγκ και τον Τζακ Τιγκάρντεν να δείχνουν στα πιτσιρίκια πώς παίζεται το άθλημα, την Ντάινα Γουάσινγκτον να στάζει βρόμικο σεξ, την Μαχάλια Τζάκσον σε απευθείας σύνδεση με τον Θεό. Όταν τελικά το project ναυάγησε, ο Στερν έμεινε με όλο αυτό το υλικό στα χέρια, αλλά δεν πτοήθηκε: αντί για ταινία μυθοπλασίας, το μετέτρεψε σε ντοκιμαντέρ - κατά την γνώμη μου το ομορφότερο και πιο γοητευτικό τζαζ ντοκιμαντέρ όλων των εποχών. Όχι μόνο γιατί καταγράφει την χαλαρή ατμόσφαιρα ενός θερέτρου σε γιορτή, όχι μόνο γιατί δείχνει την τζαζ ως ένα μουσικό είδος που κάνει τους ανθρώπους να διασκεδάζουν, όχι μόνο γιατί πιάνει μερικές από τις σημαντικότερες μορφές της τζαζ σε ένθεη μανία - αλλά κυρίως γιατί είναι στοιχειωμένη με το φάντασμα αυτής της ερωτικής ιστορίας που δεν την βλέπεις, αλλά ξέρεις ότι εξελίσσεται εκτός πλάνου.
σχόλια