Ο τελευταίος Σάχης του Ιράν, Μωχάμμαντ Ρεζά Παχλαβί παρόλο που ανήλθε στην εξουσία το 1941, στέφθηκε επισήμως μονάρχης του Ιράν πολύ αργότερα, το 1967.
Είχε διασαφηνίσει πως δεν θα στεφόταν βασιλιάς προτού το Ιράν αρχίσει να εμφανίζει υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης που θα σηματοδοτούσαν την απαρχή της νέας χρυσής εποχής του Ιράν. Μέσω της εκκοσμίκευσης, της ταχείας υλοποίησης μεταρρυθμίσεων και του εκδυτικισμού προσδοκούσε ότι το Ιράν στα τέλη της δεκαετίας του '80 θα είχε εισέλθει στο κλαμπ αναδυόμενων χωρών όπως η Νότιος Κορέα. Ο ίδιος, θεωρούσε ανέντιμο να είναι βασιλιάς ενός φτωχού λαού και παρέτεινε την επίσημη τελετή στέψης μέχρι που το 1967 έκρινε πως το Ιράν είχε ήδη παρουσιάσει αισιόδοξα δείγματα ανάπτυξης. Το 1967, το Ιράν δεν ήταν ακόμη τόσο πλούσιο όσο τα επόμενα χρόνια του πετρελαϊκού μπουμ (1973) αλλά βρισκόταν τουλάχιστον στην ορθή κατεύθυνση καθώς οι μεταρρυθμίσεις εκσυγχρονισμού που είχαν δρομολογηθεί λίγα χρόνια νωρίτερα το 1963 από τη ''Λευκή Επανάσταση'', είχαν αρχίσει να αποδίδουν καρπούς.
Ο διεθνής τύπος κάλυψε εκτενώς τη στέψη στην Τεχεράνη τόσο με εγκωμιαστικά σχόλια και μεταφέροντας την εικόνα ενός σύγχρονου παραμυθιού αλλά τόσο και με υποτιμητικά για τα μέλη της βασιλικής οικογένειας. Αξιωματούχοι της CIA χαρακτήρισαν τον Σάχη ως πολύ ευφυή αλλά επικίνδυνα μεγαλομανή ενώ Αμερικανοί διπλωμάτες ως τρελό.
Η ημέρα της στέψης ορίσθηκε η γενέθλια μέρα του Σάχη, η 26η Οκτωβρίου και ο χώρος τέλεσης της ενθρόνισης τα ιστορικά ανάκτορα του Γκολεστάν στο κέντρο της Τεχεράνης.
Για πρώτη φορά στα χρονικά των 2.500 χρόνων ιρανικής μοναρχίας, η σύζυγος ενός ιρανού μονάρχη θα στεφόταν επισήμως ''Αυτοκράτειρα'' (Σαχμπανού). Σε μια προσπάθεια προώθησης της ισότητας των δύο φύλων που ξεκίνησε με τις αρχές της ''Λευκής Επανάστασης'' και της υιοθέτησης του ελβετικού αστικού κώδικα, οι Ιρανές είχαν δικαίωμα και στο στέμμα. Αυτομάτως, η Φαράχ Παχλαβί ως Αυτοκράτειρα οριζόταν δεύτερο πρόσωπο στην ιεραρχία μετά τον Σάχη και η επικρατέστερη στην διαδοχή εφόσον ο πρίγκιπας διάδοχος ήταν ανήλικος.
Ακριβώς επειδή η Φαράχ Παχλαβί ήταν η πρώτη και όπως απέδειξε η ιστορία με την ανατροπή της μοναρχίας το 1979 από την Ισλαμική Επανάσταση η τελευταία Αυτοκράτειρα του Ιράν, στέμμα, ενδυμασία, βασιλική κάπα και πρωτόκολλο έπρεπε να επινοηθούν και να δημιουργηθούν εξ' αρχής. Εφόσον δεν υπήρχαν γκραβούρες, ζωγραφιές ή φωτογραφικό υλικό με πρωταγωνίστριες ιρανές βασίλισσες, οι συντελεστές του εγχειρήματος προσπάθησαν να συνδυάσουν το ιρανικό στοιχείο με τη θηλυκότητα και τη μεγαλοπρέπεια.
Τα σεντούκια του κρατικού θησαυροφυλακίου ήταν γεμάτα από πολύτιμους λίθους αλλά η εξαγωγή τους από τη χώρα απαγορευόταν. Επομένως, ο οίκος Βαν Κλιφ Αρπέλς με τον ίδιο τον Πιέρ Αρπέλς και την ομάδα του εγκαταστάθηκαν στην Τεχεράνη για να δημιουργήσουν το στέμμα ενώ ο Μαρκ Μποάν του οίκου Ντιόρ ανέλαβε το ράψιμο του λευκού φορέματος και της βασιλικής κάπας. Φόρεμα και κάπα ράφτηκαν στη Λέσχη Αξιωματικών της Τεχεράνης, ο μοναδικός χώρος σε ολόκληρη την πρωτεύουσα που διέθετε τόσο μεγάλα τραπέζια για να απλώσουν την ουρά και να τη δουλέψουν. Κάπου τριάντα ιρανές μοδίστρες και δύο Ελβετίδες επιστρατεύθηκαν για να δουλέψουν υπό τις οδηγίες του Μποάν.
Η τελετή ξεκίνησε με τον Ιμάμη της Παρασκευής να απαγγέλει την καθιερωμένη προσευχή και ακολούθως ο Σάχης να φιλάει το Κοράνι. Στη συνέχεια, ο Σάχης φόρεσε τον βασιλικό μανδύα, το βασιλικό ξίφος, κράτησε το σκήπτρο και τελικά έστεψε τον εαυτό του με το στέμμα των Παχλαβί. Η σύζυγός του Φαράχ Παχλαβί έλαβε θέση μπροστά του και έξι κοπέλες με δύο κύριες επί των τιμών της φόρεσαν τη βασιλική κάπα.
Με γονυκλισία, στέφθηκε από τον Σάχη. Η ενθρόνιση ολοκληρώθηκε με τον λόγο του Σάχη να ευχαριστεί τον Θεό και τους Ιρανούς για τη μοναδική αυτή στιγμή και υποσχόμενος ότι το Ιράν θα αγγίξει το ίδιο επίπεδο ευημερίας των αναπτυγμένων χωρών, αναβιώνοντας τον αρχαίο και πλούσιο πολιτισμό του.
Στην τελετή δεν είχαν προσκληθεί ξένοι μονάρχες και αρχηγοί κρατών με μοναδική εξαίρεση τον Αγά Χαν των Ισμαηλιτών και τη σύζυγό του Μπεγκούμ Ομ Χαμπιμπέχ. Παρευρέθηκαν μέλη της ιρανικής αριστοκρατίας και οι ξένοι πρεσβευτές.
Στο τέλος, δύο βασιλικές άμαξες, η μία με τον εφτάχρονο πρίγκιπα διάδοχο Ρεζά και η άλλη με το αυτοκρατορικό ζεύγος, διέσχισαν τη διαδρομή της επιστροφής από τα ανάκτορα του Γκολεστάν στο Μαρμάρινο Παλάτι ενώ αεροσκάφη της ιρανικής πολεμικής αεροπορίας έραιναν την Τεχεράνη με δεκαοχτώ χιλιάδες τριαντάφυλλα.
Ο διεθνής τύπος κάλυψε εκτενώς τη στέψη στην Τεχεράνη τόσο με εγκωμιαστικά σχόλια και μεταφέροντας την εικόνα ενός σύγχρονου παραμυθιού αλλά τόσο και με υποτιμητικά για τα μέλη της βασιλικής οικογένειας. Αξιωματούχοι της CIA χαρακτήρισαν τον Σάχη ως πολύ ευφυή αλλά επικίνδυνα μεγαλομανή ενώ Αμερικανοί διπλωμάτες ως τρελό.
Η δυναστεία των Παχλαβί που ήταν το πλουσιότερο και ισχυρότερο καθεστώς της Μέσης Ανατολής ανατράπηκε από την Ισλαμική Επανάσταση του 1979.
Ποικίλοι λόγοι προκάλεσαν την έκρηξη κατά της μοναρχίας που πυροδότησε μια σειρά εξελίξεων στην ευρύτερη περιοχή, κλονίζοντας τις ισορροπίες του ψυχροπολεμικού κλίματος σε μια περιφέρεια με εδάφη πλούσια σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Η Ισλαμική Επανάσταση που εγκαθίδρυσε ένα θεοκρατικό καθεστώς στη Μέση Ανατολή, διαμόρφωσε μια διαφορετική πραγματικότητα και ανέτρεψε τον τρόπο που ακτινογραφούμε το Ιράν, την Ανατολή και το Ισλάμ.
Ενδογενείς και εξωγενείς παράγοντες συμπαρέσυραν σαν ντόμινο τους πυλώνες του καθεστώτος Παχλαβί αναγκάζοντας τα στελέχη του να στέλνουν εμβάσματα εκατομμυρίων στο εξωτερικό και να φυγαδεύονται από τη χώρα προκειμένου να γλυτώσουν από το μένος των επαναστατών. Όσοι δεν κατέφυγαν στην εξορία, δεν απέφυγαν το εκτελεστικό απόσπασμα.
Το καθεστώς κατέρρευσε εκ των έσω όταν υψηλόβαθμα στελέχη σε πολύ σημαντικές θέσεις - κλειδιά εξανέμισαν την πίστη τους στον Σάχη. Άλλωστε η προδοσία των σατραπών αποτελεί αναπόσπαστο ιδίωμα της μακρόχρονης, ιρανικής ιστορίας. Όπως ο σατράπης Βήσσος φυγάδευσε τον βασιλιά Δαρείο στην Αραχωσία (σημερινό Αφγανιστάν) για να τον διασώσει από τον Μέγα Αλέξανδρο, στη συνέχεια τον πρόδωσε ζητώντας λύτρα από τον έλληνα στρατηλάτη για να του τον παραδώσει και τελικά τον έσφαξε, κάπως έτσι ο τελευταίος Σάχης του Ιράν προδόθηκε από τον επιστήθιο φίλο του Χουσεΐν Φαρντούστ. Οι δύο άντρες γνωρίζονταν από τα παιδικά τους χρόνια. Ήταν συμμαθητές στο δημοτικό και κάθονταν στο ίδιο θρανίο. Ο Χουσεΐν ήταν καλύτερος μαθητής από τον διάδοχο και ο βασιλιάς Ρεζά Χαν του ζήτησε μετά το σχολείο να έρχεται στο παλάτι και να μελετούν παρέα. Η φιλία διατηρήθηκε και όταν οι δύο άντρες φοίτησαν στη Στρατιωτική Ακαδημία της Τεχεράνης ενώ αργότερα ο Σάχης διόρισε αναπληρωματικό αρχηγό των μυστικών υπηρεσιών της SAVAK, τον Φαρντούστ. Στρατηγοί όπως ο Φαρντούστ και ο Αμπάς Γκαραμπαγκί δεν είχαν την τύχη των συναδέλφων τους που καταδικάστηκαν από τα επαναστατικά δικαστήρια και εκτελέστηκαν αλλά παρέμειναν ανενόχλητοι στο Ιράν. Ο Φαρντούστ μεταπήδησε ομαλά στο ισλαμικό καθεστώς, συγκρότησε τις νέες μυστικές υπηρεσίες των μουλάδων και έγραψε πολλά βιβλία που ξετυλίγουν τη στενή συνεργασία των Παχλαβί με το κράτος του Ισραήλ και τη Μοσάντ. Εικάζεται πως αξιωματούχοι όπως ο Φαρντούστ παρέδωσαν σημαντικές πληροφορίες στους επαναστάτες ώστε να επιταχυνθεί η κατάρρευση της μοναρχίας.
Συγχρόνως, ο μαζικός χαρακτήρας των διαδηλώσεων που παρέλυσαν την Τεχεράνη και τα υπόλοιπα αστικά κέντρα συντάραξε τη μοναρχία. Ο στρατιωτικός νόμος απαγόρευσης της κυκλοφορίας δεν έκαμψε την αποφασιστικότητα των διαδηλωτών και αργότερα ο στρατός αρνήθηκε να ανοίξει πυρ εναντίον τους. Πολλές φωτογραφίες της περιόδου εκείνης εικονίζουν τους διαδηλωτές να αγκαλιάζονται με τους στρατιώτες και να βάζουν γαρύφαλλα στο πέτο τους.
Οι γενικές απεργίες νέκρωσαν κάθε δραστηριότητα με αποτέλεσμα να μην εξάγεται ούτε ένα βαρέλι πετρελαίου από το διυλιστήριο του Αμπαντάν στον Περσικό Κόλπο. Η ηλεκτροδότηση, η προμήθεια βενζίνης και τροφίμων κατέστη εξαιρετικά δύσκολη για τον πληθυσμό, φουντώνοντας την οργή του. Ωστόσο, η οργή προϋπήρχε λόγω της άνισης κατανομής του πλούτου, της διαφθοράς, αυθαιρεσίας και καταπίεσης που ασκούσαν οι μυστικές υπηρεσίες της SAVAK. Παράλληλα, ξένες εταιρείες και αλλοδαποί κάτοικοι άρχισαν να εγκαταλείπουν το Ιράν λόγω της πολιτικής αστάθειας. Στην Τεχεράνη, μέσα σε μια βραδιά κάηκαν τετρακόσια υποκαταστήματα τραπεζών ενώ τις επόμενες μέρες, φανατικοί ισλαμιστές προκάλεσαν δολιοφθορές σε κινηματογράφους, πρακτορεία ξένων αεροπορικών εταιρειών, αποθήκες και λοιπές εγκαταστάσεις της BMW και Mercedes - Benz και εστιατόρια με ξένη επωνυμία.
Εξίσου ανατρεπτικά λειτούργησε και μια βασική ανωμαλία της πολιτικής των Παχλαβί. Η οικονομική άνθηση δε συνοδεύθηκε από πολιτικό εκσυγχρονισμό. Αναπόφευκτα προέκυψε μια μεσαία αστική τάξη που απολάμβανε βιοτικό επίπεδο αντίστοιχο των δυτικών κοινωνιών και έστελνε τα παιδιά της για σπουδές σε πανεπιστήμια της Δύσης. Οι πολιτικές ελευθερίες και η δημοκρατία των δυτικών κοινωνιών διήγειρε ελκυστικά τους Ιρανούς των μεσαίων στρωμάτων, οι οποίοι κατήγγειλαν απερίφραστα το μονοπώλιο στην εξουσία, την ανελευθερία του λόγου και τις συλλήψεις αντιφρονούντων. Οι άνθρωποι αυτοί συμπαρατάχθηκαν με τις συντηρητικές τάξεις των μουλάδων και κατέβηκαν στους δρόμους ζητώντας την έξωση της μοναρχίας. Το συνονθύλευμα των ιρανών επαναστατών υπήρξε εξαιρετικά ετερόκλητο εφόσον οι ισλαμιστές ζητούσαν επιστροφή στις αξίες του Κορανίου και την εγκαθίδρυση ενός θεοκρατικού καθεστώτος ενώ οι μορφωμένοι αστοί εμφορούμενοι από τις αρχές του ευρωπαϊκού διαφωτισμού καλούσαν σε περισσότερες ελευθερίες. Κοινή απαίτηση όλων, να πέσει ο Σάχης.
Στους εξωγενείς παράγοντες, βασική απώλεια υπήρξε η διαδοχή στο προεδρικό αξίωμα των ΗΠΑ του Τζίμυ Κάρτερ, ο οποίος σε αντίθεση με τον Ρίτσαρντ Νίξον εκδήλωσε από την πρώτη στιγμή την αντιπάθειά του προς τον Σάχη προμηνύοντας την αλλαγή πλεύσης της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Συγχρόνως, η καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Ιράν και η ανελέητη εκδίωξη των ιρανών αριστερών είχαν ευαισθητοποιήσει τις διεθνείς οργανώσεις, τους διανοούμενους όπως τον Ζαν Πωλ Σαρτρ και τους καλλιτέχνες όπως την Πάτι Σμιθ που εκστράτευσαν δημοσίως κατά της ιρανικής μοναρχίας, ζημιώνοντας την εικόνα της στη διεθνή κοινή γνώμη.
Θέλω να καταλήξω στο συμπέρασμα πως οι Παχλαβί παρά τον πλούτο και την ισχύ που ενσάρκωναν δεν κατάφεραν να απαλλαγούν από την αναμενόμενη απόληξη που έχουν οι περισσότερες των δικτατοριών. Όπως συμβαίνει στην περίπτωση των περισσοτέρων προσωποπαγών και αυταρχικών καθεστώτων που δεν διαθέτουν λαϊκό έρεισμα αλλά στηρίζονται στις στενές πελατειακές σχέσεις με τους αυλοκόλακες, όταν οι παρατρεχάμενοι καταστρατηγήσουν τις σχέσεις εμπιστοσύνης, το συνολικό οικοδόμημα καταρρέει. Στον αντίποδα αυτού, εξαίρεση υπήρξε η απόφαση του οθωμανού σουλτάνου Μαχμούτ Β' να κάψει ζωντανούς στους στρατώνες τους, τους γενίτσαρους το 1826 και οι μετέπειτα μεταρρυθμίσεις του Τανζιμάτ (1839) που παρέτειναν τη βιωσιμότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για περίπου έναν ακόμη αιώνα.
Παρά τη μεγαλοπρεπή τελετή στέψης, οι Παχλαβί δεν αποδείχθηκαν αρραγείς μονάρχες.
Η προφητική απορία της αυτοκράτειρας Φαράχ απαντήθηκε από την ίδια την ιστορία. Όταν το 1965 βρίσκονταν για επίσημη επίσκεψη στην ΕΣΣΔ και οι Σοβιετικοί με πολύ προκλητικό τρόπο τους ξεναγούσαν στα ανάκτορα του Τσάρου, αναρωτήθηκε ''Αν κάποια μέρα μας διώξουν και μας από το Ιράν, θα δείχνουν κατ' αυτόν τον τρόπο τα υπνοδωμάτια και τα λουτρά μας'';
Όλα τα παλάτια του Σάχη, γινήκανε μουσεία...
σχόλια