Η εβδομάδα που πέρασε σημαδεύτηκε από τις αγροτικές κινητοποιήσεις –ιδιαίτερα δυναμικές, μολονότι απούσες τα προηγούμενα «πέτρινα» χρόνια, δίκαιες εν πολλοίς, παρά το θολό ιδεολογικό τους πρόσημο και τις «brutal» πρακτικές τους–, από τον χαμό τριών νέων αξιωματικών στο Αιγαίο όταν το προβληματικό(;) ελικόπτερό τους συνετρίβη στη νήσο Κίναρο αλλά και από την εξελισσόμενη «μάχη των ΜΜΕ». Στο, δε, κλείσιμό της ήρθε κι έδεσε ο απαράδεκτος τραμπουκισμός έγχρωμου επιβάτη από σεκιουριτά στον Ηλεκτρικό, που έκανε τον γύρο του Διαδικτύου προτού «κατέβει» αυθημερόν, χάρη σε εκείνες τις εξόφθαλμα επιλεκτικές και πολλαπλών ταχυτήτων κρίσεις ευαισθησίας που πιάνουν συχνά-πυκνά τους διαδικτυακούς μας κήνσορες, από τα κοινωνικά δίκτυα μέχρι την αυτοκρατορία της Google (από κοντά και οι υπηρεσίες Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος).
Υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής που συνδέει τα τρία τελευταία γεγονότα κι έχει, θαρρώ, την ίδια ζωτική σημασία με το ύψος των εισφορών, τα συντάξιμα χρόνια, τις αμφιλεγόμενες μεταρρυθμίσεις και τις ανερμάτιστες μνημονιακές αξιώσεις – δεν αφορά, άλλωστε, μόνο την Ελλάδα. Είναι η ελευθερία του λόγου και τα όριά της σε μια εποχή κατά την οποία υποτίθεται ότι μπορούμε να εκφραζόμαστε πιο ελεύθερα από ποτέ. Ελευθερία που ξαναδοκιμάζεται τον τελευταίο μήνα, μετά το κατέβασμα της Ισορροπίας του Νας στο Εθνικό.
Είναι κοινή πεποίθηση πως οι «προύχοντες» του Διαδικτύου κι οι χωροφύλακές του δεν χάνουν ευκαιρία να λογοκρίνουν ή και να διώκουν ποινικά «αιρετικές» αναρτήσεις (από τον «γέροντα Παστίτσιο» μέχρι τη Wikileaks). Αντίθετα, ρατσιστικοί, σεξιστικοί κ.λπ. ακροδεξιοί εμετοί, ακόμα κι επώνυμοι, αντιμετωπίζονται συνήθως με μεγαλύτερη επιείκεια και «κατεβαίνουν» δυσκολότερα – άσε το «ψαλίδι» που κραδαίνει μια επελαύνουσα υποκριτική σεμνοτυφία σε mood δεκαετίας του '50.
Στην πρώτη περίπτωση, εκτός από τις συνθήκες του τραγικού δυστυχήματος, την κοινή γνώμη απασχόλησε και η δίωξη που αυτεπάγγελτα άσκησε η Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος σε ιδιώτη χρήστη του f/b (χώρια οι διαδικτυακές απειλές που τη συνόδευσαν) επειδή προσέβαλε, υποτίθεται, τη μνήμη των νεκρών. Τι φοβερό εκστόμισε; Χοντρικά, ότι οι τρεις στρατιωτικοί ήταν «επαγγελματίες δολοφόνοι, εκπαιδευμένοι να σκοτώνουν κατ' εντολή» και άρα «σιγά την απώλεια», αφού δεν ήταν καν τίποτα σπουδαίοι άνθρωποι του πνεύματος. Μπορεί να έχει κανείς όσες ενστάσεις θέλει στην παραπάνω διατύπωση, δυσκολεύομαι όμως να δω πώς ο συγγραφέας της «σκυλεύει» τους νεκρούς, εφόσον δεν επικρίνει τα πρόσωπα καθαυτά αλλά την ιδιότητά τους – δεν είναι, άραγε, προσβολή η αναγόρευσή τους σε «ήρωες» από το υπουργείο Άμυνας όταν χάθηκαν σε άσκηση ρουτίνας, σε καιρό ειρήνης και, πιθανότατα, απλώς εξαιτίας ενός πλημμελώς συντηρημένου ελικοπτέρου; Και πώς γίνεται να κινείται εναντίον του αστραπιαία μια Δικαιοσύνη που σε άλλες, σοβαρότερες υποθέσεις –που όμως δεν θίγουν τα όσια και ιερά του έθνους– ξεκουνιέται με τα χίλια ζόρια; Αφού, πάλι, έγινε ξαφνικά τόσο ευαίσθητη, δεν θα όφειλε αντίστοιχα να κινηθεί και εναντίον όσων απείλησαν διαδικτυακά μέχρι και τη ζωή του «δράστη», παρεμβαίνοντας για να κατέβουν αντίστοιχα τα δικά τους προφίλ;
Είναι κοινή πεποίθηση πως οι «προύχοντες» του Διαδικτύου κι οι χωροφύλακές του δεν χάνουν ευκαιρία να λογοκρίνουν ή και να διώκουν ποινικά «αιρετικές» αναρτήσεις (από τον «γέροντα Παστίτσιο» μέχρι τη Wikileaks). Αντίθετα, ρατσιστικοί, σεξιστικοί κ.λπ. ακροδεξιοί εμετοί, ακόμα κι επώνυμοι, αντιμετωπίζονται συνήθως με μεγαλύτερη επιείκεια και «κατεβαίνουν» δυσκολότερα – άσε το «ψαλίδι» που κραδαίνει μια επελαύνουσα υποκριτική σεμνοτυφία σε mood δεκαετίας του '50. Ευδαίμων φουτουρισμός στην τεχνολογία, φλερτ με τον Μεσαίωνα στα μυαλά – η ζυγαριά τους τείνει να γέρνει μονόπαντα, κάτι εμφανές και στην ταχύτητα με την οποία κατέβασε το YouΤube το βιντεάκι που έδειχνε σεκιουριτά ιδιωτικής εταιρείας φύλαξης να επιχειρεί να πετάξει έξω αναίτια και φυσικά παράνομα από (μισοάδειο, κιόλα) βαγόνι του Ηλεκτρικού Αφρικανό επιβάτη, γιατί δήθεν εμπόδιζε η βαλίτσα του. Το επεισόδιο κατέγραψε στο κινητό της νεαρή επιβάτιδα που παρενέβη –και μπράβο της κοπέλας, γιατί η απάθεια του «εγώ κοιτάω τη δουλειά μου» είναι που στηρίζει ρατσισμούς και διακρίσεις–, υποχρεώνοντας τον θρασύ παπάρα να μαζευτεί. Το βίντεο έγινε viral, δημιουργήθηκε θέμα, η ΣΤΑΣΥ καταδίκασε δημόσια, αξιοσημείωτο είναι όμως ότι το YouΤube «κατέβασε» τη μαρτυρία σχεδόν αυθημερόν, επειδή τάχα «παραβίασε τους κανόνες για την παρενόχληση και το bullying» (το βρίσκεις ανεβασμένο αλλού, «Λερναία Ύδρα», ευτυχώς, είναι και η αντιπληροφόρηση!), σε μια οργουελιανή αντιστροφή της πραγματικότητας και χωρίς καν να έχει προλάβει να υπάρξει (θα ήταν χρονικά απίθανο) καταγγελία του «θιγόμενου, εκτός πια και παρενέβη το υπουργείο Συγκοινωνιών. Όμως και πάλι, ποιος και με ποια κριτήρια ορίζει τι «πρέπει» να υπάρχει online και τι όχι;
Όταν η λογοκρισία και η καταστολή δίνουν συστηματικά το «παρών» στο Διαδίκτυο, που καμώνεται την αμεσότερη, πιο πολυφωνική και αδέσμευτη μορφή επικοινωνίας, πόσο πλουραλισμό και καλές προθέσεις να περιμένει κανείς είτε από διαπλεκόμενους ολιγάρχες είτε από υποψήφια φερέφωνα της εκάστοτε εξουσίας; Το επίμαχο νομοσχέδιο για τα ΜΜΕ θα είναι μπουρμπούτσαλα αν δεν διασφαλίσει στοιχειωδώς τη δημοκρατία της πληροφορίας. Όσοι πάλι, άξαφνα, τρέμουν το «αόρατο χέρι της αγοράς» που μέχρι χθες ευλαβικά φιλούσαν, μήπως να πρόσεχαν;
σχόλια