Βγαίνοντας από το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, από την παράσταση Όταν έχω εσένα του Σταμάτη Κραουνάκη με τη Σπείρα - Σπείρα, μπήκα κατ' ευθείαν σε ταξί. Η πρώτη κουβέντα που μου είπε ο ταξιτζής, Ελληνορώσος γύρω στα 60, ήταν η εξής: Έλα, ρε άνθρωπε, και την έχω στημένη 40 λεπτά εδώ απ' όξω και δεν μπαίνει άνθρωπος να ανταλλάξουμε δυο λόγια...Παρ' ότι σε γενικές γραμμές δεν είναι και το καλύτερο μου να ανοίγω διάλογο με τους οδηγούς ταξί, ήμουν σε τόσο καλή διάθεση μετά την παράσταση ώστε τελικά ανταποκρίθηκα στο αίτημα του συγκεκριμένου και, πράγματι, πιάσαμε την κουβέντα.
- Τι είδες;
- Κραουνάκη!
- Α, αυτόν τον πάω! Δε χάνω εκπομπή του Στο Κόκκινο! Τα λέει πολύ ωραία!
- Έτσι ωραία μας τά'πε κι απόψε!
- Για πες, για πες...
Και τι να πρωτοέλεγα στον φίλτατο ταρίφα που ήταν και ΣΥΡΙΖΑίος; Διότι, άντε να πέσεις σε κάναν φασίστα ομοφοβικό που μόλις του πεις ότι πέρασες καλά στου Κραουνάκη, δεν θα τό'χει τίποτα να σε κατεβάσει και να σε παρατήσει μεσ' στη μαύρη νύχτα. Τέλος πάντων, μέχρι να με πάει στον προορισμό μου, του διηγήθηκα με πολλές λεπτομέρειες τι ακριβώς είδα:
Κατ' αρχάς για την ομάδα των παιδιών που τό'χουν πάρει εδώ και χρόνια το κολάι και παίζουν, τραγουδούν και χορεύουν σα να βρίσκονται στο σαλόνι του σπιτιού τους. Μεγαλύτερο επικοινωνιακό προσόν απ' αυτό δεν υπάρχει! Δεν θυμάμαι τώρα αν του ανάφερα και ονόματα ερμηνευτών που ξεχώρισα, σαν του συγκλονιστικού Κώστα Μπουγιώτη και του ορίτζιναλ θεατράνθρωπου Γιώργου Στιβανάκη. Ο μεν Μπουγιώτης είναι ένας τέλειος τραγουδιστής, ο δε Στιβανάκης φαίνεται να συνεχίζει την παράδοση των παλιών μεγάλων της επιθεώρησης - μια παράδοση που τείνει να αφανιστεί μεσ' στον τηλεοπτικό υποκριτικό ορυμαγδό.
Παραδόξως ο ταρίφας έδειξε να καταλαβαίνει σαν του μίλησα για το λιτό, αλλά άκρως λειτουργικό σκηνικό της Έλλης Παπαγεωργακοπούλου και τα εμπνευσμένα βίντεο του Ντίνου Πετράτου.
Εκεί όμως που είχε χίλια αυτιά για να μ' ακούει ήταν όταν άρχισα να του περιγράφω τα σκετς: Για την Όπρα Κόπρα του Τζερόμ Καλούτα που παρουσίαζε το δελτίο ειδήσεων στο Κανάλι της Κουλής και πέρασε τη Ρεπούση και τις ιστορικού τύπου...καινοτομίες της γενεές δεκατέσσερις! Για τον Τάπερμαν του Χρήστου Γεροντίδη που παρά το πλούσιο βιογραφικό του, η κρίση του στέρησε έως και το delivery στη δουλειά και τό'ριξε στα ταπεράκια απ' το σπίτι! Για την Αθηνά Αφαλίδου που αν και αισιόδοξος τύπος ζει μεσ' στην ανέχεια και φαντασιώνεται σπιτικό στην ερημιά της επαρχίας, υπομένοντας ουσιαστικά τη μίζερη καθημερινότητα της! Για τη Μάνα Εξ Ουρανού, τέλος, του Χρήστου Μουστάκα, με την οποία η ερμηνεύτρια Γιώτα Νέγκα μπροστά μου, ο ποιητής Γιώργος Χρονάς παραδίπλα και ο συγγραφέας Φώτης Θαλασσινός έκλαιγαν από τα γέλια! Πως να μη γελάσεις όταν δέχεσαι το καταιγιστικό παραλήρημα μιας μικροαστής, χήρας ταγματασφαλίτη, που για να τα φέρει βόλτα σήμερα τάζει μέχρι και πλακομούνι στη Μέρκελ;
Δεν έλειψαν ωστόσο οι αναφορές στην τρέχουσα επικαιρότητα, από τον Notis και την κόντρα του με τη Βανδή μέχρι τον δολοφονημένο Παύλο Φύσσα στο κραουνακικό άσμα Κάτι Παρασκευές στην Αμφιάλη, εκεί που το μεγαλύτερο μέρος της παράστασης απασχόλησε η πτώση της ΠΑΣΟΚοκρατίας με τις θλιβερές κλαδικές, τον νεοπλουτισμό και τις ΕΣΠΑ της.
- Τραγούδια δεν είχε;
με ρώτησε ο ταρίφας
- Είχε και παραείχε!
του απάντησα,
αλλά ήθελα πρώτα να του πω για τον φίλο μου και συνάδελφο Δημήτρη Μανιάτη από ΤΑ ΝΕΑ, που μαζί με τον Φώτη Μιχαλόπουλο και τον Κραουνάκη φυσικά, αποτελούν φέτος ένα εμπνευσμένο και απολύτως θεατρογενές γλυκόπικρο συγγραφικό τρίο.
Όσο για τα τραγούδια, ένα κι ένα, μολονότι ήταν δεκαοχτώ για την ακρίβεια. Με τον Κραουνάκη επί σκηνής, πληθωρικό και σε μεγάλες φόρμες όπως πάντα, να ερμηνεύει μαζί με τη Σπείρα - Σπείρα του από το Αυτή η νύχτα μένει και το Κυκλοφορώ κι οπλοφορώ μέχρι το Μόνο μια φορά και τα Κόκκινα γυαλιά. Επίης, δύο τραγούδια του Άρη Βλάχου και του Χρήστου Σταυρακούδη, λίγο πριν η παράσταση τερματιστεί ύστερα από ένα γεμάτο τρίωρο με το Ζήστε ρε, ξένη διασκευασμένη σύνθεση!
Φτάνοντας έξω απ' το σπίτι μου, ο ταρίφας με ρώτησε:
- Πως λέγεται η παράσταση;
- Όταν έχω εσένα!
- Ε, κι εγώ είχα εσένα απόψε για ένα τέταρτο και μού'φτιαξες τη διάθεση για το νυχτοκάματο.
- Να πας να τη δεις, αξίζει!
του υπέδειξα και βγήκα από το όχημα του.