Ζεις στον ηρωικό δρόμο του Κάμντεν. Γνωρίζεις ότι ναρκωτικό ξέρει ο Φρανκ και η μπύρα στο σώμα σου ξεπερνάει σε ποσοστά, το νερό. Αλλά δεν είσαι μόνος. Ποτέ δεν θα είσαι μόνος. Κι αυτό διότι είχες την ατυχία όταν έψαχνες απελπισμένος για διαμέρισμα να πάθεις πλάκα με εκείνο δίπλα στο κανάλι του Κάμντεν. “Ωραία θέα εδώ”, σκέφτηκες. Δεν ήξερες όμως. Δεν ήξερες ότι στο ίδιο σπίτι με σένα ζουν ο Μίκι, η Μίνι, τα εξώγαμά τους, τα εξώγαμα των εξώγαμών τους, μέχρι και τα πεθερικά των τρισέγγονών τους. Κι εκεί τελειώνει το όνειρο και αρχίζει ο εφιάλτης.
Κυριακή βράδυ, Κάμντεν, Λονδίνο 12 βαθμοί Κελσίου.
Ήσουν έξω μαζί της. Την πήγες στο “Ιταλικό” με τον όμορφο ακάληπτο. Φάγατε καλτσόνε και ήπιατε Πίνο Γκρίτζιο Ροζέ από το Βενέτο του 2010. Εχει ξετρελαθεί με την ακαταμάχητη γνώση σου στα κρασιά. Σε κρατάει από το χέρι καθώς οδεύεται για τον γαμηστρώνα σου που βλέπει θάλασσα. Είσαι ενθουσιασμένος. Οι καρδιακοί παλμοί και των δύο σας μαρτυρούν πως μάλλον θα εφαρμώσσεται και τις δεκαεννεά στάστεις του Κάμα Σούτρα. Φτάνετε στο σπίτι. Αναφωνεί με χαρά και ενθουσιασμό για την τοποθεσία. Ανεβαίνετε πάνω. Ζεις στον δεύτερο όροφο και το πρώτο πράγμα που κάνεις όταν μπαίνετε μέσα είναι να την οδηγήσεις στο σαλόνι για να της δείξεις τη θέα. Αυτή θέλει τουαλέτα. Της δείχνεις με καμάρι χιλιών καρδιναλίων τη χέστρα η οποία λάμπει γιατί μόλις σήμερα το πρωί την καθάρισες. Κλείνει τη πόρτα και ανοίγει τη βρύση - όχι γιατι θέλει να πληθεί αλλά για να μην ακούστει το πλιτς από το καρτρουλιό που πέφτει στη λεκάνη και ξενερώσεις. Ξαφνικά ακούς ένα ουρλιαχτό. Ανοίγεις τη πόρτα και ξεβράκωτη αυτή ουρλίαζει πάνω από τη λεκάνη. Ενας αρουραίος ίσα με το χέρι σου έχει μόλις καταστρέψει κάθε ελπίδα σου για λίγες στιγμές ηδωνής. Βγήκε μέσα από τη λεκάνη ακολουθώντας το αντίστροφο δρομολόγιο των καφέ δεμάτιων που στέλνεις με στοϊκότητα κάθε πρωί. Αλλά δεν είναι μόνος του. Ποτέ δεν θα ήταν μόνος του.
Δευτέρα ξημερώματα, Καμντεν Λονδίνο 9 βαθμοί Κελσίου.
Δεν έχει ηρεμήσει. Πως θα σώσεις την παρτίδα; Της προτείνεις να πάτε να κάτσετε στο κρεβάτι σου. Της υπόσχεσε πως δεν υπάρχει περίπτωση να υπάρχει οτιδήποτε σε τροοκτικό εκεί. Ψεύδεσαι πως έχεις βάλει παγίδες και χημικά ώστε να κρατήσεις το φρούριο χωρίς παρείσακτους ουροφόρους. Κάθεστε στο κρεβάτι και της δείχνεις τη συλλογή γραμματοσήμων σου. Της τραβάει τη προσοχή. Κάνει ερωτήσεις. Με θάρρος τη ρωτάς αν θέλει να ξαπλώσει. Σου γνέφει καταφατικά. Ετοιμάζεσαι για τη κατάληψη των εδαφίων της. Την ακουμπάς. Τρέμει. Ρίχνει κάτω το φωτιστικό. Δεν σε νοιάζει. Εχετε ξεχάσει τον Μίκι με το ατμόπλοιο στη τουαλέτα και οδεύετε σταθερά προς τα προκαταρκτικά. Νιώθεις σαν έτοιμος από καιρό. Η σεξουαλική αγρανάπαυση των τελευταίων εβδομαδών ήταν μια δοκιμασία που δείχνει να φτάνει στο τέλος της. Τη κοιτάς στα μάτια. Σε κοιτάει κι αυτή. Είστε γυμνοί πλέον και όπως σε όλους τους μεγάλους έρωτες που γεννιούνται, σκέφτεστε το προφυλακτικό. Θυμάσαι πως ο συγκάτοικός σου έχει σκουφιά στη κουζίνα. Ετοιμάζεσαι να πατήσεις πάτωμα και να τρέξεις.
Η ιδρωμένη πατούσα σου έρχεται σε επαφη με το πάτωμα, τη μοκέτα. Αλλά κάτι ξένω έρχεται να σε ξενερώσει. Μόλις πάτησες με γυμνά πόδια ένα ακόμα ποντίκι. Ο ήχος που έβγαλε το αρούρι πριν παραδώσει πνεύμα είναι ικανό να αλλάξει τη ροή του σύμπαντος. Μόλις συνειδιτοποιέι το κορίτσι την κατάσταση και ανοίγει το φως και κλαίει. Είναι σε σοκ. Ντύνεται. Φεύγει. Δεν σου μιλάει. Πιθανόν να μη σου ξαναμιλήσει ποτέ. Το ποντίκι είναι ακόμα εκεί. Εσύ τρέμεις. Νιώθεις βρώμικος. Κάνεις μπάνιο. Αυτή έχει φύγει. Δεν πιστεύεις τι έχει συμβεί. Το φεστιβάλ αγαμίας συνεχίζεται.