Θα ήθελα να τον πλύνω.
Να σβήσω κάθε σημάδι, κάθε στοιχείο που θα πρόδιδε τις πράξεις του πάνω στο γυμνό κορμί του. Αυτό θα ήθελα. Να τον καθαρίσω τόσο βαθιά, τόσο άγρια.
Εγώ, με τα ίδια μου τα χέρια να τον καθίσω μέσα στο καυτό, θολό νερό και να γδέρνω τις σάρκες του μέχρι να ματώσουν από καθαριότητα. Εξαγνισμένος πια από τις απιστίες του και καθαρός σα μωρό παιδί. Αυτή θα ήταν η συγχώρεσή μου. Μια απαλή, αγνή καθάρια σάρκα, εξολοκλήρου ξαναγεννημένη κι απαλλαγμένη από τις αλλοτινές απιστίες του. Θα μου έπαιρνε πολύ ώρα, μέρες, μήνες, χρόνια ίσως. Μα θα τον καθάριζα τόσο καλά. Δε θα μπορούσα άλλωστε να τον αφήσω να το κάνει μόνος του. Δε θα τον εμπιστευόμουν.
Εγώ έπρεπε να είμαι εκείνη που θα τον απάλλασσε από τις βρωμιές του. Εγώ θα ήμουν εκείνη που θα τον έτριβε σχολαστικά και επίμονα μέχρι να φωτοβολίσει ξανά η λευκή του σάρκα. Κι εγώ ξανά θα ήμουν εκείνη που θα τράβαγε αχόρταγα τη τάπα που συγκρατούσε ακόμα την βρώμικη απιστία του σε υγρή μορφή, σα μανιασμένο κοριτσάκι που δε μπορεί να περιμένει υπομονετικά μέχρι να του προσφέρουν αυτό που λαχτάρα, αλλά με λύσσα το διεκδικεί.
Έπειτα θα καθόμουν ήρεμη πια και θα κοίταζα το τρόπο που στριφογυριστά χάνεται όλο αυτό το βρώμικο υγρό που έτρεξε από τις σάρκες του. Θα χανόταν μια για πάντα. Θα ήταν το πιο δύσκολο πλύσιμο που θα έκανα ποτέ, αλλά στο τέλος μόνο ένα πράγμα θα μου έμενε για να αντικρίσω. Μια απαλή, αγνή καθάρια σάρκα… Ότι θα απέμενε από την συγχώρεσή μου.
σχόλια