Πρωί η δημοσιογραφική προβολή του Canyons. Ακούγεται μεγαλεπήβολο σε αρτιστίκ κάδρο: Ο Μπρετ Ίστον Έλις έγραψε το μυθιστόρημα. Ο Πολ Σρέϊντερ σκηνοθέτησε. Και η Λίντσεϊ Λόχαν πρωταγωνίστησε. Μαζί με σκόρπιους πορνοστάρ σε δραματικούς ρόλους. Μάλιστα. Ένα φεστιβαλικό αξιοπερίεργο που απορρίφθηκε από το Sundance, σφαγιάστηκε από τους Αμερικανούς κριτικούς, και ήρθε εδώ από την πίσω πόρτα, εκτός διαγωνιστικού, χωρίς τη Λόχαν, αλλά με τον πρωταγωνιστή Τζέϊμς Ντιν (γραμμένο Deen), μαζί με τον συγγραφέα και τον σκηνοθέτη.
Η ταινία είναι ένα περίεργο συνοθύλευμα κυνικής σάτιρας του Χόλιγουντ, ξασπρισμένης απεικόνισης της υπό-βιομηχανίας του σινεμά, αλληγορίας της δύναμης και του ελέγχου μέσα από τους μηχανισμούς της πορνοβιομηχανίας, μια πονηρή μεταφορά του ψυχρού, νεοϋορκέζικου λόγου του Έλις στο ζεστό Λος Άντζελες, που στα μάτια του Σρέϊντερ γίνεται ένα κουφάρι από χαμένες ελπίδες και φονικούς συμβιβασμούς, με τη σπίθα της αγάπης στο πολύ βάθος.
Ο Σρέϊντερ δεν είναι ακριβώς σκηνοθέτης, αλλά ένας διανοούμενος του σινεμά, που επικεντρώνεται στο concept εγκεφαλικά, κι όχι πάντα πρακτικά. Κάνει τεχνικά καλές ταινίες, εξαρτόμενος ωστόσο από το ταλέντο των συνεργατών του και τον προϋπολογισμό- όπως στο American Gigolo. Γενικά, είναι άνθρωπος της πένας κι όχι της κάμερας (Ταξιτζής, Οργισμένο Είδωλο). Εδώ μάλλον ξέμεινε και γίνεται εμφανής ένας ασυγχώρητος ερασιτεχνισμός, που ο σκηνοθέτης αποδίδει στην έλλειψη χρημάτων, τα οποία συγκέντρωσε μέσω διαδικτυακού εράνου, πληρώνοντας όλους ανεξαιρέτως τους ηθοποιούς του 100 δολάρια τη μέρα. Οι ερμηνείες δεν φαίνεται να τον ενδιαφέρουν και οι ιδέες, πολλές, άλλοτε έξυπνες κι άλλοτε χιλιοειπωμένες, ξεχειλώνουν και χύνονται στο πανί ασυμμάζευτες. Το ίδιο ισχύει και για την Λόχαν, ένα δύσκολα περιγράψιμο, γέρικο κορίτσι, με τα σημάδια της αισθητικής παρέμβασης, το παλιό της ταλέντο και το πρώιμο ξέφτισμα στο πρόσωπο και τις κινήσεις της, να παλεύουν ταυτόχρονα, και σχεδόν αβοήθητα. Είναι να τη χαζεύεις, αν τη συμπαθείς και να τη λυπάσαι. Ένα ζωντανό χάος τόσο νεαρό και προβληματικό, που ο Σρέϊντερ, λέγοντας τον πόνο του στη συνέντευξη Τύπου, συνέκρινε με την παραπαίουσα Μέριλιν Μονρό στο Misfits, επιβεβαιώνοντας τις αυξανόμενες φήμες που τους ήθελαν να μη μιλιούνται, εξαιτίας των ατελείωτων καθυστερήσεων της ηθοποιού. Μάλιστα, για τις ανάγκες μιας σκηνής, ο Σρέϊντερ έβγαλε τα ρούχα του για να την ενθαρρύνει.
Αμέσως μετά, συνεντεύξεις με τους συντελεστές του Tracks στη Villa Laguna. Ο Τζον Κάραν μίλησε για τον διαχρονικό αντίκτυπο της ιστορίας της Ντέϊβιντσον στην Αυστραλία. Και η ντροπαλή Μία Βατσικόφσκα (έτσι ακριβώς μου είπε πως προφέρεται το επώνυμο της) μακάριζε την τύχη της που βρέθηκε σε μια ταινία με ένα δισεκατομμύριο εισπράξεις (την Αλίκη του Τιμ Μπέρτον) και στη συνέχεια με συμμετοχές ταινιών σπουδαίων σκηνοθετών, όπως ο Τζιμ Τζάρμους και ο Τοντ Χέϊνς.
Μια συνάδελφος, με κυνισμό και χιούμορ, περιέγραφε κάπως αυθαίρετα αλλά αρκετά σωστά, πως η Βατσικόφσκα, η Κάρι Μάλιγκαν και η Μισέλ Γουίλιαμς είναι περίπου το ίδιο πρόσωπα, τρεις νεαρές ηθοποιοί με κανονικά χαρακτηριστικά και βαρετές στις συνεντεύξεις, σα να τρομάζουν μήπως τους ξεφύγει κάτι προσωπικό και προδοθούν, που παίζουν το ίδιο, σε ρόλους interchangeable.
Αμέσως μετά στη Βενετία, σε ένα από τα κτήρια του φεστιβάλ, το Ca' Giustinian, για συνάντηση με τη Σάντρα Μπούλοκ, για τον θαρραλέο της ρόλο στο Gravity. Της θύμησα πως είχαμε πρωτοσυναντηθεί στο Παρίσι πριν από 20 χρόνια, για το Speed, και μιλούσαμε επί 40 λεπτά, οι δυό μας, σε ένα δωμάτιο στο Ritz. Άλλες εποχές τότε, λέω εγώ, εννοώντας πως στην αρχή της καριέρας της, οι συνεντεύξεις της ήταν μακροσκελείς και σχεδόν ιδιωτικές. Άλλες εποχές μου λέει κι εκείνη, εννοώντας κάτι τελείως διαφορετικό: "Τότε δεν είχα κομμωτή και μακιγιέρ, τα έκανα όλα μόνη μου κι έτρεχα να τα προλάβω"
Είνια γλυκιά και γρήγορη, όπως πάντα, και μίλησε για το παιδί της, το Όσκαρ και τις διακοπές της στη Μύκονο, και πως οι φωτογράφοι δεν την είχαν καταλάβει και την άφησαν ήσυχη να χαρεί. Μετά άρχισε να γελάει μόνη της και συμπλήρωσε: "Και άλλα πολλά, που θα στα πω όταν κλείσουν οι κάμερες". Δε μου είπε τίποτε. Το μόνο που παραδέχτηκε είναι πως είναι αδελφή ψυχή με τον Κλούνι, το ίδιο κυνική μ' αυτόν, πράγμα που θεωρεί αρετή κι όχι αμαρτία.
Το άλλο φιλμ στο διαγωνιστικό, στη βραδινή προβολή, το Night Moves, είναι συνολικά απογοητευτικό. Η Κέλι Ράϊχαρτ με απορρόφησε με το δύσκολο, απαιτητικό Meek's Cutoff πριν από τρία χρόνια, αλλά το αργό της στιλ εδώ γίνεται τροχοπέδη , σε μια ταινία "μιλητή" και αντί-δραματική.
Στο τρίτο φιλμ της ημέρας, το Joe, του Ντέϊβιντ Γκόρντον Γκριν, το γεγονός είναι πως ο Νίκολας Κέϊτζ επιστρέφει στην υποκριτική που έχει κατ' επανάληψη απαρνηθεί, κάνοντας ταινίες για να μαζέψει χρήματα. Είχαμε να τον δούμε να παίζει από το Adaptation- άντε και από το Port of Call, New Orleans πρόπερσι. Με αυτό το ρόλο βάζει πλώρη για βραβείο ερμηνείας.
Ποτέ δεν ξεγράφω τους ταλαντούχους.
σχόλια