Συμβαίνει κάτι σχετικά καλό στην τηλεόραση τη φετινή σεζόν. Οι πολιτικές εκπομπές της Δευτέρας επικεντρώθηκαν επιτέλους στους κανονικούς, καθημερινούς ανθρώπους.
Και όπως είναι λογικό, συζητιούνται, και κατά τη διάρκειά τους (στα social media) και τις επόμενες ημέρες, στις παρέες, αλλά και στις παραπολιτικές στήλες. Με την επιστροφή του Χατζηνικολάου στην τηλεόραση και τα αμφιλεγόμενα πάνελ του Πρετεντέρη στην «Ανατροπή», η πολιτική ατζέντα της εβδομάδας καθορίζεται πλέον σε μεγάλο βαθμό από τις εκπομπές της Δευτέρας. Οι ατάκες, οι ειδήσεις, οι καβγάδες, τα παραλειπόμενα, όλα γίνονται viral, τεμαχίζονται σε κλιπάκια, κυκλοφορούν από στόμα σε στόμα. Ήρωες γεννιούνται σε μια νύχτα, ενώ άλλοι (όπως οι «καθεστωτικοί» καλεσμένοι του Χατζηνικολάου, ας πούμε) προσφέρουν την ευκαιρία για εκτόνωση στους τηλεθεατές – χρησιμοποιούνται σαν σάκοι του μποξ για να ξεδώσουμε.
Πάντως, το σημαντικότερο είναι η συμμετοχή του απλού πολίτη. Ήταν για χρόνια παραμελημένη ή κακοποιημένη. Πότε-πότε γινόταν της μόδας και στα στούντιο έβλεπες, σαν γλάστρες, πολίτες που κάποια στιγμή ίσως έπαιρναν το μικρόφωνο για να πουν κάποια κοινοτοπία ή ανώδυνη γκρίνια (ή, στην περίπτωση των εκπομπών του Μάκη Τριανταφυλλόπουλου, απλώς να συμφωνήσουν πειθήνια με τον οικοδεσπότη). Η μεγάλη διαφορά είναι ότι τώρα οι «απλοί άνθρωποι» έχουν πράγματα να πουν. Γι' αυτό και γίνονται, έστω και για λίγο, ήρωες της καθημερινότητας – ακόμα και με τη ριάλιτι έννοια.
Και να μην είναι όμως τελείως «άσημοι», οι αντισυμβατικοί καλεσμένοι είναι μια ευπρόσδεκτη προσθήκη στις εκπομπές που παλιά μας έκαναν να πλήττουμε θανάσιμα με τα ατέρμονα «αφήστε με να ολοκληρώσω» των πολιτικών με τον ξύλινο λόγο. Ο Δημήτρης Πουλικάκος έγινε mainstream φίρμα μέσα σε μια νύχτα, χάρη στην αφοπλιστική ειρωνεία του στον Πρετεντέρη (για το πώς δήθεν έπεσαν όλοι από τα σύννεφα με τις αποκαλύψεις για τη Χρυσή Αυγή) – άπειρα βίντεο και άρθρα τιτλοφορούνται «Βίντεο – Ο Πουλικάκος κατατροπώνει τον Πρετεντέρη». Μία εβδομάδα αργότερα ο συνταγματολόγος Γ. Κατρούγκαλος ήταν αυτός που «κατατρόπωσε τον Πρετεντέρη», ενώ τις προάλλες, συνεχίζοντας την παράδοση, ήταν η Δέσποινα Κουτσούμπα που, εκτός από Πρετεντέρη, «κατατρόπωσε» και τους Βορίδη και Μητσοτάκη.
Η καθόλου γνωστή στο ευρύ κοινό πρόεδρος του Σωματείου Αρχαιολόγων ήταν μια όαση στην «Ανατροπή». Δεν χρειάζεται να συμφωνεί κάποιος με όλα όσα είπε για το Δημόσιο (είναι εναντίον των αξιολογήσεων και πρόβαλε πολύ το υπαρκτό καλό κομμάτι του Δημοσίου, αγνοώντας εμφατικά το κακό) για να μαγνητιστεί από την ωμή αλήθεια αλλά και την εμφανή διαφορά αυτής της γυναίκας από τους επαγγελματίες, πια, καλεσμένους της τηλεόρασης. Μιλούσε μόνο επί της ουσίας. Ήθελε να συζητηθεί ουσιαστικά ένα θέμα που την αφορούσε και επέμεινε γι' αυτό – θα μπορούσε να τσακωθεί, να λέει γενικότητες, να αλλάζει την κουβέντα, όμως έμεινε σταθερή. Και ταυτόχρονα κατόρθωσε να μη γίνει σε κανέναν αντιπαθής, όπως είχε γίνει ο πανεπιστημιακός Κατρούγκαλος, που για κάποιους «κατατρόπωσε» τον Πάγκαλο, αλλά για άλλους ήταν απλώς αλαζονικός με επιχειρήματα που θα μπορούσε να είχε χρησιμοποιήσει και κάποιος χρυσαυγίτης.
Η κυρία Κουτσούμπα (την οποία ο Βορίδης σχεδόν εξανάγκασε να παραδεχτεί ότι είναι στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ) συμπύκνωσε όλα αυτά που λείπουν σε μεγάλο βαθμό από την ελληνική τηλεόραση και πρόσφερε μια άλλη φωνή.
Ξέρουμε πολύ καλά τη γνώμη των πολιτικών, την έχουμε ακούσει χιλιάδες φορές. Ξέρουμε, επίσης, τις βιαστικές γνώμες πολιτών στον δρόμο, που χρησιμοποιούνται κατά το δοκούν, σαν σλόγκαν που συμπληρώνουν τα ρεπορτάζ των δελτίων («Δεν παραγγείλαμε ακόμα πετρέλαιο, με τι λεφτά να πάρουμε, εγώ παίρνω μια σύνταξη 400 ευρω κ.λπ.») μόνο για μερικά δευτερόλεπτα και μετά ξεχνιούνται.
Δεν χρειάζονται ατάκες στη σημερινή τηλεόραση, αν αυτή θέλει να ανακτήσει την αξιοπιστία της. Χρειάζονται περισσότερες σοβαρές συζητήσεις με ανθρώπους που τα λένε χύμα (αλλά δεν είναι παρατράγουδα, ούτε ξεκινούν με σκοπό να «κατατροπώσουν» τους υπόλοιπους), άσχετα με το τι πρεσβεύουν. Ήδη γίνονται κάποια δειλά βήματα για περισσότερο στοχευμένες συζητήσεις όσον αφορά τα πραγματικά προβλήματα, με πραγματικούς ανθρώπους.
Η λέξη «άσημος» συνήθως περιγράφει κάποιον που δεν είναι ευρέως γνωστός, σχετίζεται όμως και με αυτόν που δεν έχει σημασία. Μπορεί να πέρασε αρκετός καιρός, αλλά τα κανάλια αρχίζουν να καταλαβαίνουν ότι αυτή την περίοδο, και εξαιτίας των συνθηκών, οι άσημοι είναι οι μόνοι που, τελικά, έχουν σημασία.
σχόλια