«...Διότι 1,40 να πας και 1,40 να γυρίσεις, 2,80! Και 3,50 τα τσιγάρα; 6,30 φιλαράκι, φαΐ – καφέ έχεις πάρει απ’ το σπιτάκι, αλλά μάνι μάνι το δεκάρικο σου λέει bye. Κι εγώ με 10 ευρώ βγάζω δύο μέρες. Μη σου πω τρεις..».
Ώρα 7.30, βαγόνι του ηλεκτρικού σαρδελοποιημένο, φάτσες ακόμη νυσταγμένες, πάντα κάποιος είναι πιο ζωηρός, μιλάει πιο δυνατά, στην Ελλάδα ακόμη πιάνει αυτό, ειδικά στις ηλικίες που δεν διασχίζουν την πόλη με ακουστικά στ’ αυτιά.
Ακόμη υπάρχει κάποιος, κατά κανόνα πιο «ξινισμένος» που θα «φορτώσει» («εμείς κορόιδα είμαστε που πληρώνουμε εισιτήριο, δηλαδή;»), που αν υπήρχε αστυνομία λαθρεπιβίβασης θα είχε αγκυλωθεί το δάχτυλο από το «δόσιμο».
Ακόμη υπάρχει όρεξη για κόντρες πάνω από ένα χαρτάκι που σε πάει από τον Πειραιά στην Κηφισιά και από Δουκίσσης Πλακεντίας, Ομόνοια, ακόμη ανοίγονται κουβέντες στο ποδάρι για το τι έγινε με το νέο μέτρο του αυστηρότερου ελέγχου που άρχισε να εφαρμόζεται από τις 24 Σεπτεμβρίου, ακριβώς για να μην ακριβύνει κι άλλο το χαρτονάκι της μετακίνησης στα σημεία του αόρατου ταξικού νέφους που ακόμη σκεπάζει την πρωτεύουσα.
(Περιεργάκι, πάντως. Από εκείνη την ημέρα που υποτίθεται οι έλεγχοι θα γίνονταν αυστηρότεροι, η θεά Τύχη, η γνωστή και ως «στραβέγκλω» είναι με τους λαθρεπιβάτες. Με εξαίρεση το Σύνταγμα, το τρόλεϊ 15 και μερικές ακόμη «γραμμές» με παράδοση στα σχετικά «ντου», έλεγχος πουθενά. Ωχ! Στον Θεό θα το φτάσουν το εισιτήριο).
«Τους ζητιάνους και τους μουζικάντηδες που μπαίνουνε στα τρένα τους έχει σταματήσει ποτέ ελεγκτής;» (απορία γιαγιάς που λίγο πριν είχε βγάλει 20λεπτο για δυο πακέτα χαρτομάντιλα από παιδάκι με τη σχετική πραμάτεια στην αγκαλιά του).
«Και τι αηδία είναι πια αυτή που όλοι αφήνετε τα εισιτήρια σας πάνω στα ακυρωτικά; Και μετά μας φταίει το κράτος που δεν μαζεύει λεφτά! Από που να τα μαζέψει, όταν το κλέβουμε και από εδώ; Καλά είπε ο Πάγκαλος “μαζί τα φάγαμε”! Κάτι τέτοια εννοούσε» (κύριος με σεβαστή μπυροκοιλιά, παραπλεύρως – της γιαγιάς – καθήμενος με ελαφρύ άσθμα).
«Εγώ έχω ακούσει ότι αυτοί που κόβουν τα πρόστιμα παίρνουν ποσοστό... Έτσι, κάνω κι εγώ τον ελεγκτή!» (άλλη κυρία, όπισθεν της γιαγιάς).
«Να πάρεις ποδήλατο, φίλε μου, άμα δε θες να πληρώνεις. Άντε από ‘κει χάμου, μάθατε όλοι στο τζαμπέ, την έχετε γονατίσει τη χώρα!» (Οντότητα ευρύστερνη, κοντοκουρεμένη, μαυροφορεμένη, ύφος αγριωπό. Και μετά η σιωπή των αμνών. Τι να πεις;)
Σταθμός Σύνταγμα, στο τέλος των κυλιόμενων ελεγκτές. «Να δω λίγο το εισιτήριο σας;». Άλλοι δείχνουν, φεύγουν, άλλοι μένουν δια τα περαιτέρω στα γραφεία του σταθμού, μια κοπέλα λαχανιασμένη εξηγεί ότι δεν έχει ταυτότητα πάνω της, δεν έχει λεφτά, μόνο την κάρτα ανεργίας. «Μανίκι» για τους ελεγκτές.
Τηλεφωνώ στον φίλο που έρχεται. Εκτός από άνεργος, έχει και την ευλογημένη συνήθεια να μπαίνει σε λεωφορεία, ΜΕΤΡΟ και τρένα στο «έτσι». Και τι χαρά κάνει, δεν περιγράφεται.
«Βγάλε εισιτήριο. Στο Σύνταγμα έχει ελεγκτές!»
«Χέστηκα. Τους λέω ότι είμαι άνεργος και μάλιστα από εκείνους που δεν παίρνουν επίδομα ανεργίας. Τους δείχνω και τα χαρτάκια μου και την “κάνω”. Κλείσε θα αργήσω και θα με βρίζεις».
«Να βγάζετε κάρτα ή να παίρνετε ημερήσιο. Είναι ωραίο αυτό που παθαίνετε τώρα; Να ξεφτιλίζεστε για 1,40;», λίγο πιο κάτω, κυρία νουθετεί τέσσερις πέντε που περιμένουν έξω απ’ τα γραφεία δια τα περαιτέρω... Μάλιστα. Έχει πλάκα το πώς αντιλαμβάνονται κάποιοι την «ξεφτίλα».
Κάνουμε τρεχαλιτζίδικα τις δουλειές μας στην Αθήνα, καφές στο ποδάρι και μετά πάλι τρέξιμο και πιο μετά ο δρόμος της επιστροφής. Στις κυλιόμενες, δυο ηλικιωμένοι μας φωνάζουν «μη βγάλετε, πάρτε τα δικά μας, σας φτάνουν για κανά μισάωρο, 40 λεπτά».
Φτάνοντας στα ακυρωτικά μηχανήματα, παραδίπλα μας, μια κυρία φωνάζει σε μια κοπελίτσα «μην το χτυπάς! Πάρε αυτό!».
Kοιτάζω το χέρι του φίλου να δω, αν έβαλε στην τσέπη το εισιτήριο. Έχει τόσο ξεμάθει, που τον έχω ικανό να ξεχάστηκε και να το πέταξε.
Χωρίζουν οι δρόμοι μας. Σύνταγμα – Μοναστηράκι – Θησείο, κατεβαίνω. Μαζί μου κατεβαίνει αλλοδαπός, καθαρό περιποιημένο πουκαμισάκι, σκοτισμένο βλέμμα, σκέψεις. Πριν απομακρυνθεί, πισωγυρίζει, βγάζει από την τσέπη το εισιτήριο και το ακουμπάει πάνω στο ακυρωτικό. Τον ένοιαξε να το κάνει. Μου φτάνει.
σχόλια