Ανεβαίνοντας τα σκαλάκια πίσω από τον Άγιο Δημήτριο, επί της Κασσάνδρου βρίσκεται εδώ και δεκαετίες η ταβέρνα Γιαννούλα.
Ένα από τα τιμιότερα, όταν μιλάμε για value for money, και σίγουρα πιο 'ζεστά' και οικογενειακά ταβερνάκια της Θεσσαλονίκης, που μένει μέχρι σήμερα συνεπέστατο στον ρόλο του ως «δεύτερο σπίτι» για γενιές και γενιές φοιτητών - και όχι μόνο- της πόλης.
Κανένας new age foodie δεν θα σου μιλήσει γι' αυτό το ιστορικό ταβερνάκι με την ταπεινή έως ανύπαρκτη διακόσμηση που κλείνει φέτος τα 40 χρόνια λειτουργίας του, μιας που απ' ότι καταλαβαίνω το ζητούμενο σήμερα στο concept τρώω έξω είναι η συνεχής εκπαίδευση του ουρανίσκου με γεύσεις διαφορετικές από τις συνηθισμένες, η κάπως εμμονική στροφή στις παραδοσιακές ελληνικές πρώτες ύλες που παρουσιάζονται ως εξεζητημένες ανακαλύψεις (ενώ ήταν πάντα εκεί, περιμένοντας στωικά πότε θα κοπάσει ο παροξυσμός με τις αντίστοιχες ξενόφερτες), και φυσικά, η όλο και εντυπωσιακότερη «εμφάνιση» ενός πιάτου.
Και το instagram να παίρνει φωτιά.
Πάω πάσο σε όλα.
Για τις μέρες εκείνες όμως που απλά δεν έχω όρεξη να αφαιρώ διακοσμητικά φυτά πάνω από ένα κομμάτι χοιρινό για να το φάω, θυμάμαι πάντα την Γιαννούλα.
Για την ακρίβεια, όταν θέλω να φάω πολύ απλά αλλά και πολύ ικανοποιητικά, καθαρά, και κυρίως εξωφρενικά φθηνά, θυμάμαι πάντα την Γιαννούλα.
Δεν χρειάζεται και πολύ προσπάθεια: Όποιος έζησε φοιτητικά χρόνια στην Θεσσαλονίκη και είχε την τύχη να περάσει από εδώ γύρω δύσκολα την ξεχνάει.
Την νέα, λοιπόν, αυτή εποχή όπου άνθρωποι και Μέσα ασχολούνται με το φαγητό όσο ασχολούνταν στα 90s με το σεξ,
την εποχή που ενδιαφέροντα, ή και όχι τόσο, εστιατόρια ανοίγουν και κλείνουν το ένα μετά το άλλο, επισκεφτήκαμε την διαχρονική ταβέρνα.
Αυτή τη φορά όχι για να φάμε, αλλά για να μάθουμε την ιστορία της.
Εντάξει, φάγαμε και λίγο.
Πήγαμε νωρίς, και ήταν όλα εκεί.
Το αθάνατο juke box σήμα κατατεθέν του μαγαζιού (παίζει ακόμα και είναι η μόνη μουσική που ακούγεται), η κυρία Γιαννούλα που καθημερινά ζυμώνει μπροστά στο παράθυρο τον κιμά για τα θρυλικά κεφτεδάκια – τη σπεσιαλιτέ του μαγαζιού, τα παιδιά της, τα εγγόνια της που μπαινοβγαίνουν, οι γείτονες που πίνουν καφέ..
Σαν παλιός ελληνικός κινηματογράφος.
Σήμερα το μαγαζί το κρατάει ο γιος της Γιαννούλας, ο Σταύρος, με τη γυναίκα του και τον αδερφό του τον Νίκο.
Υπάλληλος δεν δούλεψε ποτέ στη Γιαννούλα.
Τα πρώτα χρόνια
Το 1974 η Γιαννούλα με τον άντρα της αγοράζουν το μικρό καφενείο στον αριθμό 50 της οδού Κασσάνδρου. Η πεθερά της μαγειρεύει δεκαπέντε διαφορετικά μαγειρευτά φαγητά την ημέρα, βάζουν ψησταριές, σούβλες. Από έξω ουρές. Όλη η οικογένεια ζει σε ένα διαμέρισμα από πάνω.
Το 1978 χάνει τον άντρα της. Μένει μόνη με δυο πιτσιρίκια αλλά αποφασίζει να κρατήσει το μαγαζί όπως και να έχει. Όλη μέρα στην κουζίνα. Δυσκολεύεται και σταδιακά σερβίρει μόνο μεζέδες και τέτοια. Τα παιδιά ενώνουν καρέκλες και κοιμούνται πιο δίπλα απ' τους πελάτες περιμένοντας τη μαμά να κλείσει το μαγαζί. Δεν έχουν παράπονο.
Γιαννούλα, όπως λέμε Φοιτητική Λέσχη
Τα χρόνια περνούν. Έχουμε 1990. Ο Σταύρος είναι 20 χρονών κι αποφασίζει να αναλάβει το μαγαζί.
Η γειτονιά έχει πια αλλάξει δραματικά και ήδη ένα σωρό φοιτητές τρώνε στη Γιαννούλα ελλείψει Φοιτητικής Λέσχης.
«Υπήρχε μια παρέα φοιτητών. Ο Δήμος, ο Φάνης, και ο Κώστας. Ακόμα τους θυμάμαι. Έμεναν κοντά κι έρχονταν συνέχεια. Ας πούμε, ερχόταν από τη μία δύο το μεσημέρι, τρώγανε, μετά φωνάζανε άλλους τρεις και συνέχιζαν και τρώγανε και πίνανε μέχρι το βράδυ. Οι τελευταίοι φωνάζανε με τη σειρά τους άλλους τόσους, να μην στα πολυλογώ καθόταν δέκα κι έντεκα ώρες. Ήταν φτηνά και δεν τους ένοιαζε.
Από στόμα σε στόμα μας έμαθε όλο το πανεπιστήμιο. Έτσι άρχισαν όλα», θυμάται ο Σταύρος.
Δεν ήταν όμως μόνο το καλό και φθηνό φαγητό.
Αν δεν είσαι πολύ μυγιάγγιχτος ή μονόχνοτος γρήγορα νιώθεις σαν το σπίτι σου στη Γιαννούλα.
«Υπήρχε ένας φοιτητής Ιατρικής. Νέο παλληκάρι τότε κι εγώ παιδάκι του δημοτικού», συνεχίζει.
«Ερχόταν να φάει και με βοηθούσε στα μαθήματα μου. Τώρα είναι καρδιολόγος στο Τζάνειο.
Πριν κάνα δυο χρόνια ήρθε ξανά. Μπήκε μέσα κι άρχισε να κλαίει. Δεν είχε αλλάξει τίποτα.
Γι' αυτό αγαπάει το μαγαζί ο κόσμος. Συγκινούνται. Το έχουν συνδέσει με τα φοιτητικά τους χρόνια. Τα γλέντια, τις παρέες. Τα ξέρεις κι εσύ.
Εδώ μέσα είναι σαν μην πέρασε μια μέρα. Αυτό είναι το μυστικό.»
Στο μεταξύ, ο αδερφός του Σταύρου έχει ανοίξει στο υπόγειο της Γιαννούλας το θρυλικό Studio N.
Το στούντιο έστησε ένας φοιτητής, Ηλεκτρολόγος Μηχανικός, πελάτης κι αυτός. Σήμερα είναι καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο.
Την δεκαετία του '90, αλλά και αργότερα, δεν υπήρχε Θεσσαλονικώτικη underground μπάντα που να μην πρόβαρε στο υπόγειο του Nίκου.
Μιλάμε για μία εποχή που η σκηνή της πόλης έβραζε.
Μετά την πρόβα ανέβαιναν όλοι πάνω για φαί και ρετσίνα. Ό,τι λογιών μουσικές υποκουλτούρες μπορείς να φανταστείς.
Μέσα στη Γιαννούλα ήταν όλοι κύριοι.
Ωραίες εποχές.
Η οικογένεια μεγαλώνει
Αρχές της νέας χιλιετίας ο Σταύρος γνωρίζει την Κατερίνα. Η Κατερίνα δουλεύει στο μαγαζί μέχρι εννιά μηνών έγκυος, με την κοιλιά στο στόμα. Πάντα με το χαμόγελο.
«Όταν ήρθε φώτισε το μαγαζί. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω τη δουλειά από τη ζωή μου.
Εδώ μεγάλωσα, εδώ γνώρισα την γυναίκα μου, εδώ μεγαλώνουν και τα παιδιά μου. Και η ιστορία συνεχίζεται. Θυμάμαι ερχόταν πελάτες και η Κατερίνα πήγαινε πιο μέσα στο juke box, καθόταν πλάτη και θήλαζε. Τρελαινόντουσαν!»
Και η κρίση;
"Εμάς η κρίση μας βοήθησε. Η ποιότητα έμεινε η ίδια. Δεν αλλάξαμε τίποτα. Ούτε τις τιμές.
Οι περισσότερες μερίδες είναι κάτω απ' τα πέντε ευρώ.
Κρέατα παίρνω τα ίδια που παίρνω και για το σπίτι μου για τα παιδιά μου. Από το κρεοπωλείο της γειτονιάς. Έρχονται κατά καιρούς από μεγάλες προμηθευτικές εταιρείες. Τους διώχνω.
Συνταγή που πετυχαίνει δεν την αλλάζεις για να βγάλεις λίγα ευρώ παραπάνω."
"Όλα ζυμώνονται εδώ, πατάτες κόβουμε εμείς, τις σαλάτες τις κόβουμε εκείνη την ώρα.
Τα λαχανικά πηγαίνω ο πρωί στην λαχαναγορά και τα διαλέγω μόνος.
Παλιότερα ο κόσμος έδινε τα λεφτά του χωρίς να νοιάζεται τι τρώει και τι πληρώνει. Τώρα υπολογίζουν. Ξεκαθάρισε το τοπίο."
Νο wifi Connection
"Τι άλλαξε περισσότερο τα τελευταία χρόνια; Να σου πω.
Έχει τρία περίπου χρόνια τώρα που τα νέα παιδιά είναι αλλιώς..
Ας πούμε, με το μπαίνουν μου ζητάνε το password για το ίντερνετ, και δώστου με τα τηλέφωνα. Πάνε και τα φλερτ και όλα.
Άλλο πια δεν τους δίνω τον κωδικό, αλήθεια. Να κάτσετε να μιλήσετε τους λέω", εξηγεί η Κατερίνα.
Πριν φύγω η κυρία Γιαννούλα μου βάζει να φάω φασολάδα, βιολογική, "γιατί μεσημέριασε και δεν κάνει να μένω νηστική".
Την έκανε για να φάει σήμερα η οικογένεια και τα παιδιά μόλις γυρίσουν από το σχολείο, και όποιος πελάτης προλάβει.
Πριν μπουν στην κουζίνα, ο Σταύρος μου λέει.
"Να σου πω.. Είμαι ευχαριστημένος από τη ζωή μου, βέβαια.
Υπάρχει κούραση σχεδόν 25 χρόνια τώρα, και θέλει υπομονή, αλλά οι περισσότερες στιγμές είναι όμορφες.
Την αγαπώ τη δουλειά. Να ευχαριστώ τον πελάτη.
Έχω την οικογένεια μου εδώ. Όλα μια χαρά.
Τι άλλο δηλαδή να θέλει κανείς;"
Αληθινοί άνθρωποι.
**Κασσάνδρου 50, πάνω από τον Άγιο Δημήτριο
(παράλληλη της Αγ. Δημητρίου)
Τις Κυριακές κλειστά.
Τηλ: 2310 263 928
Καμιά φορά χρειάζεται κράτηση
σχόλια