1.
Καλημέρα. Η ερώτησή μου είναι η εξής απλή: Μπορεί με κάποιο τρόπο να διαλυθεί ή να απαγορευθεί η Χρυσή Αυγή; Να μην κατέβει στις εκλογές του Μαΐου;
Γάβρος
Αγαπητέ Γάβρο,
Αν και συνήθως δεν απαντώ σε γάβρους (αστειεύομαι) και παρόλο που η ερώτηση δεν είναι καθόλου απλή, ας τη δούμε, διευκρινίζοντας ότι τα παρακάτω είναι γνώμες, απόψεις και δεν διεκδικούν το χαρακτήρα νομικού θέσφατου:
Ξεκινάμε από το Σύνταγμα το οποίο προβλέπει στο άρθρο 29 παρ. 1 ότι «Έλληνες πολίτες που έχουν το εκλογικό δικαίωμα μπορούν ελεύθερα να ιδρύουν και να συμμετέχουν σε πολιτικά κόμματα, που η οργάνωση και η δράση τους οφείλει να εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος». Το ίδιο το συνταγματικό κείμενο θέτει ως προϋπόθεση για την υπόσταση και τη λειτουργία ενός πολιτικού κόμματος το να εξυπηρετεί η οργάνωση και η δράση του την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Χωρίς αυτήν την προϋπόθεση ένα πολιτικό κόμμα δεν μπορεί να έχει αξίωση σεβασμού.
Πολλοί νομικοί υποστηρίζουν το εξής: ο ν. 3023/2002 προβλέπει ότι το πολιτικό κόμμα πριν αναλάβει δραστηριότητα καταθέτει ιδρυτική δήλωση στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, στην οποία δήλωση αναφέρεται ότι η οργάνωση και η δράση του εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Όλα τα κόμματα (και η Χρυσή Αυγή) έχουν κάνει τέτοια δήλωση. Άρα, λένε κάποιοι, το θέμα είναι τυπικό και εάν εγώ δηλώσω στον Άρειο Πάγο ότι το κόμμα μου υπηρετεί το δημοκρατικό πολίτευμα, ο Άρειος Πάγος πρέπει να δεχτεί τη δήλωσή μου και δεν μπορεί να ελέγξει την ορθότητά της. Θα το δούμε αυτό λίγο παρακάτω.
Για να στηρίξουν αυτήν την άποψη επικαλούνται ότι το 1974/1975 προτάθηκε να περιληφθεί στο ισχύον Σύνταγμα διάταξη περί δυνατότητας απαγόρευσης κόμματος και η πρόταση απερρίφθη. Άρα, λένε, είναι σαφές ότι το Σύνταγμα δεν επιτρέπει την απαγόρευση κομμάτων. Το συγκεκριμένο επιχείρημα, μικρή μόνο αξία μπορεί να έχει αφού η ερμηνεία του Συντάγματος δεν νοείται να μένει κολλημένη για πάντα στο τι σκέφτονταν οι 300 εθνοπατέρες το 1974. Οι καιροί αλλάζουν και το Σύνταγμα, όπως κάθε νομικό κείμενο, είναι «ζωντανό» και η ερμηνεία του είναι δυναμική. Σαφώς ο σκοπός του νομοθέτη (το τι είχε στο μυαλό του) είναι κριτήριο όταν ερμηνεύουμε νομικές διατάξεις, αλλά σαφώς δεν είναι το μόνο.
Όσοι υποστηρίζουν αυτήν την άποψη, επικαλούνται επίσης τη νομοθεσία περί εκλογών η οποία μνημονεύει ρητώς ότι απαγορεύεται η χρήση ως ονόματος και εμβλήματος ή σήματος κόμματος: (α) συμβόλου θρησκευτικής λατρείας, της σημαίας της πατρίδας ή άλλου παρόμοιου συμβόλου ή σημείου ιδιαίτερης ευλάβειας, (β) του στέμματος, και (γ) συμβόλων ή εμβλημάτων του δικτατορικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967 ή φωτογραφιών προσώπων που έχουν καταδικαστεί για τη συμμετοχή τους σ’ αυτό. Άρα, λένε, αυτά είναι τα μόνα στοιχεία που πρέπει να ελέγχει ο Άρειος Πάγος και τίποτα παραπάνω. Ο ίδιος ο Άρειος Πάγος έχει απορρίψει το επιχείρημα αυτό. Έχει απαγορεύσει πολλές φορές τη χρήση ονομάτων που δεν εμπίπτουν σε μία από τις ανωτέρω κατηγορίες, π.χ. απαγόρευσε το όνομα «Νέος Φασισμός» (με το επιχείρημα ότι η χρήση αυτού του ονόματος αντίκειται στη διάταξη του άρθρου 29 παρ. 1 του Συντάγματος) και απαγόρευσε και το όνομα «Τυραννοκτόνοι» (με το επιχείρημα ότι καταδεικνύει πρόθεση αξιόποινης πράξης). Άρα ο ίδιος ο Άρειος Πάγος δεν μένει στο γράμμα της νομοθεσίας περί εκλογών αλλά κάνει μια ευρύτερη ερμηνεία με βάση το πνεύμα του άρθρου 29 παρ. 1 του Συντάγματος.
Να δούμε τώρα το εάν αρκεί η τυπική δήλωση που γίνεται στον Άρειο Πάγο ή μπορεί το ανώτατο δικαστήριο να ελέγξει το αν αυτή η δήλωση είναι αληθής. Στη συνταγματική θεωρία γίνεται δεκτό ότι το δικαίωμα καθενός να ιδρύει μαζί με άλλους πολιτικά κόμματα είναι ατομικό δικαίωμα και μάλιστα αποτελεί έκφανση του ευρύτερου δικαιώματος «του συνεταιρίζεσθαι» (δικαίωμα συνένωσης). Αυτό το δικαίωμα, όπως και κάθε δικαίωμα, βρίσκει τα όριά του στη διάταξη του άρθρου 25 παρ. 3 του Συντάγματος που λέει ότι «Η καταχρηστική άσκηση δικαιώματος δεν επιτρέπεται». Καταχρηστική άσκηση δικαιώματος υφίσταται όταν η χρήση του δικαιώματος αντιστρατεύεται τη συνταγματική τάξη και το σκοπό του δικαιώματος, όταν δηλαδή παραβιάζεται το πνεύμα (ή και το γράμμα) του Συντάγματος από την κατάχρηση. Συνεπώς, ο Άρειος Πάγος μπορεί να ελέγξει εάν το δικαίωμα ίδρυσης πολιτικού κόμματος ασκείται καταχρηστικά, ήτοι εάν η δράση και λειτουργία του κόμματος διαψεύδει την δήλωση που αυτό έκανε κατά την ίδρυσή του. Και παρότι ο Άρειος Πάγος δεν έχει αρμοδιότητα να διαλύσει το πολιτικό κόμμα (αυτό δεν προβλέπεται στο νόμο), μπορεί να μην ανακηρύξει το κόμμα αυτό και τους υποψηφίους του στις εκλογές.
Για να γίνει κατανοητό αυτό αρκεί να δούμε το αντίστοιχο άρθρο 17 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που επίσης απαγορεύει την κατάχρηση των δικαιωμάτων που αυτή προβλέπει. Στις υποθέσεις Nachtmann κατά Αυστρίας και Schimanek κατά Αυστρίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δέχθηκε ότι «ο εθνικοσοσιαλισμός αποτελεί ολοκληρωτική ιδεολογία ασυμβίβαστη με τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι οπαδοί του αναμφισβήτητα επιδιώκουν σκοπούς που εμπίπτουν στο Άρθρο 17».
Κάτι τελευταίο: ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Νίκος Αλιβιζάτος έγραψε στην Καθημερινή της 23/09/2013 ότι «τίποτα δεν εμποδίζει τον χαρακτηρισμό της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης του άρθρου 187 Ποινικού Κώδικα». Την ίδια άποψη υιοθετούν σε σχετική μελέτη τους και ο κ. Χρήστος Σατλάνης, αναπληρωτής καθηγητής στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου και ο κ. Λάμπρος Μαργαρίτης, καθηγητής Ποινικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Εδώ πρέπει να πούμε ότι ακόμη κι αν είναι έτσι, κι αν ακόμη η Χρυσή Αυγή χαρακτηριστεί ως εγκληματική οργάνωση, αυτό δεν μπορεί να οδηγήσει σε διάλυσή της (αυτό δεν προβλέπεται στο νόμο) ενώ για να στερηθούν τα πολιτικά τους δικαιώματα τα μέλη της πρέπει να περιμένουμε χρόνια μέχρι την αμετάκλητη καταδίκη τους (δηλαδή πρέπει να καταδικαστούν στον πρώτο βαθμό, να καταδικαστούν και στην κατ’ έφεση δίκη και να απορριφθεί και η τυχόν αίτηση αναίρεσης από τον Άρειο Πάγο). Άρα αυτή η οδός μας βγάζει πάλι στην ίδια δυνατότητα που περιγράψαμε παραπάνω. Την μη ανακήρυξη του συνδυασμού και των υποψηφίων του στις εκλογές, καθώς και την μη ανακήρυξη οποιουδήποτε άλλου συνδυασμού που είναι στην ουσία η Χρυσή Αυγή με μάσκα ή με προσωπείο ή με προβιά. Άλλος τρόπος δεν νομίζω ότι υφίσταται με βάση το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο.
Είναι άλλης τάξεως το ερώτημα βέβαια εάν θέλουμε να δημιουργήσουμε τέτοιο προηγούμενο. Με βάση τη γνωστή "θεωρία της Κασσάνδρας", συνήθως οι νομικοί είναι επιφυλακτικοί στο να ανοίγουν τέτοιες κερκόπορτες καθώς δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι πώς αυτό το προηγούμενο θα το εκμεταλλευθούν κάποιοι μελλοντικά. Π.χ. λένε κάποιοι ότι θα μπορούσε η δικαιοσύνη να επικαλεστεί παρόμοιο σκεπτικό ώστε στο μέλλον να μην ανακηρύξει την ΑΝΤΑΡΣΥΑ ή το ΚΚΕ. Την απάντηση στον προβληματισμό την έχει δώσει ο καθηγητής Γιώργος Παγουλάτος στην Καθημερινή της 29/09/2013, όπου γράφει «Το ΚΚΕ αποσκοπεί θεωρητικά στην επαναστατική ανατροπή του αστικού Συντάγματος, όμως έχει από το 1974 μια εμπεδωμένη ιστορική διαδρομή θεσμικής και κοινοβουλευτικής λειτουργίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει εναγκαλιστεί και ενσωματώσει διάφορα ακραία κινήματα, αλλά η αμφισβήτηση της δημοκρατικότητας και συνταγματικότητάς του ισοδυναμεί με ύβρι. Ούτε ο προγραμματικός τυχοδιωκτισμός του ΣΥΡΙΖΑ ούτε ο εμπρηστικός ακτιβισμός των δυνάμεων του ΚΚΕ νομιμοποιούν τις ανιστόρητες απόπειρες συμψηφισμού με τη Χρυσή Αυγή».
Σε κάθε περίπτωση, η απάντηση που σου δίνω αφορά μόνο το τι μπορεί να γίνει (κατά τη γνώμη μου πάντα). Αλλά το τι πρέπει να γίνει είναι μια σαφώς πολιτική συζήτηση που δεν εξαντλείται στα νομικά επιχειρήματα.
_____________
Ρωτήστε κι εσείς τον Χρήστο Γραμματίδη στο City Legal, για τα νομικά ζητήματα που σας απασχολούν, συμπληρώνοντας την φόρμα δεξιά (αν δεν τη βλέπετε κάντε κλικ εδώ).
Παρακαλούμε, μία ερώτηση κάθε φορά.
σχόλια