Πάνε χρόνια που κάποιο βράδυ στην ΕΡΤ πέτυχα μια εκπομπή για τα εικαστικά, στα οποία οι γνώσεις μου ήταν αρκετά περιορισμένες. Κόλλησα. Επεδίωξα να ξαναπετύχω την ίδια εκπομπή που την παρουσίαζε μία κομψή γυναίκα, η οποία δεν έπαιρνε απλώς καλές συνεντεύξεις από εικαστικούς διεθνούς εμβέλειας, αλλά φαινόταν σα να μάθαινε κι αυτή μέσα από τη δουλειά της και μαζί με τους τηλεθεατές της. Τόσο καλά μάλιστα, ώστε η επόμενη εκπομπή που έβλεπα μού φαινόταν ακόμη πιο ενδιαφέρουσα από την προηγούμενη. Σήμερα μπορώ να λέω ότι όπως κάποτε, πριν από 30 χρόνια, μάθαμε τον Παζολίνι, τον Μπέργκμαν και τον Φελλίνι από τον Γιάννη Μπακογιαννόπουλο, έτσι μάθαμε και από την Κατερίνα Ζαχαροπούλου την Αμπράμοβιτς, τον Βαϊόλα, τον Κένριτζ και άλλους μεγάλους της σύγχρονης τέχνης. Γι' αυτό θεωρώ τιμή μου που η Ζαχαροπούλου με δέχτηκε στην οικία της για τη συνέντευξη που θα διαβάσετε, στο πάρα πέντε κιόλας από την ατομική της έκθεση, η οποία σήμερα, Πέμπτη 30/1, έχει τα εγκαίνια της.
Τελικά το μαύρο έσβησε την παλέτα των χρωμάτων;
Επειδή έχουν περάσει πολλοί μήνες και τοποθετείς τα πράγματα πιο ψύχραιμα θα έλεγα ότι πιθανώς να σχηματίζεται μια αμυδρά ελπίδα, ότι κάποια απ' τα χρώματα της παλέτας ξαναδημιουργούνται. Εκείνη όμως η στιγμή που έπεσε το μαύρο αισθάνθηκα τόσο δυσάρεστα και τόσο ολοκληρωτικά απογοητευμένη που δε μπορούσα να φανταστώ ή να ελπίσω τίποτα. Ήταν σα να περνάς θάνατο, σα να σου πεθαίνει ένας άνθρωπος χωρίς να σκέφτεσαι ότι μετά μπορεί να γνωρίσεις έναν άλλον άνθρωπο. Άσε και που μερικοί είναι αναντικατάστατοι.
Ποια ήταν ακριβώς η σχέση σας με την ΕΡΤ;
Για όλους όσοι δουλέψαμε μέσα κει για χρόνια, η σχέση γινόταν στην ψυχή μας – δε μπορώ να αμφισβητήσω τα αισθήματα των περισσοτέρων που δουλεύαμε για την ΕΡΤ. Είχαμε δεθεί με το περιβάλλον, με το ρυθμό, με τους ανθρώπους, με τα προβλήματα, με τη δυνατότητα μιας εξυγίανσης που όλο ερχόταν και όλο δεν ερχόταν. Υπήρχε μια διαρκής ελπίδα ανανέωσης ή ανάρρωσης του ασθενούς, διότι περί ασθενούς επρόκειτο στην πραγματικότητα. Αυτή η ευθανασία, όμως, ήταν πραγματικά πολύ δυσάρεστη.
Εσείς είστε καλλιτέχνιδα, εικαστικός που είχε την επιμέλεια μιας εκπομπής για τα εικαστικά. Η ευθανασία, όπως είπατε πολύ γλαφυρά, σας σταμάτησε κάτι που κάνατε με μεράκι ή σας δημιούργησε πλέον και βιοποριστικό πρόβλημα;
Επειδή είμαι εικαστικός και δεν έρχομαι από τον δημοσιογραφικό κόσμο, άρα δεν είχα σταθερές σχέσεις με έντυπα ή ραδιόφωνα, ότι έχω κάνει το έκανα με την ιδιότητα του εικαστικού ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Η ταυτότητα μου γράφει ''εικαστικός'', απ' όταν τα επαγγέλματα γράφονταν στις ταυτότητες. Η ψυχή μου, το είναι μου, τα χρόνια μου πηγάζουν από κει και είχα πάντα πράγματα να κάνω. Είτε δίδασκα σε σχολές επαγγελματικού προσανατολισμού, είτε οργάνωνα κύκλους διαλέξεων σε μουσεία, είτε ανήκα σε καλλιτεχνικές ομάδες, άρα υποχρεώθηκα απ' τη ζωή μου να μην είμαι εξαρτημένη από μία μόνο δουλειά. Σίγουρα, όμως, ένα κομμάτι του βιοπορισμού μου καλυπτόταν από την ΕΡΤ. Δεν ήταν μόνο αυτό φυσικά...
Σίγουρα δεν ήταν αυτό, αφού, ούσα καλλιτέχνιδα, δεν θα είχατε και την επάρατο δημοσιοϋπαλληλική λογική.
Μα δεν ήμουν υπάλληλος της ΕΡΤ, δούλευα με συμβάσεις ως εξωτερική συνεργάτις.
Θέλετε να μου πείτε πως ξεκίνησε η ''Εποχή των εικόνων''; Φαντάζομαι κατόπιν πρότασης που ρίξατε στην ΕΡΤ.
Από το 1993 μπαινοβγαίνω στην ΕΡΤ. Αρχικά με δύο σειρές στην παιδική ζώνη για τα παιδιά και την εικαστική τέχνη. Μετά, το 2000 ξεκίνησα μιαν άλλη εκπομπή για τη σύγχρονη τέχνη, αφού εκεί θεωρούσα ότι υπήρχε έλλειψη και ότι λίγο – πολύ όλα τα άλλα είχαν ειπωθεί και με πολύ εύκολη πρόσβαση μάλιστα. Φτάνουμε στο 2003, παραμονές των Ολυμπιακών Αγώνων, με τη χρονιά αυτή να συμπίπτει για μένα με την καλή διάθεση της τότε διοίκησης να θέλουν μια εκπομπή για τα εικαστικά , η οποία θα εστίαζε στα πολύ μεγάλα έργα που θα γίνονταν στην Ελλάδα. Πρότεινα λοιπόν την ''Εποχή των εικόνων'' που με την πάροδο των χρόνων σχημάτισε το προφίλ της. Πραγματικά ήταν δική μου προσωπική επιλογή και σε ένα βαθμό οι διοικήσεις το υποστήριξαν, δε μπορώ να πω. Ήθελα να είναι μια εξωστρεφής εκπομπή, να γίνει διεθνής, να ταξιδεύουμε, να έχουμε πρόσβαση στα μουσεία. Παρά τα προβλήματα που γιγαντώθηκαν μέχρι και το κλείσιμο της ΕΡΤ, η δουλειά γινόταν. Και γινόταν όχι μόνο από μένα, αλλά από δύο άξιους συνεργάτες που έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους, η Ανίτα Κουτρούλη, σκηνοθέτις – μόνιμη υπάλληλος της ΕΡΤ, και ο Παναγιώτης Κουτσοθεόδωρος με τον οποίο ξεκινήσαμε αυτή την ιστορία το 1995 από τον SEVEN X.
Ώστε λοιπόν η πρώτη εν Ελλάδι εκπομπή για τα εικαστικά ξεκίνησε από εκείνον τον απίστευτο ταπεινό ιδιωτικό σταθμό.
Στον SEVEN X όλοι ήξεραν το θέμα τους και όλοι το αγαπούσαν πάρα πολύ. Για θυμηθείτε τη Μαλβίνα! Δεν συνέχισαν όλοι. Πάντα όταν κλείνει ένας κύκλος, το σκέφτεσαι αν θα συνεχίσεις ή όχι. Και με την ΕΡΤ τώρα συνέβη το ίδιο. Πιστεύω, όμως, ότι για όποιον θέλει να δώσει μια μεγάλη μάχη τώρα είναι η κατάλληλη ώρα και φυσικά δε μιλάω για την ΕΡΤ μόνο, αλλά για όλα τα επίπεδα της κοινωνίας. Ο αγώνας είναι δυσανάλογα μεγάλος σε σχέση με τα υπάρχοντα εμπόδια. Εμπόδια ψυχολογικά, όχι μόνο υλικά. Μία ήττα, ηττοπάθεια...Μιλώντας προσωπικά και βιωματικά, αν μου επιτρέπετε., κοιτώντας τα χρόνια πίσω τον έδινα ούτως ή άλλως αυτόν τον αγώνα, έτσι ήταν το δρομολόγιο της ζωής μου και δε μου φαίνεται παράξενο. Απλά με ενοχλεί που το πρόβλημα έχει γίνει καθολικό.
Η ενασχόληση σας με την εκπομπή αυτή, τα ταξίδια, οι σπουδαίες γνωριμίες που κάνατε, πιστεύετε ότι σας οφέλησαν και στη δική σας τέχνη;
Το ερώτημα που καίει!
Γιατί καίει;
Γιατί αν δεν ερμηνεύσεις το ''ναι'' και πεις ''ναι, βεβαίως, τελεία'', μπορεί κάποιος να νομίσει ότι αυτοί οι άνθρωποι που βρίσκονται στο επίκεντρο της διεθνούς σύγχρονης τέχνης μπορούν να σε επηρεάσουν σε τέτοιο βαθμό ώστε να τους μιμηθείς ή να θες να γίνεις ανταγωνιστικός, πράγμα που είναι αστείο φυσικά. Εγώ θέλω να ξεκαθαρίσω το πόσο οφελήθηκα όταν σας λέω ''ναι''. Οφελήθηκα μέσα από τον τρόπο του να είσαι μέσα στον εικαστικό χώρο. Οι καλλιτέχνες με τους οποίους ήρθα σε επαφή μού δώσανε με τον ασκημένο λόγο τους και τη σκέψη τους τη δυνατότητα να αναμετρηθώ υγιώς. Σα να κλείνουν οι άνθρωποι αυτοί το μάτι και σου λένε ''προχώρα''. Κι ας προέρχονται από χώρες με πιο ευνοϊκές συνθήκες. Οι ατομικές δυσκολίες για κάθε καλλιτέχνη είναι παντού οι ίδιες!
Μιλάτε για τον λόγο των ξένων εικαστικών καλλιτεχνών και εγώ αναρωτιέμαι αν ξένος εικαστικός = διανοούμενος. Από τα εξώφυλλα δίσκων του Μόραλη και του Τσαρούχη μέχρι τον Ψυχοπαίδη που εμπνεύστηκε από την ποίηση του Σεφέρη, αυτό συμβαίνει και στη χώρα μας θα λέγαμε.
Έχετε πάρα πολύ δίκιο, οι εικαστικοί που κρατώ μέσα μου ως φάρους και ως παραδείγματα είναι άνθρωποι που γνωρίζουν την τέχνη ευρύτερα και όχι μόνο στο εικαστικό πεδίο: Τη λογοτεχνία, τη μουσική, την ποίηση, την αλληλένδετη σχέση της μιας τέχνης με την άλλη. Σου απλώνουν έναν καμβά χωρίς καμία έπαρση ή διδακτικότητα ότι είναι πιο πάνω από σένα.
Πείτε μου μερικούς ξένους καλλιτέχνες, στους οποίους αναφερθήκατε μόλις.
Σίγουρα ο Γουίλιαμ Κένριτζ, η Μαρίνα Αμπράμοβιτς, ο Μπιλ Βαϊόλα. Ο Ζαν Κλαιρ, επίσης, ένας απ' τους σημαντικότερους Γάλλους διανοητές και ιστορικούς τέχνης σε όλη την Ευρώπη, που είχε κάνει την έκθεση ''Μελαγχολία'' στο Παρίσι και στο Βερολίνο με τις ουρές του κόσμου να φτάνουν χιλιόμετρα. Η Σιρίν Νεσάτ από το Ιράν, που κάνει και κινηματογράφο τώρα, βραβευμένη στη Βενετία. Πολύ ενδιαφέρων άνθρωπος είναι και ο διευθυντής του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης, ο Γκλεν Λάουρι. Απίστευτο ν' ακούς αυτόν τον άνθρωπο να μιλάει για τα του Μουσείου, αφού σε ένα πρώτο κομμάτι φαίνεται σαν ένας μάνατζερ πολυεθνικής και σε ένα άλλο σαν ένας διανοούμενος. Δύσκολο εδώ να βρεις ανθρώπους που να έχουν ασκήσει τόσο την προσωπικότητα τους ώστε αυτές οι δύο ιδιότητες να συναντιούνται ακομπλεξάριστα μεταξύ τους και χωρίς σύγκρουση.
Ως εικαστικός, πόσες ατομικές εκθέσεις έχετε κάνει;
Ξεκίνησα το 1988 και μέχρι σήμερα που ξεκινάει η νέα έκθεση μου γίνονται δέκα.
Για όσους γνωρίζουν την παρουσία σας από την τηλεόραση και όχι από το εικαστικό έργο σας, πως θα μας το συστήνατε;
Κατ' αρχάς δεν είμαι ζωγράφος. Θεωρώ τον εαυτό μου μία εικαστικό καλλιτέχνιδα. Υπάρχει ένα θέμα εδώ, to be a painter, για να το πάρουμε με τη διεθνή του ορολογία. Ένας ζωγράφος είναι ένας ζωγράφος, οι άλλοι όμως που επεκταθήκαμε σε βίντεο, φωτογραφία, εγκαταστάσεις κλπ., δε χαρακτηριζόμαστε ζωγράφοι γιατί δε δίνουμε στον άλλον να καταλάβει το εύρος των υλικών που μεταχειριζόμαστε. Εμένα από το 2000 και μετά που σταθεροποιήθηκε η καλλιτεχνική μου ταυτότητα, το ζητούμενο μου είναι ο καλλιτέχνης σαν φορέας θεσμών και εμπειριών δικών του ή άλλων, οι περσόνες που δημιουργούνται μέσα του, τα πρόσωπα που συνδιαλέγεται, οι μάχες που δίνει. Βασικό θέμα μου θα μπορούσα να πω ότι είναι το άλλο μέσα μας, η άλλη φωνή.
Αυτό το άλλο μέσα μας που θα μπορούσαμε να το βρούμε;
Σε έναν καλλιτέχνη, στη μάνα μας και στον πατέρα μας, στο φίλο μας, στο παιδί μας, σ' έναν άνθρωπο που δεν κάνουμε καθόλου παρέα μαζί του ή σε κάποιον που θαυμάζουμε. Αυτό, αν θέλετε, όλο έχει να κάνει με την εκπομπή. Δηλαδή ο τρόπος των καθόλου κλασικών συνεντεύξεων σε ανθρώπους που αυτό που έλεγαν με ενδιέφερε τόσο προσωπικά, σα νά'μαι εγώ και ψάχνομαι κι αυτοί μου δίνουν τις απαντήσεις. Με ενδιαφέρει πάρα πολύ τι λέει ένας καλλιτέχνης και όλο αυτό που έχει διανύσει, που εγώ δεν πρόλαβα και ούτε πρόκειται. Είναι σα να μου χαρίζει την εμπειρία του στο πλαίσιο μιας εκπομπής: τα νοήματα που συγκέντρωσε, ο τρόπος που βρήκε να τα διατυπώσει. Μια φυσική περιέργεια να δεις κάποιες εκδοχές που μπορεί να είχες. Όχι να έχεις γίνει διάσημος, φτασμένος, πλούσιος καλλιτέχνης και όλα αυτά, αλλά την ανθρώπινη διάσταση, τα alter ego, τις άλλες περσόνες που εφηύρε και έφτιαξε ένας Πεσόα γράφοντας με τα ονόματα τους.
Η ''Εποχή των εικόνων'' αγαπήθηκε πολύ. Το εισπράξατε αυτό απ' τον κόσμο που σας παρακολουθούσε;
Κοιτάξτε, η τηλεόραση είναι άτιμο εργαλείο. Μπορεί να σε κάνει να νομίζεις πως είσαι πάρα πολύ γνωστός και σπουδαίος και να μην είσαι τίποτα ή μπορεί να σε κάνει να νομίζεις ότι είσαι τίποτα και πράγματι νά'χεις κάνει μια σπουδαία δουλειά. Μού'τυχε κάτι σε ορεινό χωριό της Νάξου και τρελάθηκα: Ήτανε μία κυρία, δικηγόρος βέβαια, άρα καλλιεργημένη, η οποία παρακολουθούσε την εκπομπή μανιακά! Το πιο απίθανο όμως που μού'χει συμβεί είναι στη Νέα Υόρκη, σε ένα πολυκατάστημα, όπου με είδε μια άλλη κυρία και μου είπε ''Σας βλέπουμε τρελά στην Αμερική''. Μιλούσε για τους Έλληνες της Αμερικής που έβλεπαν ΕΡΤ μέσω δορυφόρου και ήταν πάρα πολύ ευχαριστημένοι, αλλά και κάπου υπερήφανοι που μια ελληνική εκπομπή έδειχνε τι συμβαίνει στη χώρα τους, μακριά τους, αλλά και τι συμβαίνει στο ΜοΜΑ! Είδαν να μιλάει ο Γκλεν Λάουρι, μυθικό πρόσωπο για όσους ζουν στις ΗΠΑ. Γενικά, ναι, έχω διαπιστώσει την αναγνωρισιμότητα μου, αλλά πάντα – θέλω να το τονίσω αυτό – από ανθρώπους πού'ναι κάπως ψαγμένοι χωρίς να υποτιμώ κανέναν.
Λογικό το βρίσκω. Πόσο ενδιαφέρον νά'χει ο Νεοέλληνας πλέον για τη σύγχρονη εικαστική τέχνη μέσα σ' όλα του τα προβλήματα, αλλά και την απαιδευσιά του;
Οι άνθρωποι αυτοί δεν τους έτυχε να βρεθεί κάποιος να τους κάνει να αγαπήσουν κάποια πράγματα ή μπορεί νά'ναι και προσωπική ευθύνη τους, δε λέω εγώ όχι. Πιστεύω όμως ακράδαντα πως αν η Πολιτεία έριχνε βάρος σε εκπομπές που πρόσφεραν πνευματική τροφή, οι άνθρωποι θα συνήθιζαν και θα άρχιζαν να το ψάχνουν σιγά - σιγά.
Πως να μιλάμε για εκπομπές πνευματικής τροφής, όταν η τηλεόραση, η ιδιωτική κυρίως, εθίζει τον κόσμο σε ότι χυδαιότερο και ευτελέστερο;
Ο καθημερινός άνθρωπος, όπως είπατε προηγουμένως, δε σκοτίζεται για τέτοια. Τον ενδιαφέρει κάτι άλλο, το λάιτ όταν είναι ώρα να διασκεδάσει χωρίς βέβαια να παραβλέπουμε πως έτσι έχει καταστραφεί ένας ολόκληρος κοινωνικός ιστός. Ας την ονομάσουμε την πραγματικότητα μπας και ταρακουνηθεί λίγο και το κεφάλι μας.
Συμπέρασμα: Την εκπομπή σας την έβλεπε ένα στάνταρ ψαγμένο κοινό.
Με απασχολούσε συχνά ποιος είναι ο άνθρωπος αυτός που θα καθίσει μπροστά στη μικρή οθόνη του ν' ακούσει έναν τέτοιο λόγο. Τελικά ο λόγος αποδείχτηκε παρηγορητικός, εγώ αυτό κατάλαβα.
Ένας παρηγορητικός λόγος, λοιπόν, κόντρα στην εικόνα του ξύλινου διανοουμενίστικου λόγου κάποιων καλλιτεχνών, να το πούμε κι αυτό.
Υπήρχαν καλλιτέχνες, όχι μόνο στην τηλεόραση, που μιλούσαν όπως λέτε προσπαθώντας να μεταφέρουν τα νοήματα τους μέσω διαμεσολαβητών, αναλυτών τους, θεωρητικών κλπ. Όταν όμως ακούς τον ίδιο τον καλλιτέχνη να μιλάει, εκεί τα πράγματα αλλάζουν. Δεν είναι διαμεσολαβημένος ο λόγος του από έναν επιμελητή, λόγου χάριν. Είναι αυτός, γυμνός με την αλήθεια του! Μπορεί;
Γιατί να μη μπορεί; Συναντήσατε στο εξωτερικό κάποιον που δεν ''τό'χε'' με τον λόγο;
Το 2010 πήγα και βρήκα τον Τόμας Σούτε, έναν πολύ σημαντικό γλύπτη, που δεν αγαπάει το φακό και τα ΜΜΕ. Είχε κάνει μια μεγάλη έκθεση στη Μαδρίτη κι ήταν ακριβώς η περίοδος που η Ελλάδα έμπαινε στο ΔΝΤ, στο ναδίρ της εκτίμησης της στην Ευρώπη. Αν κι είχαμε κανονισμένο ραντεβού, σχεδόν δε με δέχτηκε να κάνουμε την εκπομπή. Τελικά μου μίλησε και ήτανε σπαρακτικός, διότι, παρ'ότι δεν έχει ευκολία στο λόγο του, είπε το εξής: ''Ξυπνάω κάθε πρωί και κανένας δε μου λέει τι πρέπει να κάνω, πρέπει να το εφεύρω μόνος μου''! Τρομερό για έναν εικαστικό που δεν ζει στον καιρό των Μεδίκκων ή των μεγάλων ευεργετών! Ένας λόγος δηλαδή όχι γοητευτικός σαν άλλων καλλιτεχνών, αλλά πολύ βαθύς! Ιδιωτικά βέβαια μου είπε ''Και ποιος νοιάζεται για το τι λέω εγώ στην Ελλάδα;'' ''Όσοι νοιάζονται'' του είπα ''λίγοι έστω, αλλά σ' αυτούς πρέπει ν'απευθυνθείς αν είσαι καλλιτέχνης πραγματικά''!
Απόψε έχετε τα εγκαίνια της έκθεσης σας με τίτλο ''Ρωτώντας''. Τι ακριβώς θα έχει την ευκαιρία να δει ο φιλότεχνος επισκέπτης;
Όλα αυτά τα χρόνια μαζεύω φωνές, μορφές, κασέτες, αρχεία κλπ. στον 9.84, στον SEVEN X, στο Τρίτο Πρόγραμμα και στην ΕΡΤ φυσικά απ' όπου εργάστηκα. Συγκέντρωνα ως κόρη οφθαλμού φράσεις που μου είπαν άνθρωποι που με ενδιέφεραν. Βλέπουμε ας πούμε η εκδοτική πιάτσα να έχει γεμίσει από βιβλία του τύπου ''Όσκαρ Ουάιλντ – 99 τρόποι να είσαστε ευτυχισμένοι'', ''100 τρόποι να είσαστε δυστυχισμένοι'', ''Πως να χωρίσετε'', ''Πως να προχωρήσετε'', όλα! Η σοφία των ανθρώπων μαζεύτηκε κι έγινε ένα είδος ανθολογίων. Εγώ λοιπόν σκέφτηκα ότι στην ελληνική και τη διεθνή εικαστική κοινότητα, υπάρχουν πράγματα που έχουν λεχθεί και δεν σώζονται, δεν καταγράφονται. Εξαιρούνται τα βιβλία του Τσαρούχη από τον Καστανιώτη που, συμφωνείς – δε συμφωνείς με όσα λέει, είναι ανακούφιση το πώς διατύπωνε γραπτά ο άνθρωπος αυτός κάποια πράγματα. Από κει και πέρα λείπει ο λόγος των καλλιτεχνών του εικαστικού χώρου. Κλείνοντας η ΕΡΤ, κάθισα και ξανάδα κάποιες εκπομπές απ' το αρχείο μου κι είπα σε μια φάση ''Ρε συ, τι λέει αυτός εδώ;'' Από τον Βλάσση Κανιάρη που δεν είναι πια κοντά μας μέχρι τον Κεσανλή που έφτιαξε την Καλών Τεχνών, αλλά και νεότερους καλλιτέχνες που δίνουν μάχη με τον εαυτό τους κυρίως. Διάλεξα, έτσι, 25 από τις πολλές φωνές Ελλήνων καλλιτεχνών και τις παρουσιάζω στο ΙΣΕΤ, τις παλιές ''Νέες μορφές'', μια ιστορική γκαλερί. Προηγήθηκε η Τζούλια Δημακοπούλου, διευθύντρια του ΙΣΕΤ, που με κάλεσε να στήσουμε μια έκθεση με τα δικά μου αρχεία.
Πόσο θα σας πήρε το μοντάζ μέσα σ' ένα τόσο πλούσιο υλικό;
Η έκθεση συμβολίζει το μαύρο, το ζόφο της ΕΡΤ. Δεν υπάρχει εικόνα, έργα, μόνο ήχος. Απέσπασα λόγια, πράγματα και σκέψεις κάποιων καλλιτεχνών με διάρκεια δυο – τρία λεπτά το καθένα απόσπασμα. ''Φωνητική πορτραιτοθήκη'' θα χαρακτήριζα το περιεχόμενο της έκθεσης.
Εγώ πάλι θα το χαρακτήριζα ''εικαστικό ραδιόφωνο'' και σίγουρα κάτι πολύ πρωτότυπο για την εποχή που διανύουμε και τα εκθεσιακά δεδομένα. Εύχομαι να περάσει πολύς κόσμος κι εσάς να σας ξανάχουμε σύντομα και πάλι στις οθόνες μας.
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ κι εγώ γι' αυτή τη συζήτηση που κάναμε.
Κατερίνα Ζαχαροπούλου
«Ρωτώντας»
30 Ιανουαρίου - 22 Μαρτίου 2014
Ινστιτούτο Σύγχρονης Ελληνικής Τέχνης iset
Βαλαωρίτου 9α
Τηλ.: 210 3616 165
www.iset.gr
Ώρες λειτουργίας: Τρίτη έως Παρασκευή 10:00 – 17:00,
Σάββατο 10:00 – 15:00
σχόλια