Ο Παναγιώτης Τελλίδης μετράει από το ημιυπόγειο του "Πάρε - Δώσε", επί της Δημητρίου Γούναρη, τα βιαστικά βήματα που διασχίζουν την πλατεία Ναυαρίνου.
Τρία σκαλάκια πιο κάτω, μέσα σε ένα ασφυκτικά γεμάτο αλλά οργανωμένο κατάστημα, "παίζεται" τα τελευταία είκοσι χρόνια το δικό μας, Θεσσαλονικιώτικο, High Fidelity.
Χιλιάδες δίσκοι, κασέτες (!) και cd, βιβλία, παλιά περιοδικά -ό,τι απίθανης θεματολογίας μπορεί να βάλει ο νους σου, παλιές βαβέλ, μίκυ μάους, conan, αστυνομικά, bell, άρλεκιν, ποίηση, φιλοσοφία, είναι όλα εδώ, και μάλιστα καλοδιατηρημένα.
Και περιμένουν τους ανθρώπους που θα χαθούν για ώρες ξεψαχνίζοντας τα.
Ο ιδιοκτήτης του Πάρε- Δώσε, ο πιο μειλίχιος καταστηματάρχης του κέντρου, ο άνθρωπος που είναι υπεύθυνος για την συλλογή των παλαιών τευχών της βαβέλ που έχουμε αποκτήσει - και όχι μόνο, μας είχε για ένα ολόκληρο απόγευμα στα πόδια του, και μας μίλησε για όλα:
Για τα πρώτα χρόνια, για τους φανατικούς του βινυλίου και των κόμιξ, για την κρίση, για την περιφρόνηση του Έλληνα για το μεταχειρισμένο, για την νέα γενιά και τον εθισμό της στο δωρεάν πολιτιστικό αγαθό, για την περιφερειακή πληροφόρηση που νίκησε τελικά την γνώση, και για πολλά άλλα.
Georgia Satellites στο πικάπ, και..
Προσοχή: Old vinyls' and magazines' lovers alert!
- Κύριε Τελλίδη, πώς άρχισαν όλα;
- Σπούδασα διοίκηση επιχειρήσεων. Δούλεψα για κάποια χρόνια στον κλάδο των χρηματοοικονομικών, και κάποια στιγμή αποφάσισα πως θέλω να ασχοληθώ με κάτι που με ενδιαφέρει πραγματικά.
Με κάτι που αγαπώ. Και ανέκαθεν αγαπούσα τη μουσική και το διάβασμα. Πολύ.
Αυτά τα δύο, ξέρεις, είναι και τα μυστικά της επιτυχίας για οποιαδήποτε δουλειά: Το να έχεις δηλαδή γνώση του αντικειμένου σου αλλά και να το αγαπάς.
Η ιδέα για το μαγαζί ήρθε μετά από ένα μεγάλο ταξίδι στην κεντρική Ευρώπη.
Ζώντας για μήνες σε χώρες όπως η Ολλανδία, το Βέλγιο, και η Αγγλία ήρθε σε επαφή με την ιδέα του μεταχειρισμένου σε όλες του τις διαφοροποιήσεις.
Γύρισα, και το φθινόπωρο του 1994 άνοιξα το "πάρε -δώσε".
Τότε στη πόλη δεν υπήρχε τίποτα παρόμοιο. Για την ακρίβεια, δεν υπήρχε απολύτως τίποτα σχετικό με το μεταχειρισμένο βιβλίο ή δίσκο.
Το ξεχωριστό του Πάρε- Δώσε ήταν, και είναι ακόμη, το ότι είναι δύο μαγαζιά σε ένα.
Δεν είναι ούτε βιβλιοπωλείο ούτε δισκάδικο ακριβώς. Είναι και τα δυο μαζί, γιατί πιστεύω ότι η μουσική και το βιβλίο απευθύνονται συνήθως στο ίδιο κοινό.
Και δεν είναι ούτε παλαιοβιβλιοπωλείο -μιας που δουλεύουμε και με νέους τίτλους- ούτε ένα ακόμη χύμα παζάρι μεταχειρισμένων, μιας που ανέκαθεν προτεραιότητα μας ήταν να έχουμε ένα πολύ καθαρό, πλήρως τακτοποιημένο και καλαίσθητο μαγαζί.
- Ο κόσμος πώς το δέχθηκε; Ποιές ήταν οι πρώτες αντιδράσεις;
- Όταν ανοίξαμε, λοιπόν, έγινε πανζουρλισμός. Ο κόσμος το δέχτηκε με περιέργεια και όχι με επιφύλαξη.
Όλοι ερχόταν να δουν την εφαρμογή της ιδέας. Ερχόταν να δουν τι είναι πάλι αυτό. Πέρασαν όλες οι εφημερίδες και τα κανάλια, και το μαγαζί πήρε μεγάλη δημοσιότητα.
Κάποτε δουλεύαμε εδώ μέσα τρία άτομα μίνιμουμ, ενώ τώρα είμαι μόνος.
Τα χρόνια της μεγάλης ακμής ήταν από το 1994 μέχρι το 2004.
Το 2004 ήταν το σημείο καμπή. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες ήταν μια ταφόπλακα. Αποστραγγίστηκε η αγορά από πόρους. Βέβαια, τα αποτελέσματα όλου αυτού δεν άρχισαν να φαίνονται παρά πολύ αργότερα..
-Και πού τα βρήκατε όλα αυτά τα παλιά βιβλία και τους δίσκους για να ξεκινήσετε;
- Στην αρχή έβαλα αγγελίες. "Αγοράζω παλιά βιβλία - βινύλια."
Έγιναν και πολλά λάθη τότε αφού κι εγώ ακόμα μάθαινα. Δεν υπήρχε κλάδος ούτε μπούσουλας να ακολουθήσεις.
Σήμερα ταξιδεύω στον Καναδά, που έχει τα καλύτερα βινύλια, και στην Ολλανδία και αγοράζω από εκεί, και φυσικά από αυτά που μου φέρνει ο κόσμος.
Μπορούν να τα ανταλλάξουν με χρήματα, ή να πάρουν ίσης αξίας εμπόρευμα.
Εξ' ου και "πάρε-δώσε".
Από το ίντερνετ δεν παραγγέλνω τίποτε. Αν δεν δω με τα μάτια που πόσο καλά συντηρημένο είναι κάτι δεν το βάζω στο μαγαζί.
- Ποιο είναι το κοινό του 'Πάρε - Δώσε';
- Τα πρώτα δέκα χρόνια το κοινό του μαγαζιού ήταν από 18 έως 30 ετών.
Σήμερα από 25-30 μέχρι 50.
Την αλλαγή αυτή την αποδίδω στο ότι πλέον οι νέοι έχουν εθιστεί στο δωρεάν, και φυσικά στην έλλειψη συστηματικής και εκ βαθέων ενασχόλησης με κάτι.
Μιλάμε πια για απλή πληροφόρηση, ημιμάθεια για να είμαστε ειλικρινείς, παρά για γνώση.
Και δεν υπάρχει τίποτε χειρότερο από την ημιμάθεια.
Όλο αυτό, βέβαια, γεννήθηκε από το ίντερνετ. Το "πασάλειμμα", λίγο απ' όλα που λέμε και την άλλη μέρα ξεχνάς τι άκουσες.
Έχω χίλιους δίσκους σου λέει ο άλλος στον υπολογιστή. Ναι, αλλά με πόσους απ' αυτούς έχεις στ' αλήθεια επικοινωνήσει;
- Εσείς ποια είναι τα πιο σπάνια και ενδεχομένως ακριβότερα πράγματα που έχετε;
- Είναι πολλά. Ιδιαίτερα ακριβό κάτι δεν υπάρχει, αλλά πολλά είναι συλλεκτικής αξίας. Κάτσε να δούμε.. (ψάχνει).
Λοιπόν, αυτό εδώ το τεύχος του "Ποπ και Ροκ" από τον Σεπτέμβριο του 1978 δεν νομίζω να το βρίσκει κανείς εύκολα.
Και ο δίσκος Moody Blue του Elvis Presley. Δεν είναι σπάνιο να βρεθεί σαν δίσκος, ωστόσο εδώ έχουμε την έκδοση με το μπλε βινύλιο που είχε βγει σε ελάχιστα κομμάτια.
- Και ποια είναι η σχέση του έλληνα με το μεταχειρισμένο; Τι σας λέει η εμπειρία σας τόσα χρόνια;
- Είπαμε στην αρχή πως έγινε πανζουρλισμός, αλλά η αλήθεια είναι πως το μεταχειρισμένο προϊόν δεν έγινε ποτέ πραγματικά αποδεκτό, ή έστω "μόδα". Όλη αυτή την κουλτούρα του παλιού και του οικολογικού αν θες, δεν την αποδέχτηκε ο κόσμος.
Έχω την εντύπωση πως ο Έλληνας το περιφρονεί το μεταχειρισμένο.
- Δηλαδή; Το σιχαίνεται;
- Και το σιχαίνεται και ντρέπεται ενδεχομένως. Όχι μόνο να αγοράσει κάτι μεταχειρισμένο, αλλά και να πουλήσει κάτι δικό του.
Θεωρείται πιο αξιοπρεπές σε αυτή τη χώρα να πετάξεις κάτι, παρά να το πουλήσεις. Ο φτωχός που ξαφνικά γίνεται νεόπλουτος έχει την τάση να περιφρονεί τέτοιου είδους πράγματα.
- Τώρα όμως με την κρίση δεν γύρισε ο κόσμος πίσω στο μεταχειρισμένο;
- Καθόλου!
Τίποτα δεν άλλαξε προς αυτή την κατεύθυνση. Όταν λέμε ότι η κρίση είναι ευκαιρία δεν εννοούμε επιχειρηματικά. Εννοούμε πώς είναι μια καλή ευκαιρία να φιλοσοφήσουμε την κατάσταση, να σκεφτούμε τα λάθη μας, και να στραφούμε εντέλει σε ένα πιο ποιοτικό δρόμο από αυτόν που είχαμε επιλέξει νωρίτερα.
Ε, λοιπόν αυτή η ποιοτική στροφή ακόμα δεν έχει συμβεί. Σε καμία περίπτωση.
Το κοινό είναι ίδιο. Όσοι αγόραζαν προ κρίσης οι ίδιοι αγοράζουν και τώρα, απλά αγοράζουν λιγότερο.
Ένα μικρό αλλά σταθερό κοινό.
Από την άλλη, τώρα με την κρίση θα έρθουν να πουλήσουν περισσότεροι. Αλλά να σου πω κάτι; Δεν πιστεύω ότι το κάνουν τόσο για τα χρήματα.
- Αλλά;
- Πολύς κόσμος βυθίστηκε στην κατάθλιψη. Δεν έχουν διάθεση πια να ακούν τους δίσκους τους, να ξαναδιαβάσουν τα βιβλία. Δεν έχουν πια όρεξη, κι έτσι τα αποχωρίζονται ευκολότερα.
Τώρα, τις προάλλες, μου πούλησε ένας 1300 δίσκους. Να σου πω κάτι; Από απογοήτευση τους πούλησε. Όχι για τα χρήματα.
Το ξέρω. Μπορώ να το καταλάβω.
Μου λένε και διάφορα οι πελάτες...
- Τι φεύγει περισσότερο από το μαγαζί; Υπάρχουν τίποτα ιδιαίτερες απαιτήσεις;
- Σχεδόν μόνο ιδιαίτερες απαιτήσεις! Κι αυτή είναι η γοητεία σε αυτή τη δουλειά.
Τι να σου πω.. Το ιστορικό βιβλίο φεύγει πολύ. Οι δίσκοι κλασσικής μουσικής επίσης, επειδή οι λάτρεις τους αγοράζουν πάρα πολλούς μαζεμένους, δεκάδες.
Έλληνες από το εξωτερικό που έρχονται να πάρουν τα βίπερ του καλοκαιριού ή τα βιβλία όλου του χειμώνα.
Φανατικό κοινό έχουν και τα παλιά περιοδικά.
Και το κόμιξ έχει το δικό του αφοσιωμένο κοινό. Έκλεισαν και όλα τα κομιξάδικα της πόλης βλέπεις... Τι να πεις.
- Την βαβέλ την ζητάνε ακόμη;
- Βέβαια! Σταθερά. Αυτό δεν άλλαξε ποτέ. Μιλάμε για ένα από τα καλύτερα και διαχρονικότερα έντυπα που βγήκαν ποτέ στην Ελλάδα. Όταν βγήκε η βαβέλ μας άνοιξε τα μάτια σε έναν καινούριο κόσμο. Στο ευρωπαϊκό κόμικ - και όχι μόνο. Αυτό δεν έχει ξαναγίνει έκτοτε.
- Ποιο είναι το παλαιότερο τεύχος που έχετε;
- Πότε; Σήμερα; Ή καλύτερα, τώρα; Εδώ είναι όλα ρευστά. Δεν ξέρεις τι θα βρεις και πότε, κι αν θα το ξαναβρείς. Όλα έρχονται και φεύγουν πολύ γρήγορα. Επικρατεί μία πολύ δυναμική κατάσταση στο μαγαζί. Τόσα χρόνια δεν σταματώ να εκπλήσσομαι, κι εγώ αλλά και οι πελάτες.
- Προβλέψεις για το μέλλον; Είστε αισιόδοξος; Απαισιόδοξος;
- Δεν επιτρέπω στον εαυτό μου να είναι ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Στο αγοραστικό κοινό τεράστιο ρόλο παίζει η ψυχολογία του ανθρώπου, και όχι τόσο το χρήμα.
Δηλαδή, όταν για παράδειγμα θα βγει μία κακή είδηση, ακόμα και όχι και τόσο μεγάλη, όταν θα βγει μία οποιαδήποτε κακή είδηση στη χώρα, μία υπόνοια πολιτικής αστάθειας, ή μία οικονομική είδηση του τύπου "δεν τα βρήκαμε με την Τρόικα", θα δεις εν ριπή οφθαλμού την επόμενη κιόλας μέρα ότι η αγορά νεκρώνει. Παγώνουν όλα στην κυριολεξία. Είναι απίστευτο να το παρατηρείς.
Η αγορά αυτό που χρειάζεται είναι να μην υπάρχουν ειδήσεις.
Το έζησα και παλαιότερα στις χρηματοοικονομικές δουλειές:
No news are good news.
Η πολιτική σταθερότητα παίζει τεράστιο ρόλο στη ροή της αγοράς.
Το ενθαρρυντικό είναι ότι μόλις βλέπεις τα πράγματα λίγο ήρεμα και δεν υπάρχουν κακές συγκυρίες και ειδήσεις, ο κόσμος είναι έτοιμος και έχει διάθεση να βγει αμέσως και πάλι στις αγορές.
Όλα, μα όλα, είναι θέμα ψυχολογίας και η ιδιοσυγκρασία του έλληνα ήταν ανέκαθεν ή τους ύψους ή του βάθους.
**Βιβλιοδισκοπωλείο μεταχειρισμένων "Πάρε - Δώσε"
Δημητρίου Γούναρη 12 (Ναυαρίνου), Θεσσαλονίκη
Τηλ: 2310 223 5212310 223 521
σχόλια