"Ο Λευτέρης Κρητικός γεννήθηκε έναν αιώνα μετά τον Καβάφη, έξι χρόνια μετά τον θάνατο του Καζαντζάκη και το πρώτο του λογοτεχνικό κείμενο παραδόθηκε στην πυρά την χρονιά που αποχαιρέτησε τα εγκόσμια ο Σκαρίμπας. Κατάγεται από την Κρήτη. Το 1994 απέκτησε μια κόρη. Αρέσκει του πολλά η μουσική, η λογοτεχνία και η μαγειρική."
Με αφορμή την έκδοση και ελεύθερη διάθεση στο ίντερνετ δύο βιβλίων του, ζήτησα απ' τον Λευτέρη Κρητικό να μου μιλήσει γι' αυτά αλλά και για τη ζωή γενικότερα.
Να τι μου απάντησε.
Να πω πρώτα ένα ευχαριστώ; ΟΚ, τώρα που το είπα σημείωσε τ' ακόλουθα.
Χρησιμοποιώ ψευδώνυμο και θα συνεχίσω διότι δεν μ' ενδιαφέρει οποιαδήποτε δημοσιότητα με το πραγματικό μου όνομα. Προσέχω μην και την πατήσω όπως ο Τράγκας κι άλλοι κορυφαίοι του τόπου μας.
Επέλεξα να διατίθενται με free download τα βιβλία μου διότι δεν με αφορά ο ελληνικός εκδοτικός αχταρμάς τον οποίο δυστυχώς εγνώρισα και έχω την σιχαμερότερη εντύπωση - με στοιχεία και κασέτες που έλεγε κι ο Μάκης, ο τιτάνας της δημοσιογραφίας...
Κανένας από τους δασκάλους μου, είτε συγγραφέας είτε μουσικός είτε εικαστικός, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν έκαμε λεφτά εν ζωή από την τέχνη του. Φιλοδοξώ, και το λέω με πάσα ταπεινότητα, να μην χαλάσω αυτήν την ωραία παράδοση...
Για να μην έχεις απορίες δεν αισθάνομαι καμιά εμπάθεια γι αυτό το ωραίο δρώμενο που αυτοπροσδιορίζεται ως Νεοέλληνες Συγγραφείς. Θεωρώ, και δεν κάνω πλάκα, τη Λένα και την Χρυσηίδα ό,τι καλύτερο έχει να επιδείξει η πτωχευμένη πλην τιμία ελλάς ελλήνων ναυτιλομένων.
Ένα μπάρκο είναι οι σύγχρονοι νεοέλληνες με φύλλο πορείας στην αμάθεια κι ουχί στην Αμάλθεια... Ας οψεται ο Αδωνις κι ο Λιακοπουλος... Δεν αξίζει όμως τίποτα καλύτερο αυτος ο τύπος νεοέλληνα. Οπόταν ψηφίζω ασκαρδαμυχτί Λένα και Χρυσηίδα γιατί ως γνωστόν σε έναν παλαβό δεν πρέπει να λες ποτέ όχι. (Ο παλαβός είναι ο ελληνικός λαός έτσι;)
Επομένως, με βάση αυτά που σου είπα μπορείς να βγάλεις όποιο συμπέρασμα θέλεις. Θα σου στείλω κι ένα κείμενο το οποίο και μόνο του να το βάλεις όποιος πραγματικά θέλει θα καταλάβει.
Αυτό που θα ήθελα να τονίσεις, αν αποφασίσεις να κάμεις άρθρο, είναι ότι τα μυθιστορηματά μου διατίθενται μόνο με free download...
α) Λευτέρης Κρητικός - "Το οροπέδιο ύψος των μυρμηγκιών"
β) Λευτέρης Κρητικός - "Χωρίς σημεία στίξεως σιωπή"
[+]
Μια σπαλομπριζόλα μόσχου. Πατάτες μικρές στρογγυλές, μανιτάρια. Η τηλεόραση ανοιχτή, μα άνευ ήχου ίσα να λειτουργεί ως φωτορυθμικό της ασπρόμαυρης jazz του Charlie Parker. Έξω φωνές καραδοκούν κορμιά να
ζωντανέψουν στης παλίρροιας γιορτής το φούσκωμα. Σπάσανε τα νερά! Τρέξτε! Υδραυλικός συναγερμός, Χριστός γεννάται!
Θα την μαγειρέψω άτσαλα, άκομψα, εκδικητικά. Αυτό το μέρους του μόσχου που κατέληξε στα χέρια μου θέλω να ξέρει ότι σφαγιάστηκε ερήμην της διάθεσής μου για χαρά κι ευτυχία... Θέλω να ξέρει ότι θα κάνω ότι μπορώ προκειμένου να μου προσφέρει ένα άνοστο ρεβεγιόν δείπνο. Έκαψα τις πατατούλες, σωτάρισα γλοιωδώς ως χοχλιούς τα μανιτάρια, έψησα τη μπριζόλα ως σπάλα σπάθης τουτέστιν ξεροψημένη και κοφτερή αλλά ωμή και κλαίουσα εντός.
Φόρεσα δαχτυλίδι ένα στραβό πιρούνι. Σπιρούνι ο χαλκάς στο δάχτυλο κλωτσάει άγαρμπα τα πλαϊνά του μόσχου, άνοιξα ένα μπουκάλι κρασί με τις φλούδες από τις πατατούλες, σωτάρισα βαθιά μέσα στο λαρύγγι μου τη γεύση από βατόμουρα που τάχα μου ένιωσα. Έξω οι φωνές γίνονται αργά-αργά φυλές ζώων. Θηλυκά κι αρσενικά με το σκοτάδι για φανάρι αναζητούν τροφή μυρίζοντας πούτσους και μουνιά από μακριά. Το μαντρί
κοίμισε τον τσοπάνο, έδιωξε τα σκυλιά πυροβολώντας τ' αχαμνά τους, ξεγέλασε τους λύκους με ανέκδοτα λήθης κι αμόλησε το κοπάδι στο λιβάδι. Φεγγάρι ολόγιομο πού πας και ξετρυπώνεις πέη κι αιδοία με
παραμύθια υψηλής μαγειρικής; Τι είναι πιο ωραίο, ένα φιλέτο σενιάν ή ένα λαχταριστό μουνί, το δικό σου εν προκειμένω, να σπαρταρά με αναφιλητά ηδονής όπως σωτάρεις πάνω του τη γλώσσα μου;
Η μπριζόλα ψήθηκε όπως της άξιζε. Τα βατόμουρα έφυγαν από του κρασιού το σώμα και γίνανε βατομουρόπιτα. Ήπια δεύτερο ποτήρι, άρχισα να τρώγω, οι φωνές απ' έξω μπερδεύτηκαν με τη μουσική μέσα, άναψα τσιγάρο να θολώσω μιας σουπιάς τον ερχομό. Καύλωσα. Έφαγα κι άλλη μπουκιά άνοστου, κακοψημένου, κακοσφαγμένου μόσχου. Τέλειο φαγητό για ρεβεγιόν μουνίλας. Έτσι είναι, γιορτάζουμε την επέτειο απουσίας μακαρίζοντας την παρουσία του τίποτα. Γεύσεις τάχα μου τέλειες ευχόμενοι ατελείς
προσδοκίες.
Τα σκόρδα στο τηγάνι, ολόκληρα, για το κακό το μάτι της μαγειρικής που κάποιοι τη λένε τέχνη επειδή αγνοούν την τέχνη της ζωής. Το μουνί. Το έφαγα όλο το άνοστο αυτό πράγμα. Ήπια κι όλο το μπουκάλι το κρασί.
Άφησα τ' αρώματα μόνα τους κι έριξα μια δαγκωνιά στη βατομουρόπιτα. Αηδία κι αυτή. Έξω οι φωνές γινόντουσαν προβιές να κρύψουν τις ερμαφρόδιτες τάσεις του μαντριού. Ποιανού πούτσος και ποιανής μουνί, όλα στο φως του φεγγαριού φαίνονται ίδια. Γενετήσιες ορμές σε παρέλαση αναζήτησης τροφής. Καθώς πρέπει συνταγές οδηγούν το κοπάδι στην κατσαρόλα όπου θ' αναδειχτούν οι οσμές προκειμένου να τέρψουν την
αίσθηση πληρότητας. Είναι η αηδία πληρότητα; Προφανώς...
Τι απέμεινε τελικά; Η μουσική... σταθερή αγαπημένη συντροφιά... δάκρυα πάνω σε ξυράφι.
Κατάλαβες τώρα την υπόθεση;
σχόλια