ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΤΕΛΙΟ ΚΟΥΛΟΓΛΟΥ
Δεν είναι σίγουρο πόσοι άνθρωποι παρακολουθούν πλέον τις διαμάχες στη Βουλή ή ενδιαφέρονται πραγματικά για τα νομοσχέδια που ψηφίζονται. Για πολλούς, οι κοινοβουλευτικοί διαξιφισμοί φαντάζουν στημένοι ή αδιάφοροι, ενώ υπάρχουν και άλλοι απογοητευμένοι ή παραλυμένοι από τον φόβο. Και όμως! Αν κοιτούσαν λίγο πιο προσεκτικά, θα έβλεπαν ότι οι αποφάσεις που λαμβάνονται αφορούν τη ζωή τους. Χώρια ότι χάνουν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν και θέατρο.
Η τελευταία παράσταση δόθηκε την Κυριακή το βράδυ και δεν αφορούσε βασικά το γάλα. Η κυβέρνηση που είχε σκηνοθετήσει το σόου χρησιμοποίησε την τιμή του γάλακτος ως προπέτασμα καπνού. Παρ' ότι στη διάρκεια της παράστασης χάθηκε ένας υπουργός –ο κ. Χαρακόπουλος που παραιτήθηκε επειδή ακόμα και οι ρυθμίσεις για το γάλα έγιναν προς όφελος μερικών ξένων εταιρειών–, τα σοβαρότερα θέματα πέρασαν σε δεύτερη μοίρα: η ακόμα μεγαλύτερη αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων και οι μειώσεις στις συντάξεις, η παραπέρα καταστροφή της μεσαίας τάξης με τα μέτρα για τους φαρμακοποιούς ή τους αρτοποιούς, η απώλεια δισεκατομμυρίων από την εσπευσμένη πώληση των τραπεζικών μετοχών που το κράτος είχε αγοράσει σε υψηλότερες τιμές και, φυσικά, η εκ των προτέρων αμνήστευση των κυβερνητικών υπευθύνων για τα προηγούμενα.
Τέτοιες ρυθμίσεις θα ζήλευε και η καλύτερη banana republic του κόσμου, μάλιστα ακόμα και η συνήθως ντροπαλή Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής τις θεώρησε αμφίβολης συνταγματικότητας. Όμως, την Κυριακή το πρωί, λίγες ώρες πριν το νομοσχέδιο ψηφιστεί στη Βουλή, οι περισσότερες εφημερίδες της ημέρας τραγουδούσαν σε συγχορδία ένα τελείως διαφορετικό παραμύθι, το οποίο αναμετέδιδαν και οι τηλεοπτικές «ειδήσεις»: η χώρα δεν ψήφιζε –όπως πραγματικά συνέβη– ένα καινούργιο μνημόνιο που αποτελείωνε την καταστροφή των προηγούμενων, αλλά αντίθετα έβγαινε επιτέλους από την κρίση και για να ευλογήσει τις γενναίες «μεταρρυθμίσεις» της κυβέρνησης η Μέρκελ θα έρθει στην Αθήνα πριν από τις εκλογές, παραμονές των οποίων ο Σαμαράς θα μοιράσει μουνταρία το πρωτογενές πλεόνασμα στους αναξιοπαθούντες, ώστε να κερδίσει την εκλογική μάχη ή να τη χάσει αξιοπρεπώς από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Έχοντας προχωρήσει σε μια σειρά από καταστροφικές επιλογές στο επίπεδο των δήμων, ο τελευταίος έχει χάσει μέρος της δυναμικής που είχε, την οποία ανέκοψε το Ποτάμι, χωρίς μάλιστα να ψελλίσει την παραμικρή πολιτική θέση. Γιατί οι πολίτες απογοητεύονται όταν βλέπουν ένα κόμμα που διεκδικεί την εξουσία να κλείνεται στον εαυτό του επειδή άλλοι νοσταλγούν το παλιό καλό 3,5% και άλλοι δεν θέλουν νέο αίμα γιατί ράβουν οι ίδιοι βουλευτικά ή υπουργικά κουστούμια και να ζητάει για τους προηγούμενους λόγους πιστοποιητικό αντιμνημονιακών φρονημάτων απ' όσους θέλουν να συνεργαστούν μαζί του, παρ' ότι και η τελευταία έρευνα δείχνει ότι στις δημοτικές εκλογές τα τοπικά προβλήματα και η προσωπικότητα του υποψηφίου αποτελούν το κριτήριο της ψήφου και όχι το Μνημόνιο. Όταν, με λίγα λόγια, ένα κόμμα που επαγγέλλεται την αλλαγή συμπεριφέρεται σαν τους κουφούς που, αγνοώντας την κοινωνία, κυβερνούσαν τόσα χρόνια, τότε δεν είναι ανεξήγητο το ότι κάποιοι ψηφοφόροι στρέφονται προς τους μουγγούς.
Παρ' ότι ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη, ο Τσίπρας έκανε ό,τι μπορούσε για να επαναφέρει το δίλημμα ΣΥΡΙΖΑ ή καταστροφή. Κατέθεσε πρόταση μομφής εναντίον του Στουρνάρα, η οποία αιφνιδίασε το κυβερνητικό στρατόπεδο, που αρχικά δέχθηκε να τη συζητήσει διά του υπουργού Επικρατείας της ΝΔ, πριν τον αδειάσει ο κ. Βενιζέλος σε μια ακόμη απόδειξη ότι η πιο συνεπής νεοδημοκρατική συνιστώσα είναι το ΠΑΣΟΚ. Τελικώς, η πρόταση δεν έγινε δεκτή με το έτσι θέλω, όπως οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου και τα άλλα μέτρα που έχουν κάνει το Σύνταγμα κουρελόχαρτο, ενώ στον κάλαθο των αχρήστων βρέθηκε και η πρόταση μομφής κατά του προεδρείου που ακολούθησε.
Η γραμμή που αμέσως δόθηκε στα ΜΜΠ (Mέσα Mαζικής Παπαγαλίας) ήταν ότι ο Τσίπρας είχε ηττηθεί κατά κράτος, αφού η πρόταση δυσπιστίας είχε απορριφθεί, λες και ο ΣΥΡΙΖΑ περίμενε να περάσει. Μάλιστα, πιστά στη γραμμή, ορισμένα μέσα την προπαγάνδισαν και την επόμενη μέρα, μολονότι ένα συμβάν είχε ανατρέψει όλα τα δεδομένα: ο Γ. Παπανδρέου καταψήφισε τη βασική διάταξη για τις τράπεζες, παίρνοντας εκδίκηση από αυτούς που θεωρεί ότι τον απομάκρυναν από την εξουσία το 2011. Πρόκειται για υπερβολή, μια και ο κ. Παπανδρέου έβαλε τόσα αυτογκόλ που δεν χρειαζόταν και τη δυσμένεια των διαιτητών, αλλά δεν έχει καμιά σημασία: κατέστρεψε το πάρτι που κάθε τόσο οργανώνουν οι λίγοι στα συντρίμμια μιας χώρας.
σχόλια