Θα μιλήσω προσωπικά: Εάν μια βρωμόφατσα, εάν ένας τύπος του σκοινιού και του παλουκιού με προσέγγιζε και πρότεινε να μού πουλήσει –ή έστω να μου δείξει- βίντεο με την αγαπημένη μου να με απατάει, θα του γυρνούσα περιφρονητικά την πλάτη. Έτσι κι επέμενε, θα πρότεινα στο κορίτσι μου να τον μηνύσει αυθωρεί και θα κατέθετα λαύρος ως μάρτυρας κατηγορίας εναντίον του.
Δεν έχω τυφλή εμπιστοσύνη σε κανέναν, ούτε στην αγαπημένη μου ούτε στον εαυτό μου τον ίδιο. Οι άνθρωποι –το έχω εμπεδώσει στα σαρανταεφτά μου- είμαστε ικανοί για το πιο υπέροχο και για το πιο φρικτό. (Το να σε απατήσουν βέβαια, πόρρω απέχει, κατά τη γνώμη μου, από ό,τι φρικτότερο που μπορεί να σού συμβεί…)
Επιλέγοντας απλώς μεταξύ δύο κακών, θα προτιμούσα το μη χείρον.
Το πρώτο κακό θα ήταν να παραμείνω στην άγνοιά μου – να βγάζει η αγαπημένη μου με άλλους τα μάτια της κι εγώ να παριστάνω το κορόιδο.
Το δεύτερο -και τρισχειρότερο- θα ήταν να ξεκινήσω νταραβέρια με το κάθαρμα που θα εμφανιζόταν σαν καλοθελητής. Αγωνιώντας να μάθω την αλήθεια, να τον καταστήσω συνομιλητή μου. Να του δώσω βάση, να του δείξω εμπιστοσύνη και βαθμιαία -ανεπαισθήτως- να καταντήσω υποχείριό του.
Διότι προφανώς ο εν λόγω τύπος θα πάταγε ανελέητα πάνω στην αδυναμία μου ώστε να κερδίσει ο ίδιος όσο περισσότερο θα γινόταν. Και όπως θα είχε πουλήσει το κορίτσι μου σε εμένα, έτσι ακριβώς θα πουλούσε κι εμένα όπου έβρισκε. Με υποκλαπέντα ή με κατασκευασθένα ντοκουμέντα. Πασπαλίζοντάς τα με ρητορείες του τύπου «η αλήθεια πρέπει να λάμψει!». Επαναλαμβάνοντας το χιλιοφθαρμένο «άκουσον μεν, πάταξον δε»…
Στην παραπάνω ζόρικη θέση έχουμε περιέλθει κατά τα τελευταία εικοσιτετράωρα όλοι οι δημοκρατικοί Έλληνες πολίτες.
Στην προσπάθειά του να πέσει ο ίδιος στα μαλακά και να αποτελειώσει ταυτόχρονα όποια εμπιστοσύνη διατηρούσε ο κόσμος απέναντι στο πολιτικό προσωπικό, ο Ηλίας Κασιδιάρης έβγαλε απ’το καπέλο του τον λαγό Μπαλτάκο. Και άναψε σε όλους μας φωτιές. Και έβαλε τους λιγότερο αφελείς να συζητάνε για το ποιόν των μπιστικών του Αντώνη Σαμαρά (άθλιο ποιόν δίχως αμφιβολία). Και έβαλε τους πιο αφελείς να αναρωτιούνται μην τυχόν οι διώξεις εναντίον της Χρυσής Αυγής αποτελούν –εν μέρει τουλάχιστον- σκευωρία.
Τρίβει τώρα τα χέρια του ο Κασιδιάρης. Προαναγγέλλει ο Παναγιώταρος νέα βίντεο. Τρέμουν όσοι συνομίλησαν μαζί τους. Χορεύουμε όλοι εμείς στο σκοπό που μάς παίζουν οι Χρυσαυγίτες.
Προσβάλλουμε, ακούγοντας τους και μόνο, την μνήμη τού Παύλου Φύσσα. Ο Παύλος Φύσσας πέθανε από χέρι φονικό, που το κατηύθηνε μια συγκεκριμένη ιδεολογία. Και που το κάλυπτε μια συγκεκριμένη οργάνωση. Δεν έπεσε θύμα τροχαίου, όπως ισχυρίζονταν το 1963 οι Κασιδιάρηδες της εποχής για τον Γρηγόρη Λαμπράκη.
«Ένοχος ένοχον ου ποιεί» λέει μια βασική αρχή της νομικής επιστήμης. Οι Χρυσαυγίτες είναι ένοχοι. Όσο ένοχος είναι ο κάθε νεοναζί απέναντι στην ανθρωπότητα. Δεν θα τους καταστήσουμε ούτε κατ’ελάχιστον τιμητές κανενός.
Και ο Τάκης Μπαλτάκος που σαν παλιόφιλος τα’λεγε με τον Κασιδιάρη; Και όποιος άλλος πολιτικός συνομίλησε από συμπάθεια, υπολογισμό ή από σκέτη βλακεία μαζί τους;
Κι εγώ κι εσείς, εφόσον παρακολουθείτε την επικαιρότητα, δεν περίμενα το βίντεο-«βόμβα» για να φωτιστώ σχετικά με τι πρεσβεύει ο κύριος Μπαλτάκος. Ούτε θα περιμένω τα όποια άλλα βίντεο ώστε να διαμορφώσω γνώμη σχετικά με το τάδε ή με το δείνα στέλεχος της κυβέρνησης ή της αντιπολίτευσης. Ο δημόσιος λόγος τους, η δημόσια παρουσία τους αρκεί και περισσεύει.
Κι εγώ κι εσείς, εφόσον αγωνιάτε για την δημοκρατία, δεν θα ανοίξω το σπίτι μου στους "σήριαλ-κίλερ" για να το απολυμάνουν από τα ποντίκια. Μπορώ να το κάνω μόνος μου. Με την ψήφο μου.-
σχόλια