Ο αναγνώστης της στήλης Alex Dimitriadis έστειλε το παρακάτω μεηλ σχετικά με το δίσκο «Απέραντα χωράφια» του Κώστα Τουρνά. Ανάμεσα σε άλλα γράφει:
«Έχω πάθει όμως ένα μικρό σοκ και θέλω να το πω.
Άκουσα σήμερα, στα 27 μου χρόνια για πρώτη φορά τα Απέραντα Χωράφια του Τουρνά.
Έχοντας ακούσει αρκετή μουσική στην ζωή μου ΔΕΝ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΩ ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ να μην το έχω ακούσει αυτό...
Απορώ υπάρχει Έλληνας που μέσα στην Χούντα έβγαλε τέτοιο ήχο... λίγο μετά τους The Beatles και τον Santana και πριν τους Queen ο Κώστας Τουρνάς στην Ελλάδα των τανκς γράφει τέτοιο πράγμα;
Υποθέτω το γνωρίζετε και σας κάνει και εντύπωση που εν έτη 2014 σας έρχεται mail για κάτι παλιό και πολύ γνωστό... αλλά πραγματικά δεν το είχα δει πουθενά.. και πραγματικά δεν είμαι και ΤΟΣΟ άσχετος με την μουσική...
Όλα αυτά σας τα γράφω γιατί ακούγοντας το... θεωρώ πως έχει αδικηθεί.
Όχι ότι είναι ΤΟΣΟ καλό, αλλά είναι καλό και ο τρόπος και η εποχή που γράφτηκε του δίνει τεράστια αξία.
Ή έτσι νομίζω.. ξέρω γω...
Νομίζω όμως πως είναι κρίμα ένας άνθρωπος που έχει γράψει τέτοια μουσική σε τέτοιο ύφος.. να μείνει γνωστός για τα χιτάκια που έκανε πριν και μετά... όχι ότι δεν παίζουν τον ρόλο τους και αυτά, ότι δεν έχουν την σημασία τους... αλλά η εκτίμηση μου στον μουσικό Τουρνά ανέβηκε πολύ από σήμερα.
Πραγματικά αμφιβάλλω αν πολύς κόσμος έχει ακούσει...όχι τα Απέραντα Χωράφια.. ακόμα και το "Κυρίες και Κύριοι" ή "Άρχων Νους" (που μουσικά επίσης τα σπάει).
Για την υστεροφημία του Τουρνά ρε γαμώτο!!!»
Οι συντελεστές του δίσκου
Παίζει η Ορχήστρα Της Λυρικής Σκηνής & οι Ρούθ
Recorded At -- Polysound Studio, 1972 in Polydor Records
Artwork [Cover], Design [Cover] -- Στ. Δελιαλής
Διεύθυνση Ορχήστρας-Κώστας Κλάβας
Ηλεκτρονικά Εφέ - Γιάννης Σμυρναίος
Παραγωγός - Κώστας Φασόλας
Έχει δίκιο. Είναι ένας πολύ καλός δίσκος. Αν και θα ακουστεί κλισέ ισχύει στην περίπτωση το «μπροστά από την εποχή του». Μιλάμε άλλωστε για την Ελλάδα του 1972.
Ο δίσκος «Απέραντα χωράφια»:
Διαβάστε τους στίχους και θυμηθείτε ότι μιλάμε για την περίοδο της χούντας στην Ελλάδα:
Τούτον τον κόσμο μικρός τον ενόμιζα αλλιώς,
τούτον τον κόσμο μικρός τον φαντάστηκα αλλιώς.
Και συ που στο στόμα φέρνεις το τσιγάρο μ’ ηδονή
κάπως έτσι έχεις ζήσει μιαν ολόκληρη ζωή.
Και νομίζεις πως θ’ αλλάξει αν μ’ αυτήν συμβιβαστείς
ψευδαισθήσεις όμως θά ‘χεις, ψευδαισθήσεις θα γευτείς.
Γιατί αν έβλεπες για λίγο τι συμβαίνει γύρω μου,
θα πνιγόσουν απ’ το άγχος που γεννιέται μέσα μου.
Γέρος είμαι από τώρα που ‘μαι 23 χρονών
και συ ανάβεις άλλο ένα εις υγείαν των κουτών.
Κάτω ‘κει στ’ απέραντα, στ’ Απέραντα Χωράφια
που με τ’ άλογα έτρεχα σαν ήμουνα μικρός,
παραπίσω τράβαγα πακέτο τα όνειρά μου
κι απο τότε ήθελα να γίνω γεωργός.
Άσπρες Χαίτες ήταν στον αέρα τα μαλλιά μου,
σαν άγρια εφύσαγε ο αέρας ο καυτός
κι είχα όλη εκείνη τη χαρά μου στην καρδιά μου
που τον κόσμο αλλιώς τον φανταζόμουνα μικρός.
Κάτω ‘κει στ’ απέραντα, στ’ Απέραντα Χωράφια
στη σκέψη μου θρονιάστηκες και έγινες κυρά.
Το δέρμα σου αγάπησα και την πνοή σου ακόμα
την ένοιωθα σαν ξάπλωνα στου ονείρου τη σκιά.
Τώρα όταν σε σκέφτομαι, της φαντασίας απάτη,
ξέρω πως δεν απέχεις, μα θα σε βρω εδώ κοντά.
Γιατί είδα κείνα που’ μελλε το στόμα να στεγνώσουν,
ένοιωσα αυτά που κάναν την καρδιά μου ν’ αρρυθμεί.
Μια κιθάρα μίλησε στα δώδεκά μου χρόνια
και είπε αλήθειες που τις κρύβουν πάμψηλα βουνά.
Κέρδισα απ’ τον ήχο της μια καθαρή εικόνα,
εικόνα που ζωγράφοι δεν ζωγράφισαν ποτέ.
Στο τραγούδι μου τυχαία βρήκα ό,τι βρήκαν
στις εννιά θρησκείες οι προφήτες οι εννιά.
Κι από τότε που ‘νοιωσα της μουσικής τη γλώσσα,
διαρκώς μιλώ με τούτη, τη δική μου τη γενιά.
Μέρες με γκρίζο ουρανό και με κρύο, χωρίς ύπνο πολύ,
απόφαση σκούρα, μια κενότητα πλήρης με τάραξε εκεί
για να φύγω... για να φύγω...
Θυμάμαι όταν το φορτηγό τα πράγματά μου πήρε,
τις σκέψεις τις ρομαντικές εφόρτωνα μαζί.
Χωρίς να ξέρω πως αυτοί που πόλεις δυναστεύουν
θα τις πληγώσουν με το πιο μεγάλο τους καρφί.
Και έφτασα εδώ μ’ απέραντη αγάπη για τον κόσμο,
απέραντη σαν τα χωράφια που έζησα μικρός.
Μα κάθε μέρα που περνά, όσο την έχω ανάγκη,
τόσο μακριά με διώχνει και μαντήλι μου κουνά.
Αγάπη.... αγάπη....
Αργότερα, σε αίθουσες φτιαγμένες μόνο για χορό
ευρέθηκα να παίζω.
Με μια κιθάρα απ’ τις φτηνές και ρεπερτόριο διεθνές,
εμένα να προδίδω.
Μάγκες, προστάτες κι αδερφές στις παλιωμένες μου χορδές
το άχτι τους να βγάζουν,
Κι ο εφιάλτης μου ζεστός μ’ ακολουθεί σαν κυνηγός
μαζί του για να ζήσω.
Μάθημα που διδάχτηκα δε θέλησα να δώσω
κι έτσι ο εαυτός μου θά ‘ναι πάντα ανοιχτός.
Και η ψυχή μου απέραντο χωράφι και μεγάλο
που σπέρνει ο καθένας και μου παίρνει τον καρπό.
Όταν στρατιώτη με πήραν, μου μάθαν να ζω μοναχός.
Και με ασκήσεις σε λόφους μου δείξαν πώς νά ‘μαι σκληρός,
να αντέχω...
Αντέχω στην πείνα και ζω με τη δίψα, αντέχω παντού.
Η σκέψη μου όμως την ψυχή μου πληγώνει, με έλκος διαρκές την πεθαίνει,
την πεθαίνει...
Πόσες φορές πριν φτάσω εδώ δεν κάθισα να γράψω
λέξεις που, μα την πίστη μου, θ’ αλλάζαν το μυαλό.
Και τότε κάποιος έξυπνος του Τύπου και των Μέσων
μού ‘λεγε «αυτό είναι ποίηση, δεν είν’ εμπορικό».
Σε κείνα τα Απέραντα Χωράφια αν είχε ζήσει,
αν τα’ χε δει έστω για λίγο ο έξυπνος αυτός,
θα ‘ξερε πως η ποίηση που δίνει εκεί η φύση
είναι κι ο μεγαλύτερος εμπορικός καρπός.
Βάρη που λυγίζουνε και γιγάντων πόδια δεν τα θέλω εγώ.
Άγχη κι αγωνίες, ψέματα, εικασίες, μακριά από ‘δώ.
Τούτον τον κόσμο μικρός τον ενόμιζα αλλοιώς,
τούτον τον κόσμο μικρός τον φαντάστηκα αλλοιώς.
Σαν να δύει ο ήλιος είναι η πορεία τούτης της γιορτής,
ο αλκοολικός που απ’ το μεθύσι παίρνει άισθηση ζωής.
Θεοί, ένα τείχος να χτίσετε τώρα μπρος στις πόλεις,
απ’ τα χωράφια αν θα’ρθουνε να πείτε πως αρρώστεια τρώει τον κόσμο.
Και συ που στο στόμα φέρνεις το τσιγάρο μ’ ηδονή
κάπως έτσι έχεις ζήσει μιαν ολόκληρη ζωή.
Και νομίζεις πως θ’ αλλάξει αν μ’ αυτήν συμβιβαστείς
ψευδαισθήσεις όμως θά ‘χεις, ψευδαισθήσεις θα γευτείς.
Γιατί αν έβλεπες για λίγο τι συμβαίνει γύρω μου,
θα πνιγόσουν απ’ το άγχος που γεννιέται μέσα μου.
Γέρος είμαι από τώρα που ‘μαι 23 χρονών
και συ ανάβεις άλλο ένα εις υγείαν των κουτών.
Μη ρωτάς λοιπόν για που πηγάινω, μη ρωτάς για που τραβώ.
Ρώτα μόνο αν αφήνω κάτι απο εμένα εδώ.
Στο δωμάτιό μου θά ‘βρεις 13 ποίηματα,
όλα λεν’ για την αγάπη, όμως νόημα τίποτα.
Τούτη η πάλη λέει σ’ άλλον ότι είναι ζωντανός,
μα σε μένανε θυμίζει πώς γεννιέται ο νεκρός.
Μόνος ήμουνα και θά ‘μαι, μόνος έζησα και ζω.
Κι αν τις νύχτες δεν κοιμάμαι είναι γιατί μένω εδώ...
Από την Βικιπαίδεια σχετικά με τον δίσκο «Απέραντα χωράφια:
Τα «Απέραντα Χωράφια» είναι ένας δίσκος ορόσημο του ελληνικού ροκ. Η μουσική και οι στίχοι είναι του Κώστα Τουρνά. Σύμφωνα με το περιοδικό Ποπ & Ροκ συγκαταλέγεται μέσα στους δέκα δίσκους-σταθμούς του ελληνικού ροκ. Το προοδευτικό-ψυχεδελικό αυτό άλμπουμ το ηχογράφησε ο Τουρνάς συνδυάζοντας μια συμφωνική ορχήστρα με το ροκ γκρουπ Ρουθ, κάτι μοναδικό και πρωτοποριακό για την εποχή και δη επί δικτατορίας.
Η πειραματική μίξη ανομοιογενών μουσικών στοιχείων και παραδόσεων που αποπειράθηκε ο Τουρνάς προηγήθηκε κατά τρία χρόνια μίας ανάλογης προσπάθειας του θρυλικού Αγγλικού γκρούπ Queen που έγραψαν και συνέθεσαν το τραγούδι, σε στυλ όπερας ροκ, "Βοημική Ραψωδία" (Bohemian Rhapsody) αναμιγνύοντας στοιχεία κλασικής όπερας και μοντέρνου ροκ. Η ροκ όπερα Τόμμυ (Tommy) των Χου (Who) το 1969, παρά την ονομασία της, δεν ανέμιξε κλασικά και μοντέρνα στοιχεία μουσικής στη σύνθεσή της παρά απλώς πακετάρισε μοντέρνο ροκ σε κλασική δομή όπερας
Ένα απόσπασμα από την συναυλία που έδωσε ο Κώστας Τουρνάς στο Badminton το 2012 με αφορμή τα 40 χρόνια από την κυκλοφορία του δίσκου «Απέραντα Χωράφια»:
Μια απάντηση του Κώστα Τουρνά που λέει πολλά για τον ίδιο:
To 2013 είχα διαβάσει μια συνέντευξη του Κώστα Τουρνά στο allaboutmusic.gr. O Ιάσονας Φίλης τον ρωτάει για τον στίχο «Κάτω από την Ακρόπολη, παίζουνε μονόπολη στις δικές μας πλάτες». Μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση τότε η απάντηση του και την θυμήθηκα ξανά με αφορμή το ποστ:
Πάντοτε είχατε κοινωνικο-πολιτικό στίχο στα τραγούδια σας, αλλά πιστεύω η ελληνική τρέχουσα κατάσταση, η οικονομικο-πολιτικο-κοινωνική, συνοψίζεται με απλά αλλά και ταυτόχρονα με πολύ εύστοχα λόγια στους στίχους «Κάτω απ' την Ακρόπολη, παίζουνε μονόπολη, στις δικές μας πλάτες». Πιστεύω αυτός ο στίχος τα λέει όλα... Ποια είναι η γνώμη σας;
Για να δικαιούται κάποιος να βλέπει και το απέναντι λάθος... θα πρέπει να συνειδητοποιήσει και τον εαυτό του. Πρέπει να ξεκινήσει από εκεί για να δει μετά και τους άλλους που «παίζουν μονόπολη κάτω από την Ακρόπολη»... Ή αν δεν δει τον εαυτό του δεν θα δει και το απέναντι. Ή αν βλέπει μόνο το απέναντι έχει αθωώσει τον εαυτό του...
σχόλια