Κυριακή 15 Ιουνίου
Σαν σήμερα…
…το 1843 γεννιέται ο
Edvard Grieg [Έντβαρντ Γκρηγκ]
Μπέργκεν, 15 Ιουνίου 1843 – Μπέργκεν, 4 Σεπτεμβρίου 1907
Υπήρξε όχι μόνο ο σημαντικότερος Νορβηγός συνθέτης αλλά και ο πρώτος Σκανδιναβός συνθέτης που έτυχε καθολικής αποδοχής και εκτός Σκανδιναβίας. Η οικογένεια του ωστόσο είχε καταγωγή από τη Σκωτία [ο προπάππους του άλλαξε το όνομα Greig σε Grieg προκειμένου να αποκτήσει τη νορβηγική υπηκοότητα].
Mεγάλωσε σε μουσικό περιβάλλον καθώς η μητέρα του ήταν επαγγελματίας πιανίστρια και ο πατέρας του, αν και έμπορος στο επάγγελμα και πρόξενος της Βρετανίας στο Μπέργκεν, ήταν ενθουσιώδης ερασιτέχνης και είχε υπό την προστασία του μερικούς επίσης αφοσιωμένους ερασιτέχνες μουσικούς. Ο μικρός Grieg έδειξε από νωρίς το ταλέντο του ως πιανίστας και όταν το 1858 ο βιολονίστας και συνθέτης Ole Bull (μακρινός συγγενής της μητέρας του) τον άκουσε να παίζει, έπεισε τους γονείς του να στείλουν τον 15χρονο Edvard στη Λειψία προκειμένου να καλλιεργήσει το ταλέντο του. Έτσι σύντομα ξεκίνησε σπουδές στο Ωδείο της Λειψίας. Εκεί είχε επίσης την ευκαιρία να ακούσει την Clara Schumann να παίζει το Piano Concerto σε λα ελάσσονα του συζύγου της, το οποίο αργότερα ο Grieg χρησιμοποίησε ως πρότυπο για το δικό του Piano Concerto (επίσης σε λα ελάσσονα).
Στα 17 του προσβάλλεται από πλευρίτιδα και φυματίωση, η οποία κατέληξε σε σοβαρή βλάβη στον έναν από τους δύο πνεύμονές του. Για το υπόλοιπο της ζωής του θα αντιμετωπίζει σοβαρότατα αναπνευστικά προβλήματα και θα αγωνίζεται να κρατηθεί στη ζωή με έναν μόνο πνεύμονα.
Η πρώιμη κατάρτισή του σε συνδυασμό με την έκθεσή του αργότερα στο πολιτιστικό περιβάλλον της Λειψίας –που την εποχή εκείνη ήταν πλημμυρισμένο από τις μουσικές του Mendelssohn και του Schumann– οδήγησαν στη διαμόρφωση της μουσικής του συνείδησης, ωστόσο τα νορβηγικά παραδοσιακά τραγούδια ήταν πάντα η βάση πάνω στην οποία αναπτύχθηκε η ιδιωματική του μουσική γλώσσα.
Στη Λειψία ο Grieg δεν ένοιωθε καθόλου ευτυχισμένος κι έτσι αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του –το 1863– την εγκαταλείπει και εγκαθίσταται στην Κοπεγχάγη. Εκεί κάνει κάποια μαθήματα με τον δανό συνθέτη Niels Gade, ο οποίος βλέποντας ορισμένες από τις μικρότερες συνθέσεις του Grieg, τον παροτρύνει να συνθέσει μια Συμφωνία. Η Συμφωνία αυτή ολοκληρώθηκε το 1864. Όμως τρία χρόνια αργότερα θεωρώντας ότι η σύνθεση αυτή δεν ήταν αντάξια των ίδιων του των προσδοκιών, ο Grieg την αποσύρει και απαγορεύει την όποια εκτέλεσή της.
Η φήμη του εκείνη την εποχή βασιζόταν σε μινιατούρες, δηλαδή κυρίως μικρές συνθέσεις για πιάνο και τραγούδια, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν ήταν ικανός να χειριστεί μεγαλόπνοες μουσικές ιδέες όπως για παράδειγμα την Violin Sonata op.13 ή το Piano Concerto σε λα ελάσσονα op.16. κ.α.
Edvard Grieg - Piano Concerto in A minor Op. 16 (ολόκληρο)
Το 1867 ο Grieg παντρεύεται την ξαδέρφη του και διάσημη τραγουδίστρια Nina Hagerup (Νίνα Χάγκερουπ, το οποίο ήταν και το πατρικό όνομα της μητέρας του), για την οποία συνέθεσε πληθώρα τραγουδιών.
Επίσης συνέθεσε μουσική για τα έργα πολλών μεγάλων νορβηγών ποιητών της εποχής του όπως τον Bjørnstjerne Bjørnson [Μπιέρνστιερνε Μπιέρνσον] και ασφαλώς τον Henrik Ibsen [Ερρίκος Ίψεν] με τον οποίο συναντήθηκε για πρώτη φορά στη Ρώμη το 1866.
Ο Ibsen δεν είχε μάλλον την πρόθεση να ανεβάσει ποτέ το έργο του «Peer Gynt». Όμως μετά την 3η του έκδοση αποφάσισε να προχωρήσει σε μια θεατρική προσαρμογή. Τότε ήταν που αβίαστα ήρθε στο μυαλό του ο Grieg ως ο καταλληλότερος συνθέτης για τη μουσική επένδυση του εγχειρήματός του. Η παράσταση ανέβηκε το 1876 και η τεράστια επιτυχία της εξέπληξε τόσο τον συγγραφέα όσο και τον συνθέτη καθώς κανένας από του δύο δεν περίμενε το έργο αυτό να πετύχει, πόσο μάλλον και εκτός Νορβηγίας.
Edvard Grieg: Peer Gynt Suite No.1, op. 46
Το 1880 ο Grieg ανέλαβε για λίγο τη διεύθυνση της Bergen Harmonien [Φιλαρμονική του Μπέργκεν], όμως σύντομα αφιερώθηκε αποκλειστικά στις περιοδείες που προωθούσαν τη μουσική του είτε ως εκτελεστής είτε ως αρχιμουσικός. Η φήμη του απέκτησε τέτοιες διαστάσεις ώστε η νορβηγική κυβέρνηση του παραχώρησε ένα ετήσιο επίδομα αυξάνοντας σημαντικά τα εισοδήματά του. Στα ταξίδια του έκανε σπουδαίες γνωριμίες όπως με τον Johannes Brahms και τον Pyotr Ilyich Tchaikovsky και εξοικειώθηκε με το υψηλό μουσικό επίπεδο των συναυλιών στις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, γεγονός που τον ώθησε να καταβάλει προσπάθειες ώστε να αναβαθμιστεί η μουσική ερμηνεία και στη Νορβηγία.
Edvard Grieg - Peer Gynt Suite No 2, op. 55
Ο Grieg περισσότερο από κάθε άλλο, καλλιτέχνη της εποχής του [με εξαίρεση τον Modest Mussorgsky] προώθησε την ιδέα της Εθνικής Μουσικής. Εντούτοις στα τραγούδια του δεν κάνει σχεδόν ποτέ ευθείες αναφορές στην παραδοσιακή μουσική της χώρας του. Μοναδική εξαίρεση ίσως αποτελεί «Το τραγούδι της Σολβέιγ» (από την Σουίτα του Peer Gynt). Σε όλη του τη ζωή τόσο στα τραγούδια όσο και στη μουσική του για πιάνο παρόλο που βρίθουν οι έμμεσες αναφορές στη μουσική της χώρας του είναι πασιφανής η ενσυνείδητη και συνεχής εμβάθυνση στην αρμονική πρωτοτυπία.
Από το 1900 και μετά η κατάσταση της υγείας του άρχισε να επιδεινώνεται δραματικά, όμως εκείνος συνέχισε να εργάζεται με τον ίδιο ζήλο μέχρι την τελευταία του στιγμή. Ο Grieg άφησε την τελευταία του πνοή στις 4 Σεπτεμβρίου του 1907 στο νοσοκομείο της γενέτειράς του, και η ημέρα της κηδείας του ήταν ημέρα εθνικού πένθους για τη Νορβηγία.
H λίστα με τα έργα που συνέθεσε ο Edvard Grieg
Solveig's Song [από την Peer Gynt Suite No 2, op. 55]
==
Επίσης σαν σήμερα
…το 1994 πεθαίνει ο
Μάνος Χατζιδάκις
Ξάνθη, 23 Οκτωβρίου 1925 – Αθήνα, 15 Ιουνίου 1994
Έλληνας συνθέτης και ένας από τους βασικούς πρωτεργάτες του "έντεχνου" τραγουδιού.
Γεννήθηκε στην Ξάνθη και από τα τέσσερα του χρόνια ξεκίνησε μαθήματα πιάνου. Παράλληλα μάθαινε βιολί και ακορντεόν. Ωστόσο το 1932 μετά το διαζύγιο των γονιών του, εγκαθίσταται με την μητέρα και την αδερφή του οριστικά στην Αθήνα.
Το 1938 ο πατέρας του σκοτώνεται σε αεροπορικό δυστύχημα γεγονός το οποίο σε συνδυασμό με την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου δύο χρόνια αργότερα, φέρνει την οικογένεια σε δεινή οικονομική κατάσταση. Έτσι τα χρόνια της κατοχής ο νεαρός Μάνος αναγκάζεται να κάνει διάφορες δουλειές όπως φορτοεκφορτωτής στο λιμάνι του Πειραιά, παγοπώλης στο εργοστάσιο του Φιξ, υπάλληλος στο φωτογραφείο του Μεγαλοοικονόμου, βοηθός νοσοκόμος στο 401 Στρατιωτικό Νοσοκομείο...
Ταυτόχρονα ξεκινά μαθήματα ανώτερων θεωρητικών με τον Μενέλαο Παλλάντιο, και γράφεται στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών από την οποία όμως δεν αποφοίτησε ποτέ. Την ίδια εποχή συνδέεται με πολλά άλλα σπουδαία ονόματα των Ελληνικών τεχνών και γραμμάτων όπως οι Νίκος Γκάτσος, Γιώργος Σεφέρης, Οδυσσέας Ελύτης, Γιάννης Τσαρούχης, Άγγελος Σικελιανός και Κάρολος Κουν. Η δε γνωριμία του με τον Κουν έχει ως αποτέλεσμα την επί 15ετίας συνεργασία του με το Θέατρο Τέχνης. Αργότερα ασχολείται και με τη σύνθεση μουσικής επένδυσης για διάφορα αρχαία δράματα.
Μεγάλο δε κεφάλαιο στην μουσική του καριέρα αποτέλεσε η ενασχόληση του με την κινηματογραφική μουσική. Αυτή του εξασφάλισε το Βραβείο Όσκαρ για το τραγούδι «Τα παιδιά του Πειραιά» από την ταινία του Ζιλ Ντασέν «Ποτέ την Κυριακή» (1960), αλλά και δύο υποψηφιότητες για τα Tony Awards για τη θεατρική διασκευή του ίδιου έργου που ανέβηκε στο Broadway το 1966.
Μ. Χατζιδάκις - Δεκαπέντε Εσπερινοί
Τα βιογραφικά στοιχεία του Μάνου Χατζιδάκι κυρίως σε ότι αφορά τα θεατρικά και κινηματογραφικά επιτεύγματα, είναι λίγο ως πολύ γνωστά. Ωστόσο υπάρχουν κάποιες άλλες πτυχές στην καριέρα που αν και δεν έγιναν τόσο γνωστές, είναι οπωσδήποτε εξίσου σημαντικές.
Στις 31 Ιανουαρίου του 1949 ο 24χρονος τότε Μάνος έδωσε στο χώρο του Θεάτρου Τέχνης μια διάλεξη με τίτλο «Ερμηνεία και Θέση του σύγχρονου λαϊκού τραγουδιού (ρεμπέτικο)», το περιεχόμενο της οποίας άγγιζε για πρώτη φορά αυτό το θέμα-ταμπού για την εποχή και έμελε να ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων. Το κείμενό του έθιγε για πρώτη φορά ανοικτά το ζήτημα της σχέσης της ελληνικής κοινωνίας με ένα μουσικό είδος που τότε εθεωρείτο απαγορευμένο.
[Ολόκληρο το κείμενο της διάλεξης βρίσκεται εδώ: http://www.manoshadjidakis.gr/works/ergo3.asp?WorkID=208]
Το 1953 πραγματοποιεί σειρά ομιλιών με αντικείμενο τους σύγχρονους Αμερικάνους Συνθέτες με σκοπό να διευρύνει τους μουσικούς ορίζοντες του ελληνικού ακροατηρίου.
Το 1962 χρηματοδοτεί τον «Διαγωνισμό Πρωτοποριακής Σύνθεσης» που έφερε το όνομά του και έλαβε χώρα στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο Δοξιάδη στην Αθήνα. Το πρώτο βραβείο μοιράζεται ο άγνωστος ακόμα τότε Ιάννης Ξενάκης με τον Ανέστη Λογοθέτη.
Το 1963 ιδρύει και διευθύνει την Πειραματική Ορχήστρα Αθηνών η οποία κατά τη διάρκεια του βραχύ της βίου (μέχρι το 1966) παρουσίασε τις πρεμιέρες πολλών έργων ελλήνων δημιουργών, με σκοπό την ενδυνάμωση της σχέσης του κοινού με τα σύγχρονα ακούσματα.
Το 1975 αναλαμβάνει τη διεύθυνση του κρατικού ραδιοσταθμού «Τρίτο Πρόγραμμα» και παραμένει σ’ αυτή τη θέση μέχρι το 1981, επιδιώκοντας να αναδεικνύει και να συνεργάζεται συνεχώς με νέους και ταλαντούχους δημιουργούς .
Το 1989 ιδρύει την «Ορχήστρα των Χρωμάτων» την οποία διεύθυνε μέχρι το τέλος της ζωής του. Στόχος του και πάλι ήταν η παρουσίαση πρωτότυπων έργων που συνήθως δεν παρουσιάζονταν από τις «συμβατικές» συμφωνικές ορχήστρες. Μετά το θάνατό του τη θέση του στο πόντιουμ πήρε ο εξαίρετος έλληνας αρχιμουσικός Μίλτος Λογιάδης, και παρέμεινε σ’ αυτή μέχρι τον Ιούνιο του 2011 οπότε και η ορχήστρα σταμάτησε πλέον να λειτουργεί λόγο σοβαρότατων οικονομικών προβλημάτων.
Η αναλυτική πλούσια εργογραφία του Μάνου Χατζιδάκι είναι διαθέσιμη στον επίσημο ιστότοπό του, συνοδευμένη από αναλυτικές πληροφορίες για το κάθε έργο.
Μάνος Χατζιδάκις - Το χαμόγελο της Τζοκόντας
====
Την εβδομάδα που μας πέρασε…
…στις 10 Ιουνίου του 1865
γίνεται στο Μόναχο η πρεμιέρα της όπερας Tristan und Isolde [Τριστάνος και Ιζόλδη] του Richard Wagner [Ρίχαρντ Βαγκνερ] υπό τη διεύθυνση του Hans von Bülow. Πρόκειται για ένα μουσικό δράμα σε 3 πράξεις και σε γερμανικό λιμπρέτο του ιδίου του συνθέτη βασισμένο στο ομώνυμο μεσαιωνικό μυθιστόρημα του Gottfried von Straßburg.
Μια από τις κορυφαίες οπερατικές δημιουργίες, ο Τριστάνος (όπως συνηθίζεται να λέγεται χάριν συντομίας) ξεχωρίζει μεταξύ άλλων για την πρωτοφανή και εξαιρετικά εκφραστική χρωματικότητα, την ενορχήστρωση και την εξώθηση της παραδοσιακής τονικής αρμονίας στα άκρα. Η όπερα αυτή άσκησε τεράστια επιρροή και υπήρξε πηγή έμπνευσης για πολλούς κατοπινούς συνθέτες. Επιπλέον ως αφετηρία για την απομάκρυνση από την παραδοσιακή αρμονία και την τονικότητα, θεωρείται ότι έθεσε τις βάσεις για τις νέες κατευθύνσεις που θα πάρει η μουσική δημιουργία στον 20ο αιώνα.
Το Πρελούδιο της 1ης Πράξης και το Isolde’s Liebestod (Love Death) συχνά εκτελούνται μεμονωμένα ως συναυλιακά κομμάτια.
Ο Richard Wagner (Λειψία, 1813 - Βενετία, 1883) ήταν γερμανός ρομαντικός συνθέτης, αρχιμουσικός, ποιητής και συγγραφέας και αδιαμφισβήτητα ένας από εκείνους τους δημιουργούς που άλλαξαν με το έργο τους την πορεία της μουσικής. Η μουσική του έντονα εκφραστική και ιδιαίτερα περιγραφική, κυριάρχησε στον 19ο αιώνα και δίχασε το μουσικό κόσμο. Ακόμα κι έναν αιώνα μετά το θάνατό του εξακολουθεί να ασκεί έντονη επιρροή σε αμέτρητους συνθέτες.
Ο ίδιος εμπνεύστηκε μεταξύ άλλων από το πνεύμα της Γερμανικής Όπερας όπως αυτό εμφανίζεται στα έργα του Carl Maria von Weber, και σε κάποιο βαθμό από τους μεγαλεπήβολους στόχους του Giacomo Meyerbeer, τον οποίο κατά τ’ άλλα περιφρονούσε. Όνειρό του ήταν το «Συνολικό Έργο Τέχνης», μια ιδέα που επεξεργαζόταν ήδη από το 1850 (αρκετά πριν από τη σύνθεση του Τριστάνου). Με τον όρο αυτό δεν εννοούσε την ταυτόχρονη εφαρμογή όλων των τεχνών (ποίησης, μουσικής, μιμητικής, χορού, αρχιτεκτονικής και ζωγραφικής) όπως στην Μπαρόκ όπερα, αλλά μια νέου είδους «διαπλοκή» όλων αυτών.
===
Και τέλος
…στις 13 Ιουνίου του 1911
γίνεται στο Παρίσι η πρεμιέρα του μπαλέτου Pétrouchka [Πετρούσκα] σε μουσική Igor Stravinsky [Ιγκόρ Στραβίνσκυ, ο οποίος το 1947 προέβη σε μια αναθεώρηση της παρτιτούρας].
Το έργο αυτό ήταν μια παραγγελία του ρώσου ιμπρεσάριου Sergei Diaghilev, και αφηγείται την ιστορία μιας ρώσικης παραδοσιακής κούκλας, του Πετρούσκα, που είναι φτιαγμένη από άχυρο κι έχει για σώμα ένα σακί με πριονίδι, η οποία ζωντανεύει και αναπτύσσει συναισθήματα. Ο Πετρούσκα είναι ένα έργο στο οποίο συνδυάζονται η μουσική, η σκηνική δράση, η χορογραφία και η υπόθεση με απόλυτη αρμονία, γεγονός που προφανώς παραπέμπει στο «Συνολικό Έργο Τέχνης» του Richard Wagner, στη ρωσική του όμως εκδοχή.
Igor Stravinsky: Pétrouchka (υπό τη διεύθυνση του Δημήτρη Μητρόπουλου)
κι ένα μικρό απόσπασμα με μπαλέτο,
Nureyev & Pontois in Petrouchka 1976
Ο Igor Stravinsky (Οράνιενμπάουμ, 1882 - Νέα Υόρκη, 1971) ήταν ρώσος συνθέτης που όμως έζησε το μεγαλύτερο μέρος του παραγωγικού του βίου εκτός Ρωσίας, αποκτώντας αρχικά τη γαλλική υπηκοότητα (1934) και την συνέχεια την αμερικανική (1945). Πολύπλευρος, πολυγραφότατος, άσκησε τεράστια επιρροή στους συνθέτες του 20ου αιώνα, ενώ το σύνολο του έργου του εξακολουθεί να χαίρει ακόμη και σήμερα καθολική και αμείωτη αποδοχή και θαυμασμό. Μελετώντας το έργο του γρήγορα διαπιστώνει κανείς ότι ο Stravinsky άγγιξε σχεδόν όλες τις σημαντικές τάσεις του αιώνα του (από τον φολκλορισμό στον νεοκλασικισμό έως και τον σειραϊσμό), ενώ ασχολήθηκε και με τη μουσική των περασμένων αιώνων.
Κατά κάποιο τρόπο η γεωγραφική κινητικότητα της ζωής του αντανακλάται στο έργο του: δηλαδή αν και δεν έχασε ποτέ την επαφή με το «υλικό» που του παρείχε η ρωσική καταγωγή του, με την πάροδο του χρόνου τα ρωσικά χαρακτηριστικά έπαψαν να είναι το ίδιο ορατά κι αναγνωρίσιμα όπως στα πρώτα του έργα.Παρολ’ αυτά η μουσική του διατηρεί σε όλη του την πορεία μια συνέχεια σε ότι αφορά την τεχνική και τη σκέψη του. Με λίγα λόγια το συνολικό έργο του Stravinsky χαρακτηρίζεται από κοσμοπολιτισμό και πλούσια ιστορική συνείδηση.
σχόλια