Σαββόπουλος, Γαλάνη, Ξαρχάκος, θάλασσα, αλάτι, Ελύτης, ήλιος, μεσημέρι, κληματαριές, τα γεμιστά.
Οδυσσέα Ελύτη, Όλα τα πήρε το καλοκαίρι
Όλα τα πήρε το καλοκαίρι
τ' άγριο μαλλί σου στην τρικυμία
το ραντεβού μας η ώρα μία.
Όλα τα πήρε το καλοκαίρι
τα μαύρα μάτια σου το μαντίλι
την εκκλησούλα με το καντήλι.
Όλα τα πήρε το καλοκαίρι
κι εμάς τους δύο χέρι με χέρι.
Όλα τα πήρε το καλοκαίρι
με τα μισόλογα τα σβησμένα
τα καραβόπανα τα σχισμένα.
Μες στις αφρόσκονες και τα φύκια
όλα τα πήρε τα πήγε πέρα
τους όρκους που έτρεμαν στον αέρα.
Όλα τα πήρε το καλοκαίρι
κι εμάς τους δύο χέρι με χέρι.
Τόσα ωραία πράγματα είναι η Ελλάδα, αυτό σκεφτόμουν και χθες που έφτιαχνα γεμιστά. Είναι το πρώτο φαγητό που μου έρχεται να φτιάξω όταν δε θέλω να φάω κρέας. Νομίζω ότι θα μπορούσα να το τρώω κάθε μέρα, κρύο και ζεστό, για πρωινό και βραδινό. Το ρύζι που έχει βράσει μαζί με το ζουμάκι της πιπεριάς, παρέα με τον μαϊντανό και το δυόσμο (πολύ δυόσμο, λέει η μαμά μου, πως τα φτιάχνουν εδώ χωρίς δυόσμο, κι όταν λέει «εδώ» εννοεί την Αθήνα), τόσο φτωχό φαγητό με την έννοια των ευρώ αλλά τόσο μεγάλο σε σύλληψη, μαζί με πικρούτσικη φέτα είναι το Καλοκαίρι της Ελλάδας, αυτό που έχει μέσα ποίηση και θέατρο και παρέα και συντροφικότητα και ξανά, το Ιδανικό του Καλοκαιριού, αυτό που είσαι μικρός και δεν καταλαβαίνεις τις κουβέντες των μεγάλων.
Υπάρχει ενήλικας που δεν έχει τέτοια ανάμνηση; Να είσαι τυχερός να έχεις μαμά και μπαμπά ή παππούδες με εξοχικό ή σπίτι στη θάλασσα, να έχεις μπροστά σου τρεις ολόκληρους ανέμελους μήνες, να κάθεσαι μέσα στο νερό μέχρι να μελανιάσουν τα χείλια σου και να σου φωνάζουν να βγεις, να βγαίνεις με μισή καρδιά αλλά τελικά μισοτρέχοντας επειδή πω πω, πείνασες πάρα πολύ, να τρέμεις λίγο ακόμα από το κρύο νερό φτάνοντας σπίτι κι εκεί να σε περιμένει τραπέζι στρωμένο ιδανικά σε μία αυλή προστατευμένη και δροσερή κάτω από κληματαριά και να μυρίζει γεμιστά όλος ο δρόμος. Εκεί να είναι όλη η Ασφάλεια συν την Ανεμελιά, η μαμά που σου λέει να πλύνεις τουλάχιστον χέρια και πόδια και να το κάνεις βιαστικά και να τρως ψωμί που είναι αλμυρό επειδή δεν έπλυνες καλά τα χέρια σου. Να τρως βουτώντας παντού χωρίς να σκέφτεσαι θερμίδες, θρεπτικά συστατικά και απολύτως καθόλου το μέλλον ενώ οι μεγάλοι ανοίγουν μπύρες και σε πιέζουν να το φας όλο.
Νομίζω ότι μόνο αυτό μπορούν να προσφέρουν οι γονείς στα παιδιά τους: την παιδική ηλικία. Η ζωή θα σε βρει όπως και να΄χει, ο πιο ικανός γονιός δε μπορεί να σε γλυτώσει από αυτό. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να σου προσφέρει την απόλυτη ανεμελιά, την σιγουριά ότι όλα είναι τακτοποιημένα, ότι σε προστατεύει ένα δυνατό δίχτυ από γονείς, αδέρφια, θείους και παππούδες. Την ιδέα ότι σε αγαπάει πολύς κόσμος χωρίς να προσπαθήσεις. Αυτό θα τελειώσει σύντομα αλλά είναι η θωράκισή μας για όταν μεγαλώνουμε: η ανάμνηση ότι υπάρχουν στιγμές ευτυχίας που αν προσπαθήσουμε πολύ, μπορούμε να ξαναφτιάξουμε μόνοι μας, ίσως με το ιδανικό πρόσωπο, ίσως για τα παιδιά μας. Αν δεν ξέρεις τι γεύση έχει η ευτυχία, πώς να την ξαναφτιάξεις όταν μεγαλώσεις;
Χιλιοειπωμένες αμπελοφιλοσοφίες, εννοείται. Όμως δεν αντέχω να προσθέσω κι άλλες: αυτή η Ελλάδα που τώρα δείχνει το άγριό της πρόσωπο στους κατοίκους της, έχει τόσα μαγευτικά συστατικά που στιγμές μας κάνει να πονάμε γι’αυτήν, ειδικά όταν φεύγουμε. Υπάρχουν έξυπνοι και καλοί και ικανοί Έλληνες που μας έχουν χαρίσει ποίηση, λογοτεχνία, σκέψη και τα μαγικά γεμιστά. Βλέπω συνταγές από αγγλόφωνα site που προτείνουν συνταγές αυτού του φαγητού και μου έρχεται να γελάσω. Το terroir της Ελλάδας είναι μοναδικό και δεν μπορεί να γραφτεί σε μία συνταγή, κι ας είναι γαλλική λέξη. Όλες οι χώρες το έχουν αλλά μόνο το ελληνικό μπορώ να καταλάβω γιατί έχω την τύχη να μεγαλώσω με γονείς που μας έδωσαν τα πιο ανέμελα παιδικά χρόνια που μπορεί να φανταστεί άνθρωπος. Και ό,τι και να κάνω τώρα που διαβάζω τεχνικές και τρόπους να πετύχεις τα τέλεια γεμιστά, δε θα φτάσω ποτέ τη γεύση εκείνων των καλοκαιριών.
σχόλια