Το No Surrender, το ελληνικό community του Μπρους Σπρίνγκστιν στην Ελλάδα, μετρά πλέον 10 χρόνια και εκατοντάδες μέλη. Τον τελευταίο μήνα βομβαρδίζει τα social media στην προσπάθειά του να φέρει τον αμερικανό ρόκερ για μία συναυλία στην Ελλάδα (δείτε το σχετικό Facebook Page).
Η εικόνα του «Αφεντικού» στη χώρα μας είναι στην καλύτερη περίπτωση παρεξηγημένη και στη χειρότερη γραφική. Ποιος μπορεί να μας αλλάξει γνώμη; Κανείς. Ίσως όμως ένα μέλος του no surrender να μπορέσει να μας βάλει στην μουσική του από άλλη πόρτα - αυτήν ενός αυτοκινήτου που τρέχει κυριολεκτικά, συμβολικά, πεισμωμένα.
Από την BeTrue
Το παρακάτω κείμενο είναι προσωπικό, γιατί είναι αδύνατον να γράψει κανείς “δημοσιογραφικά” για κάτι που είναι κομμάτι του. Ας μιλήσουν λοιπόν τα ίδια τα κομμάτια του Μπρους, ή ένα μικρό δείγμα από αυτά. Δώστε τους μια ευκαιρία...
«The River»
Όταν ήμουν μικρό παιδί, σε προεφηβική ηλικία, ένας ξάδελφός μου μού χάρισε το «The River». Το 1983 τα ελληνικά βινύλια δεν είχαν στίχους και ούτε εγώ ήξερα ακόμα τόσο καλά αγγλικά για να εκτιμήσω τι μου έλεγε αυτός ο μελαγχολικός ρόκερ του εξωφύλλου. Κάτι όμως χτύπησε κατευθείαν στο στομάχι.
Όπως ο «Αταίριαστος» του Φράνσις Φορντ Κόπολα την ίδια ακριβώς εποχή μου άνοιξε το παράθυρο στη σκέψη ότι σινεμά δεν είναι μόνο entertainment, έτσι και ο Μπρους Σπρίνγκστιν με έφερε αντιμέτωπη με όσα φοβόμουν, όσα ονειρευόμουν και όσα βαθιά μέσα μου ήξερα ότι δε θα πραγματοποιηθούν ποτέ. Όσο κι αν μεγάλωνα. Και μεγάλωσα. Και βρέθηκα το 2007 στην πρώτη σειρά, 5 μέτρα από το μικρόφωνο του.
Όταν ακούστηκε η φυσαρμόνικα της αρχής του «River» με έπιασαν λυγμοί. Όχι όμως για λόγους που ένας τρίτος, αυστηρά και περιπαιχτικά, θα με έκρινε εκείνη την ώρα. Δεν φόρεσα ποτέ τον Μπρους κονκάρδα, δεν τον κρέμασα στον τοίχο μου αφίσα, δεν τον «ερωτεύτηκα» ως αναγκαίο βοήθημα στην εφηβεία. Δεν υστερίασα ξαφνικά, μπροστά στο «είδωλό μου».
Ο Μπρους ήταν/έγινε η φωνή μου, σε όσα δεν είχα καταφέρει ποτέ να ξεστομίσω, η ορμή μου σε όσα δεν έμαθα ποτέ να διεκδικώ, ο ορίζοντάς μου όταν η ζωή μου σήκωσε οδοφράγματα. Οπότε, μπροστά στην ακόμα αναπάντητη στα 35 μου χρόνια ερώτηση «Is it a dream a lie if it don’t come true or is it something worse?», λύγισα. Έσπασα σαν κλαράκι. Κι επίσης ντράπηκα.
Φαινόμουν σαν τρελή θαυμάστρια πρώτης σειράς. Σαν «τρελή». Μπορούσαν να με δουν οι φίλοι μου, οι άγνωστοι γύρω μου, τα μέλη της E Street Band, μπορούσε να με δει εκείνος. Τι ξεφτίλα Θεέ μου. Στο τέλος του κομματιού δάγκωσα τα χείλια, σκούπισα άτσαλα τα δάκρυά μου και σήκωσα το βλέμμα για να χειροκροτήσω. Με κοιτούσε και έκλαιγε κι αυτός.
«Τhunder Road»
Το τραγούδι που ανοίγει το «Born to Run», κατάφερε να ξεπεράσει σε αντίκτυπο και τον ομώνυμο ύμνο του δίσκου στις συνειδήσεις των φαν του Μπρους παγκοσμίως. Σαν να υπήρξε, υπάρχει και θα υπάρχει μία μυστική συνωμοσία: όποιον ρωτήσεις για το αγαπημένο του τραγούδι θα σου πει το «Thunder Road».
Ίσως γιατί όλοι, κάπου κάποτε, τρομάξαμε, συμβιβαστήκαμε και κλειδωθήκαμε σπίτια μας, ενώ υπάρχει ένας ανοιχτός δρόμος εκεί έξω που υπόσχεται να μας οδηγήσει (με τίμημα) στο όνειρό μας. Ίσως γιατί όλοι θέλουμε να πιστεύουμε ότι πάντα θα υπάρχει κάποιος να μας περιμένει με αναμμένη την μηχανή για όταν θα είμαστε έτοιμοι να κάνουμε το άλμα.
Όταν θα τα τινάξουμε όλα στον αέρα. Και δεν έχει καμία σημασία που γεράσαμε. Show a little FAITH there’s magic in the night / you ain’t a beauty but hey you’re alright…
«Badlands»
O Μπρους είναι ο ρόκερ που θα πάρει το απόλυτο κοινωνικό μήνυμα και θα στο κάνει προσωπικό. Δεν «ανησυχείς» θεωρητικά για τις πολιτικές, οικονομικές και προσωπικές εξελίξεις της ζωής σου. «You wake up in the night with a fear so real / that you've spent your life waiting for a moment that just WON’T come». Μπουμ. Head on collision. Κλωτσιά στα σωθικά.
Όμως, περίμενε μισό λεπτό, σε καθησυχάζει. Ο «βρωμότοπος» που γεννήθηκες και ζεις δεν σε καθορίζει. Δεν είσαι εσύ. Εσύ είσαι αυτός που αγωνίζεται με φιλότιμο, που επιλέγει ακόμα και τώρα να μην αδικεί τον διπλανό του, που συνεχίζει να ονειρεύεται, να αγαπάει και να πιστεύει. Εσύ είσαι αυτός που χοροπηδά και ξελαρυγγιάζεται σ’ ένα αέναο «ohohohohohohoh» παγκόσμιο όρκο, ενώνοντας τη φωνή, την αγκαλιά και τις δυνάμεις του με 80.000 ακόμα ρομαντικούς, γραφικούς μαλάκες που όμως δε θα γίνουν ποτέ λαμόγια.
Για αυτό και το «Badlands» είναι ύμνος, είναι το «Πιστεύω», είναι μυστική χειραψία.
«Jungleland»
To επιλέγω τυχαία. Θα μπορούσε στη θέση του να είναι το «Racing in the Street», ή το «Backstreets», ή το «Incident on 57th Street», ή το «New York City Serenade». Οποιοδήποτε από τα επικά κομμάτια του Μπρους που έχουν σενάριο, χαρακτήρες με ηθικά διλήμματα, πλοκή με ανατροπές και τραγικό τέλος. Τραγούδια που... σχεδόν τα βλέπεις.
Η βελόνα ακουμπάει στο βινύλιο και ταυτόχρονα ανοίγει το φως μιας φανταστικής οθόνης που κατοικείται από ένα μωσαϊκό ηρώων με ονόματα, παρατσούκλια, ιδιοσυγκρασίες. Μυθικές φιγούρες που αλωνίζουν στο boardwalk του Asbury Park, κρύβονται στις σκιές των backstreets της Νέας Υόρκης, εγκληματούν και χάνονται στις χωμάτινες στέπες της Νεμπράσκα, μετανοούν και αναβαπτίζονται σε «ποτάμια».
Ονειρεύονται, ερωτεύονται, πληγώνονται, πληγώνουν και πάντα, μα πάντα, πληρώνουν το τίμημα. To «ξυπόλητο κορίτσι» και ο «Maximum Lawman που ζουν σε μία αδίστακτη μητρόπολη, η Puerto Rican Jane και ο Spanish Johnny της που περπατάνε μέχρι το ξημέρωμα ψάχνοντας τα χαμένα τους όνειρα, o Billie και η Diamond Jackie που ακούνε τις τζαζίστικες σερενάτες του μεταμεσονύχτιου Μανχάταν, η Madame Marie που ξέρει καλύτερα τις μοίρες των ανθρώπων, κορίτσια που χτενίζονται στα καθρεφτάκια των αυτοκινήτων, αγόρια που περπατάνε με σκληρό ύφος...
Ήρωες ή μάλλον αντιήρωες μικρόκοσμων που από μόνοι τους δεν είναι τίποτα το σπουδαίο (όποιος έχει επισκεφτεί το Νιου Τζέρσεϊ.. ξέρει), αλλά κάτω από το ηλεκτρισμένο βλέμμα του παρατηρητή τους γίνονται μαγικοί - λούζονται με τα φώτα του Λούνα Παρκ της προβλήτας, ντύνονται με καλοκαιρινή υγρασία, παίρνουν φωτιά με τα πυροτεχνήματα της 4ης Ιουλίου και πλημμυρίζουν με επικές μουσικές. Γιατί το «σάουντρακ» κάθε τέτοιας «ταινίας» είναι υπερπαραγωγή.
Εισαγωγές με υποβλητικό πιάνο που περνάει από την κλασσική μουσική στην τζαζ και καταλήγει σε μπαλάντα, στοιχειωμένα πλήκτρα, ταξιδιάρικα σαξόφωνα, τσιτωμένες χορδές και μια φωνή που συνήθως επιλέγει να ... ψιθυρίσει τις ιστορίες της. Να σκύψει στο αυτί σου και να στις διηγηθεί προσωπικά.
«Tenth Avenue Freeze Out»
Είναι όλα μαύρα, είσαι αποκλεισμένος στην κίνηση, βρέχει ένα σύννεφο μόνιμα πάνω από το κεφάλι σου; Νιώθεις ότι ακόμα κι αν βγεις από το αμάξι και βάλεις τις φωνές δε θα σ’ ακούσει κανείς; Είσαι μόνος και δεν αντέχεις να γυρίσεις στο άδειο σου σπίτι; Βάστα γερά! Έρχονται funky πνευστά να σε αναγκάσουν να χαμογελάσεις και να κουνήσεις τους γοφούς σου σ’ έναν ύμνο στη ζωή, την μουσική και, πάνω απ' όλα, τη φιλία.
O Big Man (Κλάρενς Κλέμονς) joined the band, ο Bad Scooter (Μπρους) βρήκε τον κολλητό του κι εσύ το τραγούδι που δεν σου σερβίρει την καθημερινότητά σου ουτοπικά, αλλά σου δίνει ελπίδα, ρυθμό και … κόρνα για τα μποτιλιαρίσματα!
[Η τραγική εξέλιξη της ζωής είναι ότι από το 2011 που χάθηκε ο σαξοφωνίστας Big Man, αυτό το κομμάτι είναι πολύ δύσκολο να το ακούς στις συναυλίες. Είναι η στιγμή που τα πάντα σταματούν για ενός λεπτού σιγή, για ένα μαζικό μνημόσυνο όπου στην σκηνή, για όσο σου επιτρέπει να τον κοιτάξεις, ένας φίλος αποχαιρετά τον φίλο του.]
«Twist and Shout»
Υπάρχει όμως κι ένας άλλος Μπρους. Και είναι αυτός των live συναυλιών. Είναι τυχαίο ότι το Rolling Stone τον (ξανα)ψήφισε Νο1 performer όλων των εποχών - αφήνοντας πίσω του τους Rolling Stones και τους U2, ή οποιοδήποτε σύγχρονο με μεγάλο following γκρουπάκι που έρχεται στην Ελλάδα, παίζει 1 ώρα και 20 λεπτά και φεύγει;
Ο 63χρονος πλέον ρόκερ ,όλη του τη ζωή, αλλά ιδιαίτερα ξανά τα τελευταία χρόνια, ανεβαίνει στη σκηνή και… ξεχνά να κατέβει. Παίζει πάνω από 3 ώρες και το καλοκαίρι έσπασε το φράγμα των τεσσάρων. Χωρίς διάλειμμα, βγαίνει μπροστά στον κόσμο και μοιράζεται την ηλεκτρισμένη του ευαισθησία με μπαλάντες που σου υποβάλλουν μία μαζική βροντερή σιωπή, ή ξεσηκώνει κερκίδες και αρένα με επικές μουσικές σ’ ένα ενεργειακό παραλήρημα.
Σοβαρεύει, συγκινεί, καταγγέλλει ή… γίνεται παιδάκι. Κατεβαίνει μέσα στη βροχή μαζί σου μετά από 3 ½ ώρες υγρής «ταλαιπωρίας» και σου κάνει πάρτι, πλατσουρίζοντας με ένα σκανταλιάρικο χαμόγελο. Κανένας δε φεύγει, που να πάει, αυτά είναι τα χρόνια της αιώνιας νιότης μας, αυτό είναι το υλικό που φτιάχνονται οι glory days.
«Drive All Night»
Κι εδώ τελειώνουν τα λόγια. Δεν έχω άλλα. Αυτό είναι το τραγούδι μου. Δεν είναι το καλύτερο, δεν είναι το χειρότερο. Αλλά είναι το δικό μου. Γιατί αν κατάλαβες πολύ νωρίς ότι η ζωή θα σου φέρει θύελλες, χιόνια και καταιγίδες, έχεις πολύ μεγάλη ανάγκη να ελπίσεις ότι κάποιος είναι αποφασισμένος να οδηγεί όλη την νύχτα , κόντρα στον καιρό και την κακουχία, κόντρα στην κυριολεκτική και συμβολική θεομηνία, και να χτυπήσει ξημερώματα την πόρτα σου.
Γιατί αν μεγαλώνεις στις απαξιωτικές εποχές μας που όλα ισοπεδώνονται και όλοι (σε) εγκαταλείπουν, έχεις ανάγκη να πιστέψεις… σε κάτι. Σε μία αγάπη που θα σε καθορίσει, θα σε ξεβολέψει, σε μία αγάπη ακλόνητη, παντός καιρού. Μπορεί να μη χρειάζεσαι «πρίγκιπες» ή «ήρωες». Αλλά ένας Θεός ξέρει πόσο χρειάζεσαι συνοδηγό. Through the wind and through the rain.
«Born to Run»
Θα τελειώσω με παρόμοιο τρόπο που το ξεκίνησα. «Όταν ήμουν μικρή...», στην εφηβεία πια, ο Μπρους έγινε μόδα και τον έμαθε και η συμμαθήτριά μου. Ήταν η «Born in the USA» εποχή του και το «Μουσικόραμα» αλλά και το «Μουσικό Καλειδοσκόπιο» έπαιζαν βίντεο κλιπ του. Ένα από αυτά ήταν το επίσημο βίντεο του «Born to Run» – στην ουσία μία συρραφή από τις 80ς live εμφανίσεις του (τότε που ήταν ακόμα νέος και γκρέμιζε τα στάδια). Με θυμάμαι να γυρνάω ξανά και ξανά rewind στην βιντεοκασέτα που το είχα γράψει, για να δω και να ξαναδώ και να ξαναδώ τη σκηνή «με τα χέρια».
Εκεί που μία λαοθάλασσα ανθρώπων στην αρένα με τα χέρια ψηλά, κουνώντας τα αριστερά δεξιά, δήλωνε το παρών. Με κομμένη την ανάσα σκεφτόμουν ότι «αυτό δε θα το ζήσω ποτέ». Δε θα έρθει ποτέ στην Ελλάδα, δε θα με ακολουθήσει κανένας φίλος μου σε καμία συναυλία στο εξωτερικό, δε θα προλάβω. Το έχασα. Ποτέ μην λες ποτέ. Ο Μπρους άντεξε στο χρόνο, δεν απογοήτευσε, συνεχίζει ακάθεκτος και με νέα ορμή τις περιοδείες. Κι εγώ μεγάλωσα, αλλά ευτυχώς δεν ωρίμασα ποτέ. Το καλοκαίρι του 2003, γνώρισα τα παιδιά του nosurrender.gr (του ελληνικού community του Αφεντικού – γιατί αρνούμαστε πεισματικά τον όρο fan club) και βρήκα συνοδοιπόρους σε ταξίδια στην Ευρώπη και… μέσα μου.
Εχω βρεθεί 15 φορές ανάμεσα σ’ αυτά τα χέρια. Ανήκαν σε Ιταλούς, Ισπανούς, Γάλλους, Άγγλους, Ιρλανδούς, Αμερικάνους, Σουηδούς, Βέλγους, Ολλανδούς. Κι αν κάτι εύχομαι είναι ότι αυτό το καλοκαίρι θα είναι ελληνικά. Εμπιστευτείτε μας λοιπόν Έλληνες διοργανωτές. Μη διστάζετε. Κάντε το «leap of faith» και φέρτε τον Μπρους στην Αθήνα. Αφήστε το εισιτήριο χαμηλό (όπως και στις άλλες χώρες της Ευρώπης), μην προσπαθήσετε να επιβάλετε VIP sections, δώστε τον τόνο της λαϊκής προσέλευσης, και ... θα πλημμυρίσει το στάδιο. Ο Μπρους Σπρίνγκστιν πρέπει να έρθει στην Ελλάδα. Τώρα. Σ’ αυτή την πολιτική και κοινωνική στιγμή στην Ιστορία.
O τελευταίος του δίσκος μιλάει για την παγκόσμια οικονομική κρίση, για τη διαφθορά ενός πανίσχυρου 1% που ισοπέδωσε τα πάντα και άφησε τον κόσμο χωρίς στήριγμα, χωρίς όνειρο. Και τι μπορείς να κάνεις; Now get yourself a song to sing and sing it ’til you’re done / Yeah, sing it hard and sing it well / Send the robber baron’s straight to hell / The greedy thieves that came around / And ate the flesh of everything they’ve found / Whose crimes have gone unpunished now / Walk the streets as free men now...
Για αυτό σας λέμε. They brought «Death to Our Hometown», we need Bruce to bring his «Wrecking Ball» to Greece.
*Αν είστε κι εσείς «αλήτες που γεννήθηκαν να τρέχουν» γραφτείτε στη σελίδα μας στο facebook https://www.facebook.com/events/305518429564016/ κι ενώστε τις φωνές και… τα χέρια σας μαζί μας.
σχόλια