Τώρα σώθηκες...

Τώρα σώθηκες... Facebook Twitter
4

Είμαι ο Βασίλης Πνευματικάκης. Κυρίως αυτός.


Το Βασίλης είναι από τον παππού μου, απ΄τη μεριά της μητέρας μου. Το Πνευματικάκης από τον πατέρα μου.
Αυτό είναι το όνομά μου. Από αυτούς τους σεβαστούς και αγαπημένους ανθρώπους κρατάει. Και είναι βαρύ στους ώμους μου, όχι από άλλο πράγμα αλλά από αγάπη.


Είμαι και άλλα πολλά πέρα από Βασίλης Πνευματικάκης. Ή μάλλον το όνομά μου περιλαμβάνει και άλλα πολλά, πραγματικά ή μη, κάποια που ισχύουν δηλαδή και κάποια που περιλαβάνονται αυτόματα, σαν να πηγαίνουν μαζί με το όνομα. Από αυτά τα πολλά, άλλα υπάρχουν από τότε που γεννήθηκα, άλλα αποκτήθηκαν με τον καιρό, άλλα ήρθαν και έφυγαν, άλλα έμειναν. Για κάποια κόπιασα, ορισμένα απλά μου τα κόλλησαν.


Ξέρω ότι κανονικά αυτά τα πολλά, θα έπρεπε να τα τονίζω, να τα δείχνω. Και ως επί το πλείστον επιλεκτικά. Έτσι δηλαδή βλέπω ότι κάνουν οι περισσότεροι. Άλλα δεν με πολυνοιάζει. Αυτός που θέλω να είμαι, αυτός που είμαι, είναι Βασίλης Πνευματικάκης. Κυρίως αυτός.


Ως Βασίλης Πνευματικάκης είναι που έφυγα από την Ελλάδα πριν από οκτώ χρόνια, τότε που όλα φαίνονταν να πηγαίνουν καλά και οι καλύτεροι φίλοι μου με θεωρούσαν παράλογο που εγώ τα έβλεπα άσχημα. Ως τέτοιος είναι επίσης που είδα την κρίση να χτυπάει την Ελλάδα, την Ελλάδα στην οποία εγώ δεν ζούσα. Όμως αν και δε ζούσα εκεί, η κρίση με τάραξε. Τον Βασίλη Πνευματικάκη δηλαδή. Κυρίως αυτόν.


Και ήταν αυτός ο λόγος που με τάραξε, ότι έβγαλε στην επιφάνεια ένα-ένα αυτά τα πολλά που είχε μέσα του το όνομά μου. Και είδα πιο καθαρά ποια είναι και πόσα είναι και τι είναι. Και ήταν τότε που έμεινα με λίγα μόνο, ελάχιστα από αυτά, νιώθωντας πιο πολύ και πάνω από όλα και πιο πολύ από όλα Βασίλης Πνευματικάκης.


Γιατί στην Ελλάδα όταν ζούσα, λίγες μόνο φορές, σε λίγα μέρη, με λίγους μόνο ανθρώπους ένιωθα ότι ανήκω κάπου, ότι είμαι ευπρόσδεκτος γι΄αυτό που είμαι. Γιατί πάντα η Ελλάδα μου θύμιζε ότι δεν έχω λόγο όντας αυτός που είμαι, ότι κάποιοι άλλοι πάντα ξέρουν περισσότερα ή τα καταφέρνουν καλύτερα. Αλλά τότε δεν καταλάβαινα γιατί συνέβαινε αυτό. Νόμιζα ότι ήμουν εγώ αυτός που έκανε πάντα λάθος.


Στο πανεπιστήμιο δεν μπορούσα να συλλάβω ούτε τις ηθικές ούτε τις « ιδεολογικές πτυχές » των κινητοποιήσεων, των χαμένων εξετάσεων και της βρωμιάς των αφισών στους τοίχους. Στις δημόσιες υπηρεσίες ήμουν ανόητος και κουραστικός όταν δεν καταλάβαινα τα πήγαινε-έλα και την ατελείωτη χαρτούρα. Στη δουλειά, το πτυχίο μου μετρούσε αντιστρόφως ανάλογα μα το βάθος του κόμπλεξ του αφεντικού μου. Στο δρόμο το ποδήλατό μου, και στο πεζοδρόμιο εγώ ο ίδιος, ήμαστε πάντα ασήμαντοι σε σχέση με το SUV. Το βράδυ έξω, ούτε λόγος για απόδειξη μετά το φαγητό ή το ποτό. Και αν δεν είχαν τα είκοσι λεπτά ή το μισό ευρώ ρέστα που μου χρωστούσαν, δεν έπρεπε να τα περιμένω γιατί θα ήμουν « γύφτος ».


Στην Ελλάδα όταν ζούσα, η Ελλάδα δεν μου ανήκε. Όχι να μου ανήκει κτητικά. Μιλάω γι΄αυτό το ειρηνικό αίσθημα της οικειότητας και της χαράς που έχεις όταν νιώθεις ότι ανήκεις κάπου, ότι αναγνωρίζεες τον εαυτό σου σ΄αυτό. Αλλά στην Ελλάδα για λίγα πράγματα ένιωθα έτσι. Για τα περισσότερα ήταν πιο δύσκολο. Το καλοκαιρινό ηλιοβασίλεμα στη λίμνη χαλούσε πάντα από τη μεταλλική διαφημιστική πινακίδα. Στο βουνό υπήρχαν παντού σκουπίδια. Η παραλία μπούκωνε από το μπετόν. Η πόλη μου με τον καιρό άλλαξε και ασχήμυνε χωρίς ποτέ να με ρωτήσει κανείς. Έχασε τη μνήμη της, και μετά άρχισε να χάνει και τα παιδιά της.
Βγήκα έξω να συνεχίσω τις σπουδές. Εκεί άκουγα άλλους Έλληνες, συνομίληκους που ήταν κι αυτοί έξω για σπουδές και τα ήξεραν όλα. Ήταν συνειδητοποιημένοι πολιτικά, κομματικά, υποστήριζαν κάποιους πολιτικούς και έκαναν καταπληκτικές αναλύσεις. Μετά ήρθε η κρίση και αυτοί συνέχιζαν να κάνουν καταπληκτικές αναλύσεις. Και δεν έχει σημασία που πριν λίγα χρόνια έλεγαν άλλα και τώρα λένε άλλα γιατί ακόμα δείχνουν να τα ξέρουν και να τα καταλαβαίνουν όλα.


Και άλλοι στην Ελλάδα, παλιοί γνωστοί, συνομίληκοι κι αυτοί, πάντα τα ήξεραν όλα. Και τώρα με την κρίση πάλι τα ξέρουν όλα και στα social media είναι πολύ δημοφιλείς και έχουν σώσει πολλές φορές την Ελλάδα με τα status τους. Οι ξερόλες που κοροιδεύαμε στο σχολείο ή οι εξυπνάκηδες των φοιτητικών μας χρόνων δείχνουν ακόμα να τα ξέρουν όλα. Και αν στα εφηβικά ή φοιτητικά μας χρόνια αυτό δεν περνούσε, ο χρόνος που κύλησε και έσπειρε μέσα μας την αμφιβολία και το φόβο το έκανε να περνάει. Ειδικά αν αυτοί οι παλιοί κακομαθημένοι είναι trendy και έχουν χρήματα.


Εγώ δυστυχώς, δεν έχω πολλές βεβαιότητες. Και μετά από προσπάθεια και δουλειά με τον εαυτό μου μπορώ πλέον να πω πως δεν ντρέπομαι γι΄αυτό.


Την Ελλάδα σίγουρα δεν μπορώ να τη σώσω. Οι γνώσεις και ικανότητές μου δεν αρκούν για έναν τέτοιο κατόρθωμα. Και δεν το θέλω άλλωστε.


Τον Βασίλη Πνευματικάκη θέλω να σώσω. Κυρίως αυτόν. Από τις αλλοτινές ή τις μέλλουσες βεβαιότητες. Και αν σώσω τον Βασίλη, κάτι θα μπορέσω να καταφέρω. Θα μπορέσω να είμαι όσο το δυνατόν έντιμος και δημιουργικός σε αυτό που κάνω. Να έχω την πεποίθηση ότι η δουλειά μου, η όποια δουλειά, όταν υπάρχει, μπορεί να είναι χρήσιμη για τους άλλους και να την κάνω με αγάπη. Να είμαι ευγενικός και να έχω σεβασμό για τους γύρω μου. Να χαμογελώ. Να θέλω να μαθαίνω και να αναγνωρίζω όταν κάνω λάθος. Να βοηθώ όσο γίνεται. Να είμαι υπεύθυνος στο σήμερα που ζω αλλά και απέναντι στο αύριο που δε θα γνωρίσω. Να βλέπω πέρα από τη μύτη μου αλλά όχι πιο μακριά από όσο μπορούν να δουν τα μάτια μου. Να κοιτώ την ανηφόρα με θάρρος. Να μη φοβάμαι τη μνήμη ούτε τον καθρέφτη μου.


Δεν θέλω ούτε επανάσταση να κάνω ούτε τον κόσμο να αλλάξω. Ούτε να μιλώ πολύ. Εμένα θέλω να αλλάξω. Τον Βασίλη Πνευματικάκη. Κυρίως αυτόν. Βήμα βήμα, σε βασικά πράγματα, με απλές κινήσεις και αθόρυβα. Σε αυτές τις μικρές συνήθειες που φαίνονται τόσο ασήμαντες αλλά καταλήγουν να φτιάχνουν τη ζωή μου, τις σχέσεις μου, το πώς νιώθω και το ποιος είμαι αλλά και τη ζωή των γύρω μου αλλά και άλλων που δεν ξέρω. Και θα ήταν ευτυχία αν το θέλαμε όλοι ή οι περισσότεροι.


Δεν ξέρω βέβαια αν έτσι μπορεί να σωθεί η Ελλάδα. Μάλλον όχι.
Κάτι μου λέει όμως πως είναι κάπως έτσι που θα μπορούσε να ξαναχτιστεί.

4

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

σχόλια

4 σχόλια