Κι ύστερα ήρθε μια περίοδος γεμάτη ιδρωμένα κορμιά, πιασμένα μαλλιά, ατέλειωτα σχέδια και καλοκαιρινούς ουρανούς. Τα απογεύματα βυθιζόσουν σε αυτούς τους ανήσυχους, βασανιστικούς ύπνους του καλοκαιριού με τον ανεμιστήρα αγκαλιά, μπας και σου προσφέρει μια αίσθηση ανακούφισης.
Κι όταν ξυπνάς τελικά από την ζέστη και τον ιδρώτα - γιατί πόσα να κάνει κι αυτός ο άμοιρος; - νιώθεις λες κι είχες πέσει σε χειμέρια νάρκη και ξυπνάς μετά από αιώνες. Τα σώμα σου ζυγίζει 50 κιλά παραπάνω και σου φαίνεται σχεδόν ακατόρθωτο να σηκωθείς. Σκέφτεσαι το κρύο νερό να τρέχει στον λάρυγγα σου και το παγωμένο καρπούζι στο μπαλκόνι. Και πάλι δεν έχεις το κουράγιο να σηκωθείς. Ο χρόνος μοιάζει να έχει σταματήσει.
Με το μυαλό σου έχεις τελειώσει όλες σου τις δουλειές, στην πραγματικότητα τις έχεις αναβάλλει όλες για χάρη αυτού του ύπνου. Κι όταν τελικά μαζεύεις τις δυνάμεις σου και σηκώνεσαι από τον καναπέ –ίσως με το κίνητρο ενός παγωτού βανίλια- ρίχνεις στο πρησμένο από την ζέστη πρόσωπο σου και αρχίζεις να συνέρχεσαι.
Ήρθε η ώρα να επιστρέψεις και πάλι στην απογευματινή χάβρα της πόλης του Ιουλίου.
σχόλια