Φωτογραφίες: Κώστας Γιαννόπουλος
Γνωριστήκαμε πριν από 16 χρόνια περίπου. Την εποχή της δραχμής όπως συνηθίζουμε να λέμε γελώντας. Και πράγματι. Με 5000 δραχμές περνούσαμε ένα ολόκληρο Σαββατοκύριακο κάνοντας βόλτες πίνοντας ποτά-σφηνάκια και καπνίζοντας. Από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας μας ήξερα πως ο Λευτέρης θα ήταν ένας άνθρωπος που ήρθε για να μείνει στη ζωή μου. Σερφάρωντας ένα βράδυ τυχαία έπεσε το μάτι μου στο προφίλ του στο Gaydar, τη γνωστότερη από τις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης της εποχής. Το chatting ήταν ακόμα σε πρωτόγονη μορφή, στα πρώτα του βήματα. Μετά από λίγη ώρα και αφού είχαμε αναπτύξει διάφορες ενδιαφέρουσες συζητήσεις στις οποίες πρωτοστατούσε το χιούμορ, του έδωσα χωρίς δισταγμό το τηλέφωνο μου χωρίς να πιστεύω βέβαια ότι θα το χρησιμοποιήσει ποτέ. Και όμως μου τηλεφώνησε μετά από μερικές ημέρες και βρεθήκαμε το ίδιο κιόλας βράδυ. Γίναμε αμέσως αχώριστοι φίλοι. Ζήσαμε έρωτες, φιλίες, απώλειες, χαρές και λύπες με μια αγάπη και μια φροντίδα που έφτανε στον υπέρτατο βαθμό.
Ο γάμος τα είχε τελικά όλα: παραδοσιακή ελληνική μουσική, τραγούδια, χορό, όλα τα έθιμα του γάμου, γέλιο και συγκίνηση αλλά το σημαντικότερο, ήταν ένας γάμος με την παρουσία των γονιών, αδελφών, συγγενών, θείων, ανιψιών, βαφτιστικών
Μετά από κάποια χρόνια γνωρίσαμε τον Παντελή, μια από τις πολλές γνωριμίες του Λευτέρη. Αυτή την φορά όμως κάτι διαφορετικό συνέβη. Ο Παντελής δεν ήταν μια εφήμερη περιπέτεια αλλά φαινόταν πως ήρθε για να μείνει προμηνύοντας κάτι πιο σοβαρό. Είναι πολύ δύσκολη η στιγμή που θα πρέπει να μοιραστείς τον κολλητό φίλο σου με μια σχέση. Οι ισορροπίες χαλάνε, ξεκινούν οι αντιζηλίες και τα προβλήματα. Είναι ευτυχής συγκυρία να ταιριάξουν όλοι μεταξύ τους και δεν είναι πάντα εύκολη υπόθεση. Ο Παντελής γρήγορα έγινε μέρος της ζωής μας και πήρε μια ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μας.
Τα παιδιά ζουν μαζί τα τελευταία 8 χρόνια στην Γερμανία.
Πέρσι το καλοκαίρι και ενώ πίναμε καφέ, μου λένε αυθόρμητα:
«Αν θα παντρευτούμε θα γίνεις κουμπάρος μας.»
Δε το πήρα και τόσο στα σοβαρά, διότι πολλά είναι τα ζευγάρια που ενώ το συζητάνε δεν το αποφασίζουν τελικά ποτέ. Και όμως, ένα χρόνο μετά και κρατάω το προσκλητήριο του γάμου όπου φιγουράρει το όνομα μου και της Τατιάνας στη λίστα με τους κουμπάρους. Στην αρχή αντιμετώπιζα το γεγονός σαν ένα απλό σύμφωνο συμβίωσης που υπογράφουν δύο άνθρωποι και χρειάζονται απλά δυο μάρτυρες να το επιβεβαιώσουν. Αργότερα όμως αποφασίσαμε από κοινού ότι δεν θα έπρεπε να έχει διαφορά από κανέναν άλλο γάμο: θα έπρεπε να είναι ένας παραδοσιακός Ελληνικός γάμος και συμβολικά αυτό είχε από μόνο του μεγάλη σημασία για εμάς, στο πλαίσιο της αποδοχής και του δικαιώματος στην αυτοδιάθεση.
Κλάψαμε, γελάσαμε, χορέψαμε, διασκεδάσαμε. Μετά από τόσα χρόνια κοινωνικών αγώνων και αφού πάλεψα πολύ και πολλές φορές για τα αυτονόητα, είναι εκτός από μεγάλη μου χαρά και δικαίωση να παντρεύω έναν από τους καλύτερούς μου φίλους με τον άντρα του - παρουσία φίλων και συγγενών. Ένα όνειρο ζωής που έγινε πραγματικότητα σε ένα γάμο που τα είχε τελικά όλα: παραδοσιακή ελληνική μουσική, τραγούδια, χορό, όλα τα έθιμα του γάμου, γέλιο και συγκίνηση αλλά το σημαντικότερο, ήταν ένας γάμος με την παρουσία των γονιών, αδελφών, συγγενών, θείων, ανιψιών, βαφτιστικών.
Μια μεγάλη οικογένεια και μια μεγάλη παρέα που δεν στάθηκε στα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις αλλά έκανε ένα βήμα παραπέρα προς το δικαίωμα στην ευτυχία. Η περίπτωση των κουμπάρων μου είναι αυτό που ρομαντικά θα έλεγε κανείς «η αγάπη κέρδισε στο τέλος» . Δεν είναι βέβαια όλοι σε όλες τις περιπτώσεις το ίδιο τυχεροί. Υπάρχουν και αυτοί που ζουν σε ένα περιβάλλον που δεν αποδέχεται την ομοφυλοφιλία και κρύβουν -κάτω από το φόβο- τις ερωτικές τους επιλογές. Χρειάζεται μεγάλος αγώνας και πολλή προσπάθεια ακόμα για να φτάσουμε στο πολυπόθητο αποτέλεσμα, ώστε γάμοι σαν αυτόν να μην χρειάζεται να προβάλλονται ως η ευτυχής εξαίρεση στον κανόνα...