Σεισμικές δονήσεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις δημιουργεί η χθεσινή απόφαση του Αρείου Πάγου για την μη έκδοση στην Τουρκία των οκτώ Τούρκων αξιωματικών, που έφτασαν στην Ελλάδα το περασμένο καλοκαίρι, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα στη γειτονική χώρα. Η απόφαση ήταν ομόφωνη και οριστική, ενώ διατάχθηκε η απόλυση τους από τις φυλακές και το μόνο που απομένει είναι να ακολουθηθεί η διαδικασία ασύλου. «Οι ελληνικοί θεσμοί απέτυχαν στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας», υποστήριξε σε ανακοίνωση του το Τούρκικο υπουργείο Εξωτερικών ενώ από την πλευρά του ο τούρκικος τύπος, στα πρωτοσέλιδά του, εκδήλωσε την οργή του. Η εφημερίδα «Sabah» που στηρίζει τον Ταγίπ Ερντογάν μίλησε για μια «απόφαση – σκάνδαλο» ενώ «Hurriyet» και «Milliyet» ανέφεραν ότι «η Ελλάδα δεν επιστρέφει τους φυγάδες στρατιωτικούς». Σε αυτό το γκρίζο τοπίο η επόμενη μέρα προβλέπεται να είναι ιδιαίτερα δύσκολη για την ελληνική κυβέρνηση αφού σε μια περίοδο που πολλά μέτωπα, ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, παραμένουν ανοικτά, η συγκεκριμένη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου κλιμακώνει ακόμη περισσότερο την ένταση με την Άγκυρα. Τούρκικος εθνικισμός, Κυπριακό, προσφυγικό, παραβιάσεις στο Αιγαίο και από χθες η «δίκη των οκτώ» εντείνουν τις ανησυχίες και αυξάνουν τις πιθανότητες για απρόβλεπτες εξελίξεις.
«Η απόρριψη του τουρκικού αιτήματος έκδοσης των 8 στρατιωτικών είναι κάτι σχεδόν αυτονόητο για όσους γνωρίζουν και σέβονται τις βασικές αρχές στις οποίες εδράζεται η διεθνής έννομος τάξη του πολιτισμένου δυτικού κόσμου», λέει στην LiFO ο πρώην υφυπουργός Εξωτερικών, Δημήτρης Κούρκουλας και συμπληρώνει: «επειδή όμως υπήρχαν δηλώσεις από πλευράς Τουρκίας ότι η ελληνική πλευρά είχε υποσχεθεί, σε υψηλότατο μάλιστα επίπεδο, ότι οι τούρκοι στρατιωτικοί θα εκδοθούν, ήταν φυσικό να υπάρχει μεγάλη ανησυχία για το ενδεχόμενο πλήρους εξευτελισμού της χώρας μας, σε περίπτωση έκδοσης. Στις μέρες που ζούμε ακόμα και η επικράτηση του αυτονόητου θεωρείται κατάκτηση. Πάντως, θα ήθελα να υπογραμμίσω την κινητοποίηση της κοινωνίας των πολιτών ιδίως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και να συγχαρώ τον πρωτεργάτη της κίνησης αυτής, Απόστολο Δοξιάδη. Θέλω να πιστεύω ότι και από πλευράς επίσημης Τουρκίας θα επικρατήσει ψυχραιμία και σύνεση και ότι η αυτονόητη απόφαση των Ελλήνων δικαστών δεν θα χρησιμοποιηθεί σαν αφορμή για επιδείνωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Δεν πρόκειται για μια «αντί-τουρκική» κίνηση αλλά για την τήρηση των βασικών αρχών του δικαίου όπως είναι υποχρεωμένη να πράττει η Δικαιοσύνη σε κάθε κράτος δικαίου».
Θεωρώ ότι η απόφαση του Άρειου Πάγου αποτελούσε μονόδρομο. Σύμφωνα με το εθνικό και το διεθνές πλαίσιο, ο Άρειος Πάγος έπρεπε να αξιολογήσει την σχετική υπόθεση και να κρίνει κατά πόσο παραβιάζονται: πρώτον, το δικαίωμα δίκαιης δίκης και δεύτερον, αν κινδυνεύουν, οι οκτώ Τούρκοι, από βασανιστήρια ή ακόμη και απώλεια της ζωής τους. Από την στιγμή λοιπόν που δεν διασφαλίζονται τα δικαιώματα αυτά, ο Άρειος Πάγος δεν είχε άλλη επιλογή από το να μην επιτρέψει την έκδοση τους στην Τουρκία
«Όσο κρατούν οι θεσμοί, βαστά και η δημοκρατία. Αυτό είναι το δίδαγμα της απόφασης για την μη έκδοση των οχτώ αξιωματικών στην Τουρκία», θα μου πει ο Δημήτρης Χριστόπουλος, πρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. «Η πιο σημαντική ένδειξη της απόφασης του Αρείου Πάγου, που με κάνει ιδιαίτερα χαρούμενο, είναι ότι, παρά τις δυσκολίες, το κράτος δικαίου λειτουργεί. Επιπρόσθετα, η λειτουργία του κράτους δικαίου δεν σημαίνει ότι είναι παροχή διπλωματικών υπηρεσιών στην χώρα αλλά σαφώς μπορεί να δημιουργήσει και προβλήματα. Αυτά τα προβλήματα, καλείται η χώρα να τα λύσει συνομολογώντας με την υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση που πρέπει να «βάλει πλάτη», για να το καταλάβουν και οι Τούρκοι. Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, δεν θα διαφέραμε σε τίποτα από την γειτονική χώρα», προσθέτει.
Μια από τις δηλώσεις που έκαναν αίσθηση ήταν αυτή του δικηγόρου της τουρκικής κυβέρνησης, Ζεκί Αριτούρκ, ο οποίος παρακολουθούσε τη δίκη και χθες με δηλώσεις του υπονόησε ότι ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας αθέτησε την υπόσχεση του για άμεση παράδοση των οκτώ Τούρκων. «Ο πρωθυπουργός είχε κάνει κάποιες άστοχες δηλώσεις τον Ιούλιο που φυσικά, και δεν βοήθησαν αλλά δόθηκε και η ευκαιρία να τις επικαλεστεί η τούρκικη πλευρά. Βέβαια, η Τουρκία θα αντιδρούσε ότι και να έλεγε ο πρωθυπουργός, εξ ου και το ένταλμα σύλληψης. Η σιωπή έπρεπε να είναι ο μόνος και ο χρυσός κανόνας για την κυβέρνηση. Απέναντι σε μια Τουρκία που φωνασκεί, η απάντηση θα πρέπει να είναι μια σταθερή θέση και συνομολόγηση με τους ευρωπαίους εταίρους καθώς η Ελλάδα δεν μπορεί να το σηκώσει μόνη της όλο αυτό το βάρος. Στην Τουρκία δεν υπάρχει κράτος δικαίου. Αναμφισβήτητα, η Άγκυρα θεωρεί αδιανόητη την απόφαση του Αρείου Πάγου καθώς και το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν τους εξέδωσε, διότι στην απέναντι πλευρά, η εκτελεστική εξουσία και ειδικά ο πρόεδρος ελέγχει την δικαιοσύνη με τρόπο πρωτοφανή. Αυτό είναι που μας διαφοροποιεί όμως από ένα κράτος που οδεύει στον ολοκληρωτισμό. Το γεγονός ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε μια δύσκολη οικονομική θέση, δεν σημαίνει ότι πρέπει να παραδώσουμε τα όπλα. Το κράτος δικαίου είναι το μόνο που μας κάνει να αισιοδοξούμε για το μέλλον. Σε μια χώρα που οι θεσμοί αγκομαχάνε η απόφαση του Αρείου Πάγου αποτελεί μια αισιόδοξη ένδειξη ότι τελικά, οι θεσμοί λειτουργούν», υποστηρίζει ο κύριος Χριστόπουλος.
«Τα δύσκολα διλήμματα για τις δημοκρατίες συσσωρεύονται με ταχύτητα που μας είναι δύσκολο να τα αφομοιώσουμε», έγραφε την Κυριακή στον «Observer» ο Nick Cohen αποτυπώνοντας την σημασία της απόφασης της «δίκης των οκτώ» και σημείωνε ότι «το μέλλον της Ευρώπης βρίσκεται σε κίνδυνο, αν η γενέτειρα της δημοκρατίας δεχθεί να εκδώσει τους οκτώ ‘πραξικοπηματίες’ στην Τουρκία».
«Θεωρώ ότι η απόφαση του Άρειου Πάγου αποτελούσε μονόδρομο. Σύμφωνα με το εθνικό και το διεθνές πλαίσιο, ο Άρειος Πάγος έπρεπε να αξιολογήσει την σχετική υπόθεση και να κρίνει κατά πόσο παραβιάζονται: πρώτον, το δικαίωμα δίκαιης δίκης και δεύτερον, αν κινδυνεύουν, οι οκτώ Τούρκοι, από βασανιστήρια ή ακόμη και απώλεια της ζωής τους. Από την στιγμή λοιπόν που δεν διασφαλίζονται τα δικαιώματα αυτά, ο Άρειος Πάγος δεν είχε άλλη επιλογή από το να μην επιτρέψει την έκδοση τους στην Τουρκία. Υπό τις παρούσες συνθήκες και ύστερα από την απόπειρα πραξικοπήματος το περασμένο καλοκαίρι, γνωρίζουμε ότι η Τουρκία, αυτά τα δυο βασικά δικαιώματα, δεν τα τηρεί. Γι’ αυτό θα ήταν χρήσιμο, να κρατήσουμε χαμηλούς τόνους και να μην μιλάμε για νίκη της ελληνικής δικαιοσύνης, διότι δεν νίκησε κανέναν και δεν θριάμβευσε. Απλώς, έκανε το αυτονόητο», μου λέει ο καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου και Πρόεδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου - Ιδρύματος Τσάτσου, Ξενοφών Κοντιάδης.
Το Τούρκικο υπουργείο Εξωτερικών μίλησε για μια απόφαση της Ελλάδας που περιέχει πολιτικά κίνητρα. «Είναι προφανές ότι δεν μιλάμε για πολιτική απόφαση. Αντίθετα, αν ο Άρειος Πάγος υπέκυπτε στις πιέσεις και η απόφαση ήταν υπέρ της έκδοσης, τότε θα μιλούσαμε για μια πολίτικη απόφαση. Το γεγονός ότι το τελευταίο χρονικό διάστημα η ελληνική δικαιοσύνη είχε τεθεί υπό αμφισβήτηση, πράγματι προκαλούσε κάποιες ανησυχίες. Παρόλα λοιπόν όσα έχουν ειπωθεί, θεωρώ ότι η ελληνική δικαιοσύνη δεν βρέθηκε ποτέ στην θέση να μην σεβαστεί το δίκαιο, όπως συνέβη και στο νόμο για τις τηλεοπτικές άδειες όπου τηρήθηκε το εθνικό και ευρωπαϊκό πλαίσιο», υποστηρίζει ο κύριος Κοντιάδης και η επόμενη ερώτηση μου αφορά την επόμενη μέρα και αν πιστεύει ότι το τοπίο θα είναι πιο γκρίζο. «Η Τουρκία έχει πολλούς τρόπους να πιέσει την χώρα μας. Το Κυπριακό είναι ένα από τα ακανθώδη ζητήματα, αφού όπως γνωρίζουμε η Άγκυρα παραβιάζει ξεκάθαρα, εδώ και δεκαετίες, τις αποφάσεις του ΟΗΕ και το διεθνές δίκαιο, διατηρώντας κατοχικό στρατό σε μια χώρα- μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επίσης, το πρόβλημα του προσφυγικού όπου και εδώ έχουμε μια συμφωνία ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Τουρκία καθώς και με τις έκτακτες συνθήκες που επικρατούν στους γείτονες μετά το πραξικόπημα, όλα αυτά συναποτελούν θέματα που απασχολούν την ευρωπαϊκή κοινότητα και αναμφίβολα, θεωρούνται ευρωπαϊκά ζητήματα. Όπως και ο Άρειος Πάγος ακολούθησε το αυτονόητο αξιακό και δικαϊικό σύστημα αλλά και τους διεθνείς κανόνες, έτσι πρέπει να πράξει και η χώρα μας προσφεύγοντας στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και όχι να κινείται, θεωρώντας, ότι πρόκειται για ελληνοτουρκικά προβλήματα», απαντά.
Η Τουρκία αποτελεί μεγαλύτερο κίνδυνο εκτός ή εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης; «Θα ήταν ευχής έργον η Τουρκία να βρισκόταν εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά δεν τηρεί καμία προϋπόθεση για κάτι τέτοιο. Δυστυχώς, την τελευταία δεκαετία η κατάσταση έχει γίνει ακόμη χειρότερη με τον λαϊκισμό, την ξενοφοβία και τον εθνικισμό να κυριαρχούν και νομίζω ότι πλέον δεν είναι στις προτεραιότητες της να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα», επισημαίνει.
«H απόφαση του Αρείου Πάγου για τη μη έκδοση των οκτώ Τούρκων στρατιωτικών είναι ίσως η πιο αισιόδοξη είδηση των τελευταίων μηνών. Αφενός διέψευσε τις ανησυχίες ότι οι διαβεβαιώσεις του πρωθυπουργού προς τον πρόεδρο Ερντογάν, κάποιες βιαστικές δηλώσεις υπουργών περί δίκαιου αιτήματος της Άγκυρας και οι συνομιλίες για το Κυπριακό θα ασκήσουν εμμέσως πιέσεις στους δικαστές προκειμένου να εκδοθεί μια ετυμηγορία που δεν θα διαταράσσει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αφετέρου αποκατέστησε το κύρος της ελληνικής δικαιοσύνης όχι μόνο στα μάτια της εγχώριας αλλά και της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης», υποστηρίζει η αρχισυντάκτρια διεθνών ειδήσεων της «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ», Ξένια Κουναλάκη και προσθέτει: «ξαφνικά, με αυτήν την απόφαση, η Ελλάδα αναλαμβάνει την πρωτοκαθεδρία στον τομέα της προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Δίνει ένα ηθικό παράδειγμα που επιβεβαιώνει ότι εθνικά συμφέροντα και διπλωματικές δημόσιες σχέσεις έπονται των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Καλή η «Ρεαλπολιτίκ», αλλά όχι όταν κινδυνεύουν ανθρώπινες ζωές. Υπενθυμίζεται ότι σε περίπτωση έκδοσης, οι οκτώ, ανεξάρτητα αν έχουν εμπλακεί ή όχι στο πραξικόπημα -κάτι που αμφισβητείται προς το παρόν έντονα- απειλούνταν με άδικη δίκη, βασανιστήρια, λιντσάρισμα, ακόμη και τη θανατική ποινή σε περίπτωση επαναφοράς της στην Τουρκία. Η Ελλάδα δεν μπορούσε παρά να εμποδίσει τη μεταφορά τους σε μια χώρα, που βρίσκεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης μετά το πραξικόπημα και παραπαίει στον αυταρχισμό με περιστολή ελευθεριών και δικαιωμάτων, διώξεις αντιφρονούντων, κράτος δικαίου σε καραντίνα και άγνωστες διαθέσεις προς «πραξικοπηματίες» και μη».
Καταλήγοντας, η Ξένια Κουναλάκη, θα σημειώσει χαρακτηριστικά ότι «η Τουρκία αντέδρασε έντονα μετά την απόφαση και απειλεί με αντίποινα. Τώρα η Ελλάδα θα χρειαστεί τη συνδρομή των Ευρωπαίων κι ένα κοινό μέτωπο που δεν θα απομονώνει μεν την Άγκυρα αλλά θα επιμένει στην εκπλήρωση όρων και προϋποθέσεων για τη διατήρηση της ευρωπαϊκής της προοπτικής. Οι εκπτώσεις που έγιναν εξαιτίας της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας πρέπει τώρα να σταματήσουν γιατί δεν είναι δυνατόν η Ευρώπη να τελεί σε μόνιμο εκβιασμό από την Άγκυρα και τον Ταγίπ Ερντογάν. Η πολιτική κατευνασμού της Τουρκίας είναι αδιέξοδη και δεν βοηθά ούτε την ίδια την Τουρκία. Από την άλλη είναι λανθασμένα τα μέτρα που οδηγούν στην περιχαράκωση της γειτονικής χώρας, όπως για παράδειγμα η απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου για πάγωμα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Μέσα στην Τουρκία υπάρχει μια ισχυρή φιλοευρωπαϊκή, μεταρρυθμιστική αντιπολίτευση, που ασφυκτιά από την αυταρχική διακυβέρνηση Ερντογάν. Η σκληρή σύγκρουση των Βρυξελλών με τον Τούρκο πρόεδρο θα του επέτρεπε να επιδοθεί σε εθνικιστικές κορώνες περί εξωτερικών εχθρών και θα πετύχαινε απλώς τη συσπείρωση σύσσωμου του τουρκικού λαού γύρω του. Η ισορροπία είναι λεπτή και η Ελλάδα δείχνει το δρόμο. Ευαισθησία για τη δημοκρατία στην -πολύπαθη από πραξικοπήματα- γειτονική χώρα, διάθεση συνεννόησης, αλλά όχι γεωπολιτική ομηρεία στο όνομα της προσφυγικής κρίσης ή των δύσκολων εκλογικών αναμετρήσεων στην Ευρώπη».
σχόλια