Ένας μοναχικός κύριος, που μάλλον δεν αντέχει μια φουντωμένη πολιτική συζήτηση στο κιόσκι του πάρκου Ασυρμάτου, κάθεται κάτω από το άγαλμα του Ελευθέριου Βενιζέλου, θρυμματίζει μπαγιάτικο ψωμί και το ρίχνει στα περιστέρια που έχουν μαζευτεί γύρω του. Δυο κοπέλες προσπαθούν να χωρίσουν τους σκύλους τους που μυρίζονται κατά τη διάρκεια της μεσημεριανής τους βόλτας, ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι που επιλέγουν το πάρκο για την καθημερινή τους προπόνηση, καθώς υπάρχουν όργανα γυμναστικής που οι δημότες χρησιμοποιούν ελεύθερα και ήδη δύο επιδίδονται σε έντονος κοιλιακούς.
Ο Ασύρματος, (επίσημη ονομασία «Κέντρο Εκπομπής Νέας Σμύρνης») εκτείνεται σε 78 περίπου στρέμματα. Μέχρι πριν από τρεις δεκαετίες εξυπηρετούσε τηλεπικοινωνιακές ανάγκες της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, της ΕΜΥ, του υπουργείου Εξωτερικών και της Αστυνομίας. Οι ανάγκες του Δήμου Αγίου Δημητρίου, όπως ονομάζεται και επίσημα το Μπραχάμι από το 1963, σε κοινόχρηστους χώρους και χώρους πρασίνου, ειδικά μετά τη Μεταπολίτευση, ανέδειξαν, μεταξύ άλλων, και τον χώρο του Ασυρμάτου ως λύση για την κάλυψή τους (η παραχώρηση ολόκληρου του χώρου του Ασυρμάτου στον δήμο έγινε μόλις τον Ιούλιο που μας πέρασε, ενώ οι πρώτες διεκδικήσεις ξεκίνησαν τη δεκαετία του '80).
Το Μπραχάμι έχει μια άναρχη ομορφιά. Πρέπει να είσαι αρκετά ρομαντικός για να την παρατηρήσεις. Μπορεί να μην είναι hype γειτονιά, αλλά έχει περάσει ολοφάνερα σε μια νέα εποχή.
Κύρια αφορμή για τη βόλτα στο Μπραχάμι ήταν μια ιδιαίτερη ατραξιόν, για την οποία μιλούν όσοι έχουν πάρει έστω και μια φορά στη ζωή τους το λεωφορείο 219. Στη στροφή Φιλικής Εταιρείας και Άρτης βρίσκεται ένα κτίριο καλυμμένο με λούτρινα αρκουδάκια, όμως η ταχύτητα με την οποία στρίβει το λεωφορείο δεν αφήνει περιθώριο να παρατηρήσει κανείς περί τίνος πρόκειται. Εκεί έχει το ξυλουργείο του ο κ. Γιώργος Ευδαίμων, που εδρεύει στο Μπραχάμι τα τελευταία 40 χρόνια. Ο κύριος Γιώργος κάθεται σχεδόν όλη μέρα έξω από το μαγαζί του. Μοιάζει ιδιαίτερα κακόκεφος, εξαιτίας της αναδουλειάς κυρίως, ωστόσο, όσοι περνούν έξω από το μαγαζί του, τον χαιρετούν ζεστά. Πριν από λίγα χρόνια, όταν βάθυνε η οικονομική κρίση στη χώρα, αποφάσισε να τοποθετήσει έναν μεγάλο λούτρινο αρκούδο στην πρόσοψη του μαγαζιού του και να του κρεμάσει μια ξύλινη ταμπέλα με ένα –ανορθόγραφο– ποιηματάκι (πιθανότατα κατά τις Τρόικας ή του ελληνικού λαού, που παρομοιάζει με πρόβατο ή γαϊδούρι). Έπειτα έβαλε ακόμα ένα. Σύντομα, όλη η γειτονιά τού έφερνε αρκούδους με τους οποίους δεν έπαιζε κανείς πια, και πλέον μέσα στο ξυλουργείο υπάρχει μια τεράστια στοίβα από λούτρινα αρκουδάκια καλυμμένα με σκόνη και πίτουρα. Όσο για εκείνα που είναι έξω, μαϊμουδάκια, σκυλάκια και αρκούδες, έχουν μαυρίσει από το καυσαέριο, επίμονα όμως «φωνάζουν» τα ευφάνταστα τσιτάτα του κύριου Γιώργου, όπως το «Ο γάιδαρος έχει παπάρι, ο λαός έχει σαμάρι». Καλωσήρθατε στο Μπραχάμι!
Δε γίνεται ωστόσο να μιλά κανείς για το Μπραχάμι και να παραλείπει το αρχιτεκτονικό του κόσμημα, το «Στρογγυλό», το φουτουριστικό σχολείο του Τάκη Ζενέτου, του οραματιστή αρχιτέκτονα, και υπ' αριθμόν ένα λόγο για να επισκεφτεί κανείς την περιοχή (κι όμως, δεν είναι το Mall!). Μαθητής του Λε Κορμπιζιέ, οραματίστηκε ένα σχολείο με τη δυνατότητα να εξελίσσεται συνέχεια και έπειτα από χρόνια να μπορέσει να πάρει μια νέα μορφή. Κατάργησε τη γραμμική διάταξη που διασπά τον χώρο και προχώρησε στο στρογγυλό σχήμα που επιτρέπει στους μαθητές να διαχέονται στο κτίριο. Ο αυτόχειρας αρχιτέκτονας (έπεσε στο κενό από το παράθυρο του γραφείου του στο Κολωνάκι το 1978) είχε συλλάβει ένα digital εκπαιδευτικό σύστημα, πολύ πριν φανταστεί κανείς την εξέλιξη της τεχνολογίας σήμερα, με μονάδες συνδεδεμένες με ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες, οπτικοακουστικές πηγές πληροφοριών και άλλες μορφές διδασκαλίας που θα προήγαγαν τη συνεργασία μεταξύ των μαθητών. Το «Στρογγυλό» είναι σχεδιασμένο ακριβώς για να εξυπηρετεί τέτοιους σκοπούς. Οι περσίδες που εξέχουν στις οροφές δίνουν στο κτίριο τη διαστημική του όψη (χαρακτηρίζεται και ως «Το κτίριο που έπεσε στη γη») και επιτρέπουν τον σωστό φωτισμό των αιθουσών, ανάλογα με την κίνηση του ήλιου. Σήμερα στεγάζεται εκεί το 1ο Γενικό Λύκειο Αγίου Δημητρίου.
Στον πεζόδρομο του ΙΚΑ, που είναι γεμάτος καφετέριες που έχουν κλείσει κι έχει ένα σιντριβάνι, το οποίο, όσο κι αν προσπαθεί με τους εντυπωσιακούς πίδακές του, δεν προσδίδει κάποια αίγλη στον δρόμο που φαίνεται πως κάποτε υπήρξε πιάτσα, αλλά πλέον έχει παρακμάσει τρομερά, συναντάω τον Παύλο, έναν βέρο Μπραχαμιώτη. Ο Παύλος γεννήθηκε και μεγάλωσε στον πεζόδρομο της Αρχιμήδους, έναν από τους πολλούς πεζόδρομους της περιοχής, και θυμάται να παίζει νεραντζοπόλεμο με όποιον τολμούσε να ομολογήσει πως είναι Ολυμπιακός, σε μια γειτονιά στην οποία δεν υπάρχει τοίχος όπου να μην αναγράφεται με πράσινο σπρέι «ΜΠΡΑΧΑΜΙ 13».
Ξαφνικά, έρχονται προς το μέρος μας δύο αγόρια πάνω σε μηχανάκια. Ο ένας με παπί και ο δεύτερος, έχοντας το πόδι του στο πατάκι του παπιού, καβάλα σε μια 600άρα. Πάνε παρέα, σημειωτόν. Είναι το Μπραχάμι καγκουρόπολη;
«Έχουμε κάγκουρες, αλλά όχι όπως παλιά. Έχει μειωθεί αισθητά το φαινόμενο του κάγκουρα τα τελευταία χρόνια. Το μετρό, αλλά και το Mall, άλλαξαν πολύ το Μπραχάμι. Όταν πήγαινα εγώ σχολείο αράζαμε στους πεζόδρομους, εκεί όπου είναι τα δημοτικά, στην πλατεία Παναγούλη, και, φυσικά, στον Ασύρματο. Τώρα, όλα τα παιδιά πάνε στο Mall» σημειώνει ο Παύλος. «Εμείς που είμαστε κοντά στα 30 δεν έχουμε φοβερές επιλογές. Τα τελευταία χρόνια άνοιξαν κάποια μεζεδοπωλεία στα πρότυπα του Κεραμεικού, όπου μπορούμε να αράξουμε για μια φθηνή μπίρα, αλλά αν θέλουμε να πάμε σε μπαρ, θα πάμε στη Δάφνη, που είναι κοντά, νότια ή κέντρο».
Το Μπραχάμι, μέχρι τις αρχές των '00s, ήταν συνυφασμένο με τα ναρκωτικά και την αλητεία. Ο Παύλος, που φοίτησε μάλιστα στο «Στρογγυλό» (στα δικά του χρόνια ήταν από τα πιο κακόφημα σχολεία της Αθήνας), θυμάται ακραία σκηνικά. «Μετά τις 6 το απόγευμα, όταν νύχτωνε, φοβόσουν να κυκλοφορήσεις. Σίγουρα θα πετύχαινες κάποιο πρεζάκι που θα σου ζητούσε λεφτά. Ακόμα και μέσα στο σχολείο μάς συνέβαινε αυτό. Πριν από την ανακαίνιση, το "Στρογγυλό" δεν είχε φύλακα, έτσι το βράδυ γινόταν ιδανική καβάτζα. Πηγαίναμε την άλλη μέρα για μάθημα και βρίσκαμε παιδιά με σύριγγες στα χέρια. Τώρα, πια, έχουν εξαλειφθεί τέτοια φαινόμενα, αλλά κυκλοφορεί πολύ χόρτο. Το μυρίζεις παντού». Σύμφωνα με τον Παύλο, το Μπραχάμι έχει punk ιστορία και έντονο το αναρχικό στοιχείο. «Μπάντες όπως τα "Μεθυσμένα Ξωτικά" και οι "Χάσμα" είναι από το Μπραχάμι».
Στο κιόσκι της πλατείας Ελευθέριου Βενιζέλου επτά άνδρες συζητούν ακόμη έντονα. Είναι όλοι άνω των 70, όμως το πάθος με το οποίο μιλάνε θα το ζήλευαν και 20άρηδες. Ο κύριος Νικόλας είναι ο «πρόεδρος» της παρέας, έτσι τον προσφωνεί δηλαδή η ομήγυρη (που μοιάζει με πάνελ εκπομπής), γιατί μονίμως κατευθύνει την κουβέντα όπου εκείνος επιθυμεί – δηλαδή εναντίον του «πασόκου», όπως τον αποκαλεί, φίλου του, κύριου Γιάννη. Νόμιζα πως οι παλιότεροι θα μπορούσαν να μου πουν περισσότερα πράγματα για το Μπραχάμι, ιστορίες, αστικούς μύθους, όμως το να τους αποσπάσω από την πολιτική συζήτηση ήταν πολύ πιο δύσκολο απ' ό,τι φανταζόμουν. Περισσότερο τους απασχολεί πόσο ακόμη θα μειωθεί η σύνταξή τους παρά το πότε θα ολοκληρωθεί η ανάπλαση του Ασυρμάτου.
Ευτυχώς, υπάρχει ο κύριος Διονύσης, Κερκυραίος και μπριόζος,που μένει στο Μπραχάμι από τη δεκαετία του '60. «Τι είναι το Μπραχάμι; Μια λαϊκή γειτονιά με πάρα πολύ άναρχη ρυμοτομία» λέει. «Επί τουρκοκρατίας ήταν σκουπιδότοπος, χωματερή! Μάλιστα, λέγεται ότι πήρε το όνομά του από τον Μπραχάμ Πασά, στον οποίο και ανήκε». Είναι ένας αστικός μύθος που δεν έχει επιβεβαιωθεί, αλλά ακούγεται πολύ συχνά για την περιοχή. «Είπαν ότι θα αναπλάσουν τον Ασύρματο και τόσα χρόνια έχουν φτιάξει μονάχα την πλατεία εδώ. Τι να μας κάνει μόνο αυτό; Το ρέμα της Πικροδάφνης (σ.σ. ένα από τα 13 ρέματα της Αττικής που δεν έχουν μπαζωθεί), που ξεκινά από τον Υμηττό και φτάνει στο Παλαιό Φάληρο, είναι δυστυχώς εγκαταλελειμμένο».
Το Μπραχάμι έχει μια άναρχη ομορφιά. Πρέπει να είσαι αρκετά ρομαντικός για να την παρατηρήσεις. Μπορεί να μην είναι hype γειτονιά, αλλά έχει περάσει ολοφάνερα σε μια νέα εποχή. Η αλλαγή θα γίνει σίγουρα με αργούς ρυθμούς, τις γειτονιές όμως τις κάνουν οι άνθρωποι και οι Μπραχαμιώτες έχουν μια ιδιαίτερη ιδιοσυγκρασία, ακριβώς όπως ο τόπος τους, είναι δηλαδή ξεχωριστοί.