Φτάνουμε στο αυθαίρετο ρετιρέ του Θησείου. Όταν δηλώνει ότι είναι δικό του, ξέρω ότι από κάτω μένει η μάνα του κι όλο του σόι – ότι οι σπανακόπιτες και τ' άπλυτα πηγαινοέρχονται στον πέμπτο. Ζει σε ένα από τα συγκλονιστικά ρετιρέ-πάνω-από-το-ρετιρέ, που μόνο Αθηναίοι που έχουν τα μέσα στην οικογενειακή πολυκατοικία διαθέτουν. Το έχει χτίσει μόνος του, όλο ξύλο και γούστο.
Έχει τον αέρα εκείνου που γαμάει όλη την ώρα, αιγαιοπελαγίτικα μποφόρ που μαστιγώνουν. Τα ρούχα του Αστυπάλαια σικ: μπλούζα που θυμίζει κουρελού, παντελόνι χακί, μηχανή, μουσική, όλα. Ο ένας τοίχος βιβλιοθήκη, ο άλλος όλος καθρέφτης. Όλο το σπίτι ένας χώρος.
***
Γνωριστήκαμε σε μπαρ. Δεν μιλήσαμε πολύ. Με κάλεσε σε ένα πάρτι σπίτι του – δεν πήγα. Τον πέτυχα σε άλλο. Τη λεμονάδα μου αντικατέστησε μπίρα κι άλλη μπίρα και ήπιαμε κι άλλη μια μπίρα. Αποδείχτηκε ότι είχε ήδη πάει με τη φίλη μου που τον είχε βρει «εξαιρετικό, τι μικρή αυτή η πόλη!». Μια ώρα αργότερα στράφηκε σε μένα.
– Πάμε πουθενά να καθίσουμε, με τη μηχανή, να τα πούμε;
– Άμα προτίθεσαι να με πας μετά σπίτι μου.
– Φυσικά και προτίθεμαι.
– Αλλά νυστάζω. Τελικά, πήγαινέ με κατευθείαν σπίτι μου.
– Είσαι σίγουρη;
– Σίγουρη.
– Είναι ωραίο το σπίτι σου;
– Καλό είναι. Αλλά δεν σε καλώ, γιατί θέλω να κοιμηθώ. Κι άμα έρθεις σπίτι μου, πώς θα σε διώξω μετά;
– Σωστά, γελάει. Πάμε στο δικό μου.
– Όχι, ρε συ, πού να τρέχουμε. Πήγαινέ με σπίτι να τελειώνουμε.
– Πρέπει να έρθεις να δεις τον σκύλο μου. Και τη θέα. Α, έχω φοβερή θέα.
– Κι αν δεν μ' αρέσει, ντύνομαι και φεύγω; ρωτάω.
– Τι είναι αυτά που λες; Έχεις βρόμικο μυαλό.
– Ενώ εσύ τι έχεις στο μυαλό; λέω.
– Να σου δείξω τον σκύλο.
Τον σκύλο μέσα του, δηλαδή. Διότι καθώς ατενίζουμε την ελαφρά εθνικιστική θέα μου χαϊδεύει τα μαλλιά. Και το μπράτσο.
Μου σερβίρει την ατάκα που φαντάζομαι ότι σερβίρει σε όλες για μια πολυκατοικία απέναντι, που του κόβει τη μισή θέα: «Δεν έχω βρει ακόμα έναν τρόπο να ρίξω αυτό το κτίριο απέναντι».
Δοκίμασε δυναμίτη. Ή πέτα πάνω της ένα αεροπλάνο την 25η Μαρτίου. Πολύ πατριωτικό, είναι και η γιορτή μου, θα το πάρω προσωπικά, σαν δώρο.
Υπολογίζω το ύψος της πολυκατοικίας. Αν πηδήξω, ας πούμε, θα συντριβώ μια και καλή ή θα έχουμε άλλα;
– Συγχαρητήρια, λέω, έχεις τη σπάνια αθηναϊκή θέα. Ιδανική τοποθεσία για αυτοκτονία.
– Το σκέφτεσαι; ρωτάει κάπως ανήσυχος. Τι ζώδιο είσαι; ρωτάει, για την περίπτωση που δεν κάνω πλάκα. Αυτό του λείπει βραδιάτικα, ένας αυτοκτονικός Καρκίνος που θα πηδήξει αστόχαστα απ' το ρετιρέ του.
– Φτάσαμε στα ζώδια, είναι σοβαρό, λέω.
– Καρκίνος, μαντεύει.
– Πώς σου ήρθε!
– Εξαιτίας του συναισθηματικού.
– Ποιου συναισθηματικού;
– Υδροχόος, Δίδυμος; ρωτάει τώρα. Είσαι Δίδυμος, λέει. Μάλιστα. Γι' αυτό έχεις πλάκα. Κι εγώ Υδροχόος.
– Αφού είσαι Υδροχόος! γελάμε πάλι.
– Θες ναρκωτικά; ρωτάει καθώς ψαχουλεύει την κουζίνα.
– Τι έχεις;
– Μαύρο. Κόκα.
– Όχι.
– Υπάρχει, δηλαδή, κάτι άλλο που θα 'θελες;
– Μπα. Άμα υπάρχει κάνα λικέρ, κανένα σέρι, βάλε.
Κεντράρω στην αντανάκλαση των σωμάτων μας στον γιγάντιο καθρέφτη. Φοβερές καμπυλωτές επιφάνειες, στιλπνά δέρματα, σαν ασπρόμαυρο σύμπλεγμα σεξουαλικής εγκυκλοπαίδειας.
Προσπαθώ να γουστάρω, να απολαύσω, να συντονιστώ, αλλά κάτι λείπει.
Είμαστε μποέμ, πολύ οk θεωρητικά με ένα ξερό γαμήσι. Έχουμε μπράτσα, κώλους. Χιούμορ, βυζιά. Στύση – όλα μυώδη. Κόκα, κάνναβη. Τι λείπει;
***
Βρίσκεται από πάνω μου με μια απότομη κίνηση, έτοιμος να διεισδύσει. Ο σκύλος μού γλείφει το χέρι αυτήν τη φορά, το φεγγάρι πιάτο. Ο σκύλος σαλιάρης, ή ίσως όλοι οι σκύλοι είναι σαλιάρηδες, δεν ξέρω από σκύλους – και κάθε φορά που συμβαίνει αυτό, πετάγεται πάνω και λέει αυστηρά, «Κάτσε, κάτσε κάτω Μπόι, Μπόι, άσ' το». Αυτό συμβαίνει περίπου κάθε τρία λεπτά και δεν καταλαβαίνω γιατί δεν κλείνει απλά τον σκύλο έξω. Γιατί δεν κλείνει την μπαλκονόπορτα, ώστε να μη χρειάζεται κάθε τόσο να παρατάει ό,τι κάνει (εμένα) και να πετάγεται ν' απομακρύνει τον σκύλο.
Κάποια στιγμή εξαφανίζεται και, καθώς περιμένω μέσα στο σκοτάδι χαζεύοντας την πάντα υπέροχη θέα, μου γλείφει φανατικά το πόδι – λίγο ποδολάγνος, σκέφτομαι. Αλλά έρχεται δίπλα μου και μ' αγκαλιάζει καθώς το πόδι παραμένει γλειφόμενο: το έγλειφε ο σκύλος! Το πόδι τραβιέται απότομα. Διχάζομαι. Λέω «Αν δε διώξουμε τον σκύλο, να τον εντάξουμε, να κάνει τίποτα εποικοδομητικό, όπως έχει το πράγμα. Να ξέρω, τουλάχιστον, ποιος είναι αυτός που με γλείφει». Ξεραίνεται στα γέλια, λέει, «Σίγουρα δεν είσαι Δίδυμος; Αλλά μπορούμε να το κάνουμε και στ' αλήθεια, ε; Δεν το 'χω δοκιμάσει».
***
Ο τύπος είναι άλλο επίπεδο, άλλη πίστα. Προφανώς το κάνει κάθε μέρα: κάθε μέρα φέρνει μία εδώ και της δείχνει τη θέα, αφού της πει την ατάκα για την πολυκατοικία και της έχει γλείψει ο σκύλος πόδια-χέρια. Τις ψωνίζει στο Τσιν Τσιν ή στο Μπουζ – όχι απ' όπου ψωνίζουν όλοι, δηλαδή από το Σέβεν Τζόκερς. Γιατί μόνο εκεί πηγαίνει. Τα κορίτσια παρασύρονται καθώς ακούγεται το «Μπακ του Μπλακ». Είναι μικρή η ζωή, σκέφτονται. Είναι παρασυρμένα από πριν, εδώ που τα λέμε. Από το Αστυπάλαια σικ: ωραίος, έξυπνος και μηχανάρα, πράγματα που εμένα δεν με καυλώνουν, ή τουλάχιστον δεν με καυλώνουν σήμερα. Καμιά φορά δύο κορίτσια μαζί. Με τη μισή παράνομη θέα, την κάπως κιτς από αυτήν τη γωνία: λίγη Ακρόπολη, λίγη αμηχανία και πολύ παλινδρομική κίνηση. Σκέτο, απλό πισωκολλητό στον καθρέφτη – και για μπόνους ό,τι η άλλη –ή ο σκύλος– συναινέσει. Μετά γυρνάει την γκόμενα σπίτι της –ή τη βάζει σε ένα ταξί– κι επιστρέφει στον σκύλο.
***
Μερικά βράδια γυρνάει μόνος του, κάνει μηχανικές κινήσεις για να ταΐσει, να ποτίσει, ν' αγκαλιάσει, να μιλήσει στον σκύλο. Για να ατενίσει τη θέα, που πια δεν τον εντυπωσιάζει. Να απευθύνει ένα μπινελίκι στην πολυκατοικία που κρύβει την άλλη μισή. Να κάνει κάναν μπάφο. Να πιει ένα ποτήρι νερό για ενυδάτωση – προσέχει τον εαυτό του. Να φορέσει κρέμα νυκτός – φαίνεται είκοσι εννιά, αλλά κοντεύει σαράντα. Δεν κάνει σχέσεις. Δεν νομίζω. Αν μια μέρα ο σκύλος. Αν πάθει κάτι. Δεν ξέρω. Ίσως πηδήξει από τον παράνομο, τον τυπικά ανύπαρκτο έκτο. Οι γονείς του θα δηλώσουν, φαντάζομαι, ότι πήδηξε από τον πέμπτο. Αφού ο έκτος δεν υπάρχει.
Καθώς κείτομαι κάτω από τον ξένο άνθρωπο, σκέφτομαι ότι κάτι δεν πάει καλά με μένα. Ή, ίσως. Ίσως χρειάζεσαι και λίγη σύνδεση με τον άλλον πριν αρχίσεις να χοροπηδάς πάνω στον πούτσο του.
σχόλια