Το ερώτημα δεν είναι αν ο Πρόεδρος των ΗΠΑ είναι τρελός, με την καλή έννοια, αλλά αν είναι όντως τρελός. Κυριολεκτικά. Κι αν υπάρχει κάποιος ή κάποιοι που μπορούν να διακρίνουν τη διαφορά, δικαιούνται να μιλήσουν ή αυτό θα ήταν τρελό ή ανήθικο ή μη δημοκρατικό;
Ο Jay Rosen, καθηγητής δημοσιογραφίας στο πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, εδώ και μήνες υποστήριζε ότι «πολλά από αυτά που κάνει και λέει ο Τραμπ εξηγούνται μέσω της ναρκισιστικής διαταραχής της προσωπικότητας» και ότι οι δημοσιογράφοι όφειλαν να κινούνται και να ερμηνεύουν πλέον τη συμπεριφορά του Προέδρου των ΗΠΑ μέσω αυτού του πρίσματος.Τον Μάρτιο, οι Times δημοσίευσαν μία επιστολή των ψυχιάτρων Robert Jay Lifton και Judith L. Herman, στην οποία διατύπωναν ότι την «επαναλαμβανόμενη αποτυχία του Τραμπ να ξεχωρίσει την πραγματικότητα από το ψέμα», ενώ υπογράμμιζαν και τα ξεσπάσματα οργής του Προέδρου, όταν οι φαντασιώσεις του διαψεύδονταν. Όπως επίσης τόνιζαν οι δύο ψυχίατροι «αντιμέτωπος με μία κρίση, ο Πρόεδρος Τραμπ δεν θα έχει την κριτική ικανότητα που απαιτείται για να αποφασίσει για οτιδήποτε βάσει της λογικής»... Η Herman, καθηγήτρια στην ιατρική σχολή του Χάρβαρντ, μερικούς μήνες πίσω, είχε αποστείλει επιστολή στον Πρόεδρο Ομπάμα, ζητώντας του να βρει έναν τρόπο, ώστε ο Τραμπ να μην αναλάβει καθήκοντα -παρά την εκλογή του- αν δεν περάσει πρώτα από ψυχιατρική αξιολόγηση.
Υπάρχει ένα αξίωμα το οποίο επιστημονικά να καταδεικνύει ότι ο άνθρωπος αυτός δεν είναι ένας οραματιστής μόνο, ή ένας ανόητος φαφλατάς απλώς, αλλά κάποιος με επικίνδυνες προθέσεις για την Αμερική και τον κόσμο ολόκληρο, κάποιος χαμένος στο παραλήρημά του;
Ποιοι, όμως, κάνουν αυτές τις διατυπώσεις; Οι Lifton και Herman είναι πιθανότατα οι μεγαλύτεροι εν ζωή στοχαστές και ερευνητές της αμερικανικής ψυχιατρικής επιστήμης. Ο μεν Lifton έχει πίσω του τεράστιες σπουδές, όσο και επιτεύγματα, τόσο ο ψυχίατρος και ως ψυχαναλυτής, όσο και ως ιστορικός της ψυχιατρικής: είναι ο άνθρωπος που έκανε τη μεγαλύτερη μελέτη πάνω σε επιζώντες της ατομικής βόμβας, αλλά και στις πρακτικές των γιατρών των Ναζί, γενικώς έχει ασχοληθεί με όλα τα ακραία φαινόμενα του προηγούμενου αιώνα. Από την άλλη η Herman, έχει εκπονήσει πρωτοποριακές έρευνες πάνω στον μηχανισμό του τραύματος. Οι δυο τους μαζί τώρα έχουν γράψει μία συλλογή από άρθρα που δημοσιεύονται υπό τον τίτλο "Η επικίνδυνη περίπτωση του Ντόναλντ Τραμπ: 27 ψυχίατροι και ειδικοί ψυχικής υγείας αξιολογούν την κατάσταση ενός προέδρου". Την έκδοση έχει επιμεληθεί ο υπεύθυνος ψυχιατρικών σπουδών του Πανεπιστημίου του Γέιλ, Bandy X. Lee. Όπως έχει γίνει αντιληπτό, το βιβλίο περιέχει μία ποικιλία διαγνώσεων της κατάστασης του Τραμπ, ο οποίος στην πιο ήπια και μετριοπαθή από αυτές περιγράφεται ως "ακραίος ηδονιστής του παρόντος". Περιγράφεται επίσης ως ψυχοπαθής, νάρκισσος, οριακά διαταραγμένος, διπολικός που πάσχει από διαταραχή πρόσληψης και αντίληψης της πραγματικότητας και από παραληρηματική διαταραχή.
Βέβαια, όπως αποκαλύπτεται από το ίδιο σύγγραμμα καμία από αυτές τις διαταραχές δεν εμφανίζεται για πρώτη φορά στο Οβάλ Γραφείο: ο Λίντον Τζόνσον ήταν διπολικός, ο Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι και ο Μπιλ Κλίντον έπασχαν από ακραίο ηδονισμό και ναρκισσισμό, ο Νίξον έπασχε από διαταραχή πρόσληψης της πραγματικότητας, συχνά βυθισμένος στις ψευδαισθήσεις του και ο Ρόναλντ Ρίγκαν επίσης είχε ζητήματα με την ανεπάρκεια διάκρισης της πραγματικότητας από τις ψευδαισθήσεις, κάτι, που όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα έγινε περισσότερο εμφανές κατά τη διάρκεια της δεύτερης θητείας του ως Πρόεδρος των ΗΠΑ. Όσο για τον Κλίντον, τονίζεται ότι η κυκλοθυμία, οι μεταπτώσεις και η βύθιση στη θλίψη του είναι από τα χαρακτηριστικά εκείνα που συνήθως εξηγούν την αλματώδη πρόοδο επιχειρηματιών που καινοτόμησαν στο αντικείμενό τους, όπως για παράδειγμα ο Στιβ Τζομπς.
Πίσω από τις προφανείς πολιτικές ροπές των συγγραφέων του συγγράμματος κρύβεται, ωστόσο, και ένα εννοιολογικό πρόβλημα. Ο τρόπος με τον οποίο ορίζεται η ψυχική ασθένεια υπόκειται σε κάποιες μεταβλητές, διαφέρει από πολιτισμό σε πολιτισμό και αλλάζει με την πάροδο του χρόνου και την πρόοδο της επιστήμης. Το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο των Ψυχικών Διαταραχών εκδίδεται κάθε λίγα χρόνια για να αντικατοπτρίζει τις αλλαγές στα πρότυπα: κάποιες συνθήκες σταματούν να θεωρούνται παθολογίες, ενώ άλλες ανυψώνονται από απλές ιδιαιτερότητες μέχρι την κατάσταση της ασθένειας. Σε μια υποσημείωση της εισήγησής της, η Χέρμαν αναγνωρίζει την «παρανοϊκή ιστορία» του επαγγέλματός της, τον μισογυνισμό και την ομοφοβία που δεν επέτρεψε έγκυρες διαγνώσεις για συγκεκριμένες περιπτώσεις, για υποθέσεις όπου το γνήσιο όραμα παρερμηνεύθηκε ως παραφροσύνη.
Και σίγουρα κανείς -εκτός από τους ψηφοφόρους του, ίσως- δεν θεωρεί τον Τραμπ έναν πολιτικό με όραμα. Υπάρχει, όμως, ένας αντικειμενικός τρόπος για να γίνεται άμεσα διακριτό το όραμα από τον παραλογισμό; Υπάρχει ένα αξίωμα το οποίο επιστημονικά να καταδεικνύει ότι ο άνθρωπος αυτός δεν είναι ένας οραματιστής μόνο, ή ένας ανόητος φαφλατάς απλώς, αλλά κάποιος με επικίνδυνες προθέσεις για την Αμερική και τον κόσμο ολόκληρο, κάποιος χαμένος στο παραλήρημά του; Υπάρχει ένας δημοκρατικός και ταυτόχρονα επιστημονικός μπούσουλας ψυχιατρικής αξιολόγησης εκλεγμένων ηγετών;
O Zimbardo, ένας από τους συντάκτες του συγγράμματος προτείνει ως αναγκαία τα διαρκή και επαναλαμβανόμενα σε τακτική βάση ψυχολογικά τεστ, φύσης ίδιας με αυτά στα οποία υποβάλλονται ανώτεροι δημόσιοι υπάλληλοι -όπως οι αστυνομικοί- και κυβερνητικά στελέχη που κατέχουν κρίσιμες θέσεις για τη λήψη αποφάσεων δημόσιου συμφέροντος και ενδιαφέροντος.
Από την πλευρά ο Craig Malkin, λέκτορας στην ιατρική σχολή του Χάρβαρντ και συγγραφέας του βιβλίου «Επανεξέταση του ναρκισσισμού», προτείνει αυτή η διαδικασία να στηριχθεί σε «ανθρώπους που έχουν ήδη εκπαιδευτεί για να παρέχουν λειτουργική αξιολόγηση και αξιολόγηση κινδύνου που βασίζεται εξ ολοκλήρου σε ψυχολόγους παρατήρησης και ψυχολόγους, στο FBI και σε διάφορες υπηρεσίες επιβολής του νόμου».
Οι ψυχίατροι που έχουν συνεισφέρει με τις γνώσεις τους σε αυτή την έκδοση υποστηρίζουν ότι το κίνητρο τους είναι ακριβώς αυτές οι γνώσεις να φτάσουν με κάποιο τρόπο στο κοινό.Όμως, ο Τραμπ δεν είναι ασθενής τους. Η φράση "καθήκον να ευαισθητοποιώ", που πρακτικά αναφέρεται στην υποχρέωση ενός ψυχιάτρου να σπάει το ιατρικό απόρρητο αν πιστεύει ότι ελλοχεύει κίνδυνος στα όσα αποκαλύπτει ένας ασθενής, κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια για παράδειγμα, εδώ δεν βρίσκει εφαρμογή. Δεν είναι ότι ο Τραμπ αποκάλυψε κάτι σε όλους αυτούς, αλλά ότι αυτοί διαθέτουν επιστημονικά εργαλεία και μία οπτική που τους επιτρέπει να διακρίνουν τα σημάδια του κινδύνου πίσω από τις δηλώσεις, τη συμπεριφορά, τις γκριμάτσες, τις κινήσεις του Προέδρου των ΗΠΑ. Βλέπουν αυτά που βλέπουμε όλοι μας, ωστόσο, υπό ένα διαφορετικό πρίσμα που σ' εκείνους εμπνέει ανησυχία: τα επαναλαμβανόμενα ψεύδη, τα ξεσπάσματα οργής στο Twitter, την αδυναμία του να ολοκληρώσει με επάρκεια μία λογική διατύπωση, την αδυναμία του για συναίσθηση σε ώρες κρίσης.
Ο Thomas Singer, ψυχίατρος και ψυχολόγος από το Σαν Φρανσίσκο, εξηγεί ότι η εκλογή αντικατοπτρίζει μια «πληγή στον πυρήνα του αμερικανικού συλλογικού εαυτού», με τον Τραμπ να εμφανίζεται ως προστάτης και σωτήρας από από περαιτέρω τραυματισμούς, ακόμη και ως θεραπευτής αυτών των τραυμάτων στο σώμα του έθνους και των ανθρώπων του... Κάπως έτσι, η συζήτηση οδηγείται από τη διάγνωση του Προέδρου στη διάγνωση των ανθρώπων που τον ψήφισαν. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να κάνει τον Τραμπ να φαίνεται φυσιολογικός - με την έννοια ότι, ψυχολογικά, προσφέρει στους ψηφοφόρους του αυτό που θέλουν και χρειάζονται!
Γνωρίζοντας όσα γνωρίζουμε για τον Τραμπ και όσα γνωρίζουν οι ψυχίατροι για την επιθετικότητα, και τις διαταραγμένες οριακές προσωπικότητες, λογικά υποθέτει κανείς ότι οι ΗΠΑ και ο κόσμος διατρέχουν θανάσιμο κίνδυνο. Είναι ο άνθρωπος με το δάχτυλό στο κουμπί των πυρηνικών. Πόσο δημοκρατικός είναι αυτός ο φόβος; Πόσο κακό είναι να φοβάσαι κάποιον που συμπεριφέρεται περίεργα κάποτε και παρανοϊκά; Οι ψυχίατροι έχουν απάντηση και για τα δύο και την έδωσαν μέσα από αυτό το βιβλίο...
Με στοιχεία από το New Yorker
σχόλια