Πριν από λίγες μέρες η κόντρα που κατέληξε στον διασυρμό της Elle Darby, μίας influencer του Instagram και του YouTube, έκανε τον γύρο του διαδικτύου και κάποιοι θεώρησαν ότι ήταν ένα πρώτης τάξεως μάθημα σε όσες... «κακομαθημένες» των social media πιστεύουν ότι οι followers τους ισοδυναμούν με αγοραστική δύναμη και μπορούν να εξασφαλίζουν δωρεάν διακοπές, όπου θέλουν και όποτε θέλουν.
Τώρα, όμως, η εξέλιξη σε αυτή την κόντρα με ξενοδόχο του Δουβλίνου που δεν θέλει influencers για πελάτες του, παίρνει άλλη διάσταση, για την ακρίβεια μετατρέπεται σε ένα case study για την κοινωνία του διαδικτύου και τα μέλη της.
Η influencer έκανε μια ερώτηση, πήρε μια απάντηση και ήδη ο κόσμος του διαδικτύου είχε διχαστεί για το αν επρόκειτο για μία επαγγελματία που απλώς έκανε τις απαραίτητες συνεννοήσεις για τη δουλειά τους ή κατά το κοινώς λεγόμενον για μία τζαμπατζού.
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή:
Ο Paul Stenson, ιδιοκτήτης ξενοδοχείου και cafe restaurant στο Δουβλίνο απαγόρευσε την είσοδο σε social media influencers, ύστερα από την κάπως θρασεία αξίωση μίας YouTuber να της παράσχει δωρεάν διαμονή με αντάλλαγμα τη διαφήμιση του από τα μέσα που εκείνη διέθετε και στην πλατφόρμα ανθρώπων στους οποίους απευθύνεται για να μοιραστεί εντυπώσεις από ταξίδια και καταλύματα, στα οποία έχει διαμείνει.
Για την ακρίβεια, η νεαρή γυναίκα, με περισσότερους από 87.000 συνδρομητές στο κανάλι της στο YouTube και 76.000 followers στο Instagram, ζήτησε μέσω e-mail της το εξής:«Καθώς αναζητούσα κατάλυμα, εντόπισα το πανέμορφο ξενοδοχείο σου και θα ήθελα να αναφερθώ σε εσένα στα βίντεο μου στο YouTube / σε posts / stories του Instagram που θα δημιουργήσω, για να φέρω κόσμο στο ξενοδοχείο σου και για να συστήσω και σε άλλους να το επιλέξουν και να κάνουν κράτηση εκεί, ως αντάλλαγμα με δωρεάν διαμονή».
Ο Stenson μετά από αυτό το mail αποφάσισε να γράψει -για το πάθημά του- στο Facebook, ως ιδιοκτήτης του "The White Moose Cafe" και του "Charleville Lodge" και να τα όσα ανέφερε αρχικά και χωρίς να κατονομάσει τη συγκεκριμένη influencer.
«Αγαπητή social influencer (γνωρίζω πώς σε λένε, αλλά προφανώς δεν έχουν σημασία τα ονόματα). Σ' ευχαριστώ για το email σου, με το οποίο ζητούσες δωρεάν διαμονή με αντάλλαγμα προβολή. Θέλει κότσια το να στείλεις ένα τέτοιο email, βέβαια δεν θέλει ιδιαίτερο αυτοσεβασμό και αξιοπρέπεια. Αν σε αφήσω να μείνεις εδώ με αντάλλαγμα το να φιγουράρει η επιχείρηση μου σ' ένα βίντεο σου, ποιος θα πληρώσει το προσωπικό που θα σε φροντίσει; Ποιος θα πληρώσει τις καθαρίστριες που θα καθαρίσουν το δωμάτιό σου; Τους σερβιτόρους που θα φέρουν το πρωινό σου; Τον ρεσεψιονίστ; Ποιος θα πληρώσει για το φως και τη θέρμανση που θα χρησιμοποιήσεις κατά τη διαμονή σου εδώ; Μήπως να ενημέρωνα τους εργαζομένους μου ότι θα εμφανιστούν στο βίντεό σου, αντί να τους πληρώσω για την εργασία που θα σου προσφέρουν κατά τη διαμονή σου; ΥΓ.: Η απάντηση είναι "όχι"».
Μέχρι εδώ καλά. Η influencer έκανε μια ερώτηση, πήρε μια απάντηση και ήδη ο κόσμος του διαδικτύου είχε διχαστεί για το αν επρόκειτο για μία επαγγελματία που απλώς έκανε τις απαραίτητες συνεννοήσεις για τη δουλειά τους ή κατά το κοινώς λεγόμενον για μία τζαμπατζού. Τα προβλήματα άρχισαν, όταν κάποιοι κατάλαβαν για ποια influencer γινόταν ο λόγος και ξεκίνησαν τα απαξιωτικά σχόλια στους λογαριασμούς τους στα social media. Εκείνη δεν έχασε την ευκαιρία να απαντήσει, ξεσπώντας σε κλάματα.
Στα 17 λεπτά που διαρκεί το βίντεο όπου η ίδια κλαίει, η Darby ισχυρίζεται ότι είχε τις καλύτερες των προθέσεων και ότι ποτέ δεν περίμενε αυτή την αντιμετώπιση, σε μία πρακτική που εφαρμόζει καιρό, με τα καλύτερα αποτελέσματα για τις επιχειρήσεις εστίασης που έχει προσεγγίσει και έχει φέρει σε επαφή με ένα ευρύτερο κοινό - το δικό της, φυσικά.
O Stenson απάντησε και σε αυτό -κι από εδώ ουσιαστικά ξεκινά ο δεύτερος γύρος μαθημάτων που αφορά στην έπαρση και τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν τον κόσμο οι influencers.
«Στην κοινότητα των bloggers, η αίσθηση που υπάρχει για το τι δικαιούνται είναι πολύ δυνατή. Και η κακία, o παροξυσμός και το γενικότερο μίσος που επιδείξατε αφού δεν ικανοποιήθηκε το αίτημά σας για δωρεάν διαμονή, βγάζει κακό όνομα σε όλον τον χώρο στον οποίον κινείστε. Ποτέ δεν περίμενα ότι θα γινόμασταν στόχος αρνητικής κριτικής, επειδή ζητήσαμε από κάποιον να πληρώσει για αγαθά και υπηρεσίες. Η κοπέλα δεν κατονομάστηκε στο αρχικό μου post, αλλά η ίδια βγήκε σε ένα βίντεο, εξηγώντας ότι "εκτέθηκε", εξαιτίας των κακών μας προθέσεων και όταν μας ζήτησε να μείνει εδώ δωρεάν. Αυτό το είδος θυματοποίησης είναι πολύ έντονο στη βιομηχανία των bloggers και συνάδει με τον γενικότερο τρόπο με τον οποίο λειτουργούν, ζητώντας τα πάντα με αντάλλαγμα το τίποτα. Αν οποιοσδήποτε από εσάς προσπαθήσει από εδώ και πέρα να έρθει στο ξενοδοχείο, θα εκδιωχθεί... Ίσως αν εργαζόσασταν πραγματικά, σε κανονικές δουλειές, θα μπορούσατε να πληρώσετε για αγαθά και υπηρεσίες, όπως όλος ο κόσμος. Λέω εγώ τώρα!».
Η δεύτερη ανάρτηση του Stenson έριξε κι άλλο λάδι στη φωτιά, ωστόσο, το ζήτημα πλέον είχε ξεφύγει από το viral και είχε περάσει όντως στη νέα κατάσταση πραγμάτων που δημιουργεί η "κοινωνία" των influencers. Τα σχόλια, ως επί το πλείστον πικρόχολα, κάποτε και υβριστικά και για τις δύο πλευρές, έπαιρναν πότε το μέρος του ξενοδόχου και πότε εκείνο της νεαρής που αξίωσε υπηρεσίες, χωρίς πληρωμή. Ωστόσο, το ερώτημα παρέμενε; Μπορούν οι followers και η προβολή να ισοδυναμούν με αγοραστική δύναμη; Μπορούν να λειτουργήσουν με τον τρόπο που λειτουργούν τα χρήματα;
Και πάλι ο Stenson, έστω και φτάνοντας την κόντρα στα άκρα πια, φρόντισε να δώσει μια απάντηση. Ή έστω αυτό που βρίσκεται στο μυαλό όλων, όταν έρχονται αντιμέτωποι πλέον με τέτοια περιστατικά της ψηφιακής κοινωνίας και του ψηφιακού «επιχειρείν». Μετά απ' όλον αυτόν τον ντόρο, το ξενοδοχείο θεωρεί ότι η influencer του... χρωστάει. Για όλη αυτή την έξτρα δημοσιότητα που κέρδισε μέσα από την κόντρα τους, ο επιχειρηματίας τρολάρει πλέον ανοιχτά -αλλά πολύ πολύ σοβαρά- την YouTuber και της αποστέλλει τιμολόγιο, με όσα θεωρεί πλέον ότι του οφείλει.
Ακραίο σίγουρα. Παρ' όλα αυτά, είναι μια γεύση των στρατηγικών, της δυναμικής, αλλά και της πραγματικής επίδρασης που τα social media έχουν στη ζωή, τις συνήθειες μας, αυτά που μας «σερβίρουν» και, φυσικά, τον τρόπο με τον οποίο επιλέγουμε να τα διαχειριστούμε και να τα αντιμετωπίσουμε.