Τη σημαντική αύξηση των ανέργων με ανώτατη εκπαίδευση κατά τη διάρκεια της κρίσης στην Ελλάδα, αλλά και το γεγονός ότι πολλοί πτυχιούχοι επιλέγουν τον δρόμο της μετανάστευσης, επισημαίνει μελέτη του ΙΟΒΕ για τη σύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας.
Η μελέτη τονίζει πως η μεγάλη μείωση της απασχόλησης και η αύξηση της ανεργίας που σημειώθηκαν μετά την έναρξη της κρίσης, προκάλεσαν βαθιά ρήξη στην ήδη προβληματική σχέση μεταξύ εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας που είχε διαμορφωθεί και ενισχυθεί πριν την κρίση.
Ειδικότερα, μετά το 2009 αν και η μεγαλύτερη μείωση της απασχόλησης ως προς το επίπεδο εκπαίδευσης, σημειώθηκε στους απασχολούμενους με χαμηλότερη εκπαίδευση στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο, το ποσοστό απασχόλησης μειώθηκε σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να είναι το χαμηλότερο μεταξύ των χωρών της ΕΕ-28 για τη μέση και την ανώτατη εκπαίδευση, και κάτω από το μέσο όρο της ΕΕ-28 για τους αποφοίτους χαμηλής εκπαίδευσης. Ενδεικτικά, το ποσοστό απασχόλησης στην ανώτατη εκπαίδευση στην Ελλάδα διαμορφώνεται στο 66% έναντι μέσου όρου 78% στην ΕΕ-28, ενώ τη δεύτερη χειρότερη επίδοση εμφανίζει η Κροατία με 73%.
Παράλληλα, η μελέτη διαπιστώνει πως οι άνεργοι με ανώτατη εκπαίδευση, συμπεριλαμβανομένων των κατόχων μεταπτυχιακού ή διδακτορικού, σχεδόν τριπλασιάστηκαν μεταξύ 2009 και 2017.
Αναλυτικά, το 2017 ο συνολικός αριθμός ανέργων στη χώρα διαμορφώθηκε στα 1,02 εκατ. άτομα ακολουθώντας πτωτική πορεία από το 2013 όταν και ανήλθε στο υψηλότερο επίπεδο (τουλάχιστον) των τελευταίων δύο δεκαετιών (1,33 εκατ. άτομα).
Ως προς το επίπεδο εκπαίδευσης τα άτομα χωρίς εργασία με χαμηλό ή μεσαίο επίπεδο ανήλθαν στους 744,6 χιλ. από 1,02 εκατ. άτομα το 2013 (-27,1%).
Μεταξύ 2009 και 2017 ο αριθμός των ανέργων με Λυκειακή εκπαίδευση υπερδιπλασιάστηκε (394,5 χιλ. το 2017 έναντι 165,5 χιλ. το 2009), ενώ οι άνεργοι με μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση ανήλθαν στους 124,4 χιλ. από 55,5 χιλ. (+124%).
Ηπιότερη είναι η άνοδος στα άτομα με χαμηλή εκπαίδευση (+55,6%), σε αντίθεση με τα άτομα με ανώτατη εκπαίδευση - συμπεριλαμβανομένων των κατόχων μεταπτυχιακού ή διδακτορικού τίτλου- όπου σχεδόν τριπλασιάστηκαν (260,9 χιλ. άτομα από 94 χιλ. ή αύξηση 177%).
Υπογραμμίζεται ακόμη πως παρά την αύξηση των ανέργων πτυχιούχων μετά την έναρξη της κρίσης, τα ποσοστά ανεργίας τους, αν και υπερδιπλασιάστηκαν (από 7% σε 17,1% το 2017), παραμένουν τα χαμηλότερα μεταξύ των επιπέδων εκπαίδευσης, λόγω και της φυγής πολλών στο εξωτερικό.
Από την άλλη, η πρόσβαση στην αγορά εργασίας είναι πιο εύκολη από όλους στα άτομα με μεταπτυχιακές ή διδακτορικές σπουδές, καθώς το ποσοστό ανεργίας έχει διαμορφωθεί στο 10% περίπου το 2017, έναντι 7% το 2009.
Μία άλλη ανησυχητική διαπίστωση είναι ότι τα ποσοστά απασχόλησης και ανεργίας επιδεινώθηκαν για τους πιο πρόσφατα αποφοίτους σε όλα τα επίπεδα εκπαίδευσης, και ιδιαίτερα για όσους αποφοίτησαν μετά το 2011.
Τα ποσοστά των νέων ανέργων -όσοι δηλ. δεν έχουν εργαστεί στο παρελθόν- είναι, σταθερά τις τελευταίες 2 δεκαετίες, υψηλότερα μεταξύ των αποφοίτων μέσης εκπαίδευσης στο Λύκειο (43% το 2017, έναντι 39% το 2009 και 43% το 2001), ενώ ακολουθούν οι απόφοιτοι ανώτατης εκπαίδευσης (29% το 2017 και το 2009 από 17% το 2001).
Ο βαθμός συνάφειας της εκπαίδευσης με την εργασία που εκτελούν οι απασχολούμενοι μέσης εκπαίδευσης κατατάσσει την Ελλάδα στην 25η θέση μεταξύ των 28 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παρότι οι απόφοιτοι μέσης τεχνικής-επαγγελματικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα δηλώνουν μεγαλύτερη συνάφεια από τους απόφοιτους μέσης γενικής εκπαίδευσης στο Λύκειο.
Μεταξύ άλλων, οι αρνητικές συνέπειες της κρίσης αποτυπώνονται και στις μισθολογικές απολαβές, καθώς σχεδόν 6 στους 10 εργαζόμενους οι οποίοι έλαβαν πτυχίο ανώτατης εκπαίδευσης μετά το 2011 δηλώνουν ότι λαμβάνουν μισθό από €400 έως €800, ενώ ποσοστό 16% δηλώνει ότι αμείβεται με λιγότερα από €400.
Στα συμπεράσματα της έκθεσης αναφέρεται ακόμη πως αν και στις γυναίκες ο μισθός είναι χαμηλότερος σε σχέση με τους άνδρες, η αξία των σπουδών – βάσει των αποδοχών από την εργασία – είναι υψηλότερη από τους άνδρες.
Σημαντικές διαφορές υπάρχουν και στις αμοιβές εργαζομένων στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, για όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Οι επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα αμείβουν τους εργαζόμενους με μισθό χαμηλότερο από ό,τι ο στενός ή ευρύτερος δημόσιος τομέας, και το επίπεδο εκπαίδευσης, ως προσδιοριστικός παράγοντας των αποδοχών, έχει μικρότερη επίδραση στον ιδιωτικό σε σχέση με το δημόσιο τομέα.
Οι πτυχιούχοι επιλέγουν τον δρόμο της μετανάστευσης
Ο ΙΟΒΕ τονίζει πως χαρακτηριστικό είναι επίσης το γεγονός ότι πολλοί πτυχιούχοι επιλέγουν τον δρόμο της μετανάστευσης προκειμένου να αναζητήσουν εργασία σε άλλες χώρες, κυρίως της ΕΕ, όπου οι ευκαιρίες απασχόλησης είναι περισσότερες.
Σύμφωνα με μελέτη της ICAP, σε δείγμα 1.268 ατόμων οι οποίοι μετακινήθηκαν εκτός της χώρας, το 55% αυτών αναφέρει ως λόγο την αναζήτηση εργασίας, έχοντας όμως εργαστεί στην Ελλάδα, ενώ μόλις 1 στους 10 δηλώνει ότι δεν έχει εργαστεί ποτέ στην Ελλάδα και αναζητά εργασία σε άλλη χώρα. Πρόκειται κυρίως για άτομα ηλικίας 26 έως 35 ετών (6 στα 10 άτομα) χωρίς οικογενειακές υποχρεώσεις.
Ως προς το επίπεδο εκπαίδευσης οι 9 στους 10 έχουν ολοκληρώσει την ανώτατη εκπαίδευση, με την πλειονότητα να έχει μεταπτυχιακές σπουδές (55% μεταπτυχιακό τίτλο και 9% διδακτορικό).
Το γεγονός αυτό υποδηλώνει ότι εκτός από τους νέους άνεργους (πτυχιούχους ανώτατης εκπαίδευσης ή όχι), ένα σημαντικό μέρος αποφοίτων (με σπουδές στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό) αναζητά καλύτερους όρους εργασίας (αντικείμενο εργασίας σχετικό με τις σπουδές, καλύτερες αμοιβές, ανώτερη θέση στην ιεραρχία της επιχείρησης) σε άλλες χώρες.
σχόλια