Δεν ήταν μόνο οι τίτλοι των ειδήσεων που στοίχειωσαν το φετινό καλοκαίρι – που μιλούσαν τρομακτικά για το πιο «θερμό καλοκαίρι της σύγχρονης ιστορίας», το «καλοκαίρι που κάηκαν μαζεμένα τα περισσότερα δάση του Αμαζονίου» ή για την «ανυπολόγιστη καταστροφή από τις πυρκαγιές της Σιβηρίας». Ήταν και η αίσθηση ότι δεν έχουμε και πολλά περιθώρια για επανόρθωση και ότι οι πιθανότητες να αυτοκαταστραφούμε δεν είναι πλέον επιστημονική φαντασία.
«Είναι πολύ σημαντικές οι αλλαγές που κάνουμε εγώ κι εσύ, γιατί εγώ κι εσύ είμαστε αυτοί που φτιάχνουμε αυτό που λέγεται παγκόσμιος πληθυσμός» λέει ο Παύλος Γεωργιάδης, εθνοβιολόγος, ένας από τους ανθρώπους στους οποίους απευθυνθήκαμε για να μας δώσουν πρακτικές συμβουλές για το πώς θα γίνουμε πιο συνειδητοί πολίτες. Κι επειδή σε θέματα όπως η προστασία του περιβάλλοντος το ελάχιστο είναι πολύ, ακόμα και η πιο μικρή συνεισφορά του καθενός μας μπορεί να είναι μια ριζοσπαστική λύση που θα βοηθήσει να αλλάξουμε κάπως τα πράγματα.
Η μείωση της σπατάλης του νερού και των τροφίμων, η πιο συνειδητή επιλογή τροφής, η μείωση της ενέργειας που καταναλώνουμε, των απορριμμάτων που παράγουμε, ακόμα και η πιο προσεκτική επιλογή των ρούχων που φοράμε (και που πετάμε απερίσκεπτα, ενώ μπορούν να ξαναχρησιμοποηθούν), δεν είναι κάτι δύσκολο, ούτε σου αλλάζει τη ζωή.
Δεν χρειάζεται η απόλυτη θυσία για να σώσεις τον πλανήτη, ούτε χρειαζόμαστε ήρωες, χρειαζόμαστε λογικούς ανθρώπους, με διάθεση να συνεργαστούν με τους άλλους.
«Το να ζεις κάπως πιο συνειδητά και πιο οικολογικά, χωρίς υπερβολές και ακρότητες, μπορεί να κάνει μικρότερο το ενεργειακό σου αποτύπωμα και να αλλάξει τη ζωή γύρω σου» λέει ο Αριστοτέλης Παπαγεωργίου, καθηγητής στο τμήμα Δασολογίας και Διαχείρισης Περιβάλλοντος & Φυσικών Πόρων του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Και μαζί με άλλους τέσσερις ανθρώπους, που είναι ειδικοί σε καθέναν από τους τομείς που ακολουθούν, μας δίνουν πρακτικές συμβουλές.
Διατροφή
Παύλος Γεωργιάδης
Eθνοβιολόγος
Καλό είναι να μην τρώμε φαγητά που δεν έτρωγε η γιαγιά μας. Οι παππούδες μας και οι γιαγιάδες μας παρήγαν τα πάντα στο χωριό τους, είτε οι ίδιοι είτε κάποιος συγγενής, και τα αντάλλασσαν. Η γιαγιά μου δεν μπήκε ποτέ στο δίλημμα αν θα πρέπει να φάει ένα αβοκάντο για να πάρει τα Ω3 που χρειάζεται. Δεν ήξερε καν τι είναι Ω3. Εμείς έχουμε αυτήν τη γνώση, αλλά μας δημιουργεί κι άλλες, πρόσθετες ανάγκες.
Πρέπει να αγοράζουμε τόσο όσο χρειαζόμαστε. Να παράγουμε ένα μέρος της τροφής μας, έστω κι αν είναι ένα γλαστράκι με μαϊντανό. Αν μαγειρεύουμε εμείς οι ίδιοι το φαγητό μας –γιατί η μεγαλύτερη σπατάλη τροφίμων προέρχεται από το έτοιμο φαγητό (η σπατάλη τροφίμων είναι το μεγαλύτερο σκάνδαλο του διατροφικού συστήματος, μαζί με τα φυτοφάρμακα)– και ασχοληθούμε με την τροφή ως μια ζωογόνα πηγή ενέργειας, τότε μειώνεται η σπατάλη τροφίμων γιατί, ιδίως στην ελληνική παράδοση, υπάρχουν πάρα πολλές συνταγές που βασίζονται στην επανάχρηση υπολειμμάτων τροφίμων. Για παράδειγμα, το φαγητό που περίσσευε σε ένα σπίτι παλιότερα το έκαναν μια πίτα.
Πρέπει να ασχοληθούμε με την τροφή μας για να καταλάβουμε από πού έρχεται, ποιο είναι το κόστος που προϋποθέτει η παραγωγή της, τα στάδια που προϋποτίθενται για να προσγειωθεί μια τροφή στο πιάτο μας. Όταν μαγειρεύουμε κάτι που ενδεχομένως θα το κεράσουμε σε έναν φίλο ή θα το κρατήσουμε στην κατάψυξη για να το ξαναχρησιμοποιήσουμε κάποια στιγμή στο μέλλον, τα υπολείμματα μπορούμε να τα κομποστοποιήσουμε, ενώ σε ένα εστιατόριο, λόγω των μεγάλων ποσοτήτων που διαχειρίζεται, δεν υπάρχει η δυνατότητα να γίνει διαχωρισμός υπολειμμάτων. Όσο μοιραζόμαστε ένα γεύμα, τόσο λιγότερο φαγητό μένει. Οι κοινωνικές διαστάσεις της συντροφικότητας γύρω από το τραπέζι είναι πολύ σημαντικός παράγοντας στο πώς βιώνουμε το διατροφικό σύστημα.
Σίγουρα η κατανάλωση κρέατος, έτσι όπως έχει εξελιχθεί σήμερα, είναι υπερβολική. Ας μην ξεχνάμε ότι μόλις δύο γενιές πίσω ο κόσμος κατανάλωνε κρέας μία ή δύο φορές τον μήνα, και τώρα η παραγωγική ηλικία, 30-50, που λόγω του τρόπου ζωής τρώει τουλάχιστον ένα γεύμα εκτός σπιτιού, τρώει κρέας σχεδόν σε καθημερινή βάση. Το πρόβλημα δεν είναι το ότι παράγουμε κρέας, το θέμα είναι πώς το παράγουμε και η βάση όλων των προβλημάτων είναι ο υπέρμετρος καταναλωτισμός, δηλαδή όταν η παραγωγή της τροφής έχει μόνο σκοπό το κέρδος και δεν λογαριάζει αν θα θυσιάσει τον πνεύμονα του πλανήτη.
Ακόμα και αν όλοι οι άνθρωποι γίνουν vegan, εφόσον το μοντέλο παραγωγής των βεγκανικών προϊόντων είναι εν τέλει το ίδιο με αυτό που προσπαθεί να καταπολεμήσει ο βεγκανισμός, δεν αλλάζει τίποτα. Γιατί μπορεί να κόψει κάποιος το κρέας, αλλά αν το αντικαταστήσει με προϊόντα σόγιας, για της οποίας την καλλιέργεια πρέπει να κοπούν τα βρόχινα δάση, δεν προσφέρει και πάρα πολλά στον πλανήτη.
Ακόμα και αν όλοι οι άνθρωποι γίνουν vegan, εφόσον το μοντέλο παραγωγής των βεγκανικών προϊόντων είναι εν τέλει το ίδιο με αυτό που προσπαθεί να καταπολεμήσει ο βεγκανισμός, δεν αλλάζει τίποτα. Γιατί μπορεί να κόψει κάποιος το κρέας, αλλά αν το αντικαταστήσει με προϊόντα σόγιας, για της οποίας την καλλιέργεια πρέπει να κοπούν τα βρόχινα δάση, δεν προσφέρει και πάρα πολλά στον πλανήτη.
Ενδιαφέρουσες προσεγγίσεις είναι αυτές του slow food, δεδομένου ότι η κτηνοτροφία, ιδίως η μικρή, που ακολουθεί τους κανόνες της αγρο-οικολογίας και της αναγεννητικής γεωργίας, είναι ωφέλιμη στα γεωργικά συστήματα, διότι τα ζώα μέσα σε ένα αγρόκτημα εναποθέτουν κοπριά, δηλαδή λιπαίνουν το έδαφος και περιορίζουν τα ζιζάνια και την υπερβλάστηση. Το θέμα δημιουργείται όταν έχουμε τεράστια κτηνοτροφικά συστήματα, όπου στοιβάζονται δύο και τρεις ή και δέκα χιλιάδες ζώα σε μικρούς χώρους. Δηλαδή το πρόβλημα δημιουργείται από τις μονοκαλλιέργειες της κτηνοτροφίας. Μια φάρμα αγρο-οικολογική, η οποία έχει και δέντρα και λαχανικά και κάποια ζωάκια σε ένα αποκεντρωμένο μοντέλο, δεν αφήνει αρνητικό αποτύπωμα. Δεν χρειάζεται η απόλυτη θυσία για να σώσεις τον πλανήτη, ούτε χρειαζόμαστε ήρωες, χρειαζόμαστε λογικούς ανθρώπους, με διάθεση να συνεργαστούν με τους άλλους.
Το καλύτερο είναι να παίρνουμε τα προϊόντα όσο γίνεται πιο νωπά, πιο φρέσκα, και από όσο το δυνατόν πιο κοντινές πηγές. Με αυτόν τον τρόπο γλιτώνουμε τις συσκευασίες – η συσκευασία των τροφίμων είναι ένα τρομερό πρόβλημα. Στο σούπερ-μάρκετ μπορούμε να πάμε στον πάγκο του και να αγοράσουμε τυρί χύμα, από δοχείο, όχι συσκευασμένο. Αυτά είναι πιο σημαντικά ίσως από το να γίνει κάποιος vegan. Αν ακολουθήσουμε μια πιο ισορροπημένη διατροφή, σίγουρα μπορούμε να βελτιώσουμε πάρα πολύ το αποτύπωμά μας.
Στη χώρα μας γίνεται υπερκατανάλωση φυτοφαρμάκων. Υπάρχουν μετρήσεις που λένε ότι σε συγκεκριμένες περιοχές υπάρχει 6-8 φορές μεγαλύτερη συγκέντρωση φυτοφαρμάκων και εκεί φαίνεται πως πολλοί παραγωγοί, κυρίως μεγάλοι, είναι όμηροι αυτού του συστήματος των αγροχημικών. Πιστεύουν ότι ρίχνοντας περισσότερα φυτοφάρμακα θα έχουν καλύτερη σοδειά και θα μπορέσει το προϊόν τους να είναι πιο άρτιο για ένα σούπερ-μάρκετ της Ολλανδίας ή της Γερμανίας. Γίνεται μεγάλη χρήση χημικών σε καλλιέργειες που δεν καταλήγουν σε τοπικές οικονομίες, αλλά δημιουργούν πολύ μεγάλη περιβαλλοντική ρύπανση. Αυτή η ρύπανση όμως δεν μένει στα χωράφια, περνάει και στην τροφική μας αλυσίδα.
Αν με ρωτάς γιατί να τρεφόμαστε με βιολογικά, θα σου έλεγα, πρώτον, επειδή είναι πιο νόστιμα. Αν φας μια ντομάτα, καταλαβαίνεις γεύση ντομάτας. Δεύτερον, επειδή ακολουθούν κάποια στάνταρ παραγωγής που έχουν την ελάχιστη δυνατή επιβάρυνση στο περιβάλλον. Σε πολλές περιπτώσεις, αυτοί οι τρόποι παραγωγής αναγεννούν το περιβάλλον.
Όσον αφορά το κόστος τους, θεωρώ ότι είναι ένας μύθος το ότι τα βιολογικά προϊόντα είναι πιο ακριβά. Σε μια λαϊκή με βιολογικά, με 20 ευρώ παίρνεις τα λαχανικά μιας εβδομάδας, όσο κοστίζει το γεύμα για τρία άτομα σε ένα φαστφουντάδικο. Εννοείται ότι πας σε ένα βιολογικάδικο επειδή θέλεις την τάδε σοκολάτα από τη Νικαράγουα, η οποία θα είναι πιο ακριβή από μια ελληνική. Μπορούμε να παράγουμε κάποια βιολογικά προϊόντα και οι ίδιοι μέσα στις πόλεις, ακόμα και στα μπαλκόνια μας.
Πρέπει να αφιερώσουμε λίγο παραπάνω χρόνο στην αναζήτηση της προέλευσης της τροφής μας. Η ενασχόλησή μας με την τροφή δημιουργεί κι άλλα οφέλη, τα οποία δεν μεταφράζονται απαραίτητα σε χρήμα. Είναι κυρίως ψυχολογικά. Αν βρεις σε μια γεμάτη μέρα μία ώρα να ασχοληθείς με τα φυτά σου στο μπαλκόνι ή σε έναν κήπο, αυτό είναι κάτι ψυχοαγχολυτικό και μας βάζει και στο μοντέλο αποαστικοποίησης της Ελλάδας. Γιατί και ο τρόπος που έχει αστικοποιηθεί η Ελλάδα, με το 70% του πληθυσμού να είναι μαζεμένο σε 5 πόλεις και χιλιάδες χωριά να ερημώνουν, δεν είναι βιώσιμο, για τις ίδιες τις πόλεις, πάνω απ' όλα.
Ενεργειακό ή οικολογικό αποτύπωμα
Το οικολογικό αποτύπωμα είναι ένα εργαλείο επικοινωνιακό, ένα εργαλείο υπολογισμού των επιπτώσεων που έχουν οι ανθρώπινες δραστηριότητες στο περιβάλλον με μια πολύ απλή αναγωγική λογική. Τα στρέμματα γης που χρειάζεται ο καθένας, σύμφωνα με τον τρόπο ζωής του, για να τροφοδοτήσει τις ανάγκες του τα αποκαλούμε «οικολογικό αποτύπωμα», «ecological footprint».
Ο χώρος που χρειάζεται κάποιος για να ζήσει, για να καλλιεργήσει την τροφή του, να βρει νερό, ακόμα και η αναψυχή του, υπολογίζεται σε εκτάρια (ένα εκτάριο ισούται με 10 στρέμματα ή 10.000 τετραγωνικά μέτρα αντίστοιχα). Είναι το μέτρο ζήτησης και κατανάλωσης που μετράει την κάλυψη των αναγκών μιας κοινωνίας, καθώς και τα απορρίμματα και τα αέρια του θερμοκηπίου που παράγει καθημερινά σε εκτάσεις παραγωγικής θαλάσσιας και χερσαίας επιφάνειας.
Επίσης, εκτιμάει όλους τους φυσικούς πόρους που χρειάζονται για την υποστήριξη των υλικών αναγκών ενός πληθυσμού ή ενός ατόμου μέσα από την τεχνολογία, τον τρόπο ζωής και τις συνήθειες της κάθε χώρας. Μπορεί κανείς να υπολογίσει το ενεργειακό αποτύπωμα των χωρών ή μιας συγκεκριμένης δραστηριότητας, αλλά μπορούμε να υπολογίσουμε και το ενεργειακό αποτύπωμα καθενός μας ή ενός νοικοκυριού.
Ενέργεια
Νίκος Μάντζαρης
Xημικός μηχανικός, αναλυτής πολιτικής και συνιδρυτής του πρότζεκτ The Green Tank
Πολλά μπορεί να κάνει ο καθένας μας για να μειώσει το ενεργειακό του αποτύπωμα στην καθημερινή του ζωή. Από τα πιο απλά και προφανή, όπως να σβήνουμε τα φώτα όταν δεν τα χρησιμοποιούμε, να επιλέγουμε ηλεκτρικές συσκευές βάσει αποδοτικότητας και να κινούμαστε όσο γίνεται πεζή, με ποδήλατο ή μέσα μαζικής μεταφοράς, μέχρι να προτιμάμε τοπικά προϊόντα και να περιορίσουμε το κρέας, καθώς η βιομηχανοποιημένη κτηνοτροφία συμβάλλει σημαντικά στην αποψίλωση των δασών και στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.
Ταυτόχρονα, χρειάζεται να σκεφτούμε επενδύσεις που ίσως κοστίσουν αρχικά, αλλά μακροπρόθεσμα ωφελούν το περιβάλλον και την τσέπη μας, όπως η καλύτερη μόνωση του σπιτιού μας και η εγκατάσταση σε αυτό φωτοβολταϊκών. Σύντομα θα γίνουν οικονομικά ανταγωνιστικά και τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Την ηλεκτρική ενέργεια δεν θέλουμε να την αντικαταστήσουμε. Αντίθετα, αυξάνεται η χρήση της στη θέρμανση, στην ψύξη αλλά και στις μεταφορές, υποκαθιστώντας τα ορυκτά καύσιμα.
Η εποχή της μετάβασης στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, που μπορούν πλέον να ανταγωνιστούν ευθέως τον λιγνίτη, το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο, έχει φτάσει. Σήμερα, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη είναι μια ακριβή υπόθεση και το αποτύπωμά της σε άνθρακα –που έχει πια τιμή και κόστος στο ευρωπαϊκό χρηματιστήριο ρύπων– συνδέεται με την οικτρή οικονομική κατάσταση της ΔΕΗ.
Την κατάσταση επιδεινώνει η πρόσφατη, ατεκμηρίωτη και εντεινόμενη όρεξη για αξιοποίηση των εγχώριων υδρογονανθράκων και λοιπών δυνητικά καταστροφικών για το κλίμα «θησαυρών». Εκτός αυτού, είχαμε έλλειψη επενδυτικών κεφαλαίων και διαπιστώνονται επίσης προβλήματα με τη διαδικασία αδειοδότησης ΑΠΕ και με το ειδικό χωροταξικό σχέδιο του '08 γι' αυτές, που τελεί τώρα υπό αναθεώρηση.
Εντούτοις, η Ελλάδα καινοτομεί σε κάποια θέματα, όπως η εγκατάσταση στην Τήλο του πρώτου υβριδικού σταθμού στη Μεσόγειο. Αποτελείται από ανεμογεννήτρια, φωτοβολταϊκό και μπαταρία και δρομολογήθηκε μέσω ενός ερευνητικού προγράμματος με επικεφαλής το Εργαστήριο Ήπιων Μορφών Ενέργειας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής. Οι ανεμογεννήτριες είναι μια σαφώς οικολογική επιλογή, ιδίως επειδή είναι οι πλέον ανταγωνιστικές οικονομικά σε σχέση με τα ορυκτά καύσιμα. Έχουν, βεβαίως, και κάποια «μείον», όπως οι αρνητικές επιπτώσεις σε πουλιά και νυχτερίδες, κάτι που πρέπει να προσέξουμε, καθώς στην Ελλάδα έχουμε πολλούς και σπάνιους πληθυσμούς πουλιών. Παρ' όλα αυτά, με έναν καλό σχεδιασμό θα βρούμε τη χρυσή τομή, αποφεύγοντας τις περιοχές στις οποίες συχνάζουν.
Ανακύκλωση
Αντώνης Μαυρόπουλος
Xημικός μηχανικός και πρόεδρος της Διεθνούς Ένωσης Στερεών Αποβλήτων (ISWA)
Το 60-70% των απορριμμάτων μας είναι θεωρητικά ανακυκλώσιμο. Στην πραγματικότητα, το ποσοστό που μπορούμε να ανακτήσουμε δεν ξεπερνά το 30-35%. Για να ξεπεράσουμε αυτό το ποσοστό χρειάζεται να οργανώσουμε προγράμματα διαλογής του οργανικού κλάσματος στην πηγή κατά τα πρότυπα όλων των σύγχρονων ευρωπαϊκών πόλεων, διότι το οργανικό κλάσμα α) είναι σχεδόν το 50% των οικιακών απορριμμάτων και αποδίδει εύκολα προϊόντα τύπου κομπόστ με υψηλή προστιθέμενη αξία και β) ευθύνεται για όλες τις σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις των μονάδων επεξεργασίας και διάθεσης.
Επομένως, η ανακύκλωση υλικών συσκευασίας δεν αρκεί, πρέπει άμεσα να επιληφθούμε της ανακύκλωσης των οργανικών, ξεκινώντας από τους χώρους μαζικής σίτισης. Ωστόσο, η ανακύκλωση είναι μια μάλλον υπερτιμημένη πρακτική σε σχέση με τη μείωση της παραγωγής απορριμμάτων, την επαναχρησιμοποίηση και την επισκευή - επέκταση της διάρκειας ζωής των προϊόντων.
Για παράδειγμα, ο μέσος χρόνος χρήσης των κινητών τηλεφώνων μειώνεται διαρκώς: στις ΗΠΑ έπεσε από 3 χρόνια το 2010 στα 2,2 χρόνια το 2017 με τάση περαιτέρω μείωσης, επειδή οι εταιρείες, αναβαθμίζοντας διαρκώς το λογισμικό τους, απαξιώνουν όλο και πιο γρήγορα τα παλιότερα μοντέλα. Οπότε, αναμένουμε δισεκατομμύρια λειτουργικά κινητά τηλέφωνα στα απόβλητά μας τα επόμενα χρόνια, τη στιγμή που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν άνετα για αρκετό καιρό ακόμα.
Σίγουρα δεν είναι επιλογή του καταναλωτή το αν θα ανακυκλώσει και πόσο, υπό την προϋπόθεση πάντα ότι τα προϊόντα θα είναι πράγματι ανακυκλώσιμα. Μοιάζει αστείο να κυνηγάμε το καλαμάκι και την πλαστική σακούλα και να μη μιλάμε για τον μεγαλύτερο ρυπαντή στον κόσμο, τον αμερικανικό στρατό και τους πολέμους του.
Γενικά, η ανακύκλωση καθορίζεται από τρεις παραμέτρους: τον όγκο των υλικών (όσο περισσότερα, τόσο καλύτερα), την καθαρότητα (όσο καθαρότερα, τόσο καλύτερα) και τις τιμές στην αγορά ανακυκλώσιμων. Ισχύει, επομένως, ότι πολλά θεωρητικά ανακυκλώσιμα υλικά δεν ανακυκλώνονται τελικά, διότι δεν ανταποκρίνονται στις παραπάνω απαιτήσεις.
Σίγουρα δεν είναι επιλογή του καταναλωτή το αν θα ανακυκλώσει και πόσο, υπό την προϋπόθεση πάντα ότι τα προϊόντα θα είναι πράγματι ανακυκλώσιμα. Μοιάζει αστείο να κυνηγάμε το καλαμάκι και την πλαστική σακούλα και να μη μιλάμε για τον μεγαλύτερο ρυπαντή στον κόσμο, τον αμερικανικό στρατό και τους πολέμους του. Και είναι τραγικό να συγκρίνουμε τα «ψίχουλα» για καμπάνιες ανακύκλωσης των πλαστικών με τα δισεκατομμύρια που χαλάνε ετησίως μεγάλες εταιρείες για περισσότερη κατανάλωση των προϊόντων τους και άρα μεγαλύτερη παραγωγή πλαστικών αποβλήτων. Ωστόσο, δεν συμφωνώ με την απαξίωση κάθε προσπάθειας στο όνομα μιας αναμενόμενης ευρύτερης συστημικής αλλαγής, γιατί απλώς δεν έχουμε το χρονικό περιθώριο να την περιμένουμε.
Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη σχέση μας με τον πλανήτη και το περιβάλλον, είμαστε αναγκασμένοι να δημιουργήσουμε από σήμερα τις υλικές βάσεις για μια νέα σχέση, με δοκιμή και σφάλμα, ανιχνεύοντας νέους επιστημονικούς δρόμους και πρακτικές, περιορίζοντας την κατανάλωση και, γιατί όχι, απαγορεύοντας τη χρήση συγκεκριμένων προβληματικών υλικών. Η υπόθεση με τα πλαστικά μίας χρήσης δείχνει ότι το πρόβλημα δεν είναι τόσο στους καταναλωτές όσο στις επιλογές που τους δίνονται και προσδιορίζονται από τη θρησκεία της απεριόριστης μεγέθυνσης και κερδοφορίας.
— Πού πηγαίνουν τα απορρίμματα που βάζουμε στην ανακύκλωση; Ακούγεται ότι πολλά καταλήγουν στις χωματερές. Πού ακριβώς γίνεται η ανακύκλωση στην Αττική; Τι χρήσεις έχουν τα υλικά που προκύπτουν;
Παρότι έχουν εντοπιστεί περιπτώσεις που κάποια φορτία ανακυκλώσιμων υλικών οδηγήθηκαν σε λάθος χώρους, η συντριπτική πλειονότητα μεταφέρεται σε Κέντρα Διαλογής και Ανάκτησης Υλικών (ΚΔΑΥ). Εκεί, απομακρύνονται τα ακάθαρτα και τα υπόλοιπα διαχωρίζονται σε επιμέρους υλικά, τα οποία δρομολογούνται προς αγορές και νέες χρήσεις.
Σήμερα λειτουργούν στη χώρα σχεδόν 40 ΚΔΑΥ, τα οποία, σύμφωνα με το ΥΠΕΚΑ, ανακυκλώνουν σχεδόν το 20% των αστικών στερεών αποβλήτων. Υπάρχουν επιπλέον 22 Εγκεκριμένα Συστήματα Εναλλακτικής Διαχείρισης που καλύπτουν συσκευασίες, μπαταρίες, συσσωρευτές, απόβλητα ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού, μεταχειρισμένα ελαστικά, απόβλητα λιπαντικών ελαίων, παροπλισμένα αυτοκίνητα, καθώς και απόβλητα εκσκαφών, κατασκευών και κατεδαφίσεων.
Υπάρχει, επομένως, μια δυναμική στην ανακύκλωση, που ελπίζω ότι θα εξελιχθεί περαιτέρω. Η εφαρμογή του GRE-Cycle, του Εθνικού Οργανισμού Ανακύκλωσης (www.grecycle.gr), παρέχει διεξοδικές οδηγίες για το τι ανακυκλώνεται και πού.
Ένδυση—Καταναλωτισμός
Βαλίσια και Στέλλα
Δημιουργοί του 2WO+1NE=2
Αρχικά, πρέπει να επιδιορθώνουμε τα ρούχα μας και να αποφεύγουμε να τα πετάμε όσο γίνεται. Σε κάθε γειτονιά της Αθήνας υπάρχουν τουλάχιστον 2-3 μικρά ραφεία, οπότε η επιδιόρθωση είναι πιο οικονομική λύση από την αγορά νέου ρούχου. Ένα πολύ ενδιαφέρον και εξυπηρετικό app είναι το Good On You (https://goodonyou.eco/), το οποίο ενημερώνει τους καταναλωτές για τα διάφορα sustainable brands, αλλά περιλαμβάνει και πολλά άρθρα σχετικά με το ethical fashion.
Τα αγαπημένα μας thrift stores στην Αθήνα είναι το Yesterday's Bread στην Καλλιδρομίου και το NewSkin στην Παλλάδος. Συνήθως ο καταναλωτής ακολουθεί τα διάφορα trends, αγοράζει πάρα πολλά ρούχα, επειδή είναι πολύ φτηνά, τα οποία φοράει για μία σεζόν και μετά τα πετάει. Βασικό χαρακτηριστικό αυτών των ρούχων είναι ότι φτιάχνονται από πολυεστερικά υφάσματα, τα οποία δεν βιοδιασπώνται, και αυτό έχει καταστροφικές συνέπειες για το περιβάλλον.
Το ethical shopping δεν είναι πολυτέλεια και ακριβό σπορ, ειδικά αν σκεφτεί κανείς ότι οι τιμές του fast fashion δεν ανταποκρίνονται καθόλου στην πραγματική αξία ενός ρούχου, αν αναλογιστούμε την ποιότητα και την αξία του υφάσματος, αλλά και την υπερεκμετάλλευση της εργασίας. Επίσης, επειδή ακριβώς τα ρούχα είναι τόσο φθηνά, η πλειονότητα των καταναλωτών ψωνίζει με μεγάλη συχνότητα, ενώ θα μπορούσε να περιοριστεί σε μηνιαίες ή διμηνιαίες αγορές, επενδύοντας σε ρούχα υψηλής ραφής και ποιότητας υφάσματος, που αντέχουν στην πάροδο του χρόνου.
Είναι αλήθεια ότι, μετά τις πετρελαιοβιομηχανίες, η μόδα είναι η δεύτερη πιο ρυπογόνος βιομηχανία, γι' αυτό θεωρούμε ότι είναι απαραίτητο πλέον και τα fashion brands αλλά και το καταναλωτικό κοινό να στραφούν στη λογική της περιβαλλοντικά ευαισθητοποιημένης μόδας.
Επιπλέον, στις περισσότερες αλυσίδες με ρούχα fast fashion υπάρχουν ρούχα των οποίων η αξία ξεπερνά τα 100 ευρώ! Συμπερασματικά, λοιπόν, θεωρούμε ότι δεν είναι απαγορευτικό να διαθέσει κάποιος ένα ελάχιστα μεγαλύτερο ποσό για να αποκτήσει και να εμπλουτίσει την γκαρνταρόμπα του με ρούχα ξεχωριστά, που σέβονται το περιβάλλον.
Είναι αλήθεια ότι, μετά τις πετρελαιοβιομηχανίες, η μόδα είναι η δεύτερη πιο ρυπογόνος βιομηχανία, γι' αυτό θεωρούμε ότι είναι απαραίτητο πλέον και τα fashion brands αλλά και το καταναλωτικό κοινό να στραφούν στη λογική της περιβαλλοντικά ευαισθητοποιημένης μόδας. Ενέργειες όπως η καλύτερη φροντίδα των ρούχων, τα προγράμματα ανακύκλωσης και η αύξηση του χρονικού διαστήματος χρήσης τους μπορούν να μειώσουν την παραγωγή και την κατανάλωση ρούχων, άρα και τη ρύπανση.
Εμείς, ως 2WO+1NE=2, με κίνητρο αυτές τις ποσότητες αχρηστευμένων ενδυμάτων που συσσωρεύονται κάθε χρόνο, έχουμε ξεκινήσει ένα νέο εγχείρημα, παροτρύνοντας τους πελάτες μας να μας επιστρέφουν ρούχα μας που έχουν «υπερ-φορέσει», ώστε από τις ίδιες πρώτες ύλες να δημιουργούμε ένα εντελώς νέο ένδυμα, αποκλειστικά σχεδιασμένο γι' αυτούς. Συγκεκριμένα, διατηρούμε τα ξεχωριστά σχεδιαστικά στοιχεία του επιστραφέντος ενδύματος, ενσωματώνοντάς τα σε ένα νέο, με διαφορετικό τρόπο. Κατά συνέπεια, το craftsmanship και η σκληρή δουλειά που προϋποθέτει το ένδυμα παραμένουν ζωντανά και ανεξίτηλα στον χρόνο.
Μετακίνηση
Αριστοτέλης Παπαγεωργίου
Kαθηγητής στο τμήμα Δασολογίας και Διαχείρισης Περιβάλλοντος & Φυσικών Πόρων του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης
Το θέμα με τις μετακινήσεις μέσα στις πόλεις είναι πώς θα μειώσουμε τη χρήση του αυτοκινήτου, πώς θα χρησιμοποιούμε περισσότερο τα μέσα μεταφοράς και θα προτιμούμε τα πόδια και το ποδήλατο, τουλάχιστον για κοντινές αποστάσεις. Το πρόβλημα της Αθήνας είναι ότι είναι μεγάλη πόλη και είναι δύσκολο να την περπατήσει κανείς με ευκολία. Οι ρυθμοί ζωής της, επίσης, δεν είναι για ποδήλατο και για να μπει ο πολίτης στη διαδικασία να το χρησιμοποιήσει πρέπει να νιώθει ασφαλής. Επομένως, στην όλη υπόθεση σημαντική ευθύνη έχει και το κράτος, κυρίως ως προς τον τρόπο με τον οποίο οικοδομεί τις πόλεις, και χρειάζεται να δημιουργήσει τις απαραίτητες υποδομές.
Είναι πιο συμφέρον οικονομικά να βελτιωθούν οι συγκοινωνίες παρά να πληρώνουμε τα έξοδα συντήρησης των αυτοκινήτων. Δυστυχώς, η Αθήνα είναι χτισμένη σαν πόλη αυτοκινήτων. Συνεπώς, αυτό που πρέπει να γίνει είναι να δοθεί κίνητρο σε κάθε Αθηναίο πολίτη να μη χρησιμοποιεί το αυτοκίνητο για τις μετακινήσεις του στο κέντρο και να προτιμά το μετρό. Επειδή δεν είναι εύκολο να κάνεις πολλά πράγματα για τη μετακίνηση στην Αθήνα, αν θέλεις να μειώσεις κάπως το ενεργειακό σου αποτύπωμα, ξεκίνα να περπατάς πιο πολύ.
Νερό
Αριστοτέλης Παπαγεωργίου
Η Αθήνα είναι από τις ελάχιστες περιοχές της Ελλάδας που έχουν καλό νερό βρύσης και με ένα απλό φίλτρο μπορούμε να το κάνουμε ακόμα καλύτερο. Αποφεύγουμε τις πλαστικές συσκευασίες, γιατί η χρήση των πλαστικών στη χώρα μας είναι άνευ προηγουμένου. Αυτήν τη στιγμή παράγονται στην Ελλάδα 1 δισεκατομμύριο μπουκαλάκια νερού τον χρόνο, 25% από τα οποία καταλήγει στην ανακύκλωση, ενώ το υπόλοιπο 75% στη θάλασσα ή στο υπέδαφος. Προτιμούμε τις γυάλινες φιάλες – θα έπρεπε οι εταιρείες να κυκλοφορούν νερό και σε χάρτινα δοχεία.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα, γενικά, είναι ότι το πόσιμο νερό του πλανήτη μειώνεται και με την αποσταθεροποίηση των οικοσυστημάτων θα μειωθεί ακόμα περισσότερο. Σε κάποιες περιοχές του κόσμου που ξεχνάμε πολύ εύκολα ότι υπάρχουν κάποιος μπορεί να κάνει μέχρι και δέκα χιλιόμετρα την ημέρα για να φέρει νερό να μαγειρέψει ή να πιει. Οπότε, το νερό είναι είδος πολυτελείας πλέον για πάρα πολύ κόσμο. Το 1/5 των ανθρώπων της γης δεν έχει πρόσβαση σε καθαρό, πόσιμο νερό. Κι αυτό, όσο πάει, μειώνεται, χαλάει. Άρα, θα πρέπει να κάνουμε οικονομία στο νερό, ακόμα και αν ζούμε σε περιοχή όπου το νερό είναι άφθονο.
σχόλια