Παραποίηση της εγκεκριμένης μελέτης για την επέκταση της Εθνικής Πινακοθήκης, καταγγέλλει το αρχιτεκτονικό γραφείο «Αρχιτεκτονική ΕΠΕ Γραμματόπουλος-Πανουσάκης» που είχε αναλάβει την εκπόνηση του έργου, κάνοντας έκκληση για την προστασία του.
Στην επιστολή που κοινοποιήθηκε πριν λίγες ημέρες στο Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, στο υπουργείο Πολιτισμού, στη γενική επιθεώρηση Δημόσιας Διοίκησης και στο Ελληνικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής γίνεται λόγος για «ανορθόδοξες και επιζήμιες ενέργειες», κάποιες από τις οποίες έχουν ήδη υλοποιηθεί. Ορισμένες από τις καταγγελλόμενες παραποιήσεις αφορούν στο μεγαλύτερο μέρος των όψεων του κτιρίου.
Ως σοβαρότερες παραποιήσεις θεωρούνται η αντικατάσταση της λεπτής μεταλλικής κατασκευής από τσιμεντένιους όγκους και η κατάργηση της χρήσης διπλών τζαμιών και κλιματισμού στο κεντρικό τμήμα της όψης. «Πρόκειται για μια δημόσια διαμαρτυρία. Επισημαίνουμε αφενός ότι οι εργασίες υλοποιούνται χωρίς τη σύμφωνη γνώμη μας, μέσω μιας μουσειογραφικής μελέτης (την έχει εκπονήσει ο αρχιτέκτονας Γ. Παρμενίδης), η οποία θα έπρεπε να αφορά μόνον τον τρόπο έκθεσης των έργων. Αφετέρου προσπαθούμε να προλάβουμε τις πιο καταστρεπτικές αλλαγές και να "διαφυλάξουμε" το κτίριο από ακατάλληλες παρεμβάσεις», δήλωσε στην εφημερίδα «Καθημερινή» ο αρχιτέκτονας και μελετητής του έργου Χρήστος Πανουσάκης.
«Βεβαίως δεν ελπίζουμε ότι θα διορθωθούν όλες οι μετατροπές που έχουν ήδη γίνει. Οφείλουμε, όμως, να προστατεύσουμε τη μελέτη μας από αποφάσεις που ελήφθησαν ερήμην μας. Υπενθυμίζουμε ότι η συγκεκριμένη μελέτη εγκρίθηκε στο σύνολό της από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεώτερων Μνημείων το 2009, με ιδιαίτερα θερμή υποδοχή».
Για την ώρα παραμένει ασαφές αν όλα αυτά θα καθυστερήσουν και τον χρόνο παράδοσης του έργου. Ήδη μία σειρά απροόπτων σχετικά με τη στατική μελέτη αλλά και οι γραφειοκρατεία πίσω από τα χρηματοδοτικά προγράμματα έχουν καθυστερήσει την ολοκλήρωση του έργου με προϋπολογισμό 45 εκατομμυρίων ευρώ.
Όπως λέει ο κ. Πανουσάκης, στην πρώτη φάση του έργου που πραγματοποιήθηκε με χρηματοδότηση του ελληνικού Δημοσίου το αρχιτεκτονικό γραφείο παρείχε άτυπη αλλά συνεχή επίβλεψη των εργασιών. Όμως στη δεύτερη φάση, κόστος 13 εκατομμυρίων ευρώ, «απουσιάζει πλήρως, με αποτέλεσμα να προωθούνται ιδιαιτέρως επιβλαβείς μετατροπές της μελέτης».
Στην επιστολή σημειώνεται μία σειρά τεχνικών, λειτουργικών και αισθητικών προβλημάτων. Ο ίδιος θεωρεί σοβαρότερη την αλλαγή της σύστασης των υαλοπινάκων του κεντρικού τμήματος της όψης, στο σημείο που βρίσκονται οι ράμπες. «Η αντικατάσταση του μελετημένου συστήματος διπλών θερμομονωτικών και ηχομονωτικών υαλοπινάκων, με απλούς υαλοπίνακες (τζάμια) δημιουργεί προβλήματα θερμικής και ακουστικής άνεσης των χώρων. Ο συγκεκριμένος χώρος θα έχει πλέον αυξημένο θόρυβο, μηδενική θερμομόνωση και θα καταστεί ιδιαίτερα αφιλόξενος για τους χρήστες, προσωπικό και επισκέπτες της Πινακοθήκης. Το πρόβλημα μεγαλώνει με την κατάργηση του κλιματισμού που προέβλεπε η μελέτη, και την αντικατάσταση με απλό αερισμό»
Τέλος, οι αρχιτέκτονες διαπιστώνουν πως έχουν εντελώς διαφοροποιηθεί και οι ανελκυστήρες και τα κλιμακοστάσια της όψης καθώς ο λεπτός μεταλλικός σκελετός που δεν επιβάρυνε οπτικά το σύνολο έχει αντικατασταθεί με «τερατώδη τσιμεντένια τοιχία που επιβαρύνουν την αισθητική, ενώ απουσιάζει κάθε στοιχείο σεβασμού προς το διατηρητέο κτίριο».
σχόλια