Ένας θάνατος, η αγωνία για την εξιχνίαση του εγκλήματος. Μια ομάδα ανδρών βρίσκεται επί ποδός, ώστε ν’ ανακαλύψει το συντομότερο ένα νεκρό πτώμα στις αχανείς στέπες της Ανατολής. Ο αστυνομικός, ο γιατρός, ο εισαγγελέας, ο δήμαρχος και ο ύποπτος για το περιστατικό, που βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση.

Έχουμε δει ταινίες που πραγματεύονται το procedural, όπως το Zodiac του Φίντσερ και το Αστυνομία, Ταυτότητα του Πορομπόιου. Ταινίες εξαιρετικές, χωρίς ωστόσο την πολυπλοκότητα του Κάποτε στην Ανατολία του Τσεϊλάν, το στυλιστικό του αριστούργημα, το οποίο απλώνει την ερευνητική διαδικασία σ’ έναν εντυπωσιακό γεωγραφικό καμβά, ανακατεύοντας περίτεχνα το αστυνομικό, το νουάρ, το γουέστερν και τη μαύρη κωμωδία, χωρίς να καταφεύγει σ’ ένα απ’ αυτά τα είδη για να σωθεί ή να καθοριστεί. Διότι ο Τούρκος δημιουργός (στον αντίποδα του Καπλάνογλου) βασικά παρατηρεί την ανθρώπινη φύση και τις εκδοχές της αλήθειας μέσα απ’ τις κοινωνικές συνισταμένες, διατηρώντας ταυτόχρονα μια φωτογενή αίσθηση του σινεμά. Η ταινία είναι μακρόσυρτη - αντανακλά τον σχεδόν πραγματικό χρόνο που χρειάζεται ώστε να ολοκληρωθεί μια ανιαρή έρευνα για ένα πτώμα. Βασισμένη σε αυτοβιογραφικές εμπειρίες ενός απ’ τους σεναριογράφους (οι άλλοι δυο είναι ο ίδιος ο Τσεϊλάν και η σύζυγός του), φιλτράρεται απ’ την δημιουργική περιέργεια του σκηνοθέτη να κατανοήσει ποιοι είναι οι λόγοι που οι μάρτυρες, οι περίοικοι, οι περαστικοί ή οι τοπικοί άρχοντες δίνουν διαφορετικές ερμηνείες στα γεγονότα και τα διανθίζουν ανάλογα με τα συμφέροντά τους. Ο ιατροδικαστής καλείται ν’ αποφασίσει για την τελική εκδοχή, αν και ούτε ο ίδιος είναι σε θέση να βγάλει ένα αντικειμενικό συμπέρασμα. Ακόμη και το φάντασμα του νεκρού που ψάχνουν σε κάθε σπιθαμή της Ανατολίας κάνει μια guest εμφάνιση, σαν υπενθύμιση ότι στον κόσμο της λογικής (και της απουσίας της) τα πνεύματα χρειάζονται για να βοηθήσουν στην εξήγηση. Η απομακρυσμένη επαρχία, η ομορφιά, η μοναξιά κι η φιλοσοφία της είναι παρούσες σαν τη μνήμη του τόπου που ο Τσεϊλάν αγαπά παθιασμένα και από όπου αντλεί έμπνευση και υλικό. Το Κάποτε στην Ανατολία δεν παραπέμπει καθόλου στη βία και στους τυχοδιώκτες του Σέρτζιο Λεόνε, αν και μέσα απ’ τις λυρικές σιωπές του καραδοκεί μια εξίσου μακάβρια εκκρεμότητα. Καταφέρνει ν’ αποδώσει το συναίσθημα τρόμου που προκύπτει απ’ τη μεγάλη αναμονή σ’ ένα άγνωστο και αφιλόξενο περιβάλλον, όταν οι πολλές μικρές ιστορίες μπερδεύουν την κρίση κι η ψύχραιμη παρατήρηση δίνει τη θέση της στην ψυχική ενδοσκόπηση. Είναι ένα end of the road movie που δεν επιδιώκει να μαγέψει τον θεατή, αλλά να τον καταπιεί.