Αν κάτι εκτιμάται με το καλημέρα στην ταινία του Εμανουέλ Κουρκόλ είναι ότι μοιάζει να μην έχει χρόνο για χάσιμο, όπως ο ήρωάς της. O Tιμπό, μαέστρος διεθνούς φήμης, σωριάζεται στο έδαφος την ώρα της πρόβας και οι γιατροί τον ενημερώνουν ότι έχει λευχαιμία. Η αδερφή του κάνει τεστ συμβατότητας μυελού των οστών το οποίο όχι μόνο βγαίνει αρνητικό αλλά φέρνει και μια σοκαριστική αποκάλυψη, συνοδευόμενη από μια δεύτερη, ακόμα μεγαλύτερη: ο Τιμπό είναι υιοθετημένος και έχει έναν άγνωστο βιολογικό αδερφό στην επαρχία, τον οποίο σπεύδει να γνωρίσει και να του ζητήσει να γίνει δότης μυελού.

 

Όλα αυτά συμβαίνουν περίπου μέσα στα πρώτα δέκα λεπτά της ταινίας και ο λόγος είναι ότι τον Κουρκόλ δεν τον απασχολεί το καρκινικό δράμα –αλλά το διαχειρίζεται με σοβαρότητα και λεπτότητα– ούτε η πλάνη του ήρωα τα χρόνια που προηγήθηκαν. Από τη μία θέλει να εξετάσει την επίδραση του περιβάλλοντος και των οικονομικών συνθηκών στην ανάπτυξη του ταλέντου ενός ατόμου και στην επαγγελματική του ανέλιξη. Και από την άλλη επιθυμεί να αναδείξει τη μουσική σε ενωτικό παράγοντα, ικανό να υπερβεί ταξικές διαφορές. Και το πετυχαίνει, τελικά, με τον εύληπτο τρόπο μιας ταινίας κοινωνικά ενσυνείδητης και απευθυνόμενης σε μεγάλο κοινό, ενός crowdpleaser, όπως συνηθίζουμε να τα αποκαλούμε, που κορυφώνεται με μια πραγματικά ξεσηκωτική σκηνή.