Aς υποθέσουμε, λοιπόν, ότι τα ‘χεις κάνει όλα σωστά. Διάβασες τη (μικρή) αγγελία, ήταν η λιγότερο εχθρική, ύποπτη, ύποπτα φειδωλή που βρήκες στο μακρύ «κορδόνι» των αγγελιών που ζητούσαν υπάλληλο, «ωράριο καταστήματος».
Πήρες τηλέφωνο, σου δώσανε e-mail, έστειλες βιογραφικό, σε πήραν για ραντεβού – «συνέντευξη», πήγες, σε είδανε, τους έκανες, ξεκινάς.
Μπράβο (σου). Κάτι λείπει. Δε βαριέσαι. Είσαι κάπως καλύτερα μετά από καιρό, έχεις κάτι να κάνεις τη μέρα σου, δε (σε) λυπάσαι (τόσο) πια, είσαι συνεπής, δεν χαζεύεις, είσαι πρόθυμος, δεν αργείς, δεν ξεχνάς, δεν αφήνεις εκκρεμότητες.
Μπράβο. Αλλά κάτι λείπει.
Περνάει ο πρώτος μήνας, μισός για ‘σένα που ξεκίνησες μετά τις 15, okκαταλαβαίνεις, όλοι περνάνε από το λογιστήριο, εσύ τελευταίος, δεν πειράζει, σε θέλει ο supervisorκάτι να σου πει. Γι’ αυτό που λείπει. Θα εξακολουθήσει να λείπει, γιατί, ναι, δεν στο είπε, ο πρώτος μήνας είναι δοκιμαστικός. Αλλά τα πήγες πολύ καλά, μπράβο σου, συνέχισε έτσι και τον επόμενο μήνα – θα δεις, θα είναι πολύ καλύτερα.
Βγαίνεις έξω, κάποιοι που ήρθαν μαζί με ‘σένα στο κατάστημα βρίζουν, μαζεύουν συμπράγκαλα, χαιρετάνε, «άντε γεια και σιγά μην κάτσω να με στύψει», δεν εμφανίζονται το επόμενο πρωί. Είναι Παρασκεύη. Δεν ξέρεις, να την «παλέψεις», να σηκωθείς να φύγεις τώρα, έτσι όπως είσαι; Μιλάς στον εαυτό σου, του λες να κάνει υπομονή. Λίγο.
Δευτέρα πρωί, πάλι εκεί, χαμογελάς, εξυπηρετείς, κατά βάθος φοβάσαι. Αυτό που έλειπε, εξακολουθεί να λείπει, στο διάλειμμα λες να κουβεντιάσεις λίγο με τον supervisor, φτάνεις μέχρι το γραφείο, δεν μπορεί, είναι απασχολημένος, περιμένεις, περιμένεις κι άλλο, «είναι κάτι επείγον;», ρωτάει, δε χαμογελάει, σ’ έχει «ξεφορτώσει» με μια ερωτησούλα μόνο, σου απομένουν 5 λεπτά διάλειμμα, τι να τα κάνεις; Δε βαριέσαι, επιστρέφεις στο πόστο σου. Στις 21.00 ακόμη μπαίνουν πελάτες, βγάζετε «Ζ» μισή ώρα αργότερα – «τι να γίνει, Τρίτη σήμερα, έτσι είναι τα μαγαζιά!» - κατεβάζετε ρολά, σφουγγαρίζετε, ο supervisorτώρα έχει χρόνο, θέλει να μιλήσετε λίγο σαν ομάδα για τους στόχους πωλήσεων.
Ναι, αλλά κάτι λείπει. «Ναι, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας τώρα. Θέλω να είσαι συγκεντρωμένος, να κάνεις focusστον στόχο».
Μένεις συγκεντρωμένος, η ώρα είναι 22.45, αύριο πρέπει να ‘σαι πάλι εδώ στις 8.30.
Λεωφορείο, Μετρό, τρένο, κάτι λείπει, αλλά δεν προλαβαίνεις, μπάνιο, φαγητό, κρίση πανικού, ύπνος. Με αυτή τη σειρά. Και πάλι τρένο, μετρό, λεωφορείο, απ’ τη μία στάση, στην άλλη έχεις σκεφτεί 100 φορές να τους στείλεις όλους στο διάολο, πόσο αταίριαστη αυτή η σκέψη με τη μπλούζα του μαγαζιού που υποχρεωτικά φοράτε όλοι μέσα στο κατάστημα, συνώνυμο του «πώς μπορώ να βοηθήσω», ε; Αυτό θα κάνεις.
Αλλά κοντοστέκεσαι. Πάλι άνεργος; Όχι, όχι πάλι. Θα πας. Θα πας και σήμερα. Θα ζητήσεις να δεις τον supervisor. Πας. Δεν ήρθε. Έχει εξωτερικές δουλειές. Και αύριο θα έχει. Και οι μέρες περνάνε. Μαζί με τους στόχους. Που είναι άπιαστοι. Σαν εκείνο που λείπει. Που δεν συζητήσατε ποτέ. Γιατί το κατάστημα είχε άμεση ανάγκη από γρήγορους και καλούς υπαλλήλους. Σαν κι εσένα. Ευγενικούς, γλυκομίλητους, υπομονετικούς, αισιόδοξους, που πιστεύουν ακόμη στις αγγελίες. Και στους supervisors. Και που δεν ξέρουν για «τι» ακριβώς δουλεύουν. Σ’ ένα parttimeπου κρατάει όλη μέρα. Με μία μπλούζα, πολλές φορές στολή ολόκληρη, συνώνυμη της ευγένειας. Και του φόβου.
- Αυτό που λείπει, συνήθως, κυμαίνεται από 450 – 600 ευρώ. Η απόδειξη πληρωμής μπορεί να γράφει 800. Καμιά φορά το ποσό συμπληρώνεται με κουπόνια που μπορεί ο εργαζόμενος να εξαργυρώσει σε συγκεκριμένες αλυσίδες καταστημάτων. Ειδικά, αν ο υπάλληλος είναι… προνομιούχος – έχει να λαμβάνει 800 ευρώ (!) – η απόδειξη εξόφλησης δεν αποκλείεται να γράφει 1000 και τα κουπόνια «τσοντάρουν» συστηματικά τον μισθό.
- Το bonusπαραγωγικότητας είναι το σύγχρονο «κυνηγητούλι» και «παίζεται» πολύ στις τηλεπωλήσεις, ειδικώς. Οι άνθρωποι των callcenters– αυτοί που αντέχουν μετά βίας 2 μήνες στο πόστο τους, κατά τα λοιπά, parttimeεργασίας τους – ξεκινούν συνήθως από βάση 300 ευρώ και ελπίζουν ότι θα «ανέβουν» μισθολογικά πιάνοντας στόχο.
- Το... parttimeείναι μια άλλη πασίγνωστη ιστορία. Είναι για τα «χαρτιά» και για τα «μάτια». Ούτε για την αμοιβή ούτε για το ωράριο.
- Η συνηθέστερη μετάφραση των ειδικοτήτων «υπάλληλος καταστήματος» ή «εργασία γραφείου» συνήθως είναι «πωλήσεις». Σε πολλές περιπτώσεις της «πρόσληψης» προηγείται εκπαίδευση ή σεμινάρια στα οποία ο ενδιαφερόμενος καλείται να πληρώσει και συμμετοχή (της τάξεως των 20 ευρώ).
- Και κάτι για τον δρόμο: Κάθε φορά που ο υπάλληλος αργεί να εξυπηρετήσει, με το μαγαζί φίσκα από κόσμο και μόλις δύο ή τρεις ανθρώπους να τρέχουν πανικόβλητοι, είναι τουλάχιστον βλακώδης η προστακτική: «Καλέστε μου τον υπεύθυνο καταστήματος». Για πολλούς λόγους. Κυρίως δε για το ότι δεν πρόκειται να βελτιώσει η εταιρεία / το κατάστημα την πολιτική του. Απλώς, θα ανακυκλώσει τον υπάλληλο, εξ ου και οι αγγελίες που «κρέμονται» για χρόνια ίδιες κι απαράλλαχτες σε sitesευρέσεως εργασίας.
σχόλια