Σε όλη την Ευρώπη, χωρίς καμία αμφιβολία για την αξία του, θεωρείται το στέμμα των στεμμάτων, ο μακρινός συγγενής της κορώνας που στολίζει το κεφάλι της βασίλισσας Ελισάβετ.
Χρειάστηκαν τριάντα επτά αιώνες από την κατασκευή του και περίπου 29 χρόνια για να αναδυθεί με περιπετειώδη τρόπο από τα βάθη της γης της Μεσσηνίας: αυτό το χάλκινο στέμμα με ένα χρυσό αστέρι στην κορυφή και με ασημένιο διάκοσμο παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο κοινό, μια διεθνής πρώτη για την ακρίβεια, στο πλαίσιο της μεγαλύτερης και πλέον φιλόδοξης έκθεσης που έχει οργανωθεί εκτός συνόρων για τον μυκηναϊκό πολιτισμό.
Υπό τον τίτλο «Μυκήνες: O μυθικός κόσμος του Αγαμέμνονα», η έκθεση που φιλοξενείται στο Κρατικό Μουσείο της Βάδης στην Καρλσρούη της Γερμανίας και θα διαρκέσει έως τις 2 Ιουνίου φέρνει για πρώτη φορά στη διάθεση του κοινού θησαυρούς του μυκηναϊκού πολιτισμού που προκαλούν δέος.
Η ιστορία αποκάλυψης του στέμματος, του κορυφαίου εκθέματος, πάει πίσω σε ένα καλοκαιριάτικο Σάββατο του 1989.
Οι εργάτες της ανασκαφής στον Ρούτση Μυρσινοχωρίου, στη Μεσσηνία, ήταν έτοιμοι να σχολάσουν.Ύστερα από 33 χρόνια βρέθηκαν εκεί, στον παραβιασμένο θολωτό μυκηναϊκό τάφο του 16ου αιώνα π.Χ., καθώς ο ομότιμος καθηγητής Προϊστορικής Αρχαιολογίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Γεώργιος Κορρές, είχε αντιληφθεί ότι δεν είχε φανεί το δάπεδο του τάφου, τον οποίο είχε ανασκάψει ο άλλος θρύλος της αρχαιολογίας, Σπυρίδων Μαρινάτος.
Κάτω από τα θεμέλια του θόλου εμφανίστηκε ένας λάκκος που έκοψε την ανάσα όσων βρίσκονταν εκεί. Με μόνο εφόδιο μια λάμπα λουξ, ο ανασκαφέας, ο αρχιεργάτης και άντρες των τότε αστυνομικών Αρχών όλο το βράδυ προσπαθούσαν να απομακρύνουν ένα ακέραιο παραλληλεπίπεδο χώματος (50×20 εκ.). Μέσα σ' αυτήν τη χωμάτινη μάζα υπήρχαν συμπιεσμένα διάφορα αντικείμενα.
«Δεν γνωρίζαμε τι ακριβώς περιείχε όλη αυτή η μάζα χώματος. Βλέπαμε χάλκινες ταινίες, κομμάτια από χρυσό και ασήμι και μια οργανική ύλη, πιθανόν ύφασμα, που έλαμπε διασκορπισμένη σε όλη τη μάζα» ανέφερε σε δηλώσεις του ο Γεώργιος Κορρές.
Το περιεχόμενό αυτής της μάζας θα φτάσει στα εργαστήρια του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και στα χέρια του συντηρητή Τάσου Μαγνήσαλη. Εκείνος είναι που θα καταφέρει να ξεχωρίσει ένα εντελώς λυγισμένο μινωικό χάλκινο ξίφος (16ος αιώνας π.Χ.) μήκους 80 εκ., μια οστέινη περόνη, μικρογραφία σκήπτρου από δόντι ιπποπόταμου, ένα αμφίστομο χάλκινο μαχαίρι, μια χάλκινη φιάλη με περίτεχνη λαβή και το χάλκινο στέμμα μαζί με τις χάλκινες περόνες που οι αρχαιολόγοι υποθέτουν ότι το συγκρατούσαν πάνω σε ένα μάλλινο ή δερμάτινο πίλημα, έναν σκούφο δηλαδή που υπήρχε στο εσωτερικό του.
Γιατί όμως ένας τέτοιος θησαυρός να βρεθεί θαμμένος μέσα έναν λάκκο στα θεμέλια του τάφου;
Οι πρώτες εκτιμήσεις ανέφεραν ότι ανήκε στους πρώτους ενοίκους του και όταν χρειάστηκε να ξαναχρησιμοποιηθεί, οι απόγονοί τους τύλιξαν τα πολύτιμα αυτά αντικείμενα πιθανόν μέσα σε κάποιο ύφασμα. Πίστευαν ότι με αυτό τον τρόπο θα τα προστατευσουν από τους τυμβωρύχους των προϊστορικών χρόνων. Προφανώς είχαν δίκιο, καθώς ο τάφος είχε παραβιαστεί, όχι όμως και ο διπλανός, όπου ο Σπυρίδων Μαρινάτος είχε εντοπίσει αναρίθμητα πολύτιμα αντικείμενα.
Όσα βρέθηκαν εκεί –σκεύη και όπλα και χάλκινα εγχειρίδια με περίτεχνη διακόσμηση, σφραγιδόλιθοι και ηγεμονικά κοσμήματα– οδήγησαν τους αρχαιολόγους στο συμπέρασμα ότι ο τάφος ανήκε σε ηγεμόνα της περιοχής, ενός σημείου γης που εντασσόταν στην επικράτεια του σοφού βασιλιά Νέστορα.
Γιατί όμως από τον θησαυρό αυτό ξεχωρίζει το στέμμα;
Κατά τον Γεώργιο Κορρέ, διότι μέσω αυτού γίνεται αντιληπτός ο ρόλος των ατρακτοειδών χρυσών και χάλκινων ταινιών και όλων των αποσπασματικώς σωζόμενων τμημάτων τους που υπάρχουν στις αποθήκες των μουσείων μας ως άγνωστης χρήσης αντικείμενα. Προέρχονται από στέμματα και κατά συνέπεια υπολογίζουμε ότι υπήρχαν τέσσερα ή πέντε στον διπλανό τάφο στον Ρούτση, στους τάφους της Περιστεριάς στην Κυπαρισσία και της Κουκουνάρας, αλλά και στους ταφικούς κύκλους Α και Β των Μυκηνών.
Ωστόσο, θεωρείται τεράστιας σημασίας και λόγω της μορφής του, η οποία επιβιώνει έως τις μέρες μας στους βασιλικούς οίκους της Ευρώπης, με αποκορύφωμα τις περιόδους της Αναγέννησης και του Μεσαίωνα. Η ίδια αυτή μορφή και ανά ζεύγη είναι αυτή που εντοπίζουμε στην ελληνική παράδοση και σε ό,τι αφορά τα στέφανα γάμου της ορθόδοξης εκκλησίας καθ' όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα.
Τα αντικείμενα
Το χάλκινο στέμμα του 16ου αιώνα π.Χ. μπορεί να παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο ευρύ αλλά και επιστημονικό κοινό (μετά την αποκατάσταση που του έγινε από τη συντηρήτρια του ΕΑΜ Γεωργία Καραμαργιού), όμως δεν είναι το μοναδικό σπουδαίο από τα 412 μοναδικά αντικείμενα που ταξίδεψαν στο γερμανικό μουσείο από 12 περιφέρειες της Ελλάδας και δύο μουσεία, το Εθνικό Αρχαιολογικό και το Αρχαιολογικό Ηρακλείου, γεγονός που αναδεικνύει τη διασπορά του μυκηναϊκού πολιτισμού.
Ανάμεσα σ' αυτά μπορεί να εντοπίσει κανείς τη χρυσή νεκρική προσωπίδα που βρήκε ο Ερρίκος Σλήμαν στον τάφο V του ταφικού κύκλου Α των Μυκηνών (πρόκειται για αρχαιολογικό θησαυρό του οποίου η ασφαλιστική αξία ξεπερνά το 1 εκατ. ευρώ, καθιστώντας το το πολυτιμότερο έκθεμα). Το συγκεκριμένο αντικείμενο στην έκθεση της Καρλσρούης παρουσιάζεται ως προσωπικό αντικείμενο γυναίκας και όχι άνδρα. Εξίσου σημαντικός και ο σφραγιδόλιθος από αχάτη με παράσταση μονομαχίας και τέσσερα χρυσά δαχτυλίδια από τον «τάφο του πολεμιστή» στον Εγκλιανό, ταφές πολεμιστών από τα Χανιά, την Αχαΐα, την Αιτωλοακαρνανία και την Ηλεία και η μικρογραφική τοιχογραφία πομπής γυναικών από τοιχογραφία της Θήβας.
Info
Η έκθεση «Μυκήνες: Ο μυθικός κόσμος του Αγαμέμνονα» θα φιλοξενείται στο Μουσείο της Βάδης στην Καρλσρούη έως τις 2 Ιουνίου 2019.
Στις Μυκήνες υπάρχουν συνολικά δύο ταφικοί κύκλοι, ο Ταφικός Κύκλος Α που βρέθηκε από τον Σλήμαν καθώς και ο Ταφικός Κύκλος Β που ανασκάφηκε το 1951. Σε συνολικά πάνω από 20 λακκοειδείς τάφους ενταφιάζονταν εκεί συνεχώς μέλη της άρχουσας τάξης της πόλης από τη Μέση μέχρι και την Ύστερη Εποχή του Χαλκού (18ος-15ος αιώνας π.Χ.). Ο μυθικός Αγαμέμνονας, πάντως, σίγουρα δεν ήταν θαμμένος εδώ. Γιατί ακόμα κι αν η ομηρική ιστορία του ηγεμόνα των Μυκηνών περιέχει έναν αληθινό πυρήνα, διαδραματίστηκε περίπου 300 χρόνια μετά την εποχή κατά την οποία ήταν σε χρήση οι λακκοειδείς τάφοι.
Η γραφή – κι όμως ήταν γνωστή στις Μυκήνες!
Οι πρώτες πινακίδες που έφεραν επιγραφές της γραμμικής γραφής ήρθαν στο φως μετά τον θάνατο του Σλήμαν, στις αρχές του 20ού αιώνα. Για πολύ καιρό οι επιστήμονες πίστευαν ότι η μυκηναϊκή Γραμμική Β απέδιδε μια μη ινδοευρωπαϊκή γλώσσα, αυτήν των Μινωιτών. Ο Βρετανός αρχιτέκτονας Michael Ventris και ο γλωσσολόγος John Chadwick ήταν αυτοί που διόρθωσαν τη λανθασμένη εκτίμηση. Έχοντας ως αφετηρία την υπόθεσή τους ότι επρόκειτο για μία πρώιμη μορφή της ελληνικής γλώσσας, κατάφεραν το 1952 να αποκρυπτογραφήσουν τα περίπου 90 συλλαβογράμματα και 160 ιδεογράμματα.
Ωστόσο, στις πήλινες πινακίδες οι γραφείς δεν κατέγραφαν λογοτεχνικά ή ιστορικά στοιχεία αλλά πρωτίστως διοικητικές πράξεις: κινήσεις προϊόντων, διανομές γαιών καθώς και την οργάνωση του προσωπικού των ανακτόρων. Οι άψητες πήλινες πινακίδες κατά κανόνα δεν επιβίωναν στο πέρασμα των αιώνων, γι' αυτό σήμερα διαθέτουμε έναν πολύ μικρό αριθμό πινακίδων, δηλαδή αυτές που κατά τύχη ψήθηκαν σε μια πυρκαγιά κι έτσι διατηρήθηκαν.
Ηγεμονική μεγαλοπρέπεια
Το μέγαρο με την αίθουσα του θρόνου αποτελούσε το κέντρο εξουσίας του μυκηναϊκού ανακτόρου. Εδώ βασίλευε ο άναξ, ασκώντας τα πολιτικά και θρησκευτικά του καθήκοντα.
Η γκρίζα εικόνα που αποκομίζουν οι σημερινοί επισκέπτες των μυκηναϊκών ερειπίων είναι παραπλανητική. Το μέγαρο ήταν πλούσια διακοσμημένο με τοιχογραφίες και δαπεδογραφίες, τον θρόνο πλαισίωναν ζεύγη γρυπών ή λεόντων, το δάπεδο κοσμούσαν θαλάσσια ζώα. Τα εικονογραφικά θέματα καταδεικνύουν την εξουσία του άνακτα πάνω σε άγρια και μυθικά όντα, και κατ' επέκταση τη στενή σχέση του με τους θεούς.
Το τέλος του μυκηναϊκού κόσμου;
Στη διάρκεια του 12ου αιώνα π.Χ. ολόκληρη η περιοχή της ανατολικής Μεσογείου πέρασε μια περίοδο καταστροφών. Οι μυκηναϊκές πόλεις και τα ανάκτορα καταστράφηκαν. Τα περισσότερα μέρη ερημώθηκαν και δεν ανοικοδομήθηκαν.
Δεν υπάρχει ακόμα εύλογη εξήγηση για το ζήτημα αυτό. Έχουν προταθεί φυσικές καταστροφές, όπως σεισμοί και κλιματικές αλλαγές, αλλά και εσωτερικές διαμάχες και εξεγέρσεις καθώς και εξωτερικές εισβολές, για παράδειγμα από τους λεγόμενους «Λαούς της Θαλάσσης». Όμως καμία από αυτές τις θεωρίες δεν προσφέρει μέχρι στιγμής μια ικανοποιητική εξήγηση.
Ωστόσο, αυτές οι καταστροφές δεν σήμαναν το τέλος του μυκηναϊκού πολιτισμού. Σε σύντομο χρονικό διάστημα οι τέχνες γνώρισαν νέα άνθηση. Τη φάση αυτή χαρακτηρίζουν υψηλής ποιότητας κεραμικά αγγεία και έργα μεταλλοτεχνίας, τα οποία μιμούνται πρότυπα από την περιοχή της Αδριατικής.