Μέσα στο Νομισματοκοπείο δεν αισθάνεσαι ότι απλώς μπήκες σε ένα ιστορικό, πολύπλοκο, φρουρούμενο και καλά περιφραγμένο μυστικό εργοστάσιο αλλά ότι παρακολούθησες μυστηριακή παράσταση για την κυοφορία του χρήματος και όχι σε ένα κρυφό, απρόσιτο θέατρο. Νιώθεις Ιωνάς στην κοιλιά του κήτους αλλά και Σέρλοκ Χολμς της πλάκας που, φεύγοντας, παραδίδει την κάρτα εισόδου, σαγηνευμένος απ’ όσα είδε και έμαθε. Καλωσορίσατε στο μυθιστορηματικό και ανεξερεύνητο εργοστάσιο νομισμάτων. Αυτό είναι το πλούσιο και άγνωστο παρελθόν του, αλλά και το παρόν, όπως αποτυπώθηκε σε εικόνες και πληροφορίες που δημοσιεύονται για πρώτη φορά στο διαδίκτυο.
Έχουμε βρεθεί σε πολλά βιομηχανικά κτίρια και εργοστάσια. Σε κανένα δεν αντικρίσαμε στις εισόδους φύλακες με εμφανή τα πιστόλια στη ζώνη τους. Δεν είμαστε όμως σε ένα οποιοδήποτε εργοστάσιο του βιομηχανικού φάσματος. Βρισκόμαστε στο Ίδρυμα Εκτύπωσης Τραπεζογραμματίων και Αξιών (ΙΕΤΑ) ή αλλιώς Νομισματοκοπείο που υπάγεται στην Τράπεζα της Ελλάδος. Αν δεν υπήρχε η ομώνυμη στάση του μετρό στη λεωφόρο Μεσογείων, ακόμα και σήμερα πολλοί δεν θα γνώριζαν που βρίσκεται το Νομισματοκοπείο, αλλά και όσοι γνωρίζουν την τοποθεσία δεν μπορούν να φανταστούν τι ακριβώς συμβαίνει εντός.
Μετά τον πρώτο έλεγχο αφήσαμε το αυτοκίνητο σε έναν μεγάλο περιμετρικό χώρο στάθμευσης για να περάσουμε από έναν δεύτερο έλεγχο. Την ψυχρή εικόνα των πιστολιών ήρθε να ισορροπήσει η θερμή εικόνα δύο έργων τέχνης στον αύλειο χώρο του κεντρικού κτιρίου, των μαρμάρινων γλυπτών «Αι δύο φίλαι» του Μιχάλη Τόμπρου και «Λήδα και Κύκνος» του Γρηγόρη Ζευγώλη.
Η πρώτη σκέψη στο άκουσμα της λέξης «νομισματοκοπείο» είναι το προφανές, η κοπή νομισμάτων. Ένα από τα πρώτα πράγματα που μαθαίνεις όμως μπαίνοντας είναι πως η παραγωγή χρήματος είναι ένα από τα πολλά που συμβαίνουν εδώ.
Το πρώτο χαρτονόμισμα που βγήκε σε μαζική παραγωγή από αυτόν εδώ τον χώρο είναι το καφετί χαρτονόμισμα των 1.000 δραχμών, το επί δεκαετίες δημοφιλές χιλιάρικο. Αν είστε κάτω από 25, ρωτήστε τους γονείς σας, σίγουρα το θυμούνται και πιθανότατα στο σπίτι των παππούδων ή στο εξοχικό θα υπάρχει κανένα ξεχασμένο σε κάποιο συρτάρι.
Στην αρχαιότητα υπήρχαν εργαστήρια κοπής νομισμάτων σε διάφορες περιοχές. Η δημιουργία του Εθνικού Νομισματοκοπείου πιστώνεται στον Ιωάννη Καποδίστρια και βασικός του στόχος ήταν η αντιμετώπιση της έλλειψης ρευστότητας. Η απόφαση είχε ληφθεί από το 1827 από την Γ’ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας. Ο φοίνικας, το πρώτο ελληνικό νόμισμα, τυπώθηκε περίπου δύο χρόνια αργότερα σε εγκαταστάσεις στην Αίγινα.
Το 1834 η Αθήνα γίνεται πρωτεύουσα και ιδρύεται το Βασιλικό Νομισματοκοπείο και Σφραγιστήριο με το αντίστοιχο κτίριο σε σχέδια του περίφημου αρχιτέκτονα υπεύθυνου για το πολεοδομικό σχέδιο της Αθήνας, του Πειραιά και της Ερέτριας, Eduard Schaubert. Η πλατεία μπροστά από το κτίριο ονομάστηκε πλατεία Νομισματοκοπείου, οι Αθηναίοι την έλεγαν «γρασιδότοπο» και είναι η γνωστή μας σήμερα πλατεία Κλαυθμώνος. Αρχικός στόχος ήταν να σταματήσει η εισαγωγή των δραχμών (από το 1833 είχαν αντικαταστήσει τον φοίνικα) από το Μόναχο. Κατεδαφίστηκε έναν αιώνα αργότερα (1939), ενώ από το 1858 τα νομίσματα του ελληνικού κράτους δεν παράγονταν στην Ελλάδα. Ήταν εισαγόμενο προϊόν κυρίως από το Παρίσι, το Λονδίνο, τη Βιέννη, τη Βέρνη και αλλού. Ωστόσο, είχε αποφασιστεί η μετεγκατάσταση του παλιού νομισματοκοπείου έξω από το κέντρο της Αθήνας, με την παράλληλη ίδρυση του τυπογραφείου της Τράπεζας της Ελλάδος. Για τον λόγο αυτό αποκτήθηκε μια μεγάλη έκταση περίπου 215 στρεμμάτων στον εξοχικό τότε Χολαργό.
Η έκταση που δεσμεύτηκε δεν ήταν ένα χέρσο κομμάτι γης αλλά ένας μικρός παράδεισος που περιλάμβανε τη μεγάλη έπαυλη του Περίχαρου, τέσσερις μικρότερες κατοικίες για το προσωπικό, στάβλους, δεξαμενές νερού, περιβόλι με κηπευτικά, αμπέλια, οινοποιείο και 2.800(!) οπωροφόρα δέντρα. Κανείς δεν φανταζόταν ότι το τεράστιο κτήμα θα γινόταν η μήτρα παραγωγής χρήματος και ότι τα δέντρα, αφού δεν ήταν λεφτόδεντρα, έπρεπε να ξεριζωθούν.
Ο πρόεδρος της τότε κοινότητας Χαλανδρίου, Χρήστος Περίχαρος, ήταν διαχειριστής της Αίγλης του Ζαππείου, ιδιοκτήτης τράπεζας, καζίνων (μεταξύ αυτών του Λουτρακίου και των Σπετσών) αλλά και του ιστορικού πολυτελούς καφενείου «Πανελλήνιον» στην Αθήνα. Το 1937, λίγο πριν δολοφονηθεί από συγγενή του, είχε υποθηκεύσει το μεγάλο κτήμα στην Τράπεζα της Ελλάδος και αφού οι απόγονοί του χρεοκόπησαν, η κυριότητά του περιήλθε στην τράπεζα, η οποία αγόρασε και παρακείμενες εκτάσεις.
Οι εργασίες ανέγερσης κράτησαν περίπου τρία χρόνια. Η κήρυξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου θα επιβραδύνει τις εργασίες και θα επιβάλει άλλες, που μάλλον δεν ήταν στο αρχικό πλάνο. Στον Τύπο της εποχής αναφέρεται ότι κατασκευάστηκε και αντιαεροπορικό καταφύγιο στο υπόγειο του κεντρικού κτιρίου που χωρίστηκε σε 4 θαλάμους με δυνατότητα χωρητικότητας 300 ατόμων. Τα βασικά πρότυπα πάνω στα οποία στηρίχθηκε η κατασκευή και η λειτουργία του ελληνικού νομισματοκοπείου ήταν εκείνα της Αυστρίας και της Γερμανίας. Διαβάζοντας τις ετικέτες των κατασκευαστριών εταιρειών πάνω σε πολλά παλιά μηχανήματα καταλαβαίνεις ότι από αυτές τις χώρες αγοράστηκε ένα μεγάλο μέρος του εξοπλισμού.
Οι αρχιτέκτονες που μελέτησαν τα αρχικά σχέδια ήταν ο Κ. Παπαδάκης και ο Δ. Φιλιππάκης-Καραντινός. Στη συνέχεια τα επεξεργάστηκε ο καθηγητής Brown, διευθυντής του αντίστοιχου τμήματος της Αυστριακής Εθνικής Τράπεζας. Κάνοντας έρευνα για το θέμα, διάβασα ότι το κτίριο δεν έχει ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον και φαντάστηκα τη γκριμάτσα ενός αρχιτέκτονα όταν θα διάβαζε αυτήν τη φράση για ένα πελώριο προπολεμικό βιομηχανικό τριώροφο κτίριο με λιγοστές εισόδους και σχήμα Π. Στο ήρεμο προαύλιο δεν σε προϊδεάζει για το τι ακριβώς συμβαίνει μέσα στο μεσοπολεμικό του σώμα.
Από τις πρώτες εικόνες που είδαμε εσωτερικά από τον δεύτερο όροφο είναι η μεγάλη αίθουσα όπου τυπώνονται τα χαρτονομίσματα (εδώ τα ονομάζουν πιο σωστά τραπεζογραμμάτια). Είναι μια τεράστια παραλληλόγραμμη αίθουσα με θολωτή οροφή. Τη στιγμή που είμαστε εκεί ξεκουράζεται. Δυστυχώς, τα πρωτόκολλα ασφαλείας είναι αυστηρά. Ακόμα και την ώρα που δεν λειτουργεί κάτι εκεί μέσα δεν μπορούμε να μπούμε και καθόλη τη διάρκεια της ξενάγησης στους υπόλοιπους χώρους θα είμαστε υπό επιτήρηση.
Όπως μπορεί να υποθέσει κανείς, δεν μιλάμε για ένα απλό ψηλοτάβανο εργοστάσιο από τσιμέντο και σίδερα, όπως ένα τυπικό της εποχής. Μέσα στους τοίχους υπάρχουν φύλλα από σίδερο και οι πόρτες στις αίθουσες όπου φυλάσσονται τα πολύτιμα παραγόμενα είναι σαν αυτές τις μεγάλες των χρηματοκιβωτίων, με δεύτερες μεγάλες σιδερένιες πίσω από αυτές, όπως ακριβώς έχουμε δει στα θησαυροφυλάκια σε ταινίες. Παραδόξως, οι επιβλητικές θωρακισμένες αυτές πόρτες ασφαλείας είναι κυρίως αγγλικές και προσδίδουν ένα πέπλο μυστηρίου. Τι να κρύβεται από πίσω; Ελάχιστοι άνθρωποι γνωρίζουν τον τρόπο που ανοίγουν και τι άλλο προστατεύουν πέραν από το προφανές, που είναι τα χρήματα. Σε αυτό το σημείο ο φωτογραφικός φακός, για λόγους ασφαλείας, απαγορεύεται να χρησιμοποιηθεί.
Η διαδικασία παραγωγής των τραπεζογραμματίων είναι πολύ συγκεκριμένη και με αυστηρές προδιαγραφές. Υπόκειται σε διαρκείς ελέγχους (ασφάλειας, ποιότητας κ.λπ.) και από την 1η/1/02 που η Ελλάδα και άλλες έντεκα χώρες υιοθέτησαν το ευρώ, οι αλλαγές που έχουν γίνει στην εκτύπωσή τους είναι ελάχιστες, σε αντίθεση με τα κέρματα, για τα οποία θα μιλήσουμε παρακάτω.
Το κόστος για την κατασκευή του κεντρικού κτιρίου ανήλθε στα 110 εκατομμύρια, ενώ τα πρώτα εκτυπωτικά μηχανήματα κόστισαν 38 εκατομμύρια δραχμές. Παρά την ολοκλήρωση των εργασιών και τις μεγάλες δαπάνες για εξοπλισμό, οι μηχανές δεν τέθηκαν ποτέ σε λειτουργία. Κατά τον Μεγάλο Πόλεμο και την Κατοχή δεν πρόλαβαν να εκτυπωθούν χρήματα και ολόκληρη η έκταση επιτάχθηκε από το Γερμανικό Ναυαρχείο Αιγαίου.
Περπατώντας στους μεγάλους διαδρόμους, αντιλαμβάνεσαι την παλαιότητά του και τις κατά καιρούς επεμβάσεις που έχουν γίνει για τη συντήρηση και τη διατήρηση του εν λειτουργία τσιμεντένιου χρηματοφυλακίου. Τα χαρακτηριστικά μεσοπολεμικά κλιμακοστάσια, το vintage μωσαϊκό, τα βιομηχανικά παράθυρα, δεκάδες εντυπωσιακά παλιά μηχανήματα που συναντά κανείς σε κάποιους διαδρόμους προσδίδουν σε ένα μέρος του κτιρίου ιστορική/μουσειακή διάσταση. Το παλιό-αναλογικό κομμάτι του όμως συνυπάρχει με το σύγχρονο ψηφιακό του πρόσωπο.
Κατευθυνόμαστε στο καλλιτεχνικό εργαστήριο όπου φτιάχνονται τα αρχικά σχέδια για τις μήτρες των κερμάτων, αφού πρώτα περνάμε από διαδρόμους με δεκάδες ιστορικά αντικείμενα και μηχανήματα που αφορούν την κοπή του χρήματος και όχι μόνο. Είδαμε σχέδια χαρτονομισμάτων φτιαγμένα σε μεγάλη κλίμακα στο χέρι, αρχιτεκτονικά σχέδια του κτιρίου, λαχεία (ακόμα και με το πρόσωπο του Καβάφη), ιστορικά χαρτονομίσματα, παράξενα μηχανήματα που δεν θα συναντήσεις σε κανένα άλλο εργοστάσιο, κατεστραμμένα νομίσματα, μήτρες δραχμών και ευρώ και πολλά άλλα μικρά και μεγάλα αντικείμενα που δημιουργούν έναν σύμπαν γοητευτικό, παρότι άγνωστο. Καθημερινά κρατάμε στα χέρια μας τα παράγωγα αυτού του σύμπαντος, αλλά δεν είχαμε ιδέα πώς ακριβώς δημιουργούνται. Και ο τρόπος δεν είναι τόσο απλός όσο μπορεί να φανταζόμαστε.
Η λειτουργία του τυπογραφείου θα ξεκινήσει μετά την απελευθέρωση από την Γερμανούς και ύστερα από νέες δαπάνες για αναβάθμιση του υπάρχοντος εξοπλισμού που ήταν για χρόνια σε αχρησία. Το πρώτο χαρτονόμισμα που βγήκε σε μαζική παραγωγή από αυτόν εδώ τον χώρο είναι το καφετί χαρτονόμισμα των 1.000 δραχμών, το επί δεκαετίες δημοφιλές χιλιάρικο. Αν είστε κάτω από 25, ρωτήστε τους γονείς σας, σίγουρα το θυμούνται και πιθανότατα στο σπίτι των παππούδων ή στο εξοχικό θα υπάρχει κανένα ξεχασμένο σε κάποιο συρτάρι. Ακολούθησαν τα τραπεζογραμμάτια των 10.000 και των 5.000 δραχμών. Κέρματα θα τυπωθούν πολύ αργότερα, ύστερα από παραλαβή νέου εξοπλισμού στις αρχές της δεκαετίας του ’70.
Εκτός από τα τραπεζογραμμάτια, τα κέρματα και τα μετάλλια, εδώ γίνεται και μια σειρά άλλων εκτυπωτικών εργασιών για λογαριασμό της ΤτΕ, του ελληνικού Δημοσίου ή τρίτων, που αφορούν κυρίως έντυπα ασφάλειας. Εδώ εκτυπώνονται τα λαχεία, τα διαβατήρια, τα δελτία ταυτότητας, οι άδειες διαμονής, τα έντυπα θεωρήσεων εισόδου (VISA), τα πιστοποιητικά των ναυτικών και άλλα έγγραφα, τα οποία περιλαμβάνουν κατά περίπτωση τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά ασφαλείας. Πολλά νομισματοκοπεία ανά τον κόσμο επίσης εκτυπώνουν γραμματόσημα.
Ένα τέτοιο εργοστάσιο μέσα στην πόλη είναι σημείο χωροχρονικής ψευδαίσθησης. Για έναν συλλέκτη μπορεί να είναι γνωστό ότι τυπώνονται και κέρματα μεγαλύτερης ονομαστικής αξίας από 2 ευρώ, αλλά φανταζόσασταν ποτέ ότι υπάρχουν κέρματα των 5, των 50, των 100 των 200 ή ακόμα και των 500 ευρώ; Διαβάζοντας ένα σχετικό φυλλάδιο, βλέπω ότι στο φετινό εκδοτικό πρόγραμμα περιλαμβάνεται η παραγωγή ενός ασημένιου κέρματος με αφορμή τα πενήντα χρόνια από την εξέγερση του Πολυτεχνείου (με ονομαστική αξία 6 ευρώ) και ενός χρυσού με μέγιστη ποσότητα εκτύπωσης τα 750 κομμάτια που απεικονίζει τη Μαρία Κάλλας, με αφορμή τα 100 χρόνια από τη γέννησή της ‒ η ονομαστική του αξία είναι 200 ευρώ. Πάνω σε αυτά τα κέρματα υπάρχει ένα μικροκείμενο που δηλώνει την περιεκτικότητα του νομίσματος σε χρυσό και τον εκδότη του. Είναι χαραγμένο σε τέτοια κλίματα που δεν είναι ορατό με γυμνό μάτι! Τα κοινά 2ευρα με τη Μαρία Κάλλας έχουν μέγιστη ποσότητα τύπωσης τα 741.000 κομμάτια.
Το εκδοτικό πρόγραμμα του 2023 περιλαμβάνει δεκαπέντε κέρματα (χρυσά, αργυρά και κοινά) και μία σειρά οκτώ κερμάτων με θέμα «Τουρισμός - Ναύπλιο». Οι τιμές και οι ημερομηνίες διάθεσης καθορίζονται κατά τη διάρκεια του έτους με χωριστές υπουργικές αποφάσεις. Η πρώτη έκδοση νομίσματος επιμελημένης κοπής (ποιότητος PROOF, όπως ονομάζεται) έγινε το 1978. Ήταν ένα αργυρό 100δραχμο αφιερωμένο στην επέτειο των πενήντα χρόνων από την ίδρυση της Τράπεζας της Ελλάδος. Ο κόσμος των συλλεκτών παρακολουθεί στενά αυτές τις κυκλοφορίες. Οι αγγελίες πώλησης συλλεκτικών νομισμάτων που μπορεί να βρει κανείς στο διαδίκτυο είναι πάρα πολλές, όπως και τα σχετικά καταστήματα.
Ο άνθρωπος που κρύβεται πίσω από το καλλιτεχνικό κομμάτι της δημιουργίας των νομισμάτων για πάνω από δύο δεκαετίες είναι ο βραβευμένος γλύπτης Γεώργιος Σταματόπουλος. Στο φετινό πρόγραμμα συναντάμε και το όνομα της Μαρίας Αντωνάτου, επίσης εικαστικού.
Στα κέρματα απεικονίζονται συνήθως ιστορικά πρόσωπα, παραστάσεις από τη μυθολογία, τοπόσημα ή εικόνες σχετικές με διάφορες επετείους και δεν δημιουργούνται με κάποιο πρόγραμμα στον υπολογιστή ‒ ο υπολογιστής έρχεται μετά. Δημιουργούνται από ανθρώπινα χέρια καλλιτεχνών που εργάζονται σε ένα ατελιέ μέσα στο μεγάλο εργοστάσιο και είναι επιφορτισμένοι κυρίως με το έργο της σχεδίασης των συλλεκτικών νομισμάτων και των μεταλλίων, αφού, όπως προαναφέραμε, στα τραπεζογραμμάτια γίνονται ελάχιστες αλλαγές και τροποποιήσεις. Στον τοίχο του χώρου εργασίας τους βλέπουμε δεκάδες παλαιότερες αρχικές μήτρες κερμάτων σε μέγεθος πιάτου. Σου παίρνει λίγο χρόνο μέχρι να συνειδητοποιήσεις ότι ένα μικρό κέρμα με διάμετρο 2-3 εκατοστά ξεκίνησε από ένα τέτοιο μέγεθος, αλλά δεν είναι το μόνο που θα σου πάρει χρόνο να επεξεργαστείς εντός του Ιδρύματος Εκτύπωσης Τραπεζογραμματίων και Αξιών.
Εκτός από τους μεγάλους χώρους όπου βρίσκεται η γραμμή παραγωγής των τραπεζογραμματίων και των κερμάτων, υπάρχουν αρκετά θησαυροφυλάκια, τυπογραφεία για όσα προαναφέρθηκαν ότι τυπώνονται πέρα από τα χρήματα, αποθήκες, μηχανουργεία, ηλεκτρολογείο, βαφείο, σχεδιαστήριο, το εργαστήριο των χαρακτών, εργαστήρια ποιοτικού ελέγχου, χημείο, φυσικά γραφεία και αρκετοί άλλοι χώροι, ο καθένας με τη χρησιμότητά του.
Φανταστείτε πολλά μικρά εργοστάσια και εργαστήρια που πρέπει να επικοινωνούν μεταξύ τους και να λειτουργούν συμπληρωματικά και με απόλυτη ακρίβεια. Το λάθος δεν διορθώνεται και θα οδηγήσει στην καταστροφή της παραγωγής, όπως συμβαίνει με τυχόν ελαττωματικά νομίσματα. Εδώ δεν υπάρχει η δυνατότητα να γίνει κάτι στο περίπου. Ακόμα και η καλλιτεχνική δημιουργία υπόκειται σε συστήματα και κανόνες ποιότητας και ακρίβειας. Παράλληλα, τα μηχανήματα διαρκώς εξελίσσονται και χρειάζεται εξειδικευμένη τεχνογνωσία. Δεν μιλάμε για ένα κοινό τυπογραφείο. Ό,τι γίνεται εδώ περιγράφεται και καταγράφεται λεπτομερώς.
Έχοντας πλήρη άγνοια για το θέμα, ρώτησα αν θα μπορούσε όλη αυτή η διαδικασία να αντικατασταθεί από κάποιον 3D εκτυπωτή, έχοντας υπ’ όψιν ότι ο τομέας εξελίσσεται ταχύτατα. Το αυθόρμητο γέλιο του υπαλλήλου μού έδωσε ήδη την απάντηση, πριν μου εξηγήσει γιατί κάτι τέτοιο είναι αδύνατο στη σημερινή πραγματικότητα. Παράλληλα με την εξέλιξη της τεχνολογίας δυσκολεύει και το έργο των παραχαρακτών, που ειδικά τα χρόνια των εθνικών νομισμάτων είχε βρει τρόπους διατάραξης των συναλλαγών.
Βλέποντας τα χιλιάδες γυαλιστερά κέρματα μέσα στους μεγάλους μεταλλικούς κουβάδες ή τα άλλα που περνούσαν σαν αποσκευές αεροδρομίου πάνω σε έναν κινούμενο ιμάντα, ανέσυρα διάφορες λέξεις που χρησιμοποιούμε καθημερινά για τα χρήματα: «λεφτά», «μπικικίνια», «μαρούλι», «κασέρι», «φράγκα», «παράδες», «φλουριά», «κομπόδεμα», «ευρώπουλα», «μπαγιόκο», «ρευστό», «χαρτί» ή «χαρτούρα», παλιότερα οι «χήνες» τώρα τελευταία «γκαφρά» ή «μπαγκανότα», που λένε καμιά φορά οι ομογενείς. Υπάρχουν πάνω από πενήντα διαφορετικές λέξεις για τα χρήματα. Η λίστα με τα διαφορετικά ονόματα νομισμάτων, δε, είναι εντυπωσιακή...
Για την παραγωγή των κερμάτων, πέρα από τα κοινά, αλλά και των μεταλλίων απαιτούνται πολύ περισσότερες εργατοώρες απ’ ό,τι για την παραγωγή των γνωστών ευρώ. Είναι κέρματα που δεν θα συναντήσουμε ποτέ στις καθημερινές συναλλαγές, αλλά έχουν συμβολική, ιστορική και, φυσικά, συλλεκτική αξία. Η περίμετρός τους μπορεί να είναι λεία, οδοντωτή, με εγκοπές ή άλλα χαρακτηριστικά, κάποτε υπήρχαν και πολυγωνικά κέρματα. Κι αν αναρωτιέστε για τη χρησιμότητά τους, σκεφτείτε τη χρησιμότητα που έχει μια χρυσή λίρα.
Κοιτάζοντας τα κέρματα, αστραφτερά και ζεστά, να βγαίνουν από τις μηχανές υψηλής πίεσης τα συναισθήματα είναι ανάμεικτα. Από τη μια νιώθεις σαν τον Eμπενέζερ Σκρουτζ του Καρόλου Ντίκενς (τον λογοτεχνικό προκάτοχο του Σκρουτζ Mακντάκ) που βουτάει σε βουνά από χρυσά νομίσματα και από την άλλη αναλογίζεσαι τη φτώχεια που υπάρχει στον κόσμο. Κάπου εκεί παίζει μέσα στο κεφάλι μου η εισαγωγή του «Money» των Pink Floyd. Είναι αποκαρδιωτικό να σκέφτεσαι ότι μια χούφτα από αυτά που βλέπεις μπροστά σου μπορεί να ζήσει μερικούς ανθρώπους για μεγάλο διάστημα, αλλά ποτέ δεν θα φτάσει σε αυτούς.
Eδώ παράγεται το αντικείμενο που σε μεγάλο βαθμό κινεί σύγχρονο τον κόσμο. Το υλικό που καθορίζει τόσες πλευρές του βίου. Αντιλαμβάνεσαι πως κάτι που υπάρχει μέσα στις αποθήκες ή που πέρασε μόλις μπροστά από τα μάτια σου μπορεί να σώσει ζωές, μπορεί να τις κάνει καλύτερες, μπορεί να λύσει χιλιάδες προβλήματα. Αλλά η οικονομία λειτουργεί με τους όρους που έχει επιβάλει η κοινωνία και όσοι διαμορφώνουν τις πολιτικές διαχείρισής της.
Άλλωστε εδώ παράγεται το χρήμα ως αντικείμενο, δεν παράγεται ο πλούτος, ή η υπεραξία, ή οι αποφάσεις. Το εργοστάσιο εκτελεί εντολές παραγωγής που καθορίζονται από κεντρικές αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, από την οποία ελέγχεται. Ποιοι είναι οι οικονομικοί μηχανισμοί, τι καθορίζει το ύψος της παραγωγής χρήματος κ.λπ. είναι ένα άλλο θέμα που χρειάζεται εξειδικευμένες γνώσεις. Εδώ είναι εργοστάσιο…
Μια μηχανή κερμάτων μπορεί να παραγάγει μέχρι και 700 με 800 κομμάτια το λεπτό κι αυτή η ταχύτητα αφορά τα κοινά νομίσματα. Στον χώρο της παραγωγής υπάρχουν αρκετές τέτοιες μηχανές. Το 2001, που ερχόταν η μετάβαση από τη δραχμή στο ευρώ, σε αυτές τις μηχανές έγινε η παραγωγή 900 εκατομμυρίων(!) ελληνικών κερμάτων.
Για τα χρυσά και τα ασημένια οι μηχανές είναι διαφορετικές, όπως και η διαδικασία παραγωγής, με τα κομμάτια να είναι κατά πολύ λιγότερα. Την ώρα που ήμασταν στην αίθουσα παραγωγής κερμάτων η μηχανή εκτύπωνε κέρματα των 2 ευρώ με τελικό προορισμό την Κύπρο. Ο μεγάλος κουβάς που υποδεχόταν τα βιαστικά, ζεστά από την πίεση και απαστράπτοντα κέρματα είχε φτάσει περίπου στη μέση. Για τους εργαζόμενους η εικόνα χιλιάδων ευρώ που περνάνε τακτικά από τα μάτια και τα χέρια τους είναι ρουτίνα. Υποθέτω πως μετά από λίγο καιρό δεν τους κάνει καμία αίσθηση, είναι σαν να παράγουν υψηλής ακρίβειας βίδες.
Μια σειρά παραγόντων μπορεί να προσδώσει σε ένα νόμισμα πολύ μεγαλύτερη αξία από την ονομαστική του, δηλαδή εκείνη που γράφει πάνω του. Με μια σύντομη ματιά στο ίντερνετ ένα συλλεκτικό, κοινό 2ευρω μπορεί να πωλείται από 30 έως 50 ευρώ, ένα παλιό μεταλλικό διακοσάδραχμο ή κατοστάρικο μπορεί να αγγίζει και τα 50 ή ακόμα και τα 70 ευρώ. Όπως καταλαβαίνετε, ένα συλλεκτικό χρυσό νόμισμα μπορεί να έχει ονομαστική αξία 200 ευρώ, αλλά να πωλείται ακόμα και μερικές χιλιάδες ευρώ. Ο γαλαξίας των συλλεκτών είναι ένας ζωντανός οργανισμός με μια άτυπη χρηματιστηριακή λογική που πρέπει να έχεις εξειδικευμένες γνώσεις για να την αντιληφθείς. Οι συλλέκτες νομισμάτων και γραμματοσήμων είναι οι μεγαλύτερες κατηγορίες συλλεκτών στον κόσμο.
Την περίοδο των capital controls το Νομισματοκοπείο πέρασε στιγμές δόξας. Γράφτηκαν τόσο πολλά για την προετοιμασία, ακόμη και την εκτύπωση δραχμών, που ήταν ικανά να γεμίσουν πολλές σελίδες βιβλίων επιστημονικής φαντασίας. Μέχρι και βουλευτές έκαναν πλακίτσα σε προεκλογικά σποτ υπονοώντας «εισβολή» στο Νομισματοκοπείο. Εργαζόμενοι εδώ μας αναφέρουν ότι άκουγαν συχνά διάφορες θεωρίες συνωμοσίας και ξαφνικά εμφανίστηκαν πολλοί που είχαν έναν γνωστό, που είχε έναν γνωστό, ο οποίος γνώριζε κάποιον άλλο που δούλευε στο Νομισματοκοπείο και είχε την πληροφορία ότι ετοιμαζόταν η εκτύπωση εθνικού νομίσματος… Σε αυτήν τη χώρα η φαντασία και το χιούμορ μ;aς κρατάνε σε εγρήγορση. Ευτυχώς στο Νομισματοκοπείο δεν παράγονται εμβόλια.
Οι προκλήσεις και τα ερωτήματα για το μέλλον της παραγωγής χρημάτων είναι πολλά. Διανύουμε την εποχή της μετάβασης, σε κάποιον βαθμό, από το φυσικό χρήμα στο ψηφιακό, από το χειροπιαστό νόμισμα στην ανέπαφη συναλλαγή. Άραγε θα φτάσουμε σε σημείο να μη χρησιμοποιούμε καθόλου την υλική μορφή του χρήματος; Θα έρθει η μέρα που το Νομισματοκοπείο θα είναι ένα μουσείο «παλαιάς ζωής» ή «αναλογικής ιστορίας»; Εκείνοι που γνωρίζουν λένε ότι πολύ δύσκολα θα φτάσουμε στην πλήρη κατάργηση του χρήματος ως υλικού συναλλαγών, αλλά, και πάλι, κανείς δεν ξέρει να πει με σιγουριά τι θα γίνει μέχρι το τέλος του αιώνα που διανύουμε, του αιώνα της ψηφιοποίησης του κόσμου.
-------------
Ευχαριστούμε:
Τον κ. Μάρκο Κονταξόπουλο, διευθυντή του ΙΕΤΑ, την κ. Μαρία Γερανάκη από το Τμήμα Τύπωσης Κερμάτων, τους εικαστικούς κ. Γεώργιο Σταματόπουλο και κ. Μαρία Αντωνάτου, τον κ. Αλέξανδρο Στύλο και την κ. Κλεοπάτρα Ντάνου από το Τμήμα Μέσων Ενημέρωσης και τον κ. Παναγιώτη Παναγάκη, διευθυντή του Κέντρου Πολιτισμού Έρευνας και Τεκμηρίωσης της Τ.τ.Ε. Τέλος, ευχαριστούμε την κ. Φιόρη Μεταλληνού, τον κ. Γιώργο Εγγλέζο, τον κ. Αριστοτέλη Κλαμαργιά και τον κ. Παύλο Κερασίδη για τη βοήθειά τους.
Πηγές:
- Καρδαμίτση-Αδάμη Μάρω, Τράπεζα της Ελλάδος, Τα κτίρια, ΤτΕ, Αθήνα 2011
- Α. Ι. Κλάδος, «Επετηρίς του Βασιλείου της Ελλάδος για το έτος 1837», Αθήνα 1837
- www.bankofgreece.gr
- Καρκάζης Κωνσταντίνος, Η ιστορική διαδρομή της νομισματικής μονάδας στην Ελλάδα, ΕΙΕ/ΙΒΕ, Αθήνα 2002
- Θεοδωρόπουλος Δημήτρης, «Εκεί που τυπώνονται τα ευρώ, οι δραχμές είναι μόνο στις προθήκες», «Βημαgazino», τχ. 494, σ. 30-33, 4/4/10
- Μαλαγκονιάρης Σταύρος, «Η ιστορία των καζίνων σε Μόντε Κάρλο και Ελλάδα έχει... ονοματεπώνυμο», ΕΦ.ΣΥΝ., 1/1/22
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.