Στις 22 Ιανουαρίου του 1920, ο Αμεντέο Μοντιλιάνι μεταφέρθηκε εσπευσμένα στο Hôpital de la Charité του Παρισιού. Δύο μέρες αργότερα, πέθανε σε ηλικία μόλις 36 ετών. Αιτία του θανάτου του ήταν η μέχρι τότε ανίατη ασθένεια της φυματιώδους μηνιγγίτιδας με την οποία πάλευε τα τελευταία 20 χρόνια της ζωής του.
Την ημέρα του θανάτου του, το Παρίσι αλλά και ολόκληρος ο κόσμος αποχαιρέτησε έναν από τους κορυφαίους καλλιτέχνες όλων των εποχών, έναν άνθρωπο που με το ξεχωριστό του καλλιτεχνικό στιλ κατάφερε να απεικονίσει τις ομοιότητες που υπάρχουν ανάμεσα σε φίλους, εραστές και συλλέκτες, αλλά και στα «ηρωικά» πρόσωπα όσων περιπλανώνται τα βράδια στους δρόμους του Παρισιού.
Στις γειτονιές της Μονμάρτρης και του Μονπαρνάς, ο Μοντιλιάνι ανέπτυξε φιλικές σχέσεις με τον ποιητή Γκιγιώμ Απολλιναίρ, τον ζωγράφο Χαΐμ Σουτίν, τον Πολ Γκυγιάμ, τον Μπλεζ Σαντράρ, τον Αντρέ Ντερέν και τον Μορίς Ουτριλό. Όλοι αυτοί, ασφαλώς, ήταν μεγάλοι θαυμαστές της κουλτούρας, της γοητείας και του ιδιαίτερου χαρίσματός του. Ανάμεσα στα χαρακτηριστικά του, που τον κατέστησαν μοναδικό, ανήκε φυσικά η μεγαλοφυΐα του, η αδιάλλακτη προσέγγισή του για την τέχνη, η προσεγμένη του εμφάνιση και το εκρηκτικό, μεσογειακό του ταπεραμέντο.
Επίσης, λόγω του ότι ήταν εθισμένος στο αλκοόλ και τα ναρκωτικά, αφιέρωσε όλη του τη ζωή στο έργο του αψηφώντας τον θάνατο σε καθημερινή βάση, στην προσπάθειά του να βρει ένα καταφύγιο από την τραγική του μοίρα στον κόσμο της τέχνης. Μάλιστα, ένας από τους μεγαλύτερους αντιπάλους του Modi (έτσι τον αποκαλούσαν οι Παριζιάνοι) ήταν ο Πάμπλο Πικάσο, τον οποίο συγχρόνως θαύμαζε, αλλά και σιχαινόταν. Ο Πικάσο, αντιθέτως, δήλωνε πάντοτε γοητευμένος από το έργο του νεαρού Ιταλού καλλιτέχνη, στο οποίο αποτύπωνε με αριστουργηματικό τρόπο την ομορφιά της Αναγεννησιακής περιόδου με ένα εντελώς μοντέρνο στιλ.
Σήμερα, εκατό χρόνια μετά τον θάνατο του κορυφαίου Ιταλού ζωγράφου, μπορούμε να μιλάμε για έναν πραγματικό θρύλο της τέχνης, μια φιγούρα φευγαλέα και ελαφρώς σκανδαλώδη που ενσωματώνει τη γοητεία του μποέμικου κόσμου και τρόπου ζωής.
Εκατό χρόνια, λοιπόν, μετά τον θάνατο του ζωγράφου, οι αίθουσες του Museo della Città στο Λιβόρνο της Ιταλίας φιλοξενούν 14 σπάνιους πίνακες και 12 σχέδια ζωγραφικής του Ιταλού καλλιτέχνη. Τα έργα αυτά ανήκουν σε δύο σπουδαίους συλλέκτες, τον Paul Alexandre και τον Jonas Netter. Ο Alexandre ήταν αυτός που προσέγγισε τον Μοντιλιάνι κατά την άφιξή του στο Παρίσι και τον βοήθησε στην υλοποίηση του πρότζεκτ γλυπτικής «The Caryatids». Στη συλλογή του Netter υπάρχουν μερικά από τα πλέον εξέχοντα έργα του Ιταλού ζωγράφου.
Ανάμεσα στα έργα που θα περιλαμβάνει η έκθεση «Modigliani and the Montparnasse Adventure» είναι το «La Fillette en Bleu», ένα μεγάλο πορτρέτο του 1918 που απεικονίζει ένα μικρό κορίτσι ηλικίας 8-10 ετών, το οποίο φοράει ένα διακριτικό γαλάζιο φόρεμα και εναρμονίζεται πλήρως με το χρώμα του τοίχου. Το «Chaïm Soutine» (1916) είναι ένα ακόμη πορτρέτο της έκθεσης που απεικονίζει τον στενό φίλο του Μοντιλιάνι, Χαΐμ Σουτίν, καθισμένο με τα χέρια του να ακουμπούν τα γόνατά του, στάση που υποδηλώνει την αφοσίωση και τον σεβασμό του Σουτίν για τον Μαντιλιάνι.
Το πορτρέτο «Elvire au Col Blanc», ζωγραφισμένο μεταξύ 1918-1919, παρουσιάζει τη νεαρή Elvire, μια μικρή Παριζιάνα, την οποία θαύμαζε ο Μοντιλιάνι για την εκθαμβωτική της ομορφιά και συνολικά της είχε κάνει τέσσερα πορτρέτα, εκ των οποίων στα δύο ήταν γυμνή. Από την άλλη, στο «La Jeune Fille Rousse» (1919), ο ζωγράφος έκανε το πορτρέτο της πανέμορφης Ζαν Εμπιτέρν σε πόζα τρία-τέταρτα, καθώς η ίδια κεντράρει τον θεατή με τα εντυπωσιακά της μπλε μάτια και το φυσικά κομψό - σχεδόν υπνωτικό - βλέμμα της.
Πέρα από τα έργα του Μοντιλιάνι, η έκθεση θα φιλοξενήσει επίσης και 100 αριστουργήματα της Grande École του Παρισιού, τα οποία ανήκουν στη συλλογή του Jonas Netter. Πρόκειται για πίνακες του Χαΐμ Σουτίν, όπως τα «L'Escalier Rouge à Cagnes», «La Folle», «L'Homme au Chapeau» και «Autoportrait au Rideau», τα οποία αποτυπώνουν άρτια το καλλιτεχνικό στιλ του ζωγράφου και την τάση του να απεικονίζει την πραγματικότητα σαν μια διαχρονική τάση έκφρασης μιας εσωτερικής τραγωδίας. Παράλληλα, στην αυτοπροσωπογραφία του («Self-Portrait»), ο Σουτίν κατά κάποιον τρόπο μιμείται τα αντίστοιχα πορτρέτα σπουδαίων καλλιτεχνών του παρελθόντος, που ο ίδιος θαύμαζε, με το βλέμμα του να είναι χαλαρό και συγχρόνως ανήσυχο, ενώ τα χέρια του βγαίνουν εκτός πλαισίου.
Info:
Η έκθεση φιλοξενείται στο Museo della Città, στο Λιβόρνο της Ιταλίας, από τις 7 Νοεμβρίου 2019 έως και τις 16 Φεβρουαρίου 2020. Την οργάνωση της έκθεσης έχει αναλάβει ο Δήμος του Λιβόρνο σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Restellini του Παρισιού και με τη συμμετοχή του Ιδρύματος Λιβόρνο. Η επιμέλεια της έκθεσης έχει γίνει από τον Marc Restellini και τον Sergio Risaliti.
σχόλια