ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
«Κατεβαίνουμε πιο κάτω απ’ τα σκαλιά του Υπογείου. Ακούμε όλοι το τραγούδι, φυσάμε όλοι τον καπνό και καταπίνουμε ιδρώτα». Στίχοι από το κομμάτι «Καλλιδρομίου» που βρίσκεται στο τελευταίο άλμπουμ του Κτίρια τη Νύχτα που έχει τίτλο «Κενοί Χώροι». Οικείες εικόνες για όποιον έχει παρευρεθεί στο γνωστό στέκι των Εξαρχείων όπου γίνονται εναλλακτικές συναυλίες κάθε τόσο. Κάπως έτσι έχουμε γνωριστεί με τον «Κτίρια», χωρίς να έχουμε μιλήσει ποτέ ουσιαστικά, από διάφορες συναυλίες στο κέντρο της πόλης. Συναντιόμαστε στα Εξάρχεια. Ο Κτίρια τη Νύχτα δεν θέλει να αναφέρεται με το κανονικό του όνομα στις συνεντεύξεις, θεωρεί ότι είναι περιττές πληροφορίες. «Δεν λέω το πραγματικό μου όνομα ή τι δουλειά κάνω, επειδή νομίζω πως οι προσωπικές ερωτήσεις έχουν νόημα όταν κάποιος είναι ήδη γνωστός. Να έχεις δει, να έχεις ακούσει, να έχεις διαβάσει το έργο του και να λες “τι κάνει αυτός; Πώς έχει μεγαλώσει; Τι έχει ζήσει;”. Ενώ, όταν σου δίνουν τέτοιες λεπτομέρειες για κάποιον που δεν τον ξέρουν πολλοί, είναι σαν να προσπαθούν να σε πείσουν για τη σπουδαιότητά του. Διάλεξα ένα άλλο όνομα απ’ το δικό μου, που είναι κάπως πιο φλου, επειδή είχα φρικάρει με τη μεγάλη προβολή που είχαν κάποιοι μουσικοί χωρίς να έχει ακουστεί καν η μουσική τους κι εγώ ήθελα πιο πολύ να ακούει ο κόσμος αυτά που κάνω, παρά να μαθαίνει για μένα. Να εστιάζει στη μουσική».
Φτιάχνει τραγούδια από τη δεκαετία του ’90, αλλά το πρώτο του άλμπουμ, το «ΩΕΜ και η Λαίμαργη Αγάπη / οι υποθέσεις του Πέμπτου κόσμου», το κυκλοφόρησε μόνος του, το 2010. Ακολούθησε το «Σημειώσεις Άλυτων Θεμάτων» το 2011. Το «Κενοί Χώροι» είναι η τελευταία του δουλειά. Ένας όμορφος δίσκος, γεμάτος φρέσκες ιδέες αλλά και μια υπόγεια, νοσταλγική διάθεση. Μιλάει γι’ αυτόν με ενθουσιασμό και γυρνάει πολλά χρόνια πίσω στο παρελθόν.
«Από το δημοτικό, τη δεκαετία του ’80, ηχογραφούσα, συνήθως κρυφά, φίλους και συγγενείς και μετά καθόμουν και τους άκουγα, απομόνωνα φράσεις, τις ένωνα μεταξύ τους. Είχε μια μαγεία αυτό, το ότι σε τυχαίες συνομιλίες μπορούσες να ανακαλύψεις έναν κόσμο κρυμμένο, με ρυθμούς και μελωδίες. Νομίζω ότι κάπου εκεί υπάρχει ο σπόρος των “Κενών Χώρων”. Αργότερα, στο γυμνάσιο, τον Μάρτιο του ’91, πήρα την πρώτη μου κιθάρα από ένα μαγαζί στην πλατεία Βάθης. Γύρισα σπίτι, έβαλα τυχαία τα δάχτυλα στις χορδές κι έγραψα κάτι. Αυτή η ηχογράφηση ακούγεται στην αρχή του δίσκου. Όλος ο δίσκος είναι ένα κολάζ από στιγμές που κάποιοι θα τις έλεγαν αδιάφορες, αλλά εκεί υπάρχουν οι ζωές μας – δεν είναι μόνο στις γιορτές, στις επετείους και στα δυσάρεστα συμβάντα. Εξελισσόμαστε –ίσως κυρίως– αυτές τις μέρες, τις μουντές, που λες ότι δεν συμβαίνει τίποτε απολύτως, αυτές που θα ξεχάσεις την επομένη. Κι όμως, αυτές καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας. Δίνω μεγάλη σημασία σε όλα αυτά τα φαινομενικά ασήμαντα γεγονότα. Όσο κι αν η ζωή μας καθορίζεται από τις πράξεις μας, παίζουν κι αυτά σημαντικό ρόλο, μεγαλύτερο απ’ όσο πιστεύουμε. Στους “Κενούς Χώρους” είναι σαν να έχω συλλέξει φωτογραφίες από τυχαίες στιγμές, από σκέψεις περαστικές. Υπάρχουν τραγούδια που προέκυψαν μέσα σε δύο λεπτά ή κάποιες ιδέες που απλώς έτυχε να διασωθούν. Ακόμα και το εξώφυλλο ήταν μια σχεδόν καμένη φωτογραφία που για 35 χρόνια δεν φαίνονταν οι μορφές που απεικόνιζε. Έπαιξα, δηλαδή, με το πώς μπορείς να χρησιμοποιήσεις κάτι που υπάρχει για άλλον λόγο».
Ο «Κτίρια» ακούγεται πολύ διαφορετικός από τις προηγούμενες δουλειές του, χωρίς όμως να έχει αποτινάξει από πάνω τα στοιχεία που τον κάνουν να ξεχωρίζει ως μουσικό. Σαν να έχει χτίσει γύρω από τους «Κενούς Χώρους» τη γενική φιλοσοφία που έχει για τη ζωή.
«Η εικόνα που πιστεύεις ότι έχουν οι άλλοι για σένα καμιά φορά σε εγκλωβίζει. Είναι πολύ εύκολο να επηρεαστείς απ’ τη γνώμη των άλλων και να αρχίσεις να επαναλαμβάνεις τον εαυτό σου για να μη δυσαρεστηθεί κανείς. Κι αυτό δεν ισχύει μόνο στη μουσική, μιλάω και για τις ανθρώπινες σχέσεις γενικότερα. Γνωρίζεσαι με κάποιον, εσύ μετά εξελίσσεσαι, αλλά ο άλλος μπορεί να μη θέλει –ή να μην μπορεί– να δει αυτή την αλλαγή. Αυτό ανέκαθεν με έπνιγε στις σχέσεις. Κάπως έτσι, ήθελα να δω αν θα μπορούσα να κάνω κάτι χωρίς να σκέφτομαι την εικόνα που έχουν οι άλλοι για μένα, με το ίδιο όνομα όμως, χωρίς δηλαδή να ξανασυστηθώ και χωρίς να πηγαίνω κόντρα σε αυτή για να αποδείξω κάτι στον εαυτό μου, επειδή κι αυτό είναι η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος. Ήθελα απλώς να καταφέρω να συγκεντρωθώ σε αυτό που έχω μέσα μου, αδιαφορώντας για τους γύρω. Νιώθω ότι αυτό το κατάφερα με τους “Κενούς Χώρους”. Δεν ξέρω αν ανήκω σε μια underground σκηνή αν υπάρχει κάτι τέτοιο, επειδή δεν ξέρω πώς να το ορίσω. Σχετικά είναι αυτά, ανάλογα με τον μικρόκοσμο στον οποίο εστιάζουμε. Πάντως, κάνω έναν διαχωρισμό με βάση τη στάση που κρατάει ο καθένας: υπάρχουν μουσικοί που θέλουν να νιώθουν “underground” επειδή εξισώνουν τη μικρή απήχηση με μια κάποια “αυθεντικότητα”. Αυτό είναι κάπως αυτιστικό. Εγώ δεν το θέλω σε καμία περίπτωση – πιστεύω ότι αυτά που κάνω αφορούν περισσότερο κόσμο. Το ζήτημα, βέβαια, είναι πώς το χειρίζεσαι όλο αυτό. Στην Ελλάδα είμαστε μικρή αγορά κι έχει αναπτυχθεί κυρίως το σύστημα προώθησης mainstream πραγμάτων. Κι όταν ακούνε τα δικά μου, λένε ότι είναι “περίεργα” ή “δύσκολα”. Δεν τα νιώθω καθόλου έτσι. Και δεν έχω και καμία πρόθεση να προκαλέσω ή να φτιάξω κάτι δυσνόητο. Είναι πολύ απλή η μουσική μου, αρκεί κάποιος να της δώσει χρόνο, και φυσικά να μην έχει εθιστεί στον ραδιοφωνικό πολτό.
Βλέπω συνέχεια ταινίες. Νιώθω περισσότερο συγγενής με τους σκηνοθέτες παρά με τους μουσικούς. Και νομίζω, ακόμα περισσότερο με τους μοντέρ. Δεν μπορώ να πω τι ακριβώς παίζω, δεν τα πάω καλά με τα είδη. Όταν με ρωτάνε, λέω ότι γράφω τραγούδια με ελληνικό στίχο. Κι αυτό συμπτωματικά προέκυψε: σκάλιζα μελωδίες στην κιθάρα από τις αρχές των 90s, κάπου το ’94 έγραψα τα πρώτα μου κείμενα, αλλά μέχρι το ’96 αυτά ήταν δύο ξεχωριστοί κόσμοι. Τότε, κάπως έγινε και μπήκε η μουσική μέσα σε ένα κείμενο και μετά αυτό μέσα στη μουσική. Από τότε, άλλες φορές γράφονται όλα μαζί, κάποιες άλλες ένα από τα δύο θα προηγηθεί. Με τους “Κενούς Χώρους” νιώθω ότι έκλεισα κάθε πιθανό συνδυασμό, χρησιμοποίησα δεκάδες ηχητικές πηγές κι ασχολήθηκα με πολλές διαφορετικές τεχνικές ηχογράφησης. Ένα παιχνίδι είναι αυτό, και ίσως κάποια μέρα σε βγάλει σε νέα μονοπάτια που δεν έχεις καν φανταστεί. Αν δεν το κάνουμε αυτό, αν δεν παίξουμε, ποιο το νόημα;
Είμαι ευτυχής που γράφω τραγούδια. Απ’ όλες τις εκφάνσεις και τα ιδιώματα της μουσικής, το τραγούδι είναι αυτό που με συγκλονίζει περισσότερο. Είναι σαν να καταπίνεις ένα χάπι που σου σκάει ταυτόχρονα στον εγκέφαλο, στην καρδιά και στο σώμα. Όταν γράφω, προσπαθώ αυτό το χάπι να το κάνω κάθε φορά όσο πιο συμπυκνωμένο γίνεται, να φτάσω όσο πιο βαθιά γίνεται στον πυρήνα του.
Δυσκολεύομαι να αναφέρω αγαπημένα τραγούδια, ταινίες, φαγητά και απεχθάνομαι τις λίστες. Δεν μπορώ να τετραγωνίσω αυτό που νιώθω. Έχω ξεκινήσει μια στήλη στο Facebook που λέγεται “κτιριακά θεμέλια”, όπου αναφέρομαι σε τραγούδια ή δίσκους που νιώθω ότι κάπως με έχουν επηρεάσει. Έχει πλάκα, επειδή πολλές φορές αναφέρομαι και σε πράγματα που δεν μου αρέσουν πια, είναι κάπως σαν ψυχανάλυση. Επίσης, έχω έναν ιντερνετικό σταθμό, τα Ραδιοκτίρια, που εκπέμπει κάπου-κάπου. Η πιο πρόσφατη εκπομπή, που αφορούσε τα demo και τα outtakes των “Κενών Χώρων”, κράτησε 6 ώρες non-stop».
«Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σου;»
Έχω περίπου 25 μελοποιημένα ποιήματα του Μίλτου Σαχτούρη, τα οποία ηχογραφώ αυτό τον καιρό. Μετά, σειρά για ηχογράφηση έχει ο νέος μου δίσκος, ο χειμερινός, όπως τον λέω. Το «ΩΕΜ» ήταν ο φθινοπωρινός, οι «Σημειώσεις» ο ανοιξιάτικος και οι «Κενοί Χώροι» ο καλοκαιρινός.
http://www.buildingsatnight.com/
Ο Κτίρια τη Νύχτα γιορτάζει τα 5 χρόνια από το πρώτο του live με μια συναυλία στο sixd.o.g.s την Παρασκευή 25 Απριλίου. Παίζει μαζί με τον φίλο του Άγγελο Kυρίου, με τον οποίο έχει κάνει τα περισσότερα live αυτά τα χρόνια, και με τον Χάρυ Έλεκτρον, που ήταν ο πρώτος με τον οποίο μοιράστηκε τη σκηνή.
σχόλια