Σπουδαίοι συγγραφείς παίρνουν το όπλο τους

Σπουδαίοι συγγραφείς παίρνουν το όπλο τους Facebook Twitter
1η Μαρτίου 1915: Γάλλοι στρατιώτες βγαίνουν από μια κρυψώνα κοντά στο Αράς της Γαλλίας κατά τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Φωτο: Topical Press Agency/Getty Images
0

ΧΑΝΣ ΧΕΡΜΠΕΡΤ ΓΚΡΙΜ

Σλουμπ

Μτφρ. Κατερίνα Τζιναβά, Κέδρος

Σπαρακτικό, καταιγιστικό και αθεόφοβο είναι το αντιπολεμικό βιβλίο που έγραψε ο καθηγητής Χανς Χέρμπερτ Γκριμ – όχι μόνο επειδή θέλησε να διατρανώσει το αντιπολεμικό του μένος αλλά και γιατί έζησε ο ίδιος από κοντά τη φρίκη των χαρακωμάτων και της καμένης σάρκας. Χωρίς να γίνεται παράφορος, αλλά με μια γλυκύτητα που καταυγάζει φως και ανθρωπιά, προσπαθεί, γράφοντας, να ανακαλύψει τι είναι αυτό που μπορεί να μεταμορφώσει έναν φιλήσυχο πολίτη σε φιλοπόλεμο ον. Κατ' ουσίαν, τίποτα εκτός από τον ίδιο τον πόλεμο και εδώ ακριβώς έγκειται ο ύψιστος παραλογισμός του. Αυτό συνέβη και στον ήρωα του βιβλίου, έναν αγαθιάρη έφηβο που βρέθηκε από τη μια στιγμή στην άλλη στο μέτωπο του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, όπως ακριβώς και ο ίδιος ο συγγραφέας. Στην αρχή, τα πάντα του φαίνονταν συναρπαστικά, καθώς είχε οριστεί διοικητής σε τρία γαλλικά χωριά, έχοντας στα χέρια του αδιανόητη εξουσία για ένα αγόρι της ηλικίας του. Αργότερα όμως τα πράγματα ζόρισαν και έμαθε να ζει με τα τραύματα και τον πόνο. Η ζωή θα ασκήσει συντριπτική εξουσία και πάλι κάνοντας τον αφελή, αλλά καταφερτζή πιτσιρικά να μπορεί να κορτάρει, να βγάζει χρήματα ως παραχαράκτης, ακόμα και ως μουσικός, και να ανακαλύπτει τη χαρά, παρότι γνωρίζει καλά πως παραμονεύει παντού ο θάνατος. Αυτό είναι λίγο-πολύ το Σλουμπ (που μεταφράστηκε στα ελληνικά από την Κατερίνα Τζιναβά για τις εκδόσεις Κέδρος), το αλλόκοτο αντιπολεμικό χρονικό εκείνων των ημερών, μια ανάμνηση ποτισμένη ταυτόχρονα στην πίκρα και το χιούμορ, που κυκλοφόρησε ανώνυμα την εποχή του Μεσοπολέμου και μισήθηκε τόσο από τους ναζί, ώστε έφτασε να συμπεριληφθεί στα «αντιγερμανικά» βιβλία. Ίσως να είναι και το πιο δημοφιλές μυθιστόρημα της γερμανικής παράδοσης, μαζί με το Ουδέν νεώτερον από το δυτικόν μέτωπον του Έριχ Μαρία Ρεμάρκ. Ο λόγος της επιτυχίας προφανώς οφείλεται όχι μόνο στο αντιπολεμικό του σθένος αλλά και στην αληθοφάνεια των περιγραφών που ακροβατούν ανάμεσα στον εφιάλτη και την πραγματική ζωή, την εμπειρία και το όνειρο.

FORD MADOX FORD

Ο καλός στρατιώτης - Μια ιστορία πάθους

Μτφρ. Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης, Aldina/Gutenberg

To βιβλίο που πρόσφατα η «Guardian» ανέδειξε σε ένα από τα 100 καλύτερα όλων των εποχών περισσότερο βασάνισε παρά απελευθέρωσε τον συγγραφέα του: αντανακλώντας το κλίμα της εποχής των αρχών του 20ού αιώνα –εκδόθηκε μόλις το 1915– αλλά και των προσωπικών αδιεξόδων του Φορντ Μάντοξ Φορντ, προσπάθησε να φέρει νέο αέρα τόσο σε επίπεδο έκφρασης όσο και εναλλαγής των νοημάτων, συναντώντας όμως απανωτές δυσκολίες. Θαρρεί κανείς πως η πρώτη ήττα έρχεται για τον Φορντ από τον ίδιο τον τίτλο, καθώς ο Καλός Στρατιώτης δεν είναι παρά η ειρωνική πρόταση που υπέβαλε ο ίδιος όταν ο εκδότης του αρνήθηκε τον καθόλου πιασάρικο και μάλλον αποτρεπτικό τίτλο Μια θλιβερή ιστορία. Αλλά το βιβλίο ήταν ακριβώς αυτό, στον βαθμό που αντανακλά επακριβώς την εσωτερική δυσφορία που βίωνε ο χτυπημένος από την κοινωνική αβελτηρία και ερωτική απογοήτευση 40χρονος συγγραφέας του: «Δεν ξέρω τίποτα: τίποτα στον κόσμο: τίποτα στις καρδιές των ανθρώπων. Το μόνο που ξέρω είναι πως είμαι μόνος – φριχτά μόνος» διατρανώνει στις πρώτες κιόλας σελίδες ο πρωταγωνιστής του, δίνοντας το στίγμα. Όσα θα ακολουθήσουν, θα αποτελέσουν ειρωνικές διαπιστώσεις δοσμένες με φλέγοντα, παραληρηματικό τρόπο, ανάλογο της πολύ δημοφιλούς τότε stream of consciousness. Στο ακριβέστατο επίμετρό του ο μεταφραστής του Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης διαπιστώνει με ενάργεια τις αναλογίες γραφής και βιώματος στο μοντερνιστικό αυτό μεγαλούργημα: «Δεν είναι, λοιπόν, λίγα ούτε διακοσμητικά τα αυτοβιογραφικά στοιχεία που θέλησε να εντάξει ο Φορντ στον Καλό Στρατιώτη, απαντώντας σε ό,τι τον ταλάνιζε και ξορκίζοντάς το. Και με τη λογοτεχνία, ιδίως με το μυθιστόρημα, ξορκίζεις, καθ' όσον αποδιαρθρώνεις τον κόσμο όπως τον αντιλαμβάνεσαι για να τον ανασυγκροτήσεις όπως τον φαντάζεσαι». Και ο Φορντ έκανε ακριβώς αυτό: βαδίζοντας στα χνάρια των βορτισιστών, έφτιαξε ένα υψηλό κυβιστικό κατασκεύασμα με τα πιο απλά χρώματα και τις πιο ποταπές πινελιές, αντίστοιχες της διαπιστωμένης χαμέρπειας που διέπει τις ανθρώπινες σχέσεις. H ιστορία ξεδιπλώνει τη σχέση ανάμεσα σε δύο ζευγάρια, δηλαδή του καλού στρατιώτη βετεράνου λοχαγού Έντουαρντ Άσμπερναμ και της γυναίκας του Λεονόρα με το ζευγάρι των Ντάουελ, του Τζον και της Φλορενς, σε ένα τουριστικό θέρετρο της Γερμανίας. Η φαινομενική τελειότητα των πετυχημένων αυτών ζευγαριών πολύ σύντομα αποδεικνύεται ότι δεν είναι παρά ένα ατελεύτητο παιχνίδι από αμοιβαίες εξαπατήσεις: τόσο της Λεονόρα προς τον καλό στρατιώτη όσο και του ίδιου αλλά και της Φλόρενς προς τον σύζυγό της, με τον έρωτά της να γνωρίζει τραγική κατάληξη, ανοίγοντας τον φαύλο κύκλο των θανάτων που επισκιάζουν το τέλος των περισσότερων κεφαλαίων. Μπορεί, λοιπόν, ο έρωτας να είναι η αγωνιώδης αναζήτηση του ανέφικτου άλλου ή και ειρωνικός υπότιτλος ενός βιβλίου που υπερασπίζεται τη θλίψη, δεν παύει όμως να γοητεύει με την αλήθεια του και την έντασή του. Σπασμένες καρδιές και ένα «βουβό ουρλιαχτό», όπως το αποκαλεί ο Μπαμπασάκης, μένουν στο διάβα μιας σαρωτικής αφήγησης που δικαίως ανέδειξε τον συγγραφέα σε έναν από τους σπουδαιότερους του 20ού αιώνα.

ΑΛΕΞΑΝΤΑΡ ΓΚΑΤΑΛΙΤΣΑ

Ο Μεγάλος Πόλεμος

Μτφρ. Ισμήνη Ραντούλοβιτς, Καστανιώτη

Αν εξαιρέσεις τον σπουδαίο Μίλοραντ Πάβιτς (το Λεξικό των Χαζάρων του κυκλοφορεί επίσης από τον Καστανιώτη), ελάχιστοι είναι οι σπουδαίοι Σέρβοι συγγραφείς που είναι γνωστοί στη χώρα μας. Ο Αλεξάνταρ Γκατάλιτσα είναι ένα τυπικό δείγμα μεγάλου συγγραφέα ο οποίος καταθέτει ένα σύνθετο μυθιστόρημα για την πολύπλοκη διάσταση του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Η λέξη «επικό» περιγράφει απόλυτα τον Μεγάλο Πόλεμο, με τις επιρροές από τον Αισχύλο και τον Θουκυδίδη να είναι παραπάνω από εμφανείς. Μόνο που ο πολυσχιδής συγγραφέας δεν μένει απλώς στην ιστορικοπολιτική διάσταση ενός πολέμου που θα μετέτρεπε τη μυθοπλασία σε αφορμή για διεξοδική εξιστόρηση. Διεισδύει βαθιά στην απεικόνιση των ετερόκλητων χαρακτήρων οι οποίοι αποτελούν τη βάση της αφήγησης. Σε ένα απέραντο σκηνικό που απλώνεται από την καρδιά των Βαλκανίων στα βάθη της Τουρκίας, στην Ελλάδα ακόμα και στην Κεντρική Ευρώπη και με διαφορετικούς τρόπους εξιστόρησης –μπορεί ακόμα και να παρομοιάζει τους εναλλάξ θανάτους στο μέτωπο με το δέσιμο των κορδονιών των άρβυλων ενός στρατιώτη(!)–, ο Γκατάλιτσα ξεδιπλώνει όλο του το αφηγηματικό εύρος: πάντα όμως πρωτεύοντα ρόλο διαδραματίζουν οι ανθρώπινοι χαρακτήρες, μυθικοί ή πραγματικοί. Συγκλονιστική η ιστορία του Ρώσου στρατιώτη Ριζάνοφ που ήξερε απ' έξω όλη την αρχαία τραγωδία και τον Πλάτωνα και διοργάνωσε ένα συμπόσιο για τους πεινασμένους φαντάρους, ανάλογο με το «Σατυρικόν» του Πετρώνιου, μόνο που το αντικείμενο ήταν ένα ψοφίμι αλόγου. Του απόστρατου Γκιγιόμ Απολινέρ, ο οποίος επέστρεψε από τον πόλεμο με μια τρύπα στον κρόταφο, αλλά με τον Σταυρό της Τιμής καρφιτσωμένο στο πέτο του, τον οποίο δεν αποχωριζόταν ούτε όταν πήγαινε στο Καφέ ντε Φλορ. Του Γάλλου πολεμικού ανταποκριτή Φερί Πιζανό, ο οποίος στέλνει διαρκείς ανταποκρίσεις από όλα τα μέτωπα και κάποια στιγμή από την Κέρκυρα, όπου μιλάει για την Ελλάδα και τους Έλληνες «που ζουν στις πίσω αυλές και τα παιδιά τους μένουν κολλημένα πολύ καιρό στη φούστα των μανάδων και των γιαγιάδων τους, ακόμα και όταν μεγαλώσουν, και οι ηλικιωμένοι είναι αιωνίως σιωπηλοί και απορροφημένοι στις σκέψεις τους, μ' ένα τσιγάρο από κακό καπνό ανάμεσα στα δόντια τους», μπερδεμένοι για τον ρόλο που πρέπει να παίξουν σε αυτό τον πόλεμο. Του Βιεννέζου ψυχαναλυτή Χάινριχ Αουφσνάιντερ, γιατρού του υγειονομικού σώματος του αυστρο-ουγγρικού στρατού, που έγραψε τη δική του μελέτη για τους υποψήφιους προς εκτέλεση, και γεμάτος ενοχές για μια εργασία που φτιάχτηκε από κομμάτια θανάτου άρχισε τις «τοτεμικές» ταυτίσεις, αρρωσταίνοντας πραγματικά – πρόλαβε ωστόσο, πριν πεθάνει, να αποτελέσει τον τελευταίο υποψήφιο προς θάνατο, παραδίδοντας τελικά την εργασία του στον μέντορά του Φρόιντ. Δεν υπάρχει, πραγματικά, σκηνικό που να μένει έξω από την αφήγηση, με τις εναλλαγές των αφηγηματικών τρόπων να εκτείνονται από εκτενείς περιγραφές έως επιστολές και φανταστικά μεταφορικά παιχνίδια.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Βιβλίο / «Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Στο νέο του βιβλίο, «Lost Things Found», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Hyper Hypo, ο εικαστικός φωτογράφος Αντώνης Θεοδωρίδης εξερευνά τον μαγικό κόσμο της υπαίθριας αγοράς του Ελαιώνα.
ΙΩΝΑΣ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗΣ
Ντιντιέ Εριμπόν: «Καιρός για ένα κίνημα των ηλικιωμένων!»

Ντιντιέ Εριμπόν / Ντιντιέ Εριμπόν: «Να πάψουμε να βλέπουμε τους ηλικιωμένους ως κοινωνικούς παρίες»

Από τους σημαντικότερους και πιο επιδραστικούς σύγχρονους Γάλλους στοχαστές, ο Ντιντιέ Εριμπόν συνδύασε στα βιβλία του τα δύσκολα βιώματα της νεότητάς του με μια εμπεριστατωμένη, αλλά και εικονοκλαστική, κοινωνικοπολιτική «ακτινογραφία» της γαλλικής κοινωνίας. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κεχαγιάς

Βιβλίο / «Το να εκδίδεις βιβλία στην Ελλάδα είναι σαν να παίζεις στο καζίνο»

Η Γεννήτρια είναι ένας νέος εκδοτικός οίκος αφιερωμένος στη σύγχρονη λογοτεχνία. Ο εκδότης της, συγγραφέας και μεταφραστής, Παναγιώτης Κεχαγιάς, μιλά για τις δυσκολίες και τις χαρές του εγχειρήματος, για το πώς σκοπεύει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας ιδιαίτερα ανταγωνιστικής αγοράς, καθώς και για τους πρώτους τίτλους που ετοιμάζεται να εκδώσει.
M. HULOT
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Η εκτέλεση του Μπελογιάννη τον έκανε αριστερό. Η αυτοκτονία του Νίκου Πουλαντζά, μπροστά στα μάτια του, τον καθόρισε. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, αφηγείται το προσωπικό του ταξίδι και την πνευματική περιπέτεια μιας ολόκληρης εποχής, από τη διανόηση του Παρισιού μέχρι τους δρόμους της πολιτικής και τις αίθουσες των πανεπιστημίων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Βιβλίο / Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Δεν υπάρχει μελέτη για τον ελληνικό εθνικισμό που να μην έχει αναφορές στο έργο της. Η επανακυκλοφορία του βιβλίου της «Το “Πρότυπο Βασίλειο” και η Μεγάλη Ιδέα» από τις εκδόσεις Νήσος συνιστά αναμφίβολα εκδοτικό γεγονός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός» ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Νίκος Μπακουνάκης / Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός»

Ο πρόεδρος του ΕΛΙΒΙΠ, στην πρώτη του συνέντευξη, μιλά στη LIFO για τους στόχους και τις δράσεις του ιδρύματος και για το προσωπικό του όραμα για το βιβλίο. Ποιος ο ρόλος των μεταφράσεων στην πολιτιστική διπλωματία και πώς θα αυξηθεί η φιλαναγνωσία; 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζόναθαν Κόου

I was there / Τζόναθαν Κόου: «Το να είσαι κυνικός δείχνει τεμπελιά στη σκέψη»

Ο διάσημος Βρετανός συγγραφέας βρέθηκε στην Αθήνα και μίλησε για τη συγγραφή ως «πολυτέλεια για λίγους», την εκλογή Τραμπ ως «έκφραση απόγνωσης» και τη «woke» κουλτούρα ως πράξη ενσυναίσθησης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Πολ Όστερ (1947-2024): Ο Mr. Vertigo των ονειρικών μας κόσμων

Σαν σήμερα  / Πολ Όστερ: «Οι χαμένες ευκαιρίες αποτελούν μέρος της ζωής στον ίδιο βαθμό με τις κερδισμένες»

Σαν σήμερα 30 Απριλίου, το 2024 πεθαίνει ο σπουδαίος Αμερικανός συγγραφέας και μετρ της σύμπτωσης, που κατάφερε να συνδυάσει την προοπτική των άπειρων φανταστικών κόσμων με το ατελείωτο κυνήγι των ευκαιριών και τη νουάρ ατμόσφαιρα με τα πιο ανήκουστα αυτοβιογραφικά περιστατικά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ηλίας Μαγκλίνης: «Η ανάκριση»

Το Πίσω Ράφι / «Γιατί δεν μου μιλάς ποτέ για τον εφιάλτη σου, μπαμπά;»

Η «Ανάκριση» του Ηλία Μαγκλίνη, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πεζά των τελευταίων χρόνων, φέρνει σε αντιπαράθεση έναν πατέρα που βασανίστηκε στη Χούντα με την κόρη του που «βασανίζεται» ως περφόρμερ στα χνάρια της Μαρίνα Αμπράμοβιτς.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Πέντε κλασικά έργα που πρέπει κανείς να διαβάσει

Βιβλίο / 5 κλασικά βιβλία που κυκλοφόρησαν ξανά σε νέες μεταφράσεις

Η κλασική λογοτεχνία παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη, κι αυτό το αντιλαμβάνεται κανείς ανατρέχοντας στους τίτλους της πρόσφατης βιβλιοπαραγωγής και σε έργα των Τζόις, Κουτσί, Κάφκα, Αντρέγεφ και Τσβάιχ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Τάσος Θεοφίλου: «Η φυλακή είναι το LinkedΙn των παρανόμων» ή «Το πορνό και το Κανάλι της Βουλής είναι από τα πιο δημοφιλή θεάματα στη φυλακή»

Βιβλίο / Τάσος Θεοφίλου: «Όταν μυρίζω μακαρόνια με κιμά θυμάμαι τη φυλακή»

Με αφορμή το βιβλίο-ντοκουμέντο «Η φυλακή», ο Τάσος Θεοφίλου μιλά για την εμπειρία του εγκλεισμού, για τον αθέατο μικρόκοσμο των σωφρονιστικών ιδρυμάτων –μακριά απ’ τις εικόνες που αναπαράγουν σειρές και ταινίες– και για το πώς η φυλακή λειτουργεί σαν το LinkedIn των παρανόμων.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Βιβλίο / Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Chanel, Dior και πολλοί ακόμα οίκοι υψηλής ραπτικής «ντύνουν» τα shows τους με τη μουσική του. Στο «Remixed», την αυτοβιογραφία-παλίμψηστο των επιρροών και των εμμονών του, ο ενορχηστρωτής της σύγχρονης catwalk κουλτούρας μας ξεναγεί σε έναν κόσμο όπου μουσική και εικόνα γίνονται ένα.
ΣΤΕΛΛΑ ΛΙΖΑΡΔΗ
Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Βιβλίο / Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Λίγοι είναι οι ποιητικά γραμμένοι εκκλησιαστικοί στίχοι που δεν φέρουν τη σφραγίδα αυτού του ξεχωριστού υμνωδού και εκφραστή της βυζαντινής ποιητικής παράδοσης που τίμησαν οι σύγχρονοί μας ποιητές, από τον Οδυσσέα Ελύτη μέχρι τον Νίκο Καρούζο.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Τα 5 πιο σημαντικά βιβλία του Μάριο Βάργκας Λιόσα

Βιβλίο / Τα 5 πιο σημαντικά βιβλία του Μάριο Βάργκας Λιόσα

Η τελευταία μεγάλη μορφή της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας που πίστευε πως «η λογοτεχνία μπορεί να αλλάξει την πραγματικότητα» έφυγε την Κυριακή σε ηλικία 89 ετών. Ξεχωρίσαμε πέντε από τα πιο αξιόλογα μυθιστορήματά του.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ