«Οι φυλακές είναι πάρκινγκ και γυμναστήριο για τους κρατουμένους, διευθυντήριο και σχολείο για το έγκλημα, ένοχο μυστικό για τη Δικαιοσύνη και μαύρο κουτί για την κοινωνία των πολιτών», διαβάζω στο οπισθόφυλλο του βιβλίου του Τάσου Θεοφίλου που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Αντίποδες. Οι φυλακές είναι πράγματι όλα αυτά και πολύ περισσότερα, κάποια από τα οποία δύσκολα μπορεί να φανταστεί, πόσο μάλλον να συναισθανθεί κάποιος «απέξω», και το γεγονός ότι μέσα σε εκατό εικονογραφημένες σελίδες ενός βιβλίου «τσέπης» ο συγγραφέας του κάνει μια υποδειγματική «ακτινογραφία» προσώπων, πραγμάτων και καταστάσεων με βλέμμα ψύχραιμο και διεισδυτικό είναι από μόνο του αξιέπαινο.
Καταδικασμένος σε ισόβια για την υποτιθέμενη εμπλοκή του σε μια υπόθεση για την οποία εν τέλει αθωώθηκε, βγαίνοντας στην πενταετία, ο Τάσος Θεοφίλου μιλά για τους λόγους που τον παρακίνησαν να καταγράψει την ωμή πραγματικότητα της φυλακής, την καθημερινότητα των εγκλείστων, τη σύνθεση και την κοινωνική διαστρωμάτωση του πληθυσμού της, τα ήθη, την ιεραρχία, την άτυπη οικονομία της, τα πάντοτε επισφαλή δικαιώματα των κρατουμένων και τις παραβιάσεις τους, καθώς επίσης για το έντονα ταξικό αλλά και φυλετικό στοιχείο που διακρίνει την απονομή δικαιοσύνης.
Αρκετοί από κατώτερες στην ιεραρχία της φυλακής εθνότητες, κυρίως Πακιστανοί, Βούλγαροι, Ρουμάνοι αλλά και Ρομά, γίνονται υπηρέτες άλλων κρατουμένων, τα λεγόμενα «ταξί», ώστε να κερδίζουν τουλάχιστον τον καπνό της εβδομάδας. Mιλάμε για 16ωρη καθημερινή απασχόληση χωρίς «ρεπό», αντιλαμβάνεται λοιπόν κανείς το μέγεθος της εξαθλίωσης.
— Ξεκινάς το βιβλίο λέγοντας ότι οι περισσότερες δημοφιλείς ταινίες και σειρές που έχουν γυριστεί με φόντο τις φυλακές, όπως το «Prison Break», δεν έχουν πολλή σχέση με την πραγματικότητα.
Το σκεπτικό αυτού του βιβλίου ήταν ακριβώς να φανεί ότι οι μυθοπλαστικές απεικονίσεις της φυλακής, είτε κινηματογραφικές, με τη ματιά, κυρίως, του αμερικανικού σινεμά, είτε δημοσιογραφικές κ.λπ., διαφέρουν αρκετά απ’ ό,τι συμβαίνει στ’ αλήθεια εκεί μέσα και από τον τρόπο που αυτές οι απεικονίσεις επηρεάζουν την κοινωνική πρόσληψη του εγκλεισμού.

— Ξέρεις, πολύς κόσμος έχει την εντύπωση –το αναφέρεις κι εσύ– ότι πλέον οι περισσότεροι έγκλειστοι αποφυλακίζονται σχετικά γρήγορα, άρα δεν τιμωρούνται «αρκετά».
Υπάρχουν, πράγματι, άνθρωποι που θεωρούν λίγες ακόμα και τις πολύχρονες φυλακίσεις, που αγανακτούν όταν κάποιος ισοβίτης π.χ. αποφυλακίζεται στην εικοσαετία, όπως γίνεται συνήθως, λες και είναι μικρό πράγμα να κοιμάσαι και να ξυπνάς καθημερινά μέσα σε ένα κελί επί είκοσι ολόκληρα χρόνια. Εδώ παίζουν ρόλο και οι κινηματογραφικές απεικονίσεις που λέγαμε, καθώς η κυριολεκτική ισόβια καταδίκη είναι χαρακτηριστικό της αμερικανικής ποινικής κουλτούρας και όχι της ευρωπαϊκής· ούτε βέβαια της ελληνικής, αφού ακόμα και σε παλιότερες εποχές ο εγκλεισμός δεν ξεπερνούσε τα 25 χρόνια.

Έπειτα, έχεις και τα σκανδαλοθηρικά ρεπορτάζ, όπως εκείνο που έγινε προ ετών για το πρωτοχρονιάτικο «ρεβεγιόν» που κάνανε στον Κορυδαλλό το 2015 καταδικασμένοι για συμμετοχή στους «Πυρήνες της Φωτιάς» και είχε γίνει θέμα ότι «διασκέδαζαν μέχρι τα μεσάνυχτα», παρότι πάντα οι κρατούμενοι κάνουν μια υποτυπώδη γιορτή στις φυλακές την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, του Πάσχα και τον Δεκαπενταύγουστο.
Όσο για τις «σχετικά γρήγορες» αποφυλακίσεις, αφορούν κυρίως μικροαδικήματα. Κλέβει π.χ. κάποιος ένα αμάξι, τον πιάνουν, καταδικάζεται σε μια άλφα ποινή, την εκτίει και αποφυλακίζεται διότι πόσο να κάτσει μέσα για ένα τέτοιο αδίκημα – ή μήπως πρέπει να τον εκτελέσουν; Τώρα, το αν θα το ξανακάνει και θα ξαναβρεθεί στη φυλακή και γιατί συμβαίνει αυτό είναι άλλης τάξης ζήτημα. Υπάρχουν άνθρωποι που μπαινοβγαίνουν συνέχεια στις φυλακές για τέτοιες πράξεις, άλλωστε ο νέος Ποινικός Κώδικας προβλέπει κράτηση ακόμα και για πλημμελήματα, ενώ τα αδικήματα του «λευκού κολάρου» χαίρουν ακόμα μεγαλύτερης ατιμωρησίας.
— Εσύ, αλήθεια, πόσα «λευκά κολάρα» είδες όσο ήσουν έγκλειστος;
Αν και δεν ήμουν στην πτέρυγα όπου συνήθως φιλοξενούνται, μόνο δύο τέτοιες περιπτώσεις θυμάμαι, τον Παύλο Ψωμιάδη και τον Άκη Τσοχατζόπουλο, τον οποίο σχεδόν λυπήθηκα καθώς τον περιγελούσαν τόσο σωφρονιστικοί υπάλληλοι όσο και άλλοι κρατούμενοι. Τα περισσότερα «λευκά κολάρα» που πιάνονται να παρανομούν, ακόμα και αν οδηγηθούν στο δικαστήριο, σπάνια καταλήγουν πίσω από τα σίδερα. Υπάρχουν, ωστόσο, και παράνομοι όπως ο Βασίλης Στεφανάκος που περισσότερο μπίζνεσμαν παρά «γκάνγκστερ» τον έλεγες.


— Ποιο είναι το κυρίαρχο κοινωνικό υπόβαθρο του πληθυσμού των φυλακών;
Θα σου πω μόνο ότι ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό δεν ξέρει καν να γράφει ελληνικά ή γνωρίζει μόνο τα πολύ στοιχειώδη, και δεν εννοώ τους αλλοδαπούς ή τους Ρομά, οι οποίοι έχουν μεγάλα ποσοστά αναλφαβητισμού. Για να γράψουν μια αίτηση, απευθύνονταν σ’ εμένα ή σε άλλους κρατουμένους με κάποια μόρφωση.
— Άνθρωποι φτωχοί και αναλφάβητοι δύσκολα, φαντάζομαι, θα υπερασπιστούν ικανοποιητικά τον εαυτό τους στο δικαστήριο, άρα θα καταδικαστούν ευκολότερα αλλά και αυστηρότερα, κάποιες φορές μέχρι και για αδικήματα που δεν έκαναν.
Άκριβώς άλλωστε τα αδικήματα για τα οποία κατεξοχήν κατηγορούνται αφορούν ναρκωτικά και κλοπές, χωρίς όμως να πρόκειται για τίποτα «μεγάλα ψάρια». Οι περισσότεροι δεν διαθέτουν καν τα τουλάχιστον 300 ευρώ που χρειάζεται κάθε μήνα ένας κρατούμενος για να τη βγάζει σχετικά αξιοπρεπώς, να εξασφαλίζει τσιγάρα, τηλεκάρτες κ.λπ. Αρκετοί μάλιστα από κατώτερες στην ιεραρχία της φυλακής εθνότητες, κυρίως Πακιστανοί, Βούλγαροι, Ρουμάνοι αλλά και Ρομά, γίνονται υπηρέτες άλλων κρατουμένων, τα λεγόμενα «ταξί», ώστε να κερδίζουν τουλάχιστον τον καπνό της εβδομάδας, και μιλάμε για 16ωρη καθημερινή απασχόληση χωρίς «ρεπό». Αντιλαμβάνεται, λοιπόν, κανείς το μέγεθος της εξαθλίωσης.
Είχα γνωρίσει π.χ. έναν Ρομά που δεν μπορούσε καν να μετρήσει πόσα χρόνια ήταν ήδη μέσα, «και καλοκαίρια και χειμώνες», απαντούσε. Τελικά, διαπίστωσα ότι είχε εκτίσει κάπου 8 από τα 25 ολόκληρα χρόνια που είχε καταδικαστεί για κλοπή ραδιοφώνων από κατασχεμένα αυτοκίνητα του ΟΔΔΥ (σ.σ. πλέον ΔΔΔΥ, Διεύθυνση Διαχείρισης Δημόσιου Υλικού)! Θεωρήθηκε, βλέπεις, ληστεία κατά του Δημοσίου, γι’ αυτό η τόσο αυστηρή ποινή – πρόκειται για ένα ακραίο μεν, αλλά χαρακτηριστικό παράδειγμα της ταξικής λειτουργίας της Δικαιοσύνης, άλλωστε σε πολλούς κρατούμενους αυτής της κατηγορίας συχνά «φορτώνουν» επιπλέον αδικήματα. Άλλοι κρατούμενοι με ανάλογη ποινή βγαίνουν στα 8,5-9 χρόνια καθώς κάνουν και μεροκάματα – εκείνος που λόγω κοινωνικής θέσης στερείται τέτοιων ευκαιριών θα βγει στα 12.
— Μπροστά σε αυτούς θα φάνταζες μάλλον προνομιούχος, όντας Έλληνας με ανώτερη μόρφωση και με την οικογένεια, τους φίλους και ένα κίνημα αλληλεγγύης διαρκώς στο πλευρό σου.
Μη συζητάς! Με κατέταξαν πράγματι εξαρχής σε μια ελίτ, καθώς η υπόθεσή μου έπαιζε πολύ στα media κιόλας, είχα λοιπόν στα μάτια κρατουμένων και σωφρονιστικών υπαλλήλων ένα άλφα κύρος. Μεγάλη σημασία είχε και το ότι τόσο εγώ όσο και άλλοι σαν κι εμένα ούτε ενοχλούσαμε, ούτε μπλεκόμασταν με νταλαβέρια, ούτε μπαίναμε σε κανενός τα χωράφια. Eπιπλέον, έχοντας μια σχετική οικονομική άνεση, δεν χρειάστηκε να ξεφτιλιστώ για να επιβιώσω.



— Ο καπνός, οι τηλεκάρτες, οι ουσίες –ειδικά η πρέζα– και η σωματική ρώμη σε ένα άλλο επίπεδο παίζουν, καθώς γράφεις, σημαντικό ρόλο στην άτυπη οικονομία των φυλακών.
Ο καπνός και οι τηλεκάρτες είναι τα δύο επίσημα νομίσματα των φυλακισμένων. Η πρέζα, τώρα, και άλλες ουσίες παίζουν πολύ, ειδικά στον Κορυδαλλό. Μιλάμε για τεράστια πιάτσα, καθώς οι φυλακές αυτές βρίσκονται μέσα στον αστικό ιστό και ο πληθυσμός τους ανανεώνεται συχνά επειδή «φιλοξενούν» πολλούς υπόδικους. Όλο αυτό, φυσικά, γίνεται συνήθως με τη διακριτική ανοχή και σωφρονιστικών υπαλλήλων που αποκομίζουν και οικονομικά οφέλη, αποφεύγοντας ταυτόχρονα τυχόν φασαρίες. Κάποιος κρατούμενος μπορεί, βέβαια, να κερδίσει χρήματα κάνοντας νταλαβέρια μέσα στη φυλακή, ρισκάρει όμως έτσι πολλά.
— Τη δεκαετία του ’80 ειδικά αλλά και αργότερα αναπτύχθηκε ένα αξιόλογο κίνημα για τα δικαιώματα των φυλακισμένων, είχαν σημειωθεί και αρκετές εξεγέρσεις. Πόσο βελτιωμένα είναι σήμερα τα πράγματα;
Σίγουρα έχουν βελτιωθεί πολλά από τότε, που εν μέρει οφείλονται πράγματι σ’ εκείνους τους αγώνες καθώς και στις γενικότερες εξελίξεις γιατί η φυλακή είναι μεν ένα κλειστό κύκλωμα αλλά όχι ανεπηρέαστο απ’ ό,τι συμβαίνει στην κοινωνία. Η σύνθεση του πληθυσμού των φυλακών, ακόμα και η κουλτούρα της παρανομίας, έχει μεταβληθεί καθώς, μετά τη δεκαετία του ’90, υπήρξε μια μεγάλη ανάπτυξη του οργανωμένου εγκλήματος, όπως συνέβη διεθνώς. Παλιότερα ο «ρουφιάνος», δηλαδή ο κρατούμενος που διατηρεί επαφές με τη διεύθυνση, ήταν αποσυνάγωγος, πια αυτό θεωρείται νορμάλ, μάλιστα οι λεγόμενοι «υπηρεσιακοί» κρατούμενοι, που διαχειρίζονται το εμπόριο πρέζας, το «καζίνο» κ.λπ., διαθέτουν αυξημένο στάτους, καθώς λειτουργούν ως διαμεσολαβητές και ταυτόχρονα εξασφαλίζουν ένα ήρεμο κλίμα στη φυλακή. Μια μεγάλη σύγχρονη ευκολία είναι σίγουρα τα κινητά, παρότι τυπικά απαγορεύονται, αν σκεφτούμε ότι παλιότερα μετά βίας υπήρχαν κάποια καρτοτηλέφωνα, που και γι’ αυτά χρειάστηκαν αγώνες. Βέβαια, ρόλο στην καθιέρωσή τους παίξανε και τα εξτρά χρήματα που βγάζει η υπηρεσία ώστε να επιτρέψει να περάσουν ή να κάνει τα στραβά μάτια στη χρήση τους. Wi-Fi δεν υπάρχει εννοείται, ό,τι πιάσεις με 5G.
— Με τους πραγματικά σοβαρούς εγκληματίες τι γίνεται;
Σπανίζουν αυτές οι περιπτώσεις, ανάμεσα στους εκατοντάδες ή και χιλιάδες κρατούμενους που γνώρισα όσο που ήμουν έγκλειστος ζήτημα να ήταν πέντε-έξι. Τέτοιοι άνθρωποι, άλλωστε, δεν έχουν μεγάλο προσδόκιμο ζωής…

— Η δική σου μεγαλύτερη δοκιμασία θα ήταν, φαντάζομαι, η απεργία πείνας.
Την ξεκίνησα στις φυλακές Δομοκού και είναι, βέβαια, κάτι πολύ οδυνηρό ως εμπειρία. Εκτός των άλλων, χάνεις την αίσθηση του χρόνου που στη φυλακή κατά βάση ορίζουν τα τρία ημερήσια γεύματα. Η μέρα μοιάζει ατελείωτη και με εξαίρεση ένα μισάωρο διαύγειας στο ξύπνημα, νιώθεις διαρκώς ζαλισμένος, δεν μπορείς να κάνεις οτιδήποτε απαιτεί όχι μόνο σωματική αλλά και πνευματική προσπάθεια, να δεις τηλεόραση π.χ. ή να διαβάσεις. Σταδιακά χάνεις κάθε έλεγχο του εαυτού σου και η μόνη διέξοδος είναι να σταματήσεις, γι’ αυτό και λίγοι άνθρωποι απ’ όσους ξεκινούν μια απεργία πείνας φτάνουν στα άκρα, ακόμα κι αν δεν ικανοποιηθεί το αίτημά τους. Άλλωστε, από μια φάση και μετά θεωρείς ότι έχεις τόσο βασανιστεί –που αληθεύει– ώστε αξίζεις αυτό που διεκδικείς, έστω για την προσπάθεια που έκανες· μερικές φορές το καταφέρνεις, όπως συνέβη μ’ εμάς, καθώς επρόκειτο για μια ομαδική απεργία πείνας κρατουμένων του αναρχικού χώρου. Τα περισσότερα αιτήματά μας ικανοποιήθηκαν έστω κουτσουρεμένα, με πιο σημαντικό ότι καταργήθηκαν οι φυλακές τύπου Γ αλλά και ο «κουκουλονόμος». Ένα άλλο αίτημα ήταν η πλήρης αποφυλάκιση ανάπηρων κρατουμένων όπως ο Σάββας Ξηρός, με το υπουργείο να παραχωρεί κατ' οίκον περιορισμό με βραχιολάκι (ο Ξηρός δεν το δέχτηκε και παρέμεινε φυλακή).
— «Βραχιολάκια» έβαζαν και στους κρατουμένους που παίρνουν εκπαιδευτικές άδειες –έγιναν αγώνες και γι’ αυτό–, νομίζω όμως ότι ουσιαστικά έχει καταργηθεί αυτό το ευεργέτημα.
Οι άδειες για εκπαιδευτικούς λόγους έχουν πια τόσους περιορισμούς που δεν νομίζω να υπάρχει πια κρατούμενος που να του δίνονται – και μιλάμε για ένα εξαιρετικά θετικό μέτρο που έδινε ελπίδα και προοπτική. Ακόμα και κρατούμενοι που αρχικά το χρησιμοποιούσαν πονηρά ώστε απλώς να βγαίνουν έξω κάποιες ώρες, έμπαιναν στην πορεία σε ένα πολύ διαφορετικό τριπάκι, κοινωνικοποιούνταν, αποκτούσαν πραγματικό ενδιαφέρον για σπουδές, ξεκινούσαν μια διαδικασία επανένταξης.
— Κάποιες ιδιαίτερα άσχημες αναμνήσεις, κάποια πράγματα που ενδεχομένως σού άφησε εκείνη η εμπειρία;
Διάφορα. Κάτι άγρια λιντσαρίσματα που έβλεπα μεταξύ κρατουμένων, ας πούμε, όπου φυσικά δεν μπορούσες να κάνεις τίποτα και οι φύλακες επενέβαιναν μόνο όταν όλα είχαν τελειώσει. Κάτι άλλο που δεν ξεχνιέται, κι ας μην είναι από τα χειρότερα, είναι η χαρακτηριστική μυρωδιά, και δεν εννοώ τόσο την «ανθρωπίλα», καθώς γενικά τηρούνται οι στοιχειώδεις κανόνες υγιεινής, όσο εκείνη των τοίχων, των κελιών, των κοινόχρηστων χώρων, όλο αυτό που διαφέρει κιόλας από φυλακή σε φυλακή. Ανάλογο συναίσθημα νιώθω όταν μυρίζω φαγητά που είναι κλασικά εδέσματα της φυλακής, όπως τα μακαρόνια με κιμά και το ρυζόγαλο! Μου έμειναν προφανώς κι άλλα πράγματα, συνειδητά και μη, απόδειξη ότι οκτώ χρόνια μετά ακόμα μιλάω και γράφω για ό,τι έζησα εκεί. Να πω ωστόσο ότι η φυλακή με ενδιέφερε ως θεματική από πριν, οπότε μπαίνοντας είχα την ευκαιρία να παρατηρήσω από κοντά πρόσωπα, πράγματα και καταστάσεις, διαθέτοντας ήδη κάποια θεωρητικά εργαλεία.

— Εξακολουθούν να ισχύουν οι λεγόμενοι «άγραφοι νόμοι» της φυλακής που αφορούν παιδοκτόνους και βιαστές;
Κοίτα, γενικά ισχύει ό,τι και με τους γραπτούς νόμους, όποιος μπορεί είτε να τους επιβάλει είτε να τους παρακάμψει το κάνει. Υπάρχουν κρατούμενοι που έχουν κάνει χειρότερα από περιπτώσεις σαν του Δουρή –μια υπόθεση που είχε πολλά σκοτεινά σημεία–, π.χ. βιασμούς κατ’ εξακολούθηση, αλλά μένουν στο απυρόβλητο γιατί δεν είναι η κύρια κατηγορία που τους βαραίνει αφενός, έχουν αρκετή ισχύ αφετέρου, και στο τέλος αυτή είναι που μετρά μέσα στη φυλακή. Αν, τώρα, είναι πιο αδύναμοι και τους έχουν απαξιώσει και τα media, ναι, δεν θα μπουν σε κανονική πτέρυγα γιατί η υποτιθέμενη ανώτερη ηθική των κρατουμένων δεν θα το επιτρέψει, θα πάνε στις φυλακές που προορίζονται για τέτοιες περιπτώσεις.
— Υπήρξε κάποια στιγμή που ένιωσες απόγνωση, που είπες «δεν αντέχω άλλο εδώ μέσα»;
Όχι. Υπήρχε μεν μια υποβόσκουσα δυστυχία, αλλά όχι κάτι εξωφρενικό, δεν βίωσα κάποια πολύ ακραία συνθήκη εγκλεισμού. Αν εξαιρέσεις ότι δύσκολα ησυχάζεις από τη φασαρία, μπορείς γενικά να την παλέψεις. Τα χειρότερα, δηλαδή ξύλο, προσβολές και βασανισμούς, τα έζησα όσο με κρατούσαν στη ΓΑΔΑ, μολονότι συγκριτικά με όσα έχουν υποστεί πολιτικοί και όχι μόνο κρατούμενοι, παλιότερα ειδικά αλλά και πιο πρόσφατα, σχεδόν ντρεπόμουν που τα ανέφερα.
— Αναφέρθηκες πριν σε βία μεταξύ κρατουμένων. Αντιλήφθηκες αντίστοιχα περιστατικά με την εμπλοκή σωφρονιστικών υπαλλήλων;
Σίγουρα υπάρχουν και τέτοια συμβάντα, δεν είναι πάντως κάτι που συμβαίνει συστηματικά, τουλάχιστον απ’ όσο γνωρίζω. Άλλωστε, οι περισσότεροι κρατούμενοι συμμορφώνονται με τις συμβάσεις της φυλακής. Οι μεγάλες εξεγέρσεις σπανίζουν τα τελευταία αρκετά χρόνια και κάποιες μικρότερης έκτασης σχετίζονται κυρίως με την πρέζα.



— Μιλήσαμε για συνθήκες κράτησης, εξεγέρσεις και ουσίες, δεν είπαμε για σεξ, ένα κεφάλαιο που επίσης εξιτάρει τη φαντασία των «απέξω».
Να πούμε καταρχάς ότι η δυνατότητα συνεύρεσης ενός/μίας κρατουμένου/-ης με τον σύντροφό του/της σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο, ενώ είχε συζητηθεί και επί Σαμαρά και επί ΣΥΡΙΖΑ, τελικά δεν προχώρησε. Ο αρχιφύλακας Αραβαντινός μάλιστα, ο θεωρούμενος και «πατέρας» του σωφρονισμού στην Ελλάδα, έλεγε ότι «αν δώσουμε κι αυτό το δικαίωμα στους κρατουμένους, πάει, τελειώσαμε!». Η συγκεκριμένη ανάγκη, που συνήθως καταπιέζεται καθώς δεν την ευνοεί και το περιβάλλον, εκτονώνεται συνήθως με την αυτοϊκανοποίηση, συχνά με τη συνδρομή τσόντας. Το πορνό και το Κανάλι της Βουλής, όταν συζητιούνται νομοσχέδια του υπουργείου Δικαιοσύνης, είναι από τα πιο δημοφιλή θεάματα. Το σεξ, τώρα, μεταξύ κρατουμένων δεν συνηθίζεται και. όταν συμβαίνει, αποσιωπάται πλήρως καθότι ταμπού. Πάντως, έχω συζητήσει σχετικά με τον πρώην ισοβίτη Χρήστο Ρούσσο, επίσης έχω διαβάσει ένα βιβλίο –δεν κυκλοφορεί πια– του μετέπειτα ηθοποιού και σκηνοθέτη Δημήτρη Μελέτη, φυλακισμένου στις αρχές της δεκαετίας του ’80 για συμμετοχή σε ληστεία τράπεζας, το οποίο είχε αρκετές αναφορές σε έρωτες μεταξύ κρατουμένων. Πιθανόν παλιότερα να επικρατούσε άλλη κουλτούρα στο ζήτημα αυτό.
— Συνάντησες ποτέ ανοιχτά γκέι ή τρανς κρατούμενο; Τι αντιμετώπιση είχε;
Κάποιες φορές ναι, και στην περίπτωση αυτή μπορεί είτε να τους κάνουν τη ζωή δύσκολη είτε να περάσει τελείως απαρατήρητο, εξαρτάται και από τη θέση ή τον χαρακτήρα καθενός. Επίσης, όσο πιο θηλυπρεπής είναι, τόσο μεγαλύτερο κάζο δέχεται – έναν, θυμάμαι, τον είχαν καταξεφτιλίσει, ευτυχώς δεν έκατσε μέσα πολύ. Μια άλλη φορά, πάλι, ξαφνιάστηκα βλέποντας φύλακες να συνοδεύουν μια γυναίκα στο ιατρείο, ώσπου έμαθα ότι ήταν τρανς καταδικασμένη για κλοπές. Εξέτιε την ποινή της στην Κέρκυρα, όπου λόγω της ταυτότητας φύλου της την είχαν στην απομόνωση. Όταν όμως ήρθε για ένα διάστημα στον Κορυδαλλό, τα πράγματα δυσκόλεψαν, κρατούνταν μαζί με άλλους που την παρενοχλούσαν άσχημα στα Πειθαρχεία, κάτι άθλιους, βρομερούς χώρους γεμάτους ποντίκια και κατσαρίδες, που είναι άλλωστε η κυρίαρχη πανίδα των φυλακών. Αργότερα, όταν πια βγήκα, της πήρα συνέντευξη όπου μου έλεγε τι είχε τραβήξει. Πλέον βέβαια οι τρανς κρατούμενες οδηγούνται σε ειδική πτέρυγα των Γυναικείων Φυλακών.

— Κάποια αξιοσημείωτη εξέλιξη που συνέβη αφότου βγήκες;
Αυξήθηκε με τον νέο ΠΚ ο πληθυσμός αλλά και η διάρκεια κράτησης, καθώς πλέον μπαίνεις μέσα ακόμα και για πλημμέλημα. Ακόμα δεν είναι τραγική αυτή η αύξηση, καθώς ταυτόχρονα γίνονται αποφυλακίσεις που περνάνε μέσα από το παραδικαστικό κύκλωμα –με το αζημίωτο φυσικά–, είναι όμως θέμα χρόνου να συμβεί, πράγμα που αναμένεται να εντείνει και τη διαφθορά.
— Αν ισχύει ότι οι φυλακές είναι «σχολείο», εσένα τι σου έμαθαν;
Μόνο σχολείο; Κανονικό Πανεπιστήμιο! Εντάξει, είναι λίγο απλοϊκό αυτό το σχήμα, ισχύει όμως ότι είναι ο τόπος όπου οργανώνεται η παραβατικότητα και όπου ο εργάτης της μαύρης οικονομίας εντάσσεται σε μεγαλύτερα τραστ οικονομικών συμφερόντων τα οποία συνομιλούν και επισήμως με την εξουσία, όπως αντίστοιχα ένας λαϊκός χούλιγκαν μπορεί σε κάποια φάση να βρεθεί συνομιλητής ενός εφοπλιστή π.χ. Δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί ότι η φυλακή είναι το LinkedΙn των παρανόμων!
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.